2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«Ανώτερος Αξιωματικός» σημαίνει Μέλος βαθμού Αντιπύραρχου και ανώτερου∙
«Αξιωματικός» σημαίνει Μέλος βαθμού Πυραγού και Υποπυραγού∙
«Αρχηγός» σημαίνει τον Αρχηγό Αστυνομίας∙
«Αρχιπύραρχος» σημαίνει τον Ανώτατο Αξιωματικό που προΐσταται της Πυροσβεστικής∙
«Αστυνομία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Αστυνομίας Νόμο·
«Διευθυντής Τμήματος» σημαίνει τον Ανώτερο Αξιωματικό ή Αξιωματικό της Πυροσβεστικής, ο οποίος είναι υπεύθυνος Τμήματος αυτής·
«Ειδικός Πυροσβέστης» σημαίνει Μέλος που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39∙
«Επαρχιακός Υπεύθυνος» σημαίνει τον Ανώτερο Αξιωματικό, ο οποίος είναι υπεύθυνος επαρχίας·
«Επιτροπή» σημαίνει την προβλεπόμενη στο άρθρο 20 Επιτροπή·
«Εφεδρικός Πυροσβέστης» σημαίνει πρόσωπο το οποίο, ενώ ασχολείται με τη συνηθισμένη εργασία ή επάγγελμά του, δυνατό να κληθεί από τον Αρχιπύραρχο ή από Αξιωματικό της Πυροσβεστικής που εξουσιοδοτήθηκε για τον σκοπό αυτό όπως, εφόσον παρίσταται ανάγκη, παράσχει τη βοήθειά του στην Πυροσβεστική∙
«Μέλος» σημαίνει μέλος της Πυροσβεστικής που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αλλά δεν περιλαμβάνει τους Εφεδρικούς Πυροσβέστες∙
«πράξεις διαφθοράς» σημαίνει τα αδικήματα που προβλέπονται στον περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς (Κυρωτικό) Νόμο, στον περί του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς (Κυρωτικό) Νόμο, στον περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (Κυρωτικό) Νόμο, στον περί Πρόληψης Διαφθοράς Νόμο και στον περί Αθέμιτης Κτήσης Περιουσιακού Οφέλους από Αξιωματούχους και Λειτουργούς του Δημοσίου Νόμο, τα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα εναντίον της άσκησης νόμιμης εξουσίας που εμπεριέχουν το στοιχείο του δεκασμού ή της κατάχρησης εξουσίας ή εμπιστοσύνης ή εναντίον της άσκησης νόμιμης εξουσίας, καθώς και οποιαδήποτε άλλα αδικήματα που από τη φύση τους θα συνιστούσαν πράξη διαφθοράς·
«πράξεις εν δυνάμει διαφθοράς» σημαίνει καταχρηστικές ή αθέμιτες συμπεριφορές, ενέργειες, παραλείψεις ή πρακτικές, οι οποίες παραβιάζουν ή σκοπό έχουν να παραβιάσουν οποιαδήποτε νομική υποχρέωση, περιλαμβανομένης της κατάχρησης εξουσίας και περιλαμβάνει τη συγκάλυψη όλων ή οποιουδήποτε από τα προαναφερθέντα·
«Πυροσβεστική» σημαίνει την προβλεπόμενη στο άρθρο 3 Πυροσβεστική Υπηρεσία Κύπρου και περιλαμβάνει τους Ειδικούς Πυροσβέστες και τους Εφεδρικούς Πυροσβέστες·
«Πυροσβεστική Διάταξη» σημαίνει διάταξη που εκδίδεται από τον Αρχιπύραρχο για την ευταξία και τη χρηστή διοίκηση της Πυροσβεστικής και την καθοδήγηση των Μελών και των Εφεδρικών Πυροσβεστών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους∙
«Σταθμός» σημαίνει πυροσβεστικό σταθμό πόλεως ή υπαίθρου∙
«Σταθμάρχης» σημαίνει Μέλος που διορίζεται υπεύθυνος Σταθμού∙
«Συντεχνία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Συντεχνιών Νόμο∙
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.