11. Η σύμβαση εργοδοτουμένου ο οποίος προσλαμβάνεται και απασχολείται δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α), (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, ο οποίος συμπληρώνει τριάντα (30) μήνες συνολικής απασχόλησης στη δημόσια υπηρεσία, ανεξαρτήτως της διαδοχής ή μη των συμβάσεων εργασίας του, μετατρέπεται σε σύμβαση αορίστου χρόνου:
Νοείται ότι, εργοδοτούμενος με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου με μερική απασχόληση, περιλαμβανομένου απασχολουμένου σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, ο οποίος μετατρέπεται σε εργοδοτούμενο αορίστου χρόνου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συνεχίζει να απασχολείται με το ίδιο καθεστώς απασχόλησης:
Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση μετατροπής σύμβασης εργασίας εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, ο Υπουργός μετά από σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, δύναται να αποφασίσει για την κατάργηση μέχρι και ίσου αριθμού κενών μόνιμων εγκεκριμένων θέσεων.