1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ρύθμισης της Απασχόλησης Εργοδοτουμένων Αορίστου και Εργοδοτουμένων Ορισμένου Χρόνου στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμος του 2016.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αρμόδια αρχή» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο·
«δημόσια υπηρεσία» σημαίνει υπηρεσία υπαγόμενη στη Δημοκρατία, αλλά δεν περιλαμβάνει υπηρεσία στο Στρατό, στην Εθνική Φρουρά, στην Αστυνομία και στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«Επιτροπή» σημαίνει την ειδική τριμελή επιτροπή που συστήνεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 6∙
«εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου» σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει συνάψει σύμβαση εργασίας και το οποίο εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 11·
«εργοδοτούμενος ορισμένου χρόνου» σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει συνάψει σύμβαση ορισμένου χρόνου και εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 4·
«ετήσιος προϋπολογισμός» σημαίνει τον εκάστοτε προϋπολογισμό ή τον περί Προϋπολογισμού Νόμο και τον κάθε τροποποιητικό ή συμπληρωματικό αυτού·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαμβάνει τα κράτη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και την Ελβετία·
«μετακίνηση» και «μετάθεση» έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από το άρθρο 48 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου·
«οικείο υπουργείο», «οικείο γραφείο», «οικεία υπηρεσία» σημαίνει το κάθε υπουργείο, ανεξάρτητο γραφείο ή ανεξάρτητη υπηρεσία αντίστοιχα, όπου υπάρχουν ανάγκες οι οποίες πρέπει να καλυφθούν με την πρόσληψη εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου·
«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Οικονομικών·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών·
(2) Όροι οι οποίοι δεν ερμηνεύονται στον παρόν άρθρο, έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο.
4.-(1) Για την αντιμετώπιση αναγκών που δεν μπορούν να καλυφθούν από το υφιστάμενο προσωπικό του οικείου υπουργείου, του οικείου γραφείου ή της οικείας υπηρεσίας και νοουμένου ότι δεν προσφέρεται άλλη οικονομικότερη και προσφορότερη λύση, είναι δυνατή η πρόσληψη εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Η πρόσληψη εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου, επιτρέπεται-
(α) για την κάλυψη αναγκών προσωρινής φύσεως,
(β) για την κάλυψη πρόσθετων αναγκών ή για την κάλυψη αναγκών έναντι κενών θέσεων,
(γ) για την αντικατάσταση υπαλλήλων που απουσιάζουν με μακροχρόνια άδεια απουσίας όπως ήθελε καθορισθεί στον ετήσιο προϋπολογισμό,
(δ) για την εκτέλεση έργου τακτής προθεσμίας, για τόση χρονική διάρκεια όση είναι αναγκαία για την ολοκλήρωση του έργου,
(ε) λόγω της ακύρωσης με δικαστική απόφαση του διορισμού υπαλλήλου σε μόνιμη θέση νοουμένου ότι εξακολουθούν να υφίστανται ανάγκες για την ομαλή λειτουργία του οικείου υπουργείου, του οικείου γραφείου ή της οικείας υπηρεσίας,
(στ) για την εργοδότηση υποτρόφων, οι οποίοι αποκτούν πτυχίο Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας από την Εκπαιδευτική Μονάδα του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, καθώς και αποφοίτων του Δασικού Κολλεγίου Κύπρου οι οποίοι δύναται να προσλαμβάνονται από το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας ή το Τμήμα Δασών, αντίστοιχα.
(3) Ο ανώτατος αριθμός εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου που είναι δυνατό να προσληφθεί ανά οικείο υπουργείο, οικείο γραφείο, οικεία υπηρεσία, καθώς και οι αναγκαίες πιστώσεις κατά περίπτωση καθορίζονται στον ετήσιο προϋπολογισμό του κράτους.
(4)(α) Οικείο υπουργείο, οικείο γραφείο ή οικεία υπηρεσία όπου υπάρχει ανάγκη πρόσληψης εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου, υποβάλλει στον Υπουργό στο πλαίσιο της υποβολής προτάσεων για την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού, κατάλληλα αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη πρόταση στην οποία καθορίζει την ακριβή χρονική περίοδο και τους συγκεκριμένους σκοπούς και υπηρεσίες, για τους οποίους απαιτείται η πρόσληψη εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου, με ταυτόχρονη αναφορά στο συνολικό ποσό που θα απαιτηθεί για την πρόσληψη αυτών.
