89.-(1)Σε περίπτωση που διαπράττεται οποιοδήποτε αδίκημα από αυτά που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 18, στο άρθρο 20 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 87 ή κατά παράβαση κανονισμών και/ ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, από νομικό πρόσωπο επ’ ωφελεία του και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα αυτό έχει διαπραχθεί με τη συναίνεση ή τη συμπαιγνία ή αποδίδεται σε έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου ή άλλη παράλειψη προσώπου, το οποίο κατέχει ιθύνουσα θέση εντός του νομικού προσώπου και ενεργεί ατομικά ή ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου, με βάση-
(α) εξουσία αντιπροσώπευσης του νομικού προσώπου,
(β) εξουσία λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου, ή
(γ) εξουσία άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου,
τότε το πρόσωπο αυτό, καθώς επίσης και το νομικό πρόσωπο, είναι ένοχοι αδικήματος και υπόκεινται σε ποινική δίωξη σε σχέση με το εν λόγω αδίκημα.
(2) Όταν μέλος νομικού προσώπου, που δεν είναι διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής νομικού προσώπου, ασκεί αρμοδιότητες διευθύνοντος συμβούλου ή διευθυντή, τότε εφαρμόζονται, σε σχέση με τις πράξεις ή παραλείψεις του, οι διατάξεις του εδαφίου (1), ως εάν το πρόσωπο αυτό να ήταν διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής του νομικού προσώπου.