18.-(1) Στα πλαίσια των άρθρων 14 και 17 του παρόντος Νόμου, η επιθεώρηση των όρων απασχόλησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου εμπίπτει στην αρμοδιότητα των αρμοδίων αρχών στο έδαφος της Δημοκρατίας σε συνεργασία και εφόσον κριθεί αναγκαίο με τις αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης.
(2) Σε περίπτωση παρόχου υπηρεσιών που είναι εγκατεστημένος στο έδαφος της Δημοκρατίας, η Αρμόδια Αρχή εξακολουθεί να παρακολουθεί, να ελέγχει και να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα εποπτείας ή επιβολής σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας και την πρακτική και τις διοικητικές διαδικασίες όσον αφορά τους εργαζομένους που έχουν αποσπαστεί σε άλλο κράτος μέλος.
(3) (α) Σε περίπτωση παρόχου υπηρεσιών που είναι εγκατεστημένος στο έδαφος της Δημοκρατίας, η Αρμόδια Αρχή επικουρεί το κράτος μέλος που γίνεται η απόσπαση με σκοπό να διασφαλιστεί η συμμόρφωση του παρόχου υπηρεσιών σύμφωνα τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(β) Η ευθύνη αυτή δεν εμποδίζει το κράτος μέλος στο οποίο γίνεται η απόσπαση να παρακολουθεί, να ελέγχει αλλά και να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα εποπτείας ή επιβολής.
(4) Σε περίπτωση ύπαρξης στοιχείων που υποδηλώνουν πιθανές παρατυπίες, η αρμόδια αρχή κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας κοινοποιεί στο άλλο κράτος μέλος οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
(5) Οι υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου δεν συνεπάγονται υποχρέωση του κράτους μέλους εγκατάστασης να προβεί σε εξακριβώσεις γεγονότων και σε ελέγχους στην επικράτεια του κράτους μέλους υποδοχής όπου παρέχεται η υπηρεσία.
(6) Εξακριβώσεις και έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται από τις αρχές του κράτους μέλους υποδοχής με δική τους πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους εγκατάστασης σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους IΙΙ του παρόντος Νόμου.