28Β.(1)(α) Η Αρχή Εξυγίανσης ή εντεταλμένο από αυτήν πρόσωπο, δύναται να διενεργεί έρευνες, απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ή για τη διερεύνηση ενδεχόμενης παράβασης των δυνάμει του παρόντος Νόμου επιβαλλόμενων υποχρεώσεων και, προς τούτο, δύναται να ζητεί και να συλλέγει πληροφορίες, να εισέρχεται σε γραφεία και επαγγελματικούς χώρους και να ελέγχει αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματά τους:
(β) Σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, καθώς και σε άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και άλλων εγγράφων και στοιχείων και των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων:
(2) H Αρχή Εξυγίανσης δύναται να διενεργεί έρευνες σε υποστατικό κάθε φυσικού ή νομικού πρόσωπου που εμπίπτει εντός των αρμοδιοτήτων της Αρχής Εξυγίανσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και, σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, που η Αρχή Εξυγίανσης, κατά την απόλυτη της κρίση της, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις απαιτούμενες πληροφορίες και στοιχεία.
(3) Η έρευνα διενεργείται ύστερα από ειδοποίηση της Αρχής Εξυγίανσης, η οποία αποστέλλεται από προηγουμένως ή επιδίδεται στο πρόσωπο που αφορά η ειδοποίηση, κατά την ημερομηνία και ώρα έναρξης της έρευνας.
(4) Η ειδοποίηση της Αρχής Εξυγίανσης είναι γραπτή, ορίζει την ημερομηνία και ώρα έναρξη της έρευνας, το σκοπό της, τη διάταξη, στην οποία βασίζεται η εξουσία της Αρχής Εξυγίανσης και τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση αφορά, να συμμορφωθεί προς την ειδοποίηση.
(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η διεξαγωγή έρευνας σε κατοικία για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, παρά μόνο δυνάμει δικαστικού εντάλματος.
(6) Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να καλεί σε κατάθεση πρόσωπα που δυνατό να έχουν στοιχεία ή να γνωρίζουν οτιδήποτε σχετικά με την υπό διενέργεια έρευνα και να ορίζει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για να ακούσει μαρτυρία και να πάρει, εκ μέρους της, γραπτή ή ηχογραφημένη κατάθεση από τα πρόσωπα αυτά, τα οποία προσέρχονται ενώπιον του εντεταλμένου προσώπου και παρέχουν τις πληροφορίες που κατέχουν.
(7) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται αίτημα της Αρχής Εξυγίανσης έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή συμμόρφωση.
(8) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με ειδοποίησή της Αρχής Εξυγίανσης για έρευνα ή στην κλήση για κατάθεση δυνάμει του παρόντος άρθρου ή, σε περίπτωση που αυτό δεν προσκομίζει ή προσκομίζει ή επιδεικνύει ελλιπή ή ψευδή ή παραποιημένα τα αιτηθέντα αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία ή πληροφορίες, η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να του επιβάλει, χωρίς επηρεασμό της εξουσίας της για κατάσχεση κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), διοικητικό πρόστιμο, σύμφωνα με το άρθρο 28Γ.
(9) Οι πληροφορίες που περιέρχονται στην κατοχή της Αρχής Εξυγίανσης κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσης και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της.
(10) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της Αρχής Εξυγίανσης, δυνάμει του παρόντος άρθρου, δεν το κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο και το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα.
(11) Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να ζητεί τη συνδρομή της Αστυνομίας, προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο.