2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«άδεια λειτουργίας» σημαίνει την άδεια παροχής υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης, που χορηγείται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 15˙
«αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα» ή «ΑΠΙ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου˙
«αεροσκάφος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Πολιτικής Αεροπορίας Νόμου˙
«ακίνητη ιδιοκτησία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου˙
«αλλοδαπός» σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο δεν είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή κράτους μέλους ή που δεν είναι νομικό πρόσωπο που έχει συσταθεί στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος μέλος˙
«ανέκκλητη περίοδος» σημαίνει το χρονικό διάστημα της χρηματοδοτικής μίσθωσης εντός του οποίου κανένα από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη δεν δύναται να την τερματίσει, παρά μόνο σύμφωνα με τους όρους που περιλαμβάνονται σε αυτή˙
«αντίστροφη χρηματοδοτική μίσθωση» σημαίνει χρηματοδοτική μίσθωση δυνάμει της οποίας ο μισθωτής μεταβιβάζει την πλήρη κυριότητα του μισθίου στον εκμισθωτή, ενώ ταυτοχρόνως ο μισθωτής διατηρεί την κατοχή και χρήση του μισθίου έναντι της πληρωμής μισθώματος στον εκμισθωτή˙
«απλή χρηματοδοτική μίσθωση» σημαίνει χρηματοδοτική μίσθωση κατά την οποία ο μισθωτής επιλέγει το μίσθιο και ο εκμισθωτής το αγοράζει και το εκμισθώνει στο μισθωτή˙
«αρμόδια εποπτική αρχή» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου˙
«δικαίωμα επιλογής» σημαίνει το δικαίωμα επιλογής του μισθωτή, είτε να αγοράσει το μίσθιο κατά το χρόνο και σε τιμή που καθορίζονται στη χρηματοδοτική μίσθωση, είτε να ανανεώσει τη μίσθωση για ορισμένο χρόνο ή να επιστρέψει το μίσθιο στον εκμισθωτή˙
«δικαίωμα προεξόφλησης» σημαίνει το δικαίωμα των συμβαλλόμενων μερών σε χρηματοδοτική μίσθωση, να ορίσουν ότι το δικαίωμα επιλογής για αγορά του μισθίου δύναται να ασκηθεί πριν από τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης˙
«δικαστήριο» σημαίνει δικαστήριο αρμόδιας δικαιοδοσίας˙
«διοικητικό όργανο εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «διοικητικό όργανο» από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου˙
«έδρα» σημαίνει τη διεύθυνση στην οποία ο εκμισθωτής έχει τα κεντρικά γραφεία διεύθυνσης της επιχείρησής του˙
«ειδική συμμετοχή» σημαίνει την άμεση ή έμμεση, όπως ορίζεται με Οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας, συμμετοχή σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, η οποία αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το δέκα τοις εκατόν (10%) του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, κατά την έννοια του Πρώτου Πίνακα ή που επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διοίκηση εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, στην οποία υφίσταται η συμμετοχή˙
«εκμισθωτής» σημαίνει πάροχο υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης, όπως αυτός προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4˙
«ελεγκτής» σημαίνει ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο που έχει άδεια δυνάμει του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου˙
«ενοικιαγορά» σημαίνει σύμβαση οποιασδήποτε μορφής, συμπεριλαμβανομένης και της ηλεκτρονικής μορφής, που αφορά τη μίσθωση ιδιοκτησίας, δυνάμει της οποίας ο μισθωτής δύναται να αποκτήσει την ιδιοκτησία με την καταβολή συμφωνηθέντων, καθορισμένων ή κυμαινόμενων ή περιοδικών ή άλλως πως πληρωμών˙
«εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης» ή «πάροχος υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης» σημαίνει νομικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης προς το κοινό, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων (α), (β), (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 4˙
«θυγατρική εταιρεία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου˙
«ιδιοκτησία» σημαίνει κινητή ή ακίνητη ιδιοκτησία, συμπεριλαμβανομένης και πνευματικής ιδιοκτησίας, που αποτελεί αντικείμενο χρηματοδοτικής μίσθωσης˙
«ιδιοκτήτης» σημαίνει πρόσωπο που εκμισθώνει ή έχει εκμισθώσει αγαθά σε μισθωτή δυνάμει χρηματοδοτικής μίσθωσης και προκειμένου περί ακίνητης ιδιοκτησίας τον εγγεγραμμένο κύριό της, δυνάμει των διατάξεων του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου˙
«Κεντρική Τράπεζα», σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου˙
«κινητή ιδιοκτησία» ενδεικτικά περιλαμβάνει, αεροσκάφη, μηχανοκίνητα οχήματα, μηχανήματα, εξοπλισμό γραφείου, οικίας, εργοστασίου και βιομηχανίας, αγροτικό, γεωργικό και κτηνοτροφικό εξοπλισμό, αλλά δεν περιλαμβάνει κινητά ή άλλα παραρτήματα ή προσαρτήματα, τα οποία είναι στερεά, συνδεδεμένα με το έδαφος ή με οποιαδήποτε οικοδομή ούτε τα πλοία και σκάφη αναψυχής οποιουδήποτε τύπου˙
«κοινοπρακτική χρηματοδοτική μίσθωση» σημαίνει χρηματοδοτική μίσθωση στην οποία συμμετέχουν από κοινού δύο ή περισσότερες εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης˙
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλο από την Κυπριακή Δημοκρατία ή/και κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Πόρτο την 2α Μαΐου 1992 και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993˙
«κράτος μέλος καταγωγής» σημαίνει κράτος μέλος στο οποίο έχει παραχωρηθεί άδεια λειτουργίας σε πιστωτικό ίδρυμα ή σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης˙
«κράτος μέλος υποδοχής» σημαίνει κράτος μέλος στο οποίο πιστωτικό ίδρυμα ή εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης διαθέτει υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες˙
«μηχανοκίνητο όχημα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου˙
«μητρική εταιρεία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου˙
«μίσθιο» σημαίνει ιδιοκτησία η οποία είναι το αντικείμενο μίσθωσης σύμφωνα με χρηματοδοτική μίσθωση˙
«μίσθωμα» σημαίνει οποιαδήποτε πληρωμή, σταθερή ή κυμαινόμενη, περιοδική ή άλλως πως, καταβαλλόμενη με οποιοδήποτε τρόπο, σε σχέση με οποιαδήποτε χρηματοδοτική μίσθωση, περιλαμβανομένης οποιασδήποτε προκαταβολής˙
«μισθωτής» σημαίνει πρόσωπο που λαμβάνει την κατοχή μισθίου από ιδιοκτήτη, δυνάμει χρηματοδοτικής μίσθωσης˙
«νομικό πρόσωπο» περιλαμβάνει εταιρεία ή οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων η οποία έχει συσταθεί εντός ή εκτός της Δημοκρατίας˙
«Οδηγίες» σημαίνει τις Οδηγίες που εκδίδονται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου˙
«παρεπόμενες υπηρεσίες» σημαίνει τις υπηρεσίες που καθορίζονται στο Δεύτερο Πίνακα, οι οποίες παρέχονται τηρουμένων των διατάξεων οποιασδήποτε οικείας νομοθεσίας που τυγχάνει εφαρμογής˙
«περίοδος χάριτος» σημαίνει την περίοδο που προβλέπεται από τη χρηματοδοτική μίσθωση, κατά τη διάρκεια της οποίας ο μισθωτής δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό και η οποία δύναται να καθοριστεί είτε κατά την έναρξη είτε κατά τη διάρκεια της χρηματοδοτικής μίσθωσης, με δυνατότητα να συμφωνηθούν νέες περίοδοι χάριτος, χωρίς να επηρεάζεται η εγκυρότητα της χρηματοδοτικής μίσθωσης˙
«πολίτης κράτους μέλους» σημαίνει πολίτη κράτους μέλους και περιλαμβάνει νομικό πρόσωπο που έχει συσταθεί δυνάμει νομοθεσίας κράτους μέλους και το οποίο έχει το εγγεγραμμένο του γραφείο, την κεντρική του διοίκηση ή την κύρια εγκατάστασή του σε κράτος μέλος˙
«στενοί δεσμοί» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον Τρίτο Πίνακα˙
«σύμβαση πώλησης με πίστωση» σημαίνει σύμβαση πώλησης ιδιοκτησίας, σύμφωνα με την οποία το τίμημα πώλησης, είτε ολόκληρο είτε μέρος του, είναι πληρωτέο με δόσεις˙
«σύμβαση χρηματοδοτικής συνεργασίας προμηθευτή» σημαίνει σύμβαση μεταξύ προμηθευτή και εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, με την οποία ο προμηθευτής αναλαμβάνει, ως ανεξάρτητος μεσολαβητής μεταξύ μισθωτή και εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, τη διαπραγμάτευση των χρηματοδοτικών μισθώσεων και την τελική σύναψή τους με την εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης˙
«συμμετοχική χρηματοδοτική μίσθωση» σημαίνει χρηματοδοτική μίσθωση στην οποία συμμετέχουν, εκτός από το μισθωτή και την εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, ένας ή περισσότεροι συμβαλλόμενοι είτε ως δανειστές, χρηματοδότες ή εκμισθωτές ή άλλως πως, οι οποίοι χρηματοδοτούν μέρος της αξίας του μισθίου και προς όφελος των οποίων δύνανται να εκχωρηθούν μισθώματα, βάσει σύμβασης˙
«συνολική τιμή» σημαίνει σε σχέση με χρηματοδοτική μίσθωση, το συνολικό πληρωτέο από το μισθωτή ποσό δυνάμει της χρηματοδοτικής μίσθωσης, περιλαμβανομένου οποιουδήποτε πληρωτέου ποσού κατά την άσκηση της προαίρεσης αγοράς, αλλά δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε ποσό που καταβάλλεται ως ποινή ή ως αποζημίωση σε περίπτωση παράβασης της χρηματοδοτικής μίσθωσης˙
«τίμημα εξαγοράς» σημαίνει το ποσό που καθορίζεται στη χρηματοδοτική μίσθωση το οποίο καταβάλλεται από το μισθωτή προς τον εκμισθωτή για την απόκτηση της κυριότητας του μισθίου, το οποίο τίμημα εξαγοράς, σε περίπτωση περισσότερων του ενός μισθίων, επιμερίζεται κατά το λόγο της τελικής αξίας κτήσης καθενός των μισθίων προς την τελική αξία κτήσης όλων των μισθίων˙
«τίμημα τοις μετρητοίς» σημαίνει, σε σχέση με οποιαδήποτε χρηματοδοτική μίσθωση οποιασδήποτε ιδιοκτησίας, το τίμημα με το οποίο ο μισθωτής δύναται κατά την ημερομηνία που ορίζεται στη χρηματοδοτική μίσθωση να αγοράσει ή να συμφωνήσει να αγοράσει την ιδιοκτησία τοις μετρητοίς˙
«χρηματοδοτική μίσθωση» σημαίνει ειδική σύμβαση μίσθωσης η οποία αποτελεί τρόπο χρηματοδότησης χωρίς να είναι συμφωνία δανείου και η οποία καταρτίζεται γραπτώς, τηρουμένων σε περίπτωση ακινήτου των διατάξεων του Μέρους V, σύμφωνα με την οποία ο μισθωτής λαμβάνει αποκλειστική κατοχή από τον εκμισθωτή ορισμένης ιδιοκτησίας έναντι της πληρωμής συμφωνηθέντος μισθώματος και η οποία σύμβαση παρέχει ρητώς στο μισθωτή το δικαίωμα να αγοράσει την ιδιοκτησία καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης ή οποιασδήποτε ανανέωσής της˙
«χρηματοδοτική μίσθωση με υπομίσθωση» σημαίνει χρηματοδοτική μίσθωση με την οποία επιτρέπεται η ενοικίαση του μισθίου από το μισθωτή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.
3.-(1) Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η ρύθμιση της παροχής υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης προς το κοινό, καθώς και η ρύθμιση και η εποπτεία των δραστηριοτήτων των παρόχων υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης, με στόχο την ομαλή λειτουργία του θεσμού των χρηματοδοτικών μισθώσεων.
(2) Εξαιρείται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου η παροχή υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης -
(α) Που δεν απευθύνεται στο κοινό και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, την παροχή υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης από νομικά πρόσωπα αποκλειστικά σε μητρική ή θυγατρική τους εταιρεία ή σε θυγατρική εταιρεία της μητρικής τους εταιρείας˙
(β) από φυσικά ή νομικά πρόσωπα των οποίων η κύρια επαγγελματική δραστηριότητα είναι η πώληση κινητής ιδιοκτησίας και τα οποία παρέχουν υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης για πώληση κινητής ιδιοκτησίας μέχρι του ποσού των πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000) ανά αντικείμενο και μόνο στο βαθμό που αυτό απαιτείται για σκοπούς άσκησης της κύριας δραστηριότητάς τους˙
(γ) για τις οποίες η σύμβαση προβλέπει πίστωση για συνολική περίοδο μικρότερη των τριών (3) μηνών.
4.-(1) Απαγορεύεται η παροχή υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης προς το κοινό από πρόσωπο άλλο από-
(α) Εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, εγγεγραμμένη στη Δημοκρατία στην οποία χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας από την Κεντρική Τράπεζα για να παρέχει υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου· ή
(β) αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, με εξαίρεση αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα του οποίου η άδεια που κατέχει δυνάμει του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου δεν επιτρέπει την παροχή υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης∙ ή
(γ) πιστωτικό ίδρυμα που έχει συσταθεί σε κράτος μέλος και έχει λάβει άδεια λειτουργίας από αρμόδια εποπτική αρχή άλλου κράτους μέλους, εφόσον οι υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης που παρέχει καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας του και το οποίο παρέχει τις εν λόγω υπηρεσίες στη Δημοκρατία μέσω υποκαταστήματος ή μέσω διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών∙ ή
(δ) εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης η οποία είναι θυγατρική πιστωτικού ιδρύματος με έδρα σε κράτος μέλος και πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 10Α του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου ή/και των Οδηγιών που εκδίδονται δυνάμει αυτού και η οποία παρέχει υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης στη Δημοκρατία μέσω υποκαταστήματος ή μέσω διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών.
(2) Πρόσωπο το οποίο παρέχει υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1), είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (€200.000) ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όλες οι διατάξεις του παρόντος Νόμου διέπουν τα νομικά πρόσωπα τα οποία αναφέρονται στο εδάφιο (1), εκτός από-
(α) Τις διατάξεις των άρθρων 6 και 19, οι οποίες δεν εφαρμόζονται στα νομικά πρόσωπα που περιγράφονται στις παραγράφους (β), (γ) και (δ) του εδαφίου (1),
(β) τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 7, οι οποίες δεν εφαρμόζονται στα νομικά πρόσωπα που περιγράφονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1) και δύναται να μην εφαρμόζονται στα νομικά πρόσωπα που περιγράφονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1), και
(γ) τις διατάξεις των άρθρων 10 και 24, οι οποίες δεν εφαρμόζονται στα νομικά πρόσωπα που περιγράφονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1).
5. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 21, εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης που συστάθηκε και δραστηριοποιείται στη Δημοκρατία και η οποία είναι θυγατρική αδειοδοτημένου πιστωτικού ιδρύματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία, δύναται να ιδρύει υποκατάστημα σε κράτος μέλος ή να παρέχει υπηρεσίες στο έδαφος κράτους μέλους, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο ή/και των Οδηγιών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
6.-(1) Κάθε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης οφείλει να διατηρεί ελάχιστο σταθερό εκδοθέν και πληρωθέν μετοχικό κεφάλαιο, το οποίο μαζί με οποιοδήποτε αποθεματικό συσσωρευμένων κερδών ανέρχεται τουλάχιστον σε διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000).
(2) Η μεθοδολογία καθορισμού των πρόσθετων, πέραν των ελάχιστων που προβλέπονται από τις διατάξεις του εδαφίου (1), κεφαλαίων που εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης πρέπει σε συνεχή βάση να τηρεί, βάσει του εκάστοτε συνολικού ύψους των χρηματοδοτικών μισθώσεών της και του εν γένει μεγέθους των εργασιών της και τους αναλαμβανόμενους κινδύνους, ρυθμίζεται με Οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας.
(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, δεν επιτρέπεται η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης που συστάθηκε στη Δημοκρατία, χωρίς την προηγούμενη παραχώρηση πιστοποιητικού έγκρισης από την Κεντρική Τράπεζα το οποίο επισυνάπτεται στην αίτηση της εταιρείας προς το δικαστήριο για μείωση του μετοχικού κεφαλαίου.
(4) Δεν παραχωρείται έγκριση από την Κεντρική Τράπεζα για μείωση μετοχικού κεφαλαίου σε περίπτωση που η μείωση έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του ελάχιστου σταθερού εκδοθέντος και πληρωθέντος μετοχικού κεφαλαίου μαζί με το αποθεματικό συσσωρευμένων κερδών, κάτω από το ποσό των διακόσιων χιλιάδων ευρώ (€200.000), συνυπολογιζομένων σε αυτό οποιωνδήποτε πρόσθετων κεφαλαίων κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2).
7.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, η επωνυμία εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης περιλαμβάνει τη λέξη ή τις λέξεις «χρηματοδοτική» ή «χρηματοδοτήσεις» ή «χρηματοδοτικές μισθώσεις» ή «εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης» ή «παροχή χρηματοδοτικών μισθώσεων» πριν από τη λέξη «Λτδ» ή αντίστοιχη λέξη ή λέξεις σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα και συνοδεύεται από τον αριθμό της άδειας λειτουργίας της, όπως ειδικότερα καθορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα.
(2) Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση των όρων «χρηματοδοτική μίσθωση», «εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης», «παροχή χρηματοδοτικών μισθώσεων» ή/και οποιωνδήποτε παρεμφερών με αυτούς όρων, σε οποιαδήποτε γλώσσα, ως μέρος της επωνυμίας οποιασδήποτε εταιρείας ή επιχείρησης η οποία δεν είναι πάροχος υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 4.
(3) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000).
8.-(1) Το ιδρυτικό έγγραφο ή οι ειδικοί κανονισμοί εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης περιλαμβάνουν στους σκοπούς της, την παροχή υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης και παρεπόμενων υπηρεσιών.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), το ιδρυτικό έγγραφο και οι ειδικοί κανονισμοί εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνουν-
(α) Όσον αφορά εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4 η οποία συστάθηκε στη Δημοκρατία, την παροχή οποιωνδήποτε άλλων υπηρεσιών ή την άσκηση οποιωνδήποτε άλλων δραστηριοτήτων πέραν εκείνων που είναι αναγκαίες για σκοπούς παροχής υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και
(β) όσον αφορά οποιαδήποτε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, την κατασκευή από την ίδια κινητής ή ακίνητης ιδιοκτησίας.
9.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου ή ανάλογα με την περίπτωση, του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, οποιαδήποτε προτεινόμενη τροποποίηση του ιδρυτικού εγγράφου ή των ειδικών κανονισμών εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης που συστάθηκε στη Δημοκρατία κοινοποιείται για έγκριση στην Κεντρική Τράπεζα πριν από οποιαδήποτε άλλη αναγκαία διαδικασία για την τελική τροποποίηση του ιδρυτικού εγγράφου ή των ειδικών κανονισμών.
(2) Η τροποποίηση του ιδρυτικού εγγράφου ή των ειδικών κανονισμών εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) είναι άκυρη εξ υπαρχής.
10.-(1) Κάθε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα αντίγραφο του ισολογισμού, του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσης και άλλες πληροφορίες που η Κεντρική Τράπεζα κρίνει απαραίτητες για σκοπούς άσκησης της προληπτικής εποπτείας, με τον τρόπο, τη συχνότητα, τις ημερομηνίες υποβολής και στον τύπο που ορίζονται με Οδηγίες που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα.
(2) Εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, που συστήνεται στη Δημοκρατία, δημοσιεύει μέσα σε έξι (6) μήνες από το τέλος κάθε οικονομικού έτους, κατά τον τρόπο και τον τύπο που η Κεντρική Τράπεζα ήθελε ορίσει, ισολογισμό και λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης για το εν λόγω έτος, μαζί με την έκθεση του ελεγκτή.
