14.-(1) Πρόσωπο το οποίο -
(α) Παραλείπει να συμμορφωθεί ή ενεργεί κατά παράβαση απόφασης, διοικητικού μέτρου ή διοικητικής κύρωσης της αρμόδιας αρχής, ή/και
(β) παραβαίνει υποχρέωση προς εχεμύθεια που προκύπτει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή/και
(γ) παρέχει ψευδή ή παραπλανητικά ή ανακριβή στοιχεία, πληροφορίες ή έγγραφα ή έντυπα που υποβάλλονται σε αρμόδια αρχή ή εντός οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο,
διαπράττει ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Ποινική ευθύνη για τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο αδικήματα που διαπράττεται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών του οργάνων που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στη διάπραξη του αδικήματος.
(3) Πρόσωπο που, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2), υπέχει ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή/και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά σε βάρος τρίτων ένεκα της πράξεως ή της παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
(4) Ποινική δίωξη, σε σχέση με οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, ασκείται μόνο από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή με τη συγκατάθεσή του.