22.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία η προαγωγή Mέλους ακυρώνεται, ύστερα από απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, ο Αρχιπύραρχος, με την έγκριση του Υπουργού στις περιπτώσεις Μελών μέχρι και του βαθμού Πυραγού και ο Υπουργός, ύστερα από σύσταση του Αρχιπύραρχου, στις περιπτώσεις Ανώτερων Αξιωματικών, δύναται, αν κατά την επανεξέταση δεν αποφασίσει την εκ νέου προαγωγή του ίδιου Μέλους στον βαθμό αυτό και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στο εδάφιο (2), να αποφασίσει την προαγωγή ή την υπεράριθμη προαγωγή του εν λόγω Μέλους, ανεξάρτητα εάν υπάρχει ή όχι κενή θέση, σε θέση στην οποία κατά πάσα λογική πιθανότητα θα προαγόταν, εάν δεν γινόταν η προαγωγή του που ακυρώθηκε.
(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) εξουσία του Αρχιπύραρχου ή του Υπουργού, αναλόγως της περιπτώσεως, ασκείται μόνο όταν αυτός, αφού λάβει υπόψη όλα τα στοιχεία που αφορούν το Μέλος, περιλαμβανομένων των στοιχείων της Επιτροπής Αξιολόγησης και του Συμβουλίου Κρίσης, καθώς και του αριθμού των κενών θέσεων οι οποίες πληρώθηκαν κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της απόφασής του και της ακύρωσης αυτής, πεισθεί ότι επηρεάστηκε πράγματι η σταδιοδρομία του Mέλους.
(3) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου, όταν αποφασίζεται η υπεράριθμη προαγωγή Μέλους δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), το Μέλος υπηρετεί στον βαθμό αυτό έχοντας όλα τα δικαιώματα και ωφελήματα του βαθμού μέχρις ότου υπάρξει κενή θέση με τον ίδιο βαθμό, οπότε το Μέλος καταλαμβάνει την κενή θέση με προαγωγή σε αυτή.