11.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα έχει αρμοδιότητα να εποπτεύει τις δραστηριότητες των εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης, προς διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του συστήματος παροχής υπηρεσιών χρηματοδοτικών μισθώσεων.
(2) Κάθε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης οφείλει, όταν κληθεί από την Κεντρική Τράπεζα–
(α) Να θέτει στη διάθεση δεόντως εξουσιοδοτημένου, προς είσοδο και έρευνα στην εταιρεία, λειτουργού της Κεντρικής Τράπεζας ή
(β) να διαβιβάζει σε οποιοδήποτε λειτουργό της Κεντρικής Τράπεζας
οποιεσδήποτε πληροφορίες της ζητηθούν σχετικά με το σύνολο των εργασιών και δραστηριοτήτων της, σε ό,τι αφορά εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης που συστήνεται στη Δημοκρατία και τις εργασίες και δραστηριότητες που ασκούνται από το έδαφος της Δημοκρατίας, σε ό,τι αφορά εταιρεία που εδρεύει σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα, τις οποίες η Κεντρική Τράπεζα κρίνει αναγκαίες για την άσκηση της εποπτείας και του ελέγχου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών, αναφορικά με τα ρευστά διαθέσιμα και άλλα στοιχεία ενεργητικού, καθώς επίσης βιβλία ή έγγραφα και αρχεία, αναφορικά με την παροχή χρηματοδοτικών μισθώσεων και παρεπόμενων υπηρεσιών και τις εκθέσεις που λαμβάνονται από την εν λόγω εταιρεία αναφορικά με τις εν λόγω εργασίες και την οικονομική κατάσταση των οφειλετών της:
(3) Οι πληροφορίες που λαμβάνονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένων αυτών που δημοσιεύονται, τηρούνται απόρρητες και χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου και του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου.
(4) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (3), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να χρησιμοποιεί οποιεσδήποτε από τις πληροφορίες που της παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου για τον καταρτισμό ανώνυμων συγκεντρωτικών στατιστικών στοιχείων, τα οποία δύναται να δημοσιεύει.
(5) Η Κεντρική Τράπεζα έχει εξουσία να απαιτεί όπως οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης καταβάλλουν σε αυτή όλα τα έξοδα που σχετίζονται με την εποπτεία τους, σύμφωνα με Οδηγίες της.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα και οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο είναι σύμβουλος ή λειτουργός αυτής, δεν έχει οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή δυνάμει οποιωνδήποτε Οδηγιών που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη δεν έγινε καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.
12.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει γενικές ή ειδικές Οδηγίες ή κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), η Κεντρική Τράπεζα εκδίδει οδηγίες για τη ρύθμιση των εργασιών των εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης, περιλαμβανομένων Οδηγιών για τις διαδικασίες εσωτερικής διακυβέρνησης και αντιμετώπισης κινδύνων, καθώς και τήρησης κεντρικού μητρώου μισθωτών, με σκοπό την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των παρόχων χρηματοδοτικών μισθώσεων και διασύνδεσής του με μητρώα δανειοληπτών στη Δημοκρατία.
(3) Κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, όπως αυτή προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η Κεντρική Τράπεζα ενεργεί, αφού λάβει υπόψη, για καθοδηγητικούς σκοπούς, τη διεθνή πρακτική και τις Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την προστασία των συμφερόντων των εκμισθωτών και των πελατών των εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης γενικά, καθώς και την ομαλή λειτουργία του συστήματος χρηματοδοτικών μισθώσεων.
13.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, σε περίπτωση που εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης παραβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της άδειας λειτουργίας της ή με οποιεσδήποτε Οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να επιβάλει στην εταιρεία για κάθε παράβαση διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και σε περίπτωση συνεχιζόμενης ή επαναλαμβανόμενης παράβασης, άρνησης ή παράλειψης ως ανωτέρω, διοικητικό πρόστιμο από εκατό ευρώ (€100) μέχρι τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης ή να αναστείλει την άδεια λειτουργίας της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 ή και τα δύο ή με αιτιολογημένη απόφασή της να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας της, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18.
(2) Το κατά το εδάφιο (1) διοικητικό πρόστιμο, δύναται να επιβληθεί από την Κεντρική Τράπεζα και σε οποιοδήποτε αξιωματούχο εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης που παραβαίνει τις δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των Οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας υποχρεώσεις του ή που αποδεικνύεται ότι συνέβαλε στη διάπραξη του αδικήματος από εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).
14. Σε περίπτωση τερματισμού των εργασιών εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης για οποιοδήποτε λόγο ή σε περίπτωση έκδοσης διατάγματος εκκαθάρισής της, η χρηματοδοτική μίσθωση παραμένει σε ισχύ και ο μισθωτής συνεχίζει να πληρώνει το μίσθωμα στο διαχειριστή ή εκκαθαριστή της περιουσίας της εταιρείας, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ του διαχειριστή ή του εκκαθαριστή και του μισθωτή ή δοθούν διαφορετικές οδηγίες από το δικαστήριο ως προς τη διάθεση και διαχείριση της περιουσίας της εταιρείας:
15.-(1) Υφιστάμενη ή υπό ίδρυση στη Δημοκρατία εταιρεία δύναται να υποβάλει αίτηση, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 22, στην Κεντρική Τράπεζα για εξασφάλιση άδειας λειτουργίας.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα χορηγεί άδεια λειτουργίας εφόσον διαπιστώσει ότι η εταιρεία-
(α) Συμμορφώνεται πλήρως με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου˙
(β) διαθέτει την απαραίτητη οργάνωση, άρτια καταρτισμένο και εκπαιδευμένο προσωπικό και έμπειρα και αξιόπιστα διευθυντικά στελέχη, ικανά να διευθύνουν την εν λόγω εταιρεία, και
(γ) διαθέτει τεχνική και οικονομική υποδομή, ώστε να είναι σε θέση να παρέχει τις υπηρεσίες της σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Η Κεντρική Τράπεζα, με αιτιολογημένη απόφασή της, δύναται να-
(α) Χορηγεί άδεια λειτουργίας σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης με τέτοιους όρους που δυνατόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει˙ ή
(β) αρνηθεί τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης.
(4) Χωρίς επηρεασμό των λοιπών διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Κεντρική Τράπεζα δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο αξιολόγησης αίτησης για χορήγηση σε εταιρεία άδειας λειτουργίας εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, να ζητά οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες ή/και στοιχεία κρίνει απαραίτητα για σκοπούς αξιολόγησης της αίτησης.
(5) Η απόφαση για χορήγηση ή άρνηση χορήγησης άδειας λειτουργίας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), κοινοποιείται στον αιτητή εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία λήψης της αίτησης για χορήγηση άδειας λειτουργίας ή σε περίπτωση που η αίτηση δεν είναι πλήρης, εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία υποβολής από τον αιτητή των απαραίτητων πληροφοριών και, σε κάθε περίπτωση, η απόφαση εκδίδεται εντός ενός έτους από την ημερομηνία λήψης της αίτησης.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να τροποποιεί ή να ανακαλεί οποτεδήποτε, είτε μόνιμα είτε προσωρινά, οποιουσδήποτε όρους έχουν επιβληθεί σε χορηγηθείσα άδεια λειτουργίας σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή να επιβάλλει οποιουσδήποτε νέους όρους σε αυτή, ως η ίδια ήθελε κρίνει σκόπιμο.
(7) Η Κεντρική Τράπεζα δεν λαμβάνει υπόψη της τις οικονομικές ανάγκες της αγοράς για σκοπούς χορήγησης άδειας λειτουργίας σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης.
(8) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, σε περίπτωση που υφίστανται στενοί δεσμοί κατά την έννοια του Τρίτου Πίνακα, λόγω επαγγελματικών ή άλλων σχέσεων, μεταξύ της αιτήτριας εταιρείας και οποιωνδήποτε άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων που, κατά τη γνώμη της, παρεμποδίζουν τη σωστή εκπλήρωση της εποπτικής της αποστολής.
(9) Η Κεντρική Τράπεζα αρνείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε εταιρεία εκτός και εάν η εταιρεία έχει προηγουμένως γνωστοποιήσει την ταυτότητα των μετόχων της, είτε άμεσων είτε έμμεσων, φυσικών ή νομικών προσώπων, οι οποίοι κατέχουν ειδική συμμετοχή, καθώς και το ποσοστό της συμμετοχής αυτής ή σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ειδικές συμμετοχές, των είκοσι (20) μεγαλύτερων μετόχων αυτής.
(10) Η Κεντρική Τράπεζα αρνείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας εφόσον, ενόψει της αναγκαιότητας να εξασφαλιστεί η υγιής και συνετή διαχείριση της εταιρείας, δεν πεισθεί για την καταλληλότητα των μετόχων, ειδικότερα σε περίπτωση που δεν πληρούνται τα κριτήρια που προβλέπονται σε σχετική Οδηγία που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα.
(11) Η Κεντρική Τράπεζα διατηρεί πλήρως ενημερωμένο κατάλογο με τα ονόματα όλων των εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης στις οποίες έχει χορηγήσει άδεια λειτουργίας.
16.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να ανακαλεί άδεια λειτουργίας σε περίπτωση που διαπιστώσει ότι η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης-
(α) Εξασφάλισε την άδεια λειτουργίας βάσει ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων ή πληροφοριών ή με οποιοδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο ή υπέβαλε ή γνωστοποίησε ή άλλως πως δημοσιοποίησε με οποιοδήποτε τρόπο ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία ή έντυπα˙
(β) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου˙
(γ) έχει υποπέσει σε σοβαρές ή/και επανειλημμένες παραβάσεις των σχετικών με τις προϋποθέσεις λειτουργίας και με τις υποχρεώσεις των εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας ή των όρων της άδειας λειτουργίας της∙
(δ) δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που προβλέπονται σε Οδηγίες που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα ή δεν παρέχει πλέον την εγγύηση ότι δύναται να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται με Οδηγίες της να καθορίζει τη διαδικασία ανάκλησης άδειας λειτουργίας.
