5.-(1) Οφειλέτης, ο οποίος επιθυμεί να προβεί σε ρύθμιση φορολογικής οφειλής -
(α) σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του άρθρου 3, δύναται να πράξει τούτο εντός έντεκα (11) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2020, με την υποβολή αίτησης στον τύπο και κατά τον τρόπο που καθορίζεται σε γνωστοποίηση του Εφόρου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας· ή
(β) σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου 3, δύναται να το πράξει εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2021.
(2) Πρόσωπο δύναται να προβεί σε ρύθμιση της φορολογικής οφειλής ή/και επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης, η οποία έχει προκύψει μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών Νόμου του 2017 και αφορά σε περιόδους που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτό της φορολογικής οφειλής ή/και της πρόσθετης επιβάρυνσης:
(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 6 και τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Έφορος δύναται να αποδέχεται προς εξέταση αίτηση για ρύθμιση η οποία υποβλήθηκε μετά την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται στα εδάφια (1) και (2), νοουμένου ότι ο αιτητής έχει υποβάλει, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για ρύθμιση, όλες τις φορολογικές δηλώσεις που όφειλε να υποβάλει σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου και του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου: