18.-(1) Μετά από συναινετικό διακανονισμό, η αξίωση του ζημιωθέντος μειώνεται κατά το μερίδιο του άλλου παραβάτη που συμμετέχει στη διαδικασία διακανονισμού στη ζημία που προκάλεσε η παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού στο ζημιωθέντα.
(2) Οποιαδήποτε εναπομένουσα αξίωση του ζημιωθέντος που συμμετέχει στη διαδικασία διακανονισμού ασκείται μόνο κατά των άλλων παραβατών που δεν συμμετέχουν σε αυτή, οι οποίοι δεν μπορούν να ανακτήσουν συνεισφορά για την εναπομένουσα αξίωση από τον παραβάτη που συμμετέχει στη διαδικασία.
(3) Νοουμένου ότι δεν αποκλείεται ρητώς από τους όρους του συναινετικού διακανονισμού, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, όταν οι άλλοι παραβάτες που δεν συμμετέχουν στη διαδικασία διακανονισμού δεν μπορούν να καταβάλουν την αποζημίωση που αντιστοιχεί στην εναπομένουσα αξίωση του ζημιωθέντος που συμμετέχει στη διαδικασία, τότε ο ζημιωθείς μπορεί να ασκήσει την εναπομένουσα αξίωση κατά του παραβάτη που συμμετέχει στη διαδικασία.
(4) Κατά τον προσδιορισμό του ποσού της συνεισφοράς που ένας από τους παραβάτες μπορεί να ανακτήσει από οποιοδήποτε από τους άλλους παραβάτες, ανάλογα με την ευθύνη που τους αναλογεί για την προκληθείσα ζημία λόγω της παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού, το Δικαστήριο λαμβάνει δεόντως υπόψη τυχόν αποζημίωση που καταβλήθηκε σύμφωνα με προηγούμενο συναινετικό διακανονισμό στον οποίο συμμετείχε ο παραβάτης.