(3) Σε περίπτωση ανάκλησης άδειας λειτουργίας, η εταιρεία παύει πάραυτα να παρέχει υπηρεσίες ή/και να ασκεί δραστηριότητες χρηματοδοτικής μίσθωσης.
(4) Εταιρεία, της οποίας η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε, οφείλει να τακτοποιεί τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις υπηρεσίες και τις δραστηριότητες εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτήν της απόφασης της Κεντρικής Τράπεζας:
(5) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση που εταιρεία παραβαίνει τις διατάξεις των εδαφίων (3) και (4), δύναται, αφού δώσει στην εταιρεία την ευκαιρία να ακουσθεί, να της επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000).
(6) Σε περίπτωση ανάκλησης άδειας λειτουργίας, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να υποβάλει αίτηση για εκκαθάριση και για το διορισμό εκκαθαριστή ή προσωρινού εκκαθαριστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου.
17.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αναστείλει την άδεια λειτουργίας εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης-
(α) Ταυτόχρονα με την έναρξη της διαδικασίας για ανάκληση της άδειας λειτουργίας εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16, εάν κατά την απόλυτη κρίση της η συνέχιση λειτουργίας της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης μέχρι τη λήψη απόφασης από την Κεντρική Τράπεζα για ανάκληση ή μη της άδειας λειτουργίας πιθανόν να θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των πελατών της εν λόγω εταιρείας·
(β) σε περίπτωση κατά την οποία σταθμίζοντας τη βαρύτητα των παραβάσεων κατά τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 16, αποφασίζει να μην προχωρήσει με την ανάκληση της άδειας λειτουργίας·
(γ) όταν υφίστανται υπόνοιες για ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας ή των όρων της άδειας λειτουργίας, η οποία ενδέχεται να θέτει σοβαρά σε κίνδυνο τα συμφέροντα των πελατών της.
(2) Σε περίπτωση που συντρέχουν οι περιπτώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου (β) ή της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να θέτει στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης εύλογη προθεσμία, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία κοινοποίησης της αναστολής της άδειας λειτουργίας, προς συμμόρφωση.
(3) Η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης οφείλει, εντός της προθεσμίας που τάσσεται από την Κεντρική Τράπεζα κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2), να ενημερώνει την Κεντρική Τράπεζα για τη συμμόρφωση της.
(4) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα–
(α) Ικανοποιηθεί ότι η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης συμμορφώθηκε με τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3), τερματίζει την αναστολή της άδειας λειτουργίας ενημερώνοντάς την σχετικά, ή
(β) δεν ικανοποιηθεί ότι η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης συμμορφώθηκε με τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3), παρατείνει αυτόματα την αναστολή της άδειας λειτουργίας εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης και ενεργοποιεί διαδικασία ανάκλησης της άδειας λειτουργίας και παράλληλα, η άδεια λειτουργίας της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης παραμένει υπό αναστολή μέχρις ότου η Κεντρική Τράπεζα αποφασίσει για την ανάκληση ή μη της άδειας λειτουργίας.
(5) Σε περίπτωση αναστολής της άδειας λειτουργίας, η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν επιτρέπεται να παρέχει υπηρεσίες ή/και να ασκεί δραστηριότητες εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται με Οδηγίες της να καθορίζει τη διαδικασία που ακολουθείται για την αναστολή άδειας λειτουργίας.
(7) Σε περίπτωση που εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης παραβαίνει τις διατάξεις του εδαφίου (5), η Κεντρική Τράπεζα δύναται, αφού δώσει στην εταιρεία την ευκαιρία να ακουστεί, να της επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000).
18. Πρόσωπο το οποίο παρέχει στο κοινό υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, παρά την απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας να αναστείλει ή να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
19.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία-
(α) Πρόσωπο που προτίθεται να αποκτήσει ή να διαθέσει άμεσα ή έμμεσα ειδική συμμετοχή σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, ή
(β) πρόσωπο που προτίθεται να αυξήσει ή να μειώσει άμεσα ή έμμεσα την ειδική συμμετοχή του σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, να ανέλθει ή να υπερβεί ή να μειωθεί κάτω από το είκοσι τοις εκατόν (20%), το τριάντα τοις εκατόν (30%) ή το πενήντα τοις εκατόν (50%) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης ή ώστε η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης να καταστεί ή να παύσει να είναι θυγατρική του,
οφείλει να γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα το ύψος της συμμετοχής του που προκύπτει με τον τρόπο αυτό.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης της κατά το εδάφιο (1) απόκτησης ή αύξησης ειδικής συμμετοχής, να μην επιτρέψει τη μεταβίβαση εάν, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η ορθή και συνετή διαχείριση της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, δεν έχει πεισθεί για την καταλληλότητα του προσώπου που αναφέρεται στο εδάφιο (1) και, σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα επιτρέψει την εν λόγω μεταβίβαση, δύναται να ορίσει προθεσμία για την υλοποίησή της.
(3) Σε περίπτωση που πρόσωπο αποκτά ή αυξάνει άμεσα ή έμμεσα την ειδική συμμετοχή του σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, χωρίς να συμμορφώνεται με την υποχρέωση της γνωστοποίησης κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει μέτρα εναντίον του, τα οποία περιλαμβάνουν την αναστολή της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από μετοχές που κατέχει το εν λόγω πρόσωπο, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.
(4) Σε περίπτωση που πρόσωπο αποκτά ή αυξάνει άμεσα ή έμμεσα την ειδική συμμετοχή του σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, παρά την αντίθεση της Κεντρικής Τράπεζας κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει απόφαση για-
(α) Την αναστολή της άσκησης των αντίστοιχων δικαιωμάτων ψήφου, ή
(β) την ακυρότητα των ψήφων.
(5) Κάθε μέτοχος εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης γνωστοποιεί στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης το ύψος της άμεσης ή έμμεσης ειδικής συμμετοχής του σε αυτήν, καθώς και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μέσω των οποίων κατέχει έμμεση συμμετοχή. η γνωστοποίηση γίνεται το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της άμεσης ή έμμεσης κτήσης των μετοχών.
(6) Σε περίπτωση που εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ήθελε λάβει γνώση οποιασδήποτε απόκτησης/αύξησης ή μείωσης συμμετοχών στο κεφάλαιό της, με την οποία οι εν λόγω συμμετοχές υπερβαίνουν ή μειώνονται κάτω από οποιοδήποτε από τα όρια που αναφέρονται στο εδάφιο (1), ενημερώνει αμέσως την Κεντρική Τράπεζα.
(7) Κάθε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα μέχρι την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους την ταυτότητα των μετόχων της με ειδική συμμετοχή κατά τη διάρκεια του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού έτους, καθώς και το ύψος των άμεσων ή και έμμεσων συμμετοχών τους.
(8) Κάθε μέτοχος εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης με άμεση ή έμμεση ειδική συμμετοχή γνωστοποιεί εγγράφως, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στην Κεντρική Τράπεζα κάθε νέο στοιχείο, ως προς το πρόσωπό του ή τα πρόσωπα μέσω των οποίων κατέχει την ειδική συμμετοχή, το οποίο μπορεί να επηρεάσει την κρίση για την ορθή και συνετή διαχείριση της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης:
(9) Σε περίπτωση που, ανά πάσα στιγμή, η επιρροή των άμεσων ή έμμεσων μετόχων με ειδική συμμετοχή στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι δυνατόν κατά την κρίση της Κεντρικής Τράπεζας να αποβεί σε βάρος της ορθής και συνετής διαχείρισης της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4) μέτρα εναντίον των εν λόγω προσώπων για να τερματίσει την κατάσταση αυτή.
20.-(1) Τα μέλη του διοικητικού οργάνου εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης πρέπει να κατέχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα ήθους και την αναγκαία πείρα για την άσκηση των καθηκόντων τους, ανάλογα με αυτά που προβλέπονται για μέλη διοικητικών οργάνων αδειοδοτημένου πιστωτικού ιδρύματος με βάση τις διατάξεις του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου και τις Οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει αυτών.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα σε περίπτωση που κρίνει ότι πρόσωπο δεν είναι ικανό και αξιόπιστο να ενεργεί ως μέλος του διοικητικού οργάνου εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), δύναται να διατάξει όπως το πρόσωπο αυτό δεν ενεργεί ως μέλος του διοικητικού οργάνου της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
21.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, απαγορεύεται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης που συστάθηκε στη Δημοκρατία να εγκαθιστά ή να διατηρεί υποκατάστημα ή γραφείο αντιπροσωπείας εκτός της Δημοκρατίας ή να παρέχει υπηρεσίες εκτός της Δημοκρατίας χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας, η οποία παραχωρείται με οποιουσδήποτε όρους η ίδια ήθελε κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε με γραπτή ειδοποίησή της, να επιβάλλει σε χορηγηθείσα από αυτήν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) έγκριση, οποιουσδήποτε νέους όρους ή να τροποποιεί ή να ανακαλεί οποιουσδήποτε όρους που έχουν επιβληθεί, όπως η ίδια ήθελε κρίνει σκόπιμο.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 16, η Κεντρική Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε, με γραπτή ειδοποίησή της, να ανακαλεί έγκριση που χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) και η λειτουργία του υποκαταστήματος ή του γραφείου αντιπροσωπείας ή η παροχή υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση, τερματίζεται εντός τακτής χρονικής περιόδου που ορίζεται στην ειδοποίηση.
