90.-(1)(α) Σε περίπτωση που ο Αρχιεπιθεωρητής ή επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα εκ των αναφερομένων στο εδάφιο (4) του άρθρου 18, στο άρθρο 20 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 87, έχει εξουσία να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος.
(β) Το ποσό της εξώδικης ρύθμισης που καθορίζεται είναι ανάλογο με τη σοβαρότητα του αδικήματος, αλλά δεν υπερβαίνει τα τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000).
(2) Για τους σκοπούς της εξώδικης ρύθμισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο επιθεωρητής επιδίδει στο πρόσωπο που πιστεύει ότι διέπραξε το αδίκημα σχετική ειδοποίηση, στην οποία καθορίζεται το αδίκημα, ο χρόνος της διάπραξής του και το χρηματικό ποσό που το πρόσωπο καλείται να καταβάλει.
(3) Σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη, την οποία ο επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2), τότε ο επιθεωρητής καθορίζει ποσό εξωδίκου προστίμου διπλάσιο του αρχικού ποσού και σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί, ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδάφιου (3), αν η πράξη ή η παράλειψη, την οποία ο επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα δεν τερματιστεί σύμφωνα με τις οδηγίες του εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2), τότε για κάθε μέρα που η πράξη ή η παράληψη συνεχίζεται ή επαναλαμβάνεται θεωρείται ότι διαπράττεται νέο αδίκημα, για το οποίο ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(5) Κάθε ποσό που καταβάλλεται με βάση τα εδάφια (1) ή (2) θεωρείται χρηματική ποινή που επιβλήθηκε λόγω καταδίκης για το σχετικό αδίκημα.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν το χρηματικό ποσό που αναφέρεται στα εδάφια (1) ή (3) καταβληθεί πριν από τη χρονική περίοδο δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, εκδίδεται απόδειξη και ουδεμία ποινική δίωξη ασκείται αναφορικά με τη διάπραξη του σχετικού αδικήματος.
(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), μετά την εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, την καταβολή του ποσού και την έκδοση της απόδειξης όπως αναφέρεται στο εδάφιο (6), δεν χωρεί οποιαδήποτε περαιτέρω ποινική διαδικασία σχετικά με το αδίκημα και η προσαγωγή στο δικαστήριο της απόδειξης που αναφέρεται στο εδάφιο (6) αποτελεί πλήρη απόδειξη των γεγονότων που αναφέρονται σε αυτήν και συνεπάγεται την απαλλαγή του κατηγορούμενου.
(8) Η εξώδικη ρύθμιση αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις δεν θεωρείται ως καταδίκη. σε περίπτωση όμως καταδικαστικής απόφασης για διάπραξη άλλου παρόμοιας φύσης αδικήματος, το δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γεγονότα για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.