7.-(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 6-
(α) στον προμηθευτή ή στον αγοραστή, ανάλογα με την περίπτωση, όταν δεν παραχωρούν σε αυτήν, μέσα σε τακτή προθεσμία, τα απαιτούμενα έγγραφα ή τις πληροφορίες που αφορούν συγκεκριμένες εμπορικές πρακτικές ή παρακωλύουν με οποιοδήποτε τρόπο την έρευνα ή παρέχουν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες·
(β) σε οποιοδήποτε πρόσωπο που εσκεμμένα παρακωλύει εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης, η Αρμόδια Αρχή δύναται να επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 6, για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης ανάλογα με τη βαρύτητά της.
(3) Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται στο επηρεαζόμενο πρόσωπο με αιτιολογημένη απόφαση της Αρμόδιας Αρχής.
(4) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Αρμόδια Αρχή όταν παρέλθει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου ή, σε περίπτωση που ασκείται ιεραρχική προσφυγή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 ενώπιον του Γενικού Διευθυντή, από την κοινοποίηση της απόφασης του Γενικού Διευθυντή επί της ιεραρχικής προσφυγής.
(5) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του διοικητικού προστίμου, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα προς είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.