13.-(1) Νομικό πρόσωπο είναι ένοχο για τη διάπραξη αδικήματος που προβλέπεται στα άρθρα 4, 6 και 9, όταν το αδίκημα διαπράττεται προς όφελός του νομικού προσώπου από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο ενεργεί είτε ατομικά, είτε ως μέλος οργάνου του νομικού αυτού προσώπου και το οποίο κατέχει στο νομικό αυτό πρόσωπο ιθύνουσα θέση, υπό την ιδιότητα-
(α) Εντολοδόχου εκπροσώπησης του νομικού προσώπου·
(β) πληρεξούσιου λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου· ή
(γ) πληρεξούσιου άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.
(2) Νομικό πρόσωπο είναι ένοχο για τη διάπραξη αδικήματος που προβλέπεται στα άρθρα 4, 6 και 9, όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από πρόσωπο που καθορίζεται στο εδάφιο (1) έχει καταστήσει δυνατή τη διάπραξη του εν λόγω αδικήματος προς όφελος του νομικού προσώπου, από πρόσωπο το οποίο τελεί υπό την εξουσία του.
(3) Άνευ επηρεασμού των όσων αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2), η ευθύνη του νομικού προσώπου δεν αποκλείει την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον των φυσικών προσώπων που διαπράττουν τα αδικήματα και ή των προσώπων που συμμετέχουν στη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 4,6, και 9.
(4) Άνευ επηρεασμού των εδαφίων (1) και (2), πρόσωπο το οποίο συμβουλεύει, προάγει ή παρακινεί άλλο πρόσωπο να συμμετέχει στη διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης αδικήματος που προβλέπεται στα άρθρα 4, 6 και 9, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος του ίδιου είδους, υπόκειται στην ίδια ποινή και δύναται να διωχτεί, ως εάν είχε διενεργήσει ο ίδιος τέτοια πράξη.