19.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία-
(α) Πρόσωπο που προτίθεται να αποκτήσει ή να διαθέσει άμεσα ή έμμεσα ειδική συμμετοχή σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, ή
(β) πρόσωπο που προτίθεται να αυξήσει ή να μειώσει άμεσα ή έμμεσα την ειδική συμμετοχή του σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, να ανέλθει ή να υπερβεί ή να μειωθεί κάτω από το είκοσι τοις εκατόν (20%), το τριάντα τοις εκατόν (30%) ή το πενήντα τοις εκατόν (50%) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης ή ώστε η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης να καταστεί ή να παύσει να είναι θυγατρική του,
οφείλει να γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα το ύψος της συμμετοχής του που προκύπτει με τον τρόπο αυτό.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης της κατά το εδάφιο (1) απόκτησης ή αύξησης ειδικής συμμετοχής, να μην επιτρέψει τη μεταβίβαση εάν, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η ορθή και συνετή διαχείριση της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, δεν έχει πεισθεί για την καταλληλότητα του προσώπου που αναφέρεται στο εδάφιο (1) και, σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα επιτρέψει την εν λόγω μεταβίβαση, δύναται να ορίσει προθεσμία για την υλοποίησή της.
(3) Σε περίπτωση που πρόσωπο αποκτά ή αυξάνει άμεσα ή έμμεσα την ειδική συμμετοχή του σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, χωρίς να συμμορφώνεται με την υποχρέωση της γνωστοποίησης κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει μέτρα εναντίον του, τα οποία περιλαμβάνουν την αναστολή της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από μετοχές που κατέχει το εν λόγω πρόσωπο, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.
(4) Σε περίπτωση που πρόσωπο αποκτά ή αυξάνει άμεσα ή έμμεσα την ειδική συμμετοχή του σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, παρά την αντίθεση της Κεντρικής Τράπεζας κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει απόφαση για-
(α) Την αναστολή της άσκησης των αντίστοιχων δικαιωμάτων ψήφου, ή
(β) την ακυρότητα των ψήφων.
(5) Κάθε μέτοχος εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης γνωστοποιεί στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης το ύψος της άμεσης ή έμμεσης ειδικής συμμετοχής του σε αυτήν, καθώς και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μέσω των οποίων κατέχει έμμεση συμμετοχή. η γνωστοποίηση γίνεται το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της άμεσης ή έμμεσης κτήσης των μετοχών.
(6) Σε περίπτωση που εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ήθελε λάβει γνώση οποιασδήποτε απόκτησης/αύξησης ή μείωσης συμμετοχών στο κεφάλαιό της, με την οποία οι εν λόγω συμμετοχές υπερβαίνουν ή μειώνονται κάτω από οποιοδήποτε από τα όρια που αναφέρονται στο εδάφιο (1), ενημερώνει αμέσως την Κεντρική Τράπεζα.
(7) Κάθε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα μέχρι την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους την ταυτότητα των μετόχων της με ειδική συμμετοχή κατά τη διάρκεια του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού έτους, καθώς και το ύψος των άμεσων ή και έμμεσων συμμετοχών τους.
(8) Κάθε μέτοχος εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης με άμεση ή έμμεση ειδική συμμετοχή γνωστοποιεί εγγράφως, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στην Κεντρική Τράπεζα κάθε νέο στοιχείο, ως προς το πρόσωπό του ή τα πρόσωπα μέσω των οποίων κατέχει την ειδική συμμετοχή, το οποίο μπορεί να επηρεάσει την κρίση για την ορθή και συνετή διαχείριση της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης:
(9) Σε περίπτωση που, ανά πάσα στιγμή, η επιρροή των άμεσων ή έμμεσων μετόχων με ειδική συμμετοχή στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι δυνατόν κατά την κρίση της Κεντρικής Τράπεζας να αποβεί σε βάρος της ορθής και συνετής διαχείρισης της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4) μέτρα εναντίον των εν λόγω προσώπων για να τερματίσει την κατάσταση αυτή.