26.-(1) Το παρόν άρθρο προβλέπει τις εξουσίες της αρχής εξυγίανσης και τη διαδικασία για τον καθορισμό και την εφαρμογή της ελάχιστης απαίτησης σε ενοποιημένη βάση, όταν η αρχή εξυγίανσης ενεργεί ως αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.
(2) Η αρχή εξυγίανσης καθορίζει, μετά από διαβούλευση με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, σύμφωνα με τα εδάφια (3) έως (5), την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σε ενοποιημένο επίπεδο μιας μητρικής επιχείρησης της ΕΕ, τουλάχιστον βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στο άρθρο 25(4) και λαμβανομένου υπόψη κατά πόσον οι θυγατρικές του ομίλου σε τρίτες χώρες πρόκειται να εξυγιανθούν χωριστά σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης.
(3)(α) Η αρχή εξυγίανσης καταβάλλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να ληφθεί κοινή απόφαση με τις αρχές εξυγίανσης κρατών μελών των θυγατρικών σχετικά με το ύψος της ελάχιστης απαίτησης που εφαρμόζεται σε ενοποιημένο επίπεδο.
(β) Η κοινή απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη και διαβιβάζεται στη μητρική επιχείρηση της ΕΕ από την αρχή εξυγίανσης.
(4)(α) Σε περίπτωση που δεν λαμβάνεται κοινή απόφαση εντός τεσσάρων (4) μηνών, η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει η ίδια απόφαση για την ενοποιημένη ελάχιστη απαίτηση κατόπιν δέουσας συνεκτίμησης της αξιολόγησης των θυγατρικών που πραγματοποιείται από τις σχετικές αρχές εξυγίανσης κρατών μελών.
(β) Σε περίπτωση που, κατά το τέλος της τετράμηνης περιόδου, οποιαδήποτε από τις σχετικές αρχές εξυγίανσης κρατών μελών έχει παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (EE) αριθ. 1093/2010, η αρχή εξυγίανσης αναβάλλει την απόφασή της εν αναμονή οποιασδήποτε απόφασης λάβει ενδεχομένως η ΕΑΤ σύμφωνα με το Άρθρο 19, παράγραφος 3, του εν λόγω Κανονισμού και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ· ελλείψει απόφασης της ΕΑΤ εντός ενός μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της αρχής εξυγίανσης.
(5) Η κοινή απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει του εδαφίου (3) και κάθε απόφαση που λαμβάνεται ελλείψει κοινής απόφασης δυνάμει του εδαφίου (4) επανεξετάζεται και, όπου απαιτείται, επικαιροποιείται σε τακτική βάση.
(6)(α) Η αρχή εξυγίανσης, από κοινού με τις σχετικές αρχές εξυγίανσης κρατών μελών, ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις που ισχύουν για τις θυγατρικές του ομίλου σε ατομική βάση.
(β) Οι εν λόγω ελάχιστες απαιτήσεις ορίζονται σε επίπεδο κατάλληλο για κάθε θυγατρική, λαμβάνοντας υπόψη -
(i) Τα κριτήρια του άρθρου 25(4), ιδιαίτερα το μέγεθος, το επιχειρηματικό μοντέλο και το προφίλ κινδύνου της θυγατρικής, περιλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων της· και
(ii) την ενοποιημένη απαίτηση που έχει οριστεί για τον όμιλο δυνάμει του εδαφίου (3) ή (4).
(γ) Η αρχή εξυγίανσης καταβάλλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να ληφθεί κοινή απόφαση με τις αρχές εξυγίανσης κρατών μελών που είναι αρμόδιες για τις θυγατρικές σε ατομική βάση σχετικά με το επίπεδο της ελάχιστης απαίτησης που ισχύει για κάθε αντίστοιχη θυγατρική σε ατομικό επίπεδο.
(δ) Η κοινή απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη και κοινοποιείται στο μητρικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο στην ΕΕ από την αρχή εξυγίανσης.
(ε) Σε περίπτωση που δεν λαμβάνεται κοινή απόφαση εντός χρονικού διαστήματος τεσσάρων (4) μηνών, η αρχή εξυγίανσης αναγνωρίζει τις αποφάσεις που λαμβάνονται από τις αντίστοιχες αρχές εξυγίανσης κρατών μελών των θυγατρικών.
(στ) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (ζ), η αρχή εξυγίανσης ως αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΤ για δεσμευτική διαμεσολάβηση κατά το τέλος της τετράμηνης περιόδου στην ΕΑΤ, σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (EE) αριθ. 1093/2010∙ ελλείψει απόφασης της ΕΑΤ εντός ενός μηνός, εφαρμόζονται οι αποφάσεις των αρχών εξυγίανσης κρατών μελών των θυγατρικών:
(ζ) Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου δεν παραπέμπει το θέμα στην ΕΑΤ για δεσμευτική διαμεσολάβηση εφόσον το επίπεδο που ορίζει η αρχή εξυγίανσης κράτους μέλους για τη θυγατρική δεν απέχει κατά μία εκατοστιαία μονάδα από το ενοποιημένο επίπεδο που ορίζεται δυνάμει του εδαφίου (3) ή (4).
(η) Οι κοινές αποφάσεις και, ελλείψει κοινής απόφασης, κάθε απόφαση που λαμβάνεται από τις αρχές εξυγίανσης κρατών μελών των θυγατρικών, είναι δεσμευτικές για την αρχή εξυγίανσης.
(θ) Η κοινή απόφαση και κάθε απόφαση που λαμβάνεται ελλείψει κοινής απόφασης επανεξετάζεται και, όπου απαιτείται, επικαιροποιείται σε τακτική βάση.