9.-(1) Η διάρκεια της απόσπασης υπολογίζεται με βάση περίοδο αναφοράς ενός (1) έτους μετά την έναρξή της.
(2) Κατά τον υπολογισμό της διάρκειας απόσπασης, λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια απόσπασης που ενδεχομένως έχει συμπληρωθεί από τον προς αντικατάσταση εργαζόμενο.
(3) Όταν η πραγματική διάρκεια της απόσπασης υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες στο έδαφος της Δημοκρατίας, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 4, ανεξάρτητα από το δίκαιο που διέπει τη σχέση εργασίας, εξακολουθούν να εγγυώνται, βάσει της αρχής της ίσης μεταχείρισης, στους εργαζομένους που είναι αποσπασμένοι στο έδαφος της Δημοκρατίας όλους τους εφαρμοστέους όρους εργασίας και απασχόλησης οι οποίοι καθορίζονται στο έδαφος της Δημοκρατίας στο οποίο εκτελείται η εργασία, ως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 7.
(4) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) δεν εφαρμόζονται σε-
(α) διαδικασίες, διατυπώσεις και όρους για τη σύναψη και τη λύση της σύμβασης εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ρητρών μη ανταγωνισμού· και
(β) συμπληρωματικά επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα.
(5) O πάροχος υπηρεσιών υποβάλλει αιτιολογημένη κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή στο έδαφος της Δημοκρατίας στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία για παράταση της περιόδου που αναφέρεται στο εδάφιο (3) στους δεκαοκτώ (18) μήνες:
(6) Για σκοπούς εφαρμογής της επιφύλαξης του εδαφίου (5), η έννοια “ίδια εργασία στον ίδιο τόπο” καθορίζεται, μεταξύ άλλων, με βάση τη φύση της παρεχόμενης υπηρεσίας, το επιτελούμενο έργο και τη διεύθυνση ή τις διευθύνσεις του.