12. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο υπέστη ζημία, ανεξαρτήτως από το αν είναι άμεσος ή έμμεσος αγοραστής του παραβάτη δύναται να απαιτήσει αποζημίωση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Η αποζημίωση που επιδικάζεται από το Δικαστήριο δεν υπερβαίνει την αξία της ζημίας η οποία προκλήθηκε στον ενάγοντα, λόγω της παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού, ενώ λαμβάνει υπόψη την ευθύνη του παραβάτη.
(3) Η αποζημίωση για πραγματική ζημία σε οιοδήποτε επίπεδο της αλυσίδας εφοδιασμού δεν πρέπει να υπερβαίνει τη ζημία λόγω επιπλέον επιβάρυνσης που προκλήθηκε σε αυτό το επίπεδο.
(4) Ο ζημιωθείς έχει δικαίωμα να απαιτεί και να λαμβάνει αποζημίωση για διαφυγόν κέρδος, λόγω ολικής ή μερικής μετακύλισης της επιπλέον επιβάρυνσης.
(5) Το Δικαστήριο κατά την επιδίκαση αποζημίωσης λαμβάνει υπόψη οποιοδήποτε μερίδιο της επιπλέον επιβάρυνσης που μετακυλίστηκε στον έμμεσο αγοραστή όπως αυτό τεκμηριώθηκε από τους διαδίκους.
(6) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ’ αναλογία όταν η παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού αφορά προμήθειες στον παραβάτη.