(β) Ο Υπουργός αφού λάβει τις απόψεις του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού ως προς τις υποβαλλόμενες, σύμφωνα με την παράγραφο (α) ανάγκες, αποφασίζει κατά πόσο η πρόταση του οικείου υπουργείου, του οικείου γραφείου ή της οικείας υπηρεσίας για την πρόσληψη εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου εγκρίνεται εν όλω η εν μέρει ή απορρίπτεται.
(γ) Σε περίπτωση που ο Υπουργός αποφασίζει την έγκριση, σύμφωνα με την παράγραφο (α) της υποβληθείσας πρότασης εν όλω ή εν μέρει-
(i) καθορίζει τον ανώτατο αριθμό εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου που οικείο υπουργείο, οικείο γραφείο ή οικεία υπηρεσία μπορεί να προσλάβει κατά τη διάρκεια του έτους·
(ii) καθορίζει ότι είναι δυνατή η πρόσληψη αντικαταστατών και τους λόγους για τους οποίους αυτή επιβάλλεται·
(iii) μεριμνά όπως περιληφθούν στον ετήσιο προϋπολογισμό οι εγκεκριμένες προτάσεις και οι αντίστοιχες πιστώσεις:
5. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους προκύπτουν ανάγκες στελέχωσης που δικαιολογούν την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 65 του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου, δεδομένου ότι αυτές αφορούν σε έκτακτη και έκρυθμη περίσταση που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί στο στάδιο διαπίστωσης των εν λόγω αναγκών, αυτές εξετάζονται στο πλαίσιο καταρτισμού συμπληρωματικού προϋπολογισμού.
6.-(1) Το οικείο υπουργείο, το οικείο γραφείο ή η οικεία υπηρεσία, μετά την έγκριση του ετήσιου περί Προϋπολογισμού Νόμου, συστήνει τριμελή Επιτροπή η οποία ασκεί καθήκοντα όπως αυτά προκύπτουν από τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3), στην οποία μετέχουν δύο λειτουργοί του οικείου υπουργείου ή του οικείου γραφείου ή της οικείας υπηρεσίας οι οποίοι επιλέγονται είτε από το γενικό διευθυντή του οικείου υπουργείου, ή από τον προϊστάμενο του οικείου γραφείου ή της οικείας υπηρεσίας αναλόγως της περίπτωσης, ή από το Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού στην περίπτωση κάλυψης αναγκών σε εργοδοτουμένους ορισμένου και αορίστου χρόνου για σκοπούς εκτέλεσης διοικητικών και γραφειακών καθηκόντων:
(2) Η Επιτροπή καλεί ακολούθως, μέσω δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στον ημερήσιο τύπο όλους όσοι ενδιαφέρονται να προσληφθούν ως εργοδοτούμενοι ορισμένου χρόνου για την κάλυψη ανάγκης ή για τη στελέχωση έργου, να υποβάλουν γραπτή αίτηση σε ειδικό έντυπο εντός ειδικά καθοριζόμενης προθεσμίας.
(3) Η Επιτροπή στη δημοσίευση η οποία προβλέπεται στο εδάφιο (2), καθορίζει τα απαιτούμενα επαγγελματικά, επιστημονικά ή άλλα προσόντα των αιτητών, περιλαμβανομένης και της απαιτούμενης σχετικής πείρας που δυνατό να έχει αποκτηθεί από υπηρεσία στον ιδιωτικό ή στο δημόσιο τομέα, καθώς και τη βαρύτητα του κάθε κριτηρίου προβαίνοντας σε σχετική μοριοδότηση, εκτός εάν το Υπουργικό Συμβούλιο εκδώσει Κανονισμούς αναφορικά με τον τρόπο αξιολόγησης των απαιτούμενων προσόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17:
(4) Με τη λήξη της περιόδου υποβολής των αιτήσεων, το οικείο υπουργείο, το οικείο γραφείο ή η οικεία υπηρεσία καταρτίζει πίνακα στον οποίο περιλαμβάνονται πρόσωπα που επέδειξαν ενδιαφέρον να απασχοληθούν ως εργοδοτούμενοι ορισμένου χρόνου λαμβάνοντας υπόψη τα επαγγελματικά, επιστημονικά ή άλλα προσόντα των αιτητών, περιλαμβανομένης της σχετικής πείρας, τα οποία περιέχονται και τεκμηριώνονται στην υποβληθείσα αίτηση και τα οποία έχουν καθοριστεί με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3):
(5) Ο πίνακας που καταρτίζεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(6)(α) Πρόσωπο, το οποίο υπέβαλε αίτηση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, έχει δικαίωμα να υποβάλει ένσταση κατά της σειράς κατάταξης στον πίνακα που καταρτίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (4), εντός χρονικού διαστήματος δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(β) Η υποβληθείσα σύμφωνα με την παράγραφο (α) ένσταση, εξετάζεται εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία λήψης της, από τριμελή επιτροπή καλούμενη Επιτροπή Ενστάσεων υπό την προεδρία του γενικού διευθυντή του οικείου υπουργείου ή του προϊστάμενου του οικείου γραφείου ή της οικείας υπηρεσίας ή του Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, ανάλογα με την περίπτωση ή εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου αυτού και με τη συμμετοχή ενός (1) τουλάχιστον υπαλλήλου του οικείου τμήματος ή της οικείας υπηρεσίας όπου υφίσταται η ανάγκη πρόσληψης εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου:
(γ) Εντός δέκα (10) ημερών από την ολοκλήρωση της εξέτασης των ενστάσεων, δημοσιεύεται ο τελικός πίνακας, στον οποίο περιλαμβάνονται τα πρόσωπα τα οποία κρίνεται ότι δύναται να προσληφθούν με σύμβαση ως εργοδοτούμενοι ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με τη σειρά κατάταξής τους.
(7) Η ολοκλήρωση της διαδικασίας καταρτισμού του πίνακα των εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου, ολοκληρώνεται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις (4) μήνες από την ημερομηνία έγκρισης του εκάστοτε ετήσιου περί Προϋπολογισμού Νόμου, από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
(8) Στην περίπτωση εξαντλήσεως του πίνακα, πριν από την παρέλευση των τριάντα (30) μηνών και νοουμένου ότι προκύπτει ανάγκη πρόσληψης εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου, όπως καθορίζεται στο εδάφιο (4), καταρτίζεται συμπληρωματικός πίνακας.
7. Σε περίπτωση που ικανοποιούνται οι δυνάμει του παρόντος Νόμου προϋποθέσεις πρόσληψης εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου, η Επιτροπή προχωρεί γραπτώς βάσει του αντίστοιχου πίνακα που καταρτίστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 και βάσει της σειράς κατάταξης υποψηφίων, σε προσφορά εργοδότησης στον επιλεγέντα υποψήφιο, ο οποίος οφείλει να απαντήσει εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης γραπτώς σε αυτόν της προσφοράς εργοδότησης, κατά πόσο αποδέχεται ή όχι τη γενόμενη προσφορά:
8. Οποιαδήποτε πρόσληψη εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου, η οποία διενεργείται κατά παράβαση της διαδικασίας που καθορίζεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου είναι παράνομη και οι παραβάτες καθίστανται προσωπικά υπεύθυνοι για κάθε δαπάνη ή χρηματικό ποσό που καταβάλλεται συνεπεία τέτοιας προσλήψεως.
9-(1) Στη σύμβαση απασχόλησης καθορίζεται η ακριβής χρονική περίοδος για την οποία ο εργοδοτούμενος ορισμένου χρόνου θα απασχοληθεί, καθώς και η καθορισμένη εργασία και τα καθήκοντα για τα οποία αυτός προσλαμβάνεται.
(2) Η εργοδότηση των προσώπων που προσλαμβάνονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 7, η διάρκεια της απασχόλησης τους, καθώς και η παράταση αυτής, διενεργείται-
(α) για τις περιπτώσεις των παραγράφων (α), (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4-
(i) με σύμβαση απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου χρονικής διάρκειας έξι (6) μηνών ή μικρότερης διάρκειας, εάν ο χρόνος που απομένει μέχρι τη λήξη του ημερολογιακού έτους είναι λιγότερος από έξι (6) μήνες, ή εάν η ανάγκη για την οποία έγινε η πρόσληψη παύει να υφίσταται, ή εάν η ανάγκη για την οποία έγινε η πρόσληψη αφορά περίοδο μικρότερη των έξι (6) μηνών.
