5.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 6, 7 και 8, σε διαδικασίες αγωγής αποζημίωσης, κατόπιν αιτήματος του ενάγοντος ή του εναγομένου, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει τον ενάγοντα ή τον εναγόμενο ή τρίτο πρόσωπο να κοινοποιήσει αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία έχει υπό τον έλεγχό του.
(2) Το Δικαστήριο δύναται να διατάξει την κοινοποίηση συγκεκριμένων αποδεικτικών στοιχείων ή σχετικών κατηγοριών αποδεικτικών στοιχείων, εφόσον αυτά προσδιορίζονται με σαφή και συγκεκριμένο τρόπο από τον υποβάλλοντα τεκμηριωμένο αίτημα, βάσει ευλόγως διαθέσιμων στοιχείων για πραγματικά περιστατικά.
(3) Κατά τη λήψη απόφασης για κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων, το Δικαστήριο εφαρμόζει την αρχή της αναλογικότητας και για να κρίνει κατά πόσο η κοινοποίηση που ζητά ένας διάδικος είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα έννομα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων διαδίκων και τρίτων και ειδικότερα-
(α) Το βαθμό στον οποίο η αγωγή ή η υπεράσπιση υποστηρίζεται από διαθέσιμα στοιχεία για πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν το αίτημα κοινοποίησης∙
(β) την έκταση και το κόστος της κοινοποίησης, ιδίως για τυχόν εμπλεκόμενα τρίτα μέρη, προκειμένου να αποφευχθεί η αναζήτηση πληροφοριών που δεν προσδιορίζονται, η οποία είναι απίθανο να είναι σημαντική για τα διάδικα μέρη∙
(γ) κατά πόσο τα αποδεικτικά στοιχεία των οποίων ζητείται η κοινοποίηση περιέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες, που αφορούν ιδίως τρίτους, όπως και τις λεπτομέρειες για την προστασία των εν λόγω εμπιστευτικών πληροφοριών:
(4) Το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της εκδίκασης αγωγής αποζημίωσης, δύναται να διατάξει την κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων που περιέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, νοουμένου ότι όταν διατάξει κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών, χρησιμοποιεί και επιβάλλει αποτελεσματικά, κατά την κρίση του, μέτρα για την προστασία τους, περιλαμβανομένων των ακόλουθων μέτρων:
(α) Φύλαξη των εμπιστευτικών πληροφοριών σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο υπό την ευθύνη του οικείου πρωτοκολλητή∙
(β) καταχώριση των εμπιστευτικών πληροφοριών σε ασφαλισμένους και σφραγισμένους φακέλους, στους οποίους έχουν πρόσβαση μόνο το Δικαστήριο και οι διάδικοι που καθορίζονται από το Δικαστήριο∙
(γ) ανάθεση σε εμπειρογνώμονες του καταρτισμού περίληψης των πληροφοριών σε μη εμπιστευτική εκδοχή∙
(δ) κάθε άλλο μέτρο που το Δικαστήριο κρίνει πρόσφορο.
(5) Το Δικαστήριο, όταν διατάσσει την κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων, μεριμνά για την πλήρη εφαρμογή του δικηγορικού απορρήτου που ισχύει δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου.
(6) Προτού το Δικαστήριο διατάξει την κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων, παρέχει τη δυνατότητα να ακουστούν στα πρόσωπα από τα οποία ζητείται η κοινοποίηση.
(7) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Δικαστηρίου που απορρέουν από τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1206/2001.