49.-(1)Το αμοιβαίο κεφάλαιο διαλύεται μόνο για έναν από τους ακόλουθους λόγους:
(α) Εάν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50 ·
(β) ύστερα από σχετική απόφαση του εξωτερικού διαχειριστή του, εφόσον αυτός κρίνει ότι η συνέχιση της λειτουργίας του αμοιβαίου κεφαλαίου δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μεριδιούχων του ·
(γ) με την πάροδο του χρόνου διάρκειάς του που προβλέπεται στον κανονισμό του, εκτός εάν ο κανονισμός του τροποποιηθεί πριν από την πάροδο του χρόνου διάρκειας του αμοιβαίου κεφαλαίου, ώστε η διάρκεια του αμοιβαίου κεφαλαίου να παραταθεί ή να καταστεί αόριστης διάρκειας ·
(δ) εφόσον επέλθει γεγονός που, σύμφωνα με τον κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου, επιφέρει τη διάλυσή του ·
(ε) σε περίπτωση διάλυσης, παραίτησης, θέσης σε εκκαθάριση ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας του εξωτερικού διαχειριστή ή του θεματοφύλακα, εφόσον δεν οριστεί αντικαταστάτης τους ·
(στ) με την εξαγορά του συνόλου των μεριδίων του ·
(ζ) με απόφαση του εξωτερικού διαχειριστή του, εάν το ενεργητικό του μειωθεί στο ένα τέταρτο του ελάχιστου προβλεπόμενου στον κανονισμό του, αυτή δε η μείωση διατηρηθεί για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών ·
(η) ύστερα από σχετική απόφαση του εξωτερικού διαχειριστή, την οποία επιτρέπεται να λάβει, στην περίπτωση που το ενεργητικό του αμοιβαίου κεφαλαίου μειωθεί ώστε να καταστεί μικρότερο των δύο τρίτων του ορίου για το ελάχιστο ενεργητικό, όπως αυτό καθορίζεται στον κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου:
(2) Οι μεριδιούχοι του αμοιβαίου κεφαλαίου, όπως και οι δανειστές τους, δε δικαιούνται να ζητήσουν τη διάλυση του αμοιβαίου κεφαλαίου ή τη διανομή της περιουσίας του.
(3) Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου (στ) του εδαφίου (1), τη διάλυση του αμοιβαίου κεφαλαίου ακολουθεί η εκκαθάρισή του, η οποία απολήγει σε διανομή της περιουσίας του αμοιβαίου κεφαλαίου, με ευθύνη του εκκαθαριστή του. ως εκκαθαριστής ορίζεται ο εξωτερικός διαχειριστής του αμοιβαίου κεφαλαίου, εκτός εάν η διάλυση οφείλεται σε γεγονός από αυτά που προβλέπονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) και συντρέχει στο πρόσωπό του, οπότε ο εκκαθαριστής του αμοιβαίου κεφαλαίου ορίζεται από το θεματοφύλακα. σε περίπτωση που το γεγονός από αυτά που μνημονεύονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) συντρέχει και στο πρόσωπο του θεματοφύλακα, όπως και εάν το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν έχει θεματοφύλακα, ο εκκαθαριστής του ορίζεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με απόφασή της. σε αυτή την περίπτωση, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του άρθρου 22 · εάν ο εκκαθαριστής δεν ασκεί προσηκόντως τα καθήκοντά του, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε προσώπου έχει έννομο συμφέρον προς τούτο, ορίζει αντικαταστάτη του εκκαθαριστή.
(4) Από τη διάλυση του αμοιβαίου κεφαλαίου, δεν είναι δυνατή η έκδοση νέων μεριδίων του, παρά μόνο εφόσον με αυτή την έκδοση εξυπηρετείται ο σκοπός της εκκαθάρισης. η εξαγορά μεριδίων παραμένει δυνατή, εφόσον διασφαλίζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης των μεριδιούχων. ο θεματοφύλακας του αμοιβαίου κεφαλαίου ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι το πέρας της διαδικασίας διανομής της περιουσίας του και οι μεριδιούχοι ικανοποιούνται από το προϊόν της εκκαθάρισης, ύστερα από την εξόφληση κάθε είδους απαίτησης που υφίσταται έναντι του αμοιβαίου κεφαλαίου.
(5) Το αποτέλεσμα της διανομής της περιουσίας του αμοιβαίου κεφαλαίου εμφανίζεται σε ειδική έκθεση ανεξάρτητου ελεγκτή, η οποία κοινοποιείται, από τον ανεξάρτητο ελεγκτή ή τον εξωτερικό διαχειριστή, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στις αρμόδιες αρχές των κρατών όπου διατίθενται μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου, τίθεται δε στη διάθεση των μεριδιούχων του, στα σημεία διάθεσης των μεριδίων του:
Νοείται ότι ο ελεγκτής του αμοιβαίου κεφαλαίου θεωρείται ανεξάρτητος για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου διατηρεί την ανεξαρτησία του κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
(6) Η διάλυση του αμοιβαίου κεφαλαίου, όπως και ο λόγος αυτής, γνωστοποιούνται, από τον εξωτερικό διαχειριστή άμεσα, στο θεματοφύλακα του αμοιβαίου κεφαλαίου, στους μεριδιούχους του και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς:
(7) Εάν το αμοιβαίο κεφάλαιο περιλαμβάνει περισσότερα επενδυτικά τμήματα, η διάλυσή του επέρχεται με τη διάλυση του τελευταίου εναπομείναντος τμήματός του.