(ii) η σύμβαση δύναται να ανανεώνεται για έξι (6) μήνες κάθε φορά, νοουμένου ότι η ανάγκη για την οποία έγινε η πρόσληψη, εξακολουθεί να υφίσταται για κάθε περίοδο απασχόλησης και η απόδοση του εργοδοτουμένου αξιολογείται ως επαρκής:
(β) για τις περιπτώσεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4 με σύμβαση απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, για εκτέλεση έργου τακτής προθεσμίας, για τόση χρονική διάρκεια όση είναι αναγκαία για την ολοκλήρωση του έργου:
(γ) για τις περιπτώσεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, με σύμβαση απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για χρονική διάρκεια έξι (6) μηνών ή μικρότερης διάρκειας, εάν ο χρόνος που απομένει μέχρι το τέλος του ημερολογιακού έτους είναι λιγότερος των έξι (6) μηνών, με δυνατότητα ανανέωσης για περαιτέρω έξι (6) μήνες κάθε φορά μέχρι την ολοκλήρωση της επανεξέτασης της διαδικασίας από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, ή σε περίπτωση μη επανεξέτασης της διαδικασίας, μέχρι την πλήρωση της θέσης την οποία κατείχε, κατόπιν δημοσίευσης ή επαναδημοσίευσής της.
(δ) για τις περιπτώσεις της παραγράφου (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, με σύμβαση απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για χρονική διάρκεια δώδεκα (12) μηνών ή μικρότερης διάρκειας, εάν ο χρόνος που απομένει μέχρι τη λήξη του ημερολογιακού έτους είναι λιγότερος, με δυνατότητα ανανέωσης για περαιτέρω χρονικά διαστήματα.
(3) Σε περίπτωση που η συγκεκριμένη ανάγκη εκλείπει ή το έργο ολοκληρώνεται πριν τη λήξη της σύμβασης απασχόλησης ή σε περίπτωση που η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ολοκληρώσει τη διαδικασία επανεξέτασης της διαδικασίας που ακυρώθηκε ή πληρώνεται κενή θέση έναντι της οποίας έγινε η πρόσληψη ή η απόδοση του εργοδοτουμένου έχει αξιολογηθεί ως ανεπαρκής ή έχει διαπράξει αδίκημα σοβαρής μορφής το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, ο εργοδότης δύναται να τερματίσει τις υπηρεσίες του εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου, οπότε σε τέτοια περίπτωση τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου όπου εφαρμόζονται, όσον αφορά την ελάχιστη περίοδο προειδοποίησης και την καταβλητέα αποζημίωση:
10.-(1)Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου σε ισχύ οικείου νόμου ή Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, εργοδοτούμενος ο οποίος προσλαμβάνεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, απασχολείται με μειωμένη κλίμακα εισδοχής για τους πρώτους είκοσι τέσσερις (24) μήνες από την πρόσληψη του όπως, καθορίζεται στον εκάστοτε ετήσιο σε ισχύ περί Προϋπολογισμού Νόμο.
(2) Με τη συμπλήρωση εικοσιτεσσάρων (24) μηνών απασχόλησης, ο εργοδοτούμενος τοποθετείται στην αρχική βαθμίδα της μισθοδοτικής κλίμακας της θέσης που αναφέρεται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας ή σε σημείωση που περιλαμβάνεται στον εκάστοτε σε ισχύ ετήσιο περί Προϋπολογισμού Νόμο.
