5.-(1) Ιδρύεται Συμβούλιο που είναι αρμόδιο για την επίβλεψη της λειτουργίας της Σχολής Δικαστών, πρόεδρος του οποίου είναι ο εκάστοτε Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή άλλο πρόσωπο που υποδεικνύεται από αυτόν.
(2) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου, κατόπιν συνεννόησης με τα μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου και με τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, διορίζει ως μέλη του Συμβουλίου τους ακόλουθους:
(α) Έναν Δικαστή του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και έναν Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου·
(β) έναν Δικαστή Επαρχιακού Δικαστηρίου με δικαιοδοσία σε πολιτικές υποθέσεις·
(γ) έναν Δικαστή Επαρχιακού Δικαστηρίου με δικαιοδοσία σε ποινικές υποθέσεις·
(δ) έναν Δικαστή του Διοικητικού Δικαστηρίου·
(ε) έναν Δικαστή Δικαστηρίου ειδικής δικαιοδοσίας·
(στ) τον Πρόεδρο της Ένωσης Δικαστών· και
(ζ) έναν ακαδημαϊκό νομικό.
(3) Το Συμβούλιο δύναται να εκδίδει εσωτερικούς κανονισμούς για σκοπούς καλύτερης λειτουργίας της Σχολής Δικαστών και ειδικότερα για τη ρύθμιση των πιο κάτω θεμάτων:
(α) Τη συμμετοχή των Δικαστών σε εκπαιδευτικά προγράμματα της Σχολής ή αντίστοιχα προγράμματα·
(β) τα καθήκοντα του προσωπικού της Σχολής εκτός των καθηκόντων του Διευθυντή· (γ) την εμπλοκή, τη συμπεριφορά και τα καθήκοντα των εκπαιδευτών.
(4) Εξαιρουμένου του Προέδρου της Ένωσης Δικαστών, ο οποίος διορίζεται στο Συμβούλιο ως εκ της θέσεώς του (ex officio), η θητεία των διοριζόμενων μελών, που αναφέρονται στο εδάφιο (2), είναι πενταετής, με δυνατότητα επαναδιορισμού τους για την ίδια ή για μικρότερη περίοδο, όπως αποφασίζεται από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου:
(5) Το Συμβούλιο συνεδριάζει σε τακτική συνεδρία τουλάχιστον δύο (2) φορές το χρόνο και εκτάκτως όποτε ο Πρόεδρος του Συμβουλίου θεωρήσει ότι τούτο επιβάλλεται υπό τις περιστάσεις.
(6) Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου συμμετέχει ο Διευθυντής της Σχολής χωρίς δικαίωμα ψήφου.
(7) Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου δεν λαμβάνουν αντιμισθία.