22. Η αίτηση προς την Κεντρική Τράπεζα για χορήγηση άδειας λειτουργίας εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης υποβάλλεται στον τύπο που εκάστοτε καθορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα και, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει ή συνοδεύεται από-
(α) Ανάλυση των ειδών των χρηματοδοτικών μισθώσεων και των οποιωνδήποτε παρεπόμενων υπηρεσιών που η εταιρεία προτίθεται να παρέχει και το πρόγραμμα δραστηριοτήτων των επόμενων δύο (2) ετών,
(β) περιγραφή της οργανωτικής δομής της εταιρείας,
(γ) τα ονόματα δύο (2) τουλάχιστον προσώπων που όντως διευθύνουν τις δραστηριότητες της εταιρείας, των μελών του διοικητικού της οργάνου, καθώς και των μετόχων της εταιρείας που άμεσα ή έμμεσα κατέχουν ειδική συμμετοχή στην εταιρεία και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ειδικές συμμετοχές, των είκοσι (20) μεγαλύτερων μετόχων,
(δ) δεόντως συμπληρωμένα ερωτηματολόγια για την αξιολόγηση από την Κεντρική Τράπεζα της καταλληλότητας των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο (γ), σύμφωνα με σχετική Οδηγία που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα,
(ε) το ιδρυτικό έγγραφο και το καταστατικό ή τους ειδικούς κανονισμούς της εταιρείας, σε περίπτωση εταιρείας που συστάθηκε στη Δημοκρατία,
(στ) σχέδια εσωτερικού ελέγχου, διαχείρισης κινδύνων και επαγγελματικής συμπεριφοράς, και
(ζ) οποιαδήποτε άλλα στοιχεία ήθελαν ζητηθεί από την Κεντρική Τράπεζα για σκοπούς του παρόντος Νόμου ή ήθελαν καθοριστεί από την Κεντρική Τράπεζα με την έκδοση σχετικών Οδηγιών.
23. Στην άδεια λειτουργίας αναγράφονται το όνομα της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, ο αριθμός και η ημερομηνία έκδοσης της άδειας λειτουργίας, καθώς και οποιοιδήποτε όροι, υπό τους οποίους χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο η Κεντρική Τράπεζα ήθελε κρίνει απαραίτητο.
24.-(1) Εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης που συστάθηκε στη Δημοκρατία αναγράφει σε όλα τα έντυπά της και σε κάθε δημοσίευση ή ανακοίνωσή της τον αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης της άδειας λειτουργίας της.
(2) Υποκατάστημα εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, αναγράφει σε όλα τα έντυπά του και σε κάθε δημοσίευση ή ανακοίνωσή του τον αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης της άδειας λειτουργίας και το όνομα της εποπτικής αρχής που έχει παραχωρήσει την άδεια λειτουργίας.
25.-(1) Άδεια λειτουργίας, η οποία έχει χορηγηθεί σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, παύει να ισχύει εάν η εταιρεία δεν λειτουργήσει εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας λειτουργίας της ή εάν παραιτείται ρητώς από αυτήν ή εάν παύσει να ασκεί τη δραστηριότητα χρηματοδοτικής μίσθωσης για περίοδο μεγαλύτερη των έξι (6) μηνών.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν περιέλθει σε γνώση της το γεγονός αυτό, το κοινοποιεί αμέσως στον Έφορο Εταιρειών ή στον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών, ανάλογα με την περίπτωση.
26.-(1) Επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που κατοικούν ή εδρεύουν στη Δημοκρατία, εφόσον είναι δεόντως εξουσιοδοτημένα βάσει σύμβασης χρηματοδοτικής συνεργασίας προμηθευτή, να ενεργούν ως ανεξάρτητοι μεσολαβητές και να διαπραγματεύονται για την πώληση ή την αγορά κινητής ιδιοκτησίας ή νοουμένου ότι είναι εγγεγραμμένοι κτηματομεσίτες ή εγγεγραμμένοι εργολήπτες δυνάμει οικείας νομοθεσίας ή εταιρείες ανάπτυξης γης/οικοδομών για την πώληση ή την αγορά ακίνητης ιδιοκτησίας και να υπογράφουν ως προμηθευτές τη χρηματοδοτική μίσθωση, η οποία στη συνέχεια υπογράφεται από το μισθωτή και την εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, καθώς επίσης από τον εγγυητή, εάν υπάρχει σύμβαση εγγύησης:
(2) Πρόσωπο το οποίο προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), χωρίς να είναι εξουσιοδοτημένο προς τούτο ή/και το οποίο υποβάλλει ψευδή στοιχεία προς την εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000) ή και στις δύο αυτές ποινές και, σε περίπτωση δεύτερης καταδίκης υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Οι διατάξεις των άρθρων 12, 14, 15, 16 και 17 του περί Πώλησης Αγαθών Νόμου και του περί Ορισμένων Πτυχών της Πώλησης Καταναλωτικών Αγαθών και των Συναφών Εγγυήσεων Νόμου εφαρμόζονται στη χρηματοδοτική μίσθωση κινητής ιδιοκτησίας ως εάν να επρόκειτο για σύμβαση πώλησης και, σε τέτοια περίπτωση, ο ιδιοκτήτης ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο αντιπρόσωπός του που ενεργεί υπό την εν λόγω ιδιότητα κατά τη διεξαγωγή επιχείρησης θεωρείται ως πωλητής και ο μισθωτής θεωρείται ως αγοραστής:
(4) Δεν θεωρείται ότι ενεργούν ως ανεξάρτητοι μεσολαβητές σύμφωνα με την έννοια του παρόντος άρθρου-
(α) Τα πρόσωπα, τα οποία υπό την ιδιότητα του υπαλλήλου ή αξιωματούχου της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, έχουν την εξουσία να δεσμεύουν την εταιρεία, και
(β) οι διαχειριστές που ορίζονται από το δικαστήριο ή με βάση τη νομοθεσία ως εκκαθαριστές, παραλήπτες ή διαχειριστές της περιουσίας της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
27.-(1) Η χρηματοδοτική μίσθωση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, σε σχέση με κάθε μίσθιο-
(α) Περιγραφή του μισθίου και την αξία αυτού, το οποίο πρέπει να είναι ελεύθερο παντός εμπράγματου βάρους κατά τη σύναψη της μίσθωσης,
(β) τη συνολική τιμή εκμίσθωσης,
(γ) το ποσό του μισθώματος,
(δ) το ονομαστικό και το πραγματικό επιτόκιο που συνυπολογίζεται στο μίσθωμα και τον τρόπο υπολογισμού και μεταβολής τους,
(ε) το συμβαλλόμενο μέρος που έχει την ευθύνη και επιβαρύνεται με το κόστος εγκατάστασης ή συντήρησης ή ασφάλισης του μισθίου ή των κινδύνων που σχετίζονται με αυτό, τηρουμένων των διατάξεων οποιασδήποτε σχετικής νομοθεσίας:
(στ) την περίοδο χάριτος, εάν υπάρχει,
(ζ) την ημερομηνία έναρξης και λήξης της χρηματοδοτικής μίσθωσης,
(η) περιγραφή του δικαιώματος επιλογής, ήτοι το χρόνο και την τιμή αγοράς του μισθίου από το μισθωτή, καθώς και το δικαίωμα ανανέωσης της χρηματοδοτικής μίσθωσης,
(θ) όρους και προϋποθέσεις για τερματισμό της χρηματοδοτικής μίσθωσης πριν από τη λήξη της από το μισθωτή ή τον εκμισθωτή, καθώς και τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό του τιμήματος που αναλογεί στον κάθε ένα,
(ι) πλήρη επεξηγηματική περιγραφή και τη μεθοδολογία υπολογισμού τυχόν εξόδων που αφορούν τη χρηματοδοτική μίσθωση:
(ια) πρόνοια που παρέχει τη δυνατότητα τροποποίησης των όρων της χρηματοδοτικής μίσθωσης σε περίπτωση αναδιάρθρωσης, ήτοι δυνατότητα τροποποίησης του ποσού του μισθώματος, της ημερομηνίας λήξης της μίσθωσης και της νέας συνολικής τιμής της χρηματοδοτικής μίσθωσης και,
(ιβ) τα ονόματα των εγγυητών, όπου εφαρμόζεται.
(2) Το προβλεπόμενο στη χρηματοδοτική μίσθωση μίσθωμα καταβάλλεται σύμφωνα με τις ρήτρες της χρηματοδοτικής μίσθωσης που αφορούν την έναρξη καταβολής πληρωμών, το ποσό των μισθωμάτων και τις περιόδους πληρωμών.
(3) Η Κεντρική Τράπεζα με Οδηγίες της ρυθμίζει θέματα παροχής χρηματοδοτικής μίσθωσης ως αποτέλεσμα εξόφλησης ή αναδιάρθρωσης χορηγήσεων ή χρηματοδοτικής μίσθωσης:
(4) Οι πάροχοι υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης και οι προμηθευτές που ενεργούν ως ανεξάρτητοι μεσολαβητές οφείλουν να παρέχουν στους μισθωτές πριν τη σύναψη χρηματοδοτικής μίσθωσης όλες τις απαραίτητες προσυμβατικές πληροφορίες και στοιχεία, όπως ειδικότερα καθορίζεται η υποχρέωσή τους αυτή με Οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας.
28.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κάθε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης προβαίνει σε σχεδιασμό, για κάθε είδος ιδιοκτησίας, διαφόρων κατηγοριών χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι οποίες, μεταξύ άλλων, δύναται να είναι-
(α) Απλή χρηματοδοτική μίσθωση,
(β) ενοικιαγορά,
(γ) συμμετοχική χρηματοδοτική μίσθωση,
(δ) αντίστροφη χρηματοδοτική μίσθωση,
(ε) κοινοπρακτική χρηματοδοτική μίσθωση,
(στ) χρηματοδοτική μίσθωση με υπομίσθωση:
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται, όπου κρίνει αναγκαίο, να εκδίδει Οδηγίες ή κατευθυντήριες γραμμές για το σχεδιασμό των χρηματοδοτικών μισθώσεων.
29.-(1) Η διάρκεια χρηματοδοτικής μίσθωσης καθορίζεται από τους όρους της:
(2) Σε περίπτωση αναδιάρθρωσης χρηματοδοτικής μίσθωσης, μεταξύ των ιδίων συμβαλλομένων, ο χρόνος ο οποίος παρήλθε στα πλαίσια της αρχικής χρηματοδοτικής μίσθωσης συνυπολογίζεται στον απαιτούμενο από το εδάφιο (1) χρόνο για τη νέα χρηματοδοτική μίσθωση και στην περίπτωση αυτή δεν καταβάλλονται οποιαδήποτε τέλη ή φόροι σε σχέση με την αναδιάρθρωση, εκτός όπως ορίζεται στο υποσημείο (γ) του σημείου (1) του Κεφαλαίου 3Β του Πίνακα του περί Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου.