(3) Εργοδοτούμενος, ο οποίος κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου απασχολείται με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου οποιασδήποτε διάρκειας και ο οποίος συμπλήρωσε ή συμπληρώνει είκοσι τέσσερις (24) μήνες συνολικής απασχόλησης, τοποθετείται στην αρχική βαθμίδα της μισθοδοτικής κλίμακας της θέσης που αναφέρεται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας ή σε σημείωση που περιλαμβάνεται στον εκάστοτε ετήσιο περί Προϋπολογισμού Νόμο:
11. Η σύμβαση εργοδοτουμένου ο οποίος προσλαμβάνεται και απασχολείται δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α), (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, ο οποίος συμπληρώνει τριάντα (30) μήνες συνολικής απασχόλησης στη δημόσια υπηρεσία, ανεξαρτήτως της διαδοχής ή μη των συμβάσεων εργασίας του, μετατρέπεται σε σύμβαση αορίστου χρόνου:
12. Ο καθ’ οιονδήποτε χρόνο τερματισμός των υπηρεσιών οποιουδήποτε εργοδοτουμένου αορίστου χρόνου λόγω πλεονασμού βάσει των διατάξεων του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, απαγορεύεται.
13. Εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου εντάσσεται από το Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού σε ευρύτερες εναλλάξιμες κατηγορίες με βάση το μισθοδοτικό του επίπεδο, ως ακολούθως:
(α) Εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου, Κλ. Α1, Α2 και Α5(ιι),
(β) Εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου, Κλ. Α2, Α5 και Α7(ιι),
(γ) Εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου, Κλ. Α4 και Α7(ιι),
(δ) Εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου, Κλ. Α5 (2η βαθμίδα), Α7 και Α8(ι),
(ε) Εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου, Κλ. Α6 και Α9(ιι),
(στ) Εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου, Κλ. Α8, Α10 και Α11,
(ζ) Εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου, Κλ. Α9, Α11 και Α12:
14.-(1)Κάθε γενικός διευθυντής οικείου υπουργείου, δύναται με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του, να μετακινεί εργοδοτούμενο αορίστου χρόνου ο οποίος απασχολείται στο υπουργείο του, σε τμήμα ή υπηρεσία του υπουργείου του, περιλαμβανομένου και εργοδοτουμένου που απασχολείται για την εκτέλεση διοικητικών και γραφειακών καθηκόντων για σκοπούς κάλυψης άλλης ανάγκης του ιδίου μισθοδοτικού επιπέδου σύμφωνα με τις υπηρεσιακές ανάγκες που προκύπτουν, αφού λάβει υπόψη τα προσόντα του, σε άλλο τμήμα ή υπηρεσία του υπουργείου του ή στη διοίκηση του υπουργείου του, εντός της ίδιας επαρχίας.
(2) Ο Υπουργός δύναται να μετακινεί εργοδοτούμενο αορίστου χρόνου περιλαμβανομένου και εργοδοτουμένου ο οποίος απασχολείται για την εκτέλεση διοικητικών και γραφειακών καθηκόντων, για την κάλυψη άλλης ανάγκης του ιδίου μισθοδοτικού επιπέδου λαμβανομένων υπόψη των προσόντων του, και νοουμένου ότι οι υπηρεσιακές ανάγκες το επιτρέπουν, σε άλλο οικείο υπουργείο όπου υπάρχει κενή μόνιμη θέση ή υπηρεσιακή ανάγκη εντός της ίδιας επαρχίας, μετά από γραπτή πρόταση του Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού δεόντως αιτιολογημένης, στην οποία να περιλαμβάνονται και οι απόψεις του γενικού διευθυντή του επηρεαζόμενου οικείου υπουργείου.
(3) Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να μεταθέτει εργοδοτούμενο αορίστου χρόνου περιλαμβανομένου και εργοδοτουμένου ο οποίος απασχολείται για την εκτέλεση διοικητικών και γραφειακών καθηκόντων από μια επαρχία σε άλλη για την κάλυψη άλλης ανάγκης, στο ίδιο ή σε άλλο οικείο υπουργείο του ιδίου μισθοδοτικού επιπέδου, λαμβανομένων υπόψη των προσόντων του, δυνάμει κριτηρίων που καθορίζονται, σύμφωνα με τους περί Διαδικασίας Πρόσληψης Εκτάκτων Υπαλλήλων στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία (Μεταθέσεις Εργοδοτουμένων Αορίστου Χρόνου των Ευρύτερων Εναλλάξιμων Κατηγοριών) Κανονισμών, μετά από γραπτή πρόταση του Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού δεόντως αιτιολογημένης, στην οποία να περιλαμβάνονται και οι απόψεις του γενικού διευθυντή του επηρεαζόμενου οικείου υπουργείου.
