2. Εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 και επιπρόσθετα-
«αντιπρόσωπος» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο παρέχει υπηρεσίες πληρωμών εξ ονόματος ενός παρόχου ΥΠ·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει -
(α) την Κεντρική Τράπεζα, αναφορικά με την εφαρμογή και επιβολή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2012 εξαιρουμένου του Άρθρου 9 αυτού· και
(β) τη Διυπουργική Επιτροπή, αναφορικά με την εφαρμογή και επιβολή του Άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012∙
«άλλο κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος εκτός της Κυπριακής Δημοκρατίας·
«δικαιούχος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012·
«Διυπουργική Επιτροπή» σημαίνει τη Διυπουργική Επιτροπή η οποία συστήνεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 15Α·
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009» και περιλαμβάνει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 [Σ.Σ.: βλ. Υποσημείωση]·
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 248/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014∙
«καταναλωτής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012·
«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλο κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο·
«κράτος μέλος καταγωγής» σημαίνει το κράτος μέλος, στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα του παρόχου ΥΠ ή στην περίπτωση που ο πάροχος ΥΠ με βάση τη νομοθεσία βάσει της οποίας ιδρύθηκε δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία του·
«κράτος μέλος υποδοχής» σημαίνει το κράτος μέλος, το οποίο είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος καταγωγής, στο οποίο ένας πάροχος ΥΠ παρέχει υπηρεσίες πληρωμών·
«πάροχος ΥΠ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «πάροχος υπηρεσιών πληρωμών» από το άρθρο 2 του περί Υπηρεσιών Πληρωμών Νόμου ·
«πληρωτής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012·
«Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο» σημαίνει τη Συμφωνία, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο τη 2α Μαΐου 1992 και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες τη 17η Μαρτίου 1993, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«συνεργατική εταιρεία» σημαίνει εταιρεία εγγεγραμμένη με βάση τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο ή εταιρεία που έχει συσταθεί σε χώρα άλλη από τη Δημοκρατία σύμφωνα με ισχύουσα νομοθεσία αντίστοιχη με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο·
«συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό ο περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμος·
«τράπεζα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου και, επιπρόσθετα, περιλαμβάνει τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ και τον Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως Στέγης·
«υπηρεσίες πληρωμών» σημαίνει υπηρεσίες που παρέχονται από παρόχους ΥΠ και οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής που καθορίζει το Άρθρο 1 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012·
«υποκατάστημα» σημαίνει σε σχέση με νομικό πρόσωπο, τόπο διεξαγωγής επιχειρηματικής δραστηριότητας πλην των κεντρικών γραφείων, ο οποίος αποτελεί τμήμα του νομικού προσώπου, στερείται νομικής προσωπικότητας και στον οποίο διενεργούνται απευθείας, εν όλω ή εν μέρει, οι πράξεις που συνιστούν την επιχειρηματική δραστηριότητα του εν λόγω νομικού προσώπου·
«Φορέας» σημαίνει τον Ενιαίο Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης που συνίσταται δυνάμει του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου·
«χρήστης ΥΠ» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012·
«BBAN», δηλαδή «Basic Bank Account Number» (Βασικός Αριθμός Τραπεζικού Λογαριασμού) έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012·
«BIC», δηλαδή «Business Identifier Code» (Κωδικός Αναγνώρισης Επιχείρησης) έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012· και
«IBAN», δηλαδή «International Bank Account Number» (Διεθνής Αριθμός Τραπεζικού Λογαριασμού) έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012.