(3) Σε περίπτωση αναδιάρθρωσης χρηματοδοτικής μίσθωσης μεταξύ των ιδίων και πρόσθετων συμβαλλομένων, ο χρόνος ο οποίος παρήλθε στα πλαίσια της αρχικής χρηματοδοτικής μίσθωσης συνυπολογίζεται στον απαιτούμενο από το εδάφιο (1) χρόνο για τη νέα χρηματοδοτική μίσθωση.
30. Ουδείς δύναται να κατέχει ιδιοκτησία ως μισθωτής δυνάμει χρηματοδοτικής μίσθωσης, εκτός δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
31. Ιδιοκτησία που έχει εκμισθωθεί δυνάμει χρηματοδοτικής μίσθωσης κατέχεται αποκλειστικά από:
(α) Το μισθωτή, ή
(β) σε περίπτωση φυσικού προσώπου, τους κληρονόμους του, ή
(γ) τον ενοικιαστή του μισθίου σε περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης με υπομίσθωση ή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το εδάφιο (4) του άρθρου 36.
32.-(1) Κατά τη διάρκεια χρηματοδοτικής μίσθωσης, η κυριότητα του μισθίου παραμένει στον εκμισθωτή.
(2) Σε περίπτωση που το μίσθιο είναι ακίνητο, η κυριότητα αυτού μεταβιβάζεται αφού τηρηθούν οι διατάξεις του περί Μεταβιβάσεων και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου.
(3) Όπου προβλέπεται μεταβίβαση της κυριότητας του μισθίου, ο χρόνος της μεταβίβασης καθορίζεται στη χρηματοδοτική μίσθωση.
33.-(1) Η χρηματοδοτική μίσθωση λύεται, όταν-
(α) Η χρονική περίοδος της ισχύος της χρηματοδοτικής μίσθωσης που ορίζεται σε αυτήν παρέλθει και ο μισθωτής δεν άσκησε το δικαίωμα ανανέωσης ή το δικαίωμα επιλογής για απόκτηση του μισθίου:
(β) ο μισθωτής αποκτήσει το μίσθιο ασκώντας το σχετικό δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στη χρηματοδοτική μίσθωση.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (3), (4), (5) και (6), η χρηματοδοτική μίσθωση δύναται να τερματισθεί-
(α) Από τον εκμισθωτή, όταν οι οφειλές του μισθωτή παρουσιάζουν καθυστερήσεις πέραν της χρονικής περιόδου που καθορίζει η χρηματοδοτική μίσθωση, η οποία δε δύναται να είναι μικρότερη των τεσσάρων (4) μηνιαίων μισθωμάτων προκειμένου περί ακίνητης ιδιοκτησίας ή των δύο (2) μηνιαίων μισθωμάτων προκειμένου περί κινητής ιδιοκτησίας, νοουμένου ότι-
(i) Ορίζεται σαφώς και ρητώς στη χρηματοδοτική μίσθωση ότι οι εν λόγω καθυστερήσεις συνιστούν λόγο τερματισμού της. και
(ii) ο εκμισθωτής ασκεί το δικαίωμα αυτό, όπως προκύπτει από τη χρηματοδοτική μίσθωση, με συστημένη επιστολή προς το μισθωτή.
(β) χωρίς επηρεασμό των διατάξεων της παραγράφου (α), από οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη, σε περίπτωση παράβασης ουσιώδους όρου της χρηματοδοτικής μίσθωσης από το άλλο μέρος ή με βάση οποιοδήποτε όρο της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή με βάση τις διατάξεις του περί Συμβάσεων Νόμου, τις οποίες ο εκμισθωτής γνωστοποιεί στο μισθωτή κατά τη σύναψη της χρηματοδοτικής μίσθωσης και νοουμένου ότι το συμβαλλόμενο μέρος ασκεί το δικαίωμα αυτό, όπως προκύπτει από τη χρηματοδοτική μίσθωση, με συστημένη επιστολή προς το άλλο μέρος:
(3)(α) Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2), ο εκμισθωτής πριν από τον τερματισμό της χρηματοδοτικής μίσθωσης καλεί με συστημένη επιστολή το μισθωτή σε διαδικασία αναδιάρθρωσης της χρηματοδοτικής μίσθωσης, όπως προβλέπεται στην περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας του 2015 και ο εκμισθωτής δύναται να τερματίσει τη χρηματοδοτική μίσθωση μόνο εάν αποδεδειγμένα η διαδικασία αναδιάρθρωσης αποβεί άκαρπη και αφού ακολούθως ο εκμισθωτής εφαρμόσει τις διατάξεις της παραγράφου (β):
(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), συμβαλλόμενο μέρος δύναται να τερματίσει τη χρηματοδοτική μίσθωση, με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (2), μόνο κατόπιν αποστολής στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος συστημένης προειδοποιητικής επιστολής, με την οποία να γνωστοποιεί τους λόγους αποστολής της, τις ενέργειες στις οποίες καλείται να προβεί το άλλο μέρος και την τασσόμενη προθεσμία προς συμμόρφωση, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός μηνός, καθώς και την πρόθεση για τον τερματισμό της χρηματοδοτικής μίσθωσης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της ταχθείσας προθεσμίας.
(γ) Οι διατάξεις του Μέρους VIΑ του περί Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης Νόμου εφαρμόζονται και σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), σε περίπτωση τερματισμού της χρηματοδοτικής μίσθωσης από τον εκμισθωτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο εκμισθωτής οφείλει να ορίζει χρονική περίοδο, όχι μικρότερη των δύο (2) μηνών, προκειμένου περί ακίνητης ιδιοκτησίας και όχι μικρότερη του ενός (1) μηνός, προκειμένου περί κινητής περιουσίας, εντός της οποίας ο μισθωτής δύναται να εξεύρει άλλο μισθωτή ή αγοραστή για το μίσθιο:
(5)(α) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) και ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 65Ζ του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, σε περίπτωση τερματισμού της χρηματοδοτικής μίσθωσης ακίνητης ιδιοκτησίας από τον εκμισθωτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο εκμισθωτής δύναται μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την ημερομηνία λήξης της προβλεπόμενης στο εδάφιο (4) περιόδου ή ενωρίτερα, με τη συγκατάθεση του μισθωτή, να λάβει την κατοχή του μισθίου, προκειμένου να το πωλήσει ή να το μισθώσει σε άλλο μισθωτή.
(β) Σε περίπτωση τερματισμού της χρηματοδοτικής μίσθωσης κινητής ιδιοκτησίας από τον εκμισθωτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο εκμισθωτής δύναται μετά τη λήξη της προβλεπόμενης στο εδάφιο (4) περιόδου ή ενωρίτερα, με τη συγκατάθεση του μισθωτή, να λάβει την κατοχή του μισθίου προκειμένου να το πωλήσει ή να το μισθώσει σε άλλο μισθωτή.
(γ) Σε περίπτωση τερματισμού της χρηματοδοτικής μίσθωσης από το μισθωτή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (2), ο εκμισθωτής δύναται να λάβει την κατοχή του μισθίου προκειμένου να το πωλήσει ή να το μισθώσει σε άλλο μισθωτή.
(δ) Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (β) και (γ) και στην περίπτωση που ζητηθεί από το μισθωτή να παραδώσει το μίσθιον που είναι κινητή περιουσία στον εκμισθωτή και ο μισθωτής αρνείται, τότε ο εκμισθωτής δύναται να υποβάλει στο Δικαστήριο μονομερή αίτηση ζητώντας την έκδοση διατάγματος παράδοσης του μισθίου, συνοδευόμενη από τα ακόλουθα έγγραφα:
(i) Tη συμφωνία χρηματοδοτικής μίσθωσης,
(ii) την επιστολή τερματισμού της χρηματοδοτικής μίσθωσης,
(iii) το τιμολόγιο αγοράς του μίσθιου και, όπου αυτό εφαρμόζεται, το πιστοποιητικό αρμόδιας κυβερνητικής υπηρεσίας ως προς την κυριότητα του μισθίου,
(iv) την κατάσταση των καθυστερημένων μισθωμάτων,
(v) οιοδήποτε άλλο σχετικό αποδεικτικό έγγραφο ήθελε ζητηθεί από το Δικαστήριο,
και το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα παράδοσης του μισθίου στον εκμισθωτή το οποίο εκτελείται από δικαστικό επιδότη μετά το πέρας τριάντα (30) ημερών από την επίδοση του διατάγματος στο μισθωτή, εκτός εάν ο μισθωτής εξασφαλίσει διάταγμα ακύρωσης ή αναστολής της εκτέλεσης του διατάγματος παράδοσης εντός της πιο πάνω προθεσμίας.
(ε) Τηρουμένων των διατάξεων των υποπαραγράφων (β), (γ) και (δ) και στην περίπτωση που ζητηθεί από το μισθωτή να παραδώσει το μίσθιο στον εκμισθωτή και ο μισθωτής δεν το έχει υπό την κατοχή ή/και τον έλεγχό του, ο μισθωτής υποχρεούται να πληροφορήσει γραπτώς τον εκμισθωτή για το χώρο όπου βρίσκεται το μίσθιο, εντός δέκα (10) ημερών από τη λήψη γραπτού αιτήματος από τον εκμισθωτή:Νοείται ότι, σε περίπτωση μη εντοπισμού του μισθίου ή καταστροφής του, ο μισθωτής υπέχει ευθύνη έναντι του εκμισθωτή για αποζημιώσεις.
(στ) Μισθωτής ο οποίος παραβαίνει την υποχρέωση της παραγράφου (ε) διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι τρεις (3) μήνες ή με χρηματική ποινή μέχρι οκτακόσια πενήντα πέντε ευρώ (€855,00) ή και με τις δύο αυτές ποινές, εκτός εάν ο μισθωτής αποδείξει ότι δεν γνωρίζει που βρίσκεται ή δεν έχει υπό τον έλεγχό του το μίσθιο, για λόγους ή/και περιστάσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται ο ίδιος.
(ζ) Επιπρόσθετα από την επιβολή οποιασδήποτε ποινής, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει το μισθωτή να πληροφορήσει γραπτώς τον εκμισθωτή για το χώρο όπου βρίσκεται το μίσθιο.
(η) Σε περίπτωση μηχανοκινήτων οχημάτων, το Τμήμα Οδικών Μεταφορών οφείλει να μεταβιβάσει το μηχανοκίνητο όχημα σε οιονδήποτε αγοραστή εφόσον προσκομισθεί στο Τμήμα το έντυπο μεταβίβασης, δεόντως υπογεγραμμένο από τον εκμισθωτή, συνοδευόμενο από το διάταγμα παράδοσης του μισθίου, καθώς και από ένορκο δήλωση του επιδότη που επιβεβαιώνει ότι το διάταγμα επιδόθηκε, νοουμένου ότι έχουν παρέλθει οι τριάντα (30) ημέρες από την επίδοση του εν λόγω διατάγματος στο μισθωτή κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (δ) και δεν έχει προσκομισθεί στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών από το μισθωτή διάταγμα ακύρωσης ή αναστολής του.
(6) Ο εκμισθωτής οφείλει με τον τερματισμό της χρηματοδοτικής μίσθωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), να καταβάλει στο μισθωτή οποιοδήποτε ποσό που δυνατό να του αναλογεί και το οποίο καθορίζεται με βάση τη μεθοδολογία που περιγράφεται σαφώς στη χρηματοδοτική μίσθωση και στη βάση των καθοριζόμενων σε Οδηγία που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα.
(7)(α) Η έκδοση διατάγματος παραλαβής ή εκκαθάρισης ή διάλυσης ή πτώχευσης του μισθωτή επιφέρει τη λύση της χρηματοδοτικής μίσθωσης και, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (β) και (γ), το ποσό που αναλογεί στο μισθωτή καθορίζεται με βάση τη μεθοδολογία που αναγράφεται στη χρηματοδοτική μίσθωση ή με βάση μεθοδολογία που προβλέπεται σε Οδηγία που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα.
(β) Ο εκμισθωτής έχει δικαίωμα να παραλάβει το μίσθιο, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τους όρους της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ του εκμισθωτή και του παραλήπτη ή εκκαθαριστή, με σκοπό την ενδεχόμενη πώληση του μισθίου προς τρίτους, προκειμένου να προβεί σε διακανονισμό τυχόν οφειλών του μισθωτή.
(γ) Ο εκμισθωτής υποβάλλει προς τον παραλήπτη ή εκκαθαριστή επαλήθευση-
(i) Του ποσού πώλησης του μισθίου σε τρίτους ή, σε περίπτωση μη πώλησης και κατακράτησης του μισθίου από τον εκμισθωτή, του ποσού κατακράτησης όπως υπολογίζεται με βάση τους όρους της χρηματοδοτικής μίσθωσης στην περίπτωση τερματισμού της μίσθωσης.
(ii) του ποσού των μισθωμάτων που κατέβαλε ο μισθωτής και του υπόλοιπου ποσού που αναλογεί, βάσει των όρων της χρηματοδοτικής μίσθωσης, στον εκκαθαριστή ή παραλήπτη λαμβάνοντας υπόψη τις εκκρεμούσες υποχρεώσεις του μισθωτή προς τον εκμισθωτή.
(8) Η έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης ή διάλυσης ή πτώχευσης του εκμισθωτή επιφέρει λύση της χρηματοδοτικής μίσθωσης και-
(α) Ο μισθωτής δύναται να ζητήσει την εγγραφή του μισθίου επ’ ονόματι του, εφόσον καταβάλει στον εκμισθωτή το ποσό που καθορίζεται με βάση τη μεθοδολογία που αναγράφεται στη χρηματοδοτική μίσθωση ή με βάση μεθοδολογία που καθορίζει η Κεντρική Τράπεζα με Οδηγία της, ή
(β) σε αντίθετη περίπτωση, το ποσό που αναλογεί στο μισθωτή καθορίζεται με βάση μεθοδολογία που αναγράφεται στη χρηματοδοτική μίσθωση ή με βάση μεθοδολογία που καθορίζει η Κεντρική Τράπεζα με Οδηγία της.
34. Σε περίπτωση θανάτου μισθωτή, ο διαχειριστής ή οι κληρονόμοι αυτού, ανάλογα με την περίπτωση, υπεισέρχονται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μισθωτή δυνάμει της χρηματοδοτικής μίσθωσης, χωρίς την καταβολή από αυτούς, οποιωνδήποτε τελών και δικαιωμάτων, τηρουμένων των οποιωνδήποτε όρων της χρηματοδοτικής μίσθωσης και των διατάξεων του παρόντος Νόμου:
35. Η μερική ή ολική καταστροφή του μισθίου δεν επιφέρει από μόνη της τη λύση της χρηματοδοτικής μίσθωσης, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε αυτή:
36.-(1) Κατά τη σύναψη της χρηματοδοτικής μίσθωσης, το μίσθιο είναι εγγεγραμμένο στο όνομα του εκμισθωτή, ελεύθερο παντός βάρους.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), ο εκμισθωτής, εκτός εάν απαγορεύεται ρητώς από τη χρηματοδοτική μίσθωση, δύναται καθ’ όλη τη διάρκεια της ισχύος της χρηματοδοτικής μίσθωσης και εφόσον ενημερώσει εκ των προτέρων το μισθωτή:
(α) Να μεταβιβάσει το μίσθιο σε άλλο πάροχο υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4, ο οποίος και καθίσταται ο νέος εκμισθωτής στη χρηματοδοτική μίσθωση που παραμένει σε πλήρη ισχύ,
(β) να ενεχυριάσει, υποθηκεύσει ή/και εγγράψει άλλο εμπράγματο βάρος ή επιβαρύνει με οποιοδήποτε άλλο τρόπο το μίσθιο, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 37:
(i) Δεν επηρεάζει την ισχύ και τις πρόνοιες της χρηματοδοτικής μίσθωσης,
(ii) δε θίγει τα δικαιώματα του μισθωτή που απορρέουν από αυτή, τα οποία προηγούνται παντός τρίτου προς όφελος του οποίου έχει υποθηκευτεί ή/και εγγραφεί άλλο εμπράγματο βάρος ή/και ενεχυριαστεί ή/και επιβαρυνθεί το μίσθιο,
(iii) δεν είναι δυνατή η εκτέλεση της υποθήκης ή άλλου εμπράγματου βάρους ή της ενεχυρίασης ή άλλης επιβάρυνσης, εκτός στις περιπτώσεις που με την εν λόγω εκτέλεση ο ιδιοκτήτης του μισθίου που προκύπτει είναι πάροχος υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 4, ο οποίος και καθίσταται ο νέος εκμισθωτής στη χρηματοδοτική μίσθωση που παραμένει σε πλήρη ισχύ:
(3) Οποιαδήποτε εγγραφή εμπράγματου βάρους ή άλλης επιβάρυνσης επί του μισθίου, καθ’ όλη τη διάρκεια της ισχύος της χρηματοδοτικής μίσθωσης-
(α) Δεν επηρεάζει την ισχύ και τις πρόνοιες της χρηματοδοτικής μίσθωσης∙
(β) δε θίγει τα δικαιώματα του μισθωτή που απορρέουν από αυτή, τα οποία προηγούνται παντός τρίτου προς όφελος του οποίου έχει εγγραφεί εμπράγματο βάρος ή/και άλλη επιβάρυνση∙
(γ) δεν είναι δυνατή η εκτέλεση του εμπράγματου βάρους ή/και άλλης επιβάρυνσης, εκτός στις περιπτώσεις που με την εν λόγω εκτέλεση ο ιδιοκτήτης του μισθίου που προκύπτει είναι πάροχος υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 4, ο οποίος και καθίσταται ο νέος εκμισθωτής στη χρηματοδοτική μίσθωση που παραμένει σε πλήρη ισχύ:
(4) Τηρουμένων οποιωνδήποτε όρων της χρηματοδοτικής μίσθωσης περί του αντιθέτου, ο μισθωτής δύναται, με γραπτή συγκατάθεση του εκμισθωτή, να ενοικιάζει το μίσθιο σε τρίτο πρόσωπο ή να υποθηκεύει, να μεταβιβάζει ή να εκχωρεί σε τρίτο πρόσωπο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τη χρηματοδοτική μίσθωση, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος επιλογής αγοράς του μισθίου.
37. Οι χρηματοδοτικές μισθώσεις, ανάλογα με το μίσθιο και τη διάρκειά τους, εγγράφονται, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία σύναψής τους, στα τηρούμενα από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας οικεία μητρώα, σύμφωνα με τους εκάστοτε ισχύοντες νόμους, ως ακολούθως:
(α) Στην περίπτωση αεροσκαφών στο μητρώο του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας που τηρείται δυνάμει των διατάξεων του περί Πολιτικής Αεροπορίας Νόμου.
(β) στην περίπτωση μηχανοκίνητων οχημάτων στο μητρώο του Τμήματος Οδικών Μεταφορών που τηρείται δυνάμει των διατάξεων του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου:
(γ) στην περίπτωση ακίνητης ιδιοκτησίας στο μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας που τηρείται δυνάμει των διατάξεων του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων αυτού:
38. Το μίσθιο διατηρείται ασφαλισμένο, σύμφωνα με τις διατάξεις και καθ’ όλη τη διάρκεια της χρηματοδοτικής μίσθωσης, με ασφαλιστική εταιρεία που κατέχει άδεια άσκησης ασφαλιστικών εργασιών στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου, για ποσό όχι μικρότερο της αγοραίας αξίας του.
39.-(1) Απαγορεύεται σε εκμισθωτή να καθορίζει μίσθωμα που περιλαμβάνει ανατοκισμό περισσότερο από δύο (2) φορές το χρόνο σε σχέση με χρηματοδοτική μίσθωση.
(2) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
40. Ο εκμισθωτής οφείλει να ενημερώνει το μισθωτή για οποιαδήποτε αλλαγή στο επιτόκιο που συνυπολογίζεται στο μίσθωμα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη χρηματοδοτική μίσθωση.
41.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), συνάπτεται, μετά την πάροδο τριών (3) μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, χρηματοδοτική μίσθωση μόνο δυνάμει των διατάξεων αυτού.
(2) Οι διατάξεις του περί Ελέγχου Ενοικιαγοράς, Πωλήσεως επί Πιστώσει και Μισθώσεως Ιδιοκτησίας Νόμου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης που συνάπτεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(3) Ενοικιαγορά που είναι σε ισχύ κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, παραμένει σε ισχύ μέχρι τη λήξη ή τον τερματισμό της, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε αναδιάρθρωση, τροποποίηση ή ανανέωσή της και διέπεται από τις διατάξεις του περί Ελέγχου Ενοικιαγοράς, Πωλήσεως επί Πιστώσει και Μισθώσεως Ιδιοκτησίας Νόμου, εκτός εάν τα συμβαλλόμενα μέρη, αποφασίσουν όπως αυτή διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι ο εκμισθωτής εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 4.
42.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, χρηματοδοτική μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας αφορά το όλον μερίδιο της ακίνητης ιδιοκτησίας και είναι δυνατή μόνο εάν η ακίνητη ιδιοκτησία είναι εγγεγραμμένη στο όνομα του εκμισθωτή, ελεύθερη παντός βάρους.
(2) Η χρηματοδοτική μίσθωση παρέχει πλήρη περιγραφή του μισθίου, με αναφορά στο τεμάχιο, στο σχέδιο και στον τίτλο ιδιοκτησίας και σε αρχιτεκτονικά ή άλλα σχέδια, όρους και προδιαγραφές.
43. Οι διατάξεις του περί Κτήσης Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Αλλοδαποί) Νόμου εφαρμόζονται κατά τη σύναψη χρηματοδοτικών μισθώσεων ακίνητης ιδιοκτησίας με αλλοδαπούς, κατά την έννοια του εν λόγω Νόμου, μισθωτές.
44. Οι διατάξεις του περί Ενοικιοστασίου Νόμου δεν εφαρμόζονται σε χρηματοδοτική μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και σε καμιά περίπτωση μισθωτής δεν δύναται δυνάμει τέτοιας χρηματοδοτικής μίσθωσης να θεωρηθεί ως θέσμιος ενοικιαστής δυνάμει των διατάξεων του περί Ενοικιοστασίου Νόμου.
45.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του παρόντος Νόμου που περιλαμβάνουν ειδική προς τούτο πρόβλεψη και ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, σε περίπτωση που εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης-
(α) Παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε Οδηγία ή με οποιαδήποτε γνωστοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας ή να αποστείλει οποιαδήποτε έκθεση ή έγγραφο ή να εκτελέσει ή να επιτρέψει την εκτέλεση οποιασδήποτε πράξης απαιτείται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή Οδηγιών, ή
(β) σκοπίμως αρνείται ή παραλείπει να εκτελέσει οποιαδήποτε πράξη ή να παράσχει οποιεσδήποτε πληροφορίες απαιτούμενες από την Κεντρική Τράπεζα ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή Οδηγιών, ή
(γ) διενεργεί ή παραλείπει να διενεργήσει οτιδήποτε το οποίο απαγορεύεται ή επιβάλλεται, αντίστοιχα, από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή από τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς ή Οδηγίες, ή
(δ) παρέχει ψευδείς ή ελλιπείς εκθέσεις ή πληροφορίες,
τότε, η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, καθώς και οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού της οργάνου, σε γνώση του οποίου διενεργείται ή παραλείπεται οτιδήποτε από τα προαναφερόμενα, είναι ένοχοι αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης τους, υπόκεινται, ο καθένας, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000) και η Κεντρική Τράπεζα δύναται να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
(2) Το δικαστήριο, το οποίο εκδικάζει υπόθεση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δύναται, επιπρόσθετα, να διατάξει όπως οποιαδήποτε καταγγελθείσα χρηματοδοτική μίσθωση θεωρηθεί ως σύμβαση τοις μετρητοίς, οπόταν όλες οι πληρωμές που έχουν γίνει θεωρούνται ότι έγιναν έναντι του τιμήματος τοις μετρητοίς και ο μισθωτής δικαιούται να αποκτήσει την κυριότητα της ιδιοκτησίας με την καταβολή του οφειλόμενου υπολοίπου.
46.-(1) Εξαιρουμένων των προσώπων που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, ασκούσε εργασίες παροχής υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης προς το κοινό, δύναται να συνεχίσει να παρέχει τις εν λόγω υπηρεσίες στη Δημοκρατία, εάν εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου-
(α) Υποβάλει στην Κεντρική Τράπεζα την κατά το άρθρο 22 αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας, μαζί με ελεγμένους λογαριασμούς των αμέσως δύο (2) προηγούμενων ετών και έκθεση δραστηριοτήτων κατά τα προηγούμενα δύο (2) έτη,
(β) συμμορφωθεί προς τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα αποφασίζει για την έκδοση της άδειας λειτουργίας ή την απόρριψη της αίτησης εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πλήρους αίτησης.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις του εδαφίου (1) δεν υποβάλει στην Κεντρική Τράπεζα αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας εντός της χρονικής προθεσμίας που προβλέπεται από τις διατάξεις του εδαφίου (1), το πρόσωπο παύει πάραυτα να παρέχει νέες υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 41.
(4) Η Κεντρική Τράπεζα έχει εξουσία, με αιτιολογημένη απόφασή της, να απαγορεύσει σε εταιρεία, η οποία κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου παρέχει υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης και μέχρι την έκδοση της απόφασης της Κεντρικής Τράπεζας για παραχώρηση ή μη άδειας λειτουργίας, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), τη δυνατότητα να παρέχει νέες υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 41, εάν η εταιρεία παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή εάν τα υποβληθέντα στοιχεία είναι ελλιπή.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα απορρίψει αίτηση εταιρείας που εμπίπτει στις διατάξεις του εδαφίου (1) για χορήγηση άδειας λειτουργίας εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, η εν λόγω εταιρεία παύει πάραυτα από την ημερομηνία κοινοποίησης της απορριπτικής απόφασης της Κεντρικής Τράπεζας να παρέχει νέες υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 41.
ΠΡΩΤΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
(Άρθρο 2)
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΨΗΦΟΥ
Στα δικαιώματα ψήφου, για σκοπούς προσδιορισμού ειδικής συμμετοχής σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, περιλαμβάνονται και τα ακόλουθα:
1. Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχει πρόσωπο με το οποίο ο μέτοχος της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης έχει συνάψει συμφωνία που τους υποχρεώνει να υιοθετούν, μέσω συντονισμένης άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που διαθέτουν, διαρκή κοινή πολιτική ως προς τη διοίκηση της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
2. Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχει πρόσωπο με το οποίο ο μέτοχος της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης έχει συνάψει συμφωνία, η οποία προβλέπει την επ’ ανταλλάγματι μεταβίβαση των εν λόγω δικαιωμάτων ψήφου.
3. Τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές και έχουν κατατεθεί, από το πρόσωπο που τα κατείχε, ως ασφάλεια στο μέτοχο της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, υπό την προϋπόθεση ότι ο μέτοχος ελέγχει τα εν λόγω δικαιώματα ψήφου και δηλώνει την πρόθεση του να τα ασκήσει.
4. Τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές των οποίων ισόβιος επικαρπωτής είναι ο μέτοχος της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
5. Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχονται, ή τα οποία δύνανται να ασκηθούν κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 ανωτέρω, από επιχείρηση την οποία ελέγχει ο μέτοχος της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
6. Τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί στο μέτοχο της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, τα οποία ο μέτοχος δύναται να ασκήσει κατά την κρίση του, εφόσον δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες από το πρόσωπο που κατείχε τα δικαιώματα ψήφου.
7. Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτο πρόσωπο στο όνομα του για λογαριασμό του μετόχου της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης.
8. Τα δικαιώματα ψήφου τα οποία ο μέτοχος της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης δύναται να ασκήσει, κατά την κρίση του, ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος, εφόσον δεν υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες από το πρόσωπο που κατείχε τα δικαιώματα ψήφου.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
(Άρθρο 2)
ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
1. Παροχή υπηρεσιών λειτουργικής μίσθωσης.
2. Διαπραγμάτευση και αγορά για λογαριασμό εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης με σκοπό την εκμίσθωση κινητής ή ακίνητης περιουσίας ή για λογαριασμό του μισθωτή προς εκμίσθωση σε αυτόν.
3. Υπηρεσίες συντήρησης της κινητής ή ακίνητης ιδιοκτησίας, ώστε να είναι διαθέσιμη για εκμίσθωση ή όταν είναι το αντικείμενο χρηματοδοτικής μίσθωσης.
4. Υπηρεσίες ασφαλούς φύλαξης της περιουσίας, η οποία είναι εκμισθωμένη ή προσφέρεται για εκμίσθωση.
5. Ανάθεση κατασκευής ή ανέγερσης κτιρίων ή εγκαταστάσεων για σκοπούς αγοράς τους από εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης με σκοπό την εκμίσθωσή τους ή ανάθεση βελτίωσης ή συντήρησης κτιρίων ή εγκαταστάσεων εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, με σκοπό την εκμίσθωση τους.
6. Οποιεσδήποτε άλλες σχετικές υπηρεσίες που η Κεντρική Τράπεζα ήθελε ορίσει.
ΤΡΙΤΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
(Άρθρα 2 και 15)
Στενοί δεσμοί, κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, σημαίνει την κατάσταση κατά την οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με μια επιχείρηση μέσω-
(α) Συμμετοχής, υπό μορφή άμεσης ή δια δεσμού ελέγχου κατοχής του είκοσι τοις εκατόν (20%) ή μεγαλύτερου ποσοστού των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου μιας επιχείρησης, ή
(β) δεσμού ελέγχου, δηλαδή της σχέσης που υπάρχει μεταξύ μητρικής επιχείρησης και θυγατρικής αυτής, κατά την έννοια του άρθρου 148 του περί Εταιρειών Νόμου ή μιας παρεμφερούς σχέσης μεταξύ οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου και μιας επιχείρησης, όπως μπορεί να εξειδικεύει με Οδηγίες της η Κεντρική Τράπεζα, ή
(γ) δεσμού ελέγχου, με τον οποίο αμφότερα ή όλα τα πρόσωπα συνδέονται σταθερά με το ίδιο πρόσωπο, ή
(δ) άλλης σχέσης εξάρτησης που δύναται να ορίζει με Οδηγίες της η Κεντρική Τράπεζα: