56.-(1) Επιπρόσθετα στον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο αγοράς και τον λειτουργικό κίνδυνο, η εξέταση και αξιολόγηση που πραγματοποιείται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 55 καλύπτει τουλάχιστον τα εξής:
(α) Τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων σύμφωνα με το Άρθρο 177 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 που πραγματοποιεί η ΚΕΠΕΥ που εφαρμόζει τη μέθοδο των εσωτερικών διαβαθμίσεων·
(β) τον βαθμό έκθεσης της ΚΕΠΕΥ σε κίνδυνο συγκέντρωσης καθώς και τη διαχείριση των κινδύνων αυτών, περιλαμβανομένης της συμμόρφωσής της με τις απαιτήσεις του Τέταρτου μέρους του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και του άρθρου 42·
(γ) την αρτιότητα, την καταλληλότητα και τον τρόπο εφαρμογής των πολιτικών και διαδικασιών της ΚΕΠΕΥ για τη διαχείριση του υπολειπόμενου κινδύνου που συνδέεται με τη χρήση αναγνωρισμένων τεχνικών μείωσης πιστωτικού κινδύνου·
(δ) τον βαθμό στον οποίο είναι επαρκή τα ίδια κεφάλαια που διατηρεί η ΚΕΠΕΥ σε σχέση με στοιχεία ενεργητικού που έχει τιτλοποιήσει, λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής σημασίας της συναλλαγής και του επιτευχθέντος βαθμού μεταφοράς κινδύνου·
(ε) την έκθεση σε κίνδυνο ρευστότητας που αναλαμβάνει η ΚΕΠΕΥ και τη μέτρηση και διαχείριση αυτού, περιλαμβανομένων της ανάπτυξης αναλύσεων εναλλακτικών σεναρίων, της διαχείρισης παραγόντων που μειώνουν τον κίνδυνο, ειδικά το επίπεδο, τη σύνθεση και την ποιότητα των αποθεμάτων ρευστότητας, και αποτελεσματικών σχεδίων έκτακτης ανάγκης·
(στ) τις επιπτώσεις της διαφοροποίησης και τον τρόπο με τον οποίο οι επιπτώσεις αυτές παραμετροποιούνται στο σύστημα μέτρησης κινδύνων·
(ζ) τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων που πραγματοποιεί η ΚΕΠΕΥ που χρησιμοποιεί εσωτερικό υπόδειγμα για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων για κίνδυνο αγοράς βάσει του Τρίτου μέρους, Τίτλος IV, Κεφάλαιο 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
(η) τη γεωγραφική θέση των ανοιγμάτων της ΚΕΠΕΥ·
(θ) το επιχειρηματικό μοντέλο της ΚΕΠΕΥ.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), η Επιτροπή διεξάγει σε τακτά διαστήματα συνολική αξιολόγηση της γενικής διαχείρισης του κινδύνου ρευστότητας από τις ΚΕΠΕΥ και προάγει την ανάπτυξη αξιόπιστων εσωτερικών μεθόδων.
(3) Η Επιτροπή, κατά τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων, λαμβάνει υπόψη τον ρόλο που διαδραματίζουν οι ΚΕΠΕΥ στις χρηματοοικονομικές αγορές.
(4) Επιπροσθέτως των διατάξεων του εδαφίου (3), η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των αποφάσεών της στη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος όλων των άλλων εμπλεκόμενων κρατών μελών.
(5) Η Επιτροπή ελέγχει κατά πόσο μια ΚΕΠΕΥ έχει παράσχει έμμεση υποστήριξη σε μια τιτλοποίηση.
(6) Σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η ΚΕΠΕΥ έχει παράσχει πάνω από μία φορά έμμεση υποστήριξη, η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα που αντικατοπτρίζουν την αυξημένη προσδοκία ότι η ΚΕΠΕΥ θα παράσχει μελλοντικά υποστήριξη στις τιτλοποιήσεις της με αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιτύχει ουσιαστική μεταφορά κινδύνου.
(7) Για τους σκοπούς της αξιολόγησης που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 55, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσο οι αναπροσαρμογές της αξίας που έχουν πραγματοποιηθεί για θέσεις ή χαρτοφυλάκια στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, σύμφωνα με το Άρθρο 105 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, επιτρέπουν στην ΚΕΠΕΥ να πωλήσει ή να αντισταθμίσει τις θέσεις της σε σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς σημαντικές ζημίες υπό κανονικές συνθήκες αγοράς.
(8)(α) Ο έλεγχος και η αξιολόγηση που πραγματοποιεί η Επιτροπή περιλαμβάνουν την έκθεση της ΚΕΠΕΥ στον κίνδυνο επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου.
(β) Η Επιτροπή ασκεί τις εποπτικές της εξουσίες τουλάχιστον στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(i) Εφόσον η οικονομική αξία των μετοχών ΚΕΠΕΥ, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 45, μειώνεται πέραν του δεκαπέντε τοις εκατόν (15%) του οικείου κεφαλαίου της κατηγορίας 1 ως αποτέλεσμα αιφνίδιας και μη αναμενόμενης μεταβολής των επιτοκίων, όπως ορίζεται σε οποιοδήποτε εκ των έξι εποπτικών σεναρίων διαταραχών που εφαρμόζονται στα επιτόκια,
(ii) εφόσον η ΚΕΠΕΥ αντιμετωπίσει μεγάλη μείωση στα καθαρά της έσοδα από τόκους, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 45, ως αποτέλεσμα αιφνίδιας και μη αναμενόμενης μεταβολής των επιτοκίων, όπως ορίζεται σε οποιαδήποτε εκ των δύο εποπτικών σεναρίων που εφαρμόζονται στα επιτόκια.
(γ) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου (β), η Επιτροπή δεν υποχρεούται να ασκεί εποπτικές εξουσίες όταν κρίνει, βