20.-(1) Οι διωκτικές αρχές διασφαλίζουν την προστασία των προσώπων που καταγγέλλουν αδίκημα βίας κατά γυναίκας.
(2) Η Αστυνομία, με την πρώτη επαφή της με θύμα αδικήματος βίας κατά γυναικών, τηρεί τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας Νόμο.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αστυνομία κρίνει ότι το θύμα κινδυνεύει από τη μη προφυλάκιση υποδίκου ή την απόλυση καταδίκου, ενημερώνει αυτό και λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του, σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ή με μη κυβερνητικό οργανισμό.
(4) Σε περίπτωση που το θύμα εμπίπτει σε κατηγορία θυμάτων με ειδικές ανάγκες προστασίας ή στην κατηγορία παιδιών θυμάτων και προσώπων με σοβαρή νοητική ή ψυχοκοινωνική αναπηρία, κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας Νόμου.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία θύμα αδικήματος βίας κατά γυναίκας το οποίο διαπράχθηκε στη Δημοκρατία, έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλο από τη Δημοκρατία και καταγγέλλει τη διάπραξη τέτοιου αδικήματος στις αρχές του κράτους μέλους της κατοικίας του και εφόσον η καταγγελία διαβιβαστεί στις διωκτικές αρχές, διερευνάται κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο αυτό θα ετύγχανε διερεύνησης σε περίπτωση που το θύμα ευρισκόταν στη Δημοκρατία.
(6) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας Νόμου, οι διωκτικές αρχές διασφαλίζουν ότι η διερεύνηση ή η άσκηση ποινικής δίωξης δεν εξαρτώνται από την υποβολή παραπόνου ή καταγγελίας από το θύμα ή εκπρόσωπό του ή, σε περίπτωση ανηλίκου, από τον ασκούντα τη γονική μέριμνα ή επίτροπο διορισμένο, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου και ότι η ποινική διαδικασία δύναται να συνεχιστεί ακόμα και εάν το θύμα ή εκπρόσωπός του, ή σε περίπτωση ανηλίκου, ο ασκών τη γονική μέριμνα ή ο πιο πάνω αναφερόμενος επίτροπος, αποσύρει το παράπονο ή την καταγγελία του.
(7) Μη κυβερνητικοί οργανισμοί δύνανται, εφόσον το θύμα ή, σε περίπτωση παιδιού θύματος, ο ασκών τη γονική μέριμνα ή επίτροπος διορισμένος, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου συναινεί σε αυτό, να βοηθούν και στηρίζουν το θύμα, χωρίς να παρεμβαίνουν στην ποινική διαδικασία.
(8) Οι διωκτικές αρχές διασφαλίζουν ότι παρέχεται αποτελεσματική και κατάλληλη προστασία από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό ειδικότερα κατά τη διάρκεια και μετά την έρευνα και δίωξη των δραστών στα ακόλουθα πρόσωπα:
(α) Πρόσωπο, άλλο από το θύμα, το οποίο αναφέρει τη διάπραξη ποινικού αδικήματος βίας κατά γυναίκας ή συνεργάζεται διαφορετικά, με οποιονδήποτε τρόπο, με τις διωκτικές αρχές·
(β) οποιονδήποτε μάρτυρα άλλον από το θύμα, ο οποίος δίνει κατάθεση αναφορικά με τη διάπραξη αδικήματος βίας κατά γυναίκας·
(γ) τα μέλη της οικογένειας του θύματος, όπου τούτο κρίνεται αναγκαίο.
(9) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (8) στήριξη δύναται να παρέχεται σε συνεργασία ή/και μέσω μη κυβερνητικών οργανισμών.