15.-(1) Κάθε εργοδοτούμενος ορισμένου και κάθε εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου, οφείλει να συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την εκάστοτε σε ισχύ οικεία νομοθεσία και τις σύμφωνες προς αυτή διοικητικές οδηγίες και εγκύκλιες διαταγές σε σχέση με τα καθήκοντα και υποχρεώσεις που ισχύουν αντιστοίχως, για τους δημόσιους υπάλληλους:
(2) Οι όροι απασχόλησης εργοδοτουμένου αορίστου και εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου καθορίζονται κατ’ αναλογίαν της ισχύουσας πρακτικής διεξαγωγής των συλλογικών διαβουλεύσεων που ακολουθούνται στη δημόσια υπηρεσία για τους δημόσιους υπαλλήλους και ακολούθως εγκρίνονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
16.-(1) Εξαιρουμένου εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου ο οποίος απασχολείται στη βάση των παραγράφων (ε) και (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, για κάθε εργοδοτούμενο ορισμένου και για κάθε εργοδοτούμενο αορίστου χρόνου, ετοιμάζεται έκθεση αξιολόγησης, σύμφωνα με τα καθορισμένα στους Πίνακες Α και Β έντυπα, τα οποία αναφέρονται στα εδάφια (2) και (3).
(2) Το έντυπο αξιολόγησης εργοδοτουμένου αορίστου χρόνου ετοιμάζεται κατά τη λήξη του ημερολογιακού έτους, με βάση το έντυπο του Πίνακα Α, ενώ για την αξιολόγησή του, ισχύουν κατ’ αναλογίαν οι διατάξεις των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών.
(3)(α) Το έντυπο αξιολόγησης του εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου ετοιμάζεται πριν τη λήξη του συμβολαίου, για εργοδοτούμενο ο οποίος απασχολείται στη βάση των παραγράφων (α), (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, και πριν τη λήξη του ημερολογιακού έτους για εργοδοτούμενο ο οποίος απασχολείται δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, με βάση το έντυπο του Πίνακα Β:
(β) Το έντυπο αξιολόγησης συντάσσεται από τον άμεσα προϊστάμενο και υπογράφεται από τον άμεσα προϊστάμενο και τον προϊστάμενο του τμήματος στο οποίο απασχολείται ο εργοδοτούμενος ορισμένου χρόνου.
(γ) Έντυπο αξιολόγησης για ανεπαρκή απόδοση εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου δεν συντάσσεται ούτε λαμβάνεται οποιαδήποτε τελική απόφαση, χωρίς προηγουμένως να του δοθεί η ευκαιρία να ακουστεί και να υποβάλει τις δέουσες παραστάσεις:
(δ) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (γ), ο προϊστάμενος του τμήματος/υπηρεσίας στο οποίο απασχολείται εργοδοτούμενος ορισμένου χρόνου και ο άμεσα προϊστάμενός του, αφού λάβουν υπόψη τις παραστάσεις του επηρεαζόμενου εργοδοτουμένου, αποφασίζουν-
(i) είτε την αξιολόγηση της απόδοσής του ως επαρκούς και την ανανέωση της σύμβασης απασχόλησης,
(ii) είτε την αξιολόγηση της απόδοσής του οριστικά ως ανεπαρκούς, οπότε η σύμβαση απασχόλησης αυτού τερματίζεται, δυνάμει της παραγράφου (α) του άρθρου 5 του περί Τερματισμού της Απασχολήσεως Νόμου.
(4) Σε περίπτωση διαπίστωσης παραλείψεων και ελλείψεων που δυνατό να επηρεάσουν δυσμενώς την αξιολόγηση εργοδοτουμένου ορισμένου ή εργοδοτουμένου αορίστου χρόνου, πρέπει να εφιστάται γραπτώς στον αξιολογούμενο υπάλληλο η ύπαρξη παραλείψεων ή ελλείψεων κατά το χρόνο που αυτές παρατηρούνται:
17. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να εκδίδει Κανονισμούς οι οποίοι εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
19.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 18 για την κατάργηση νόμων, Κανονισμοί, διατάγματα ή άλλες κανονιστικές πράξεις που εκδόθηκαν δυνάμει των καταργηθέντων με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου νόμων, οι οποίοι ήταν σε ισχύ αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, ότι έχουν εκδοθεί δυνάμει αυτού και συνεχίζουν να τυγχάνουν εφαρμογής, στην έκταση που αυτοί δεν είναι αντίθετοι ή ασυμβίβαστοι με τις διατάξεις αυτού, μέχρις ότου τροποποιηθούν, καταργηθούν ή αντικατασταθούν από Κανονισμούς, διατάγματα ή άλλες κανονιστικές πράξεις που δυνατό να εκδοθούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, στην κατηγορία των εργοδοτουμένων αορίστου χρόνου, κατατάσσονται εργοδοτούμενοι οι οποίοι-
(α) 'Εχουν καταστεί αορίστου χρόνου πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου,
(β) έχουν προσληφθεί και απασχολούνται δυνάμει των εδαφίων (α) και (γ) του άρθρου 2 του περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εργοδοτουμένων Καθορισμένης Διάρκειας στη Δημόσια Υπηρεσία και για Άλλα Συναφή Θέματα Νόμου και έχουν συμπληρώσει συνολική περίοδο απασχόλησης τριάντα (30) ή περισσότερων μηνών στη δημόσια υπηρεσία ανεξαρτήτως διαδοχής ή μη των συμβάσεων εργασίας,
(γ) έχουν προσληφθεί και απασχολούνται δυνάμει του Άρθρου 16 ή της Σημείωσης 10 του περί Προϋπολογισμού Νόμου όπως αυτός ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, συνεχίζουν να απασχολούνται κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και έχουν συμπληρώσει συνολική περίοδο απασχόλησης τριάντα (30) ή περισσότερων μηνών στη δημόσια υπηρεσία, ανεξαρτήτως της διαδοχής των συμβάσεων εργασίας τους, εξαιρουμένων των υπαλλήλων των οποίων ο διορισμός ακυρώνεται από το Διοικητικό Δικαστήριο οι οποίοι απασχολούνται για χρονικό διάστημα το οποίο εκτείνεται μέχρι την ολοκλήρωση της επανεξέτασης από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας της διαδικασίας πλήρωσης των κενών θέσεων:
(3) Με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, στην κατηγορία των εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου κατατάσσονται εργοδοτούμενοι οι οποίοι-
(α) Έχουν προσληφθεί και απασχολούνται δυνάμει των εδαφίων (α) και (γ) του άρθρου 2 του περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εργοδοτουμένων Καθορισμένης Διάρκειας στη Δημόσια Υπηρεσία και για Άλλα Συναφή Θέματα Νόμου και δεν έχουν συμπληρώσει συνολική περίοδο απασχόλησης τριάντα (30) μηνών,
(β) έχουν προσληφθεί και απασχολούνται δυνάμει του εδαφίου (β) του άρθρου 2 του περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εργοδοτουμένων Καθορισμένης Διάρκειας στη Δημόσια Υπηρεσία και για Άλλα Συναφή Θέματα Νόμου,
(γ) απασχολούνται δυνάμει του Άρθρου 16 ή της Σημείωσης 10 του περί Προϋπολογισμού Νόμου όπως αυτός ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, συνεχίζουν να απασχολούνται κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και δεν έχουν συμπληρώσει συνολική περίοδο απασχόλησης τριάντα (30) μηνών, εξαιρουμένων των υπαλλήλων των οποίων ο διορισμός ακυρώνεται από το Διοικητικό Δικαστήριο και απασχολούνται για χρονικό διάστημα το οποίο εκτείνεται μέχρι την ολοκλήρωση της επανεξέτασης από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας της διαδικασίας πλήρωσης των κενών θέσεων:
(4) Πίνακες εργοδοτουμένων καθορισμένης διάρκειας οι οποίοι έχουν καταρτιστεί δυνάμει των διατάξεων του περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εργοδοτουμένων Καθορισμένης Διάρκειας στη Δημόσια Υπηρεσία και για Άλλα Συναφή Θέματα Νόμου και των οποίων η ισχύς δεν έχει λήξει, παραμένουν σε ισχύ μέχρι τη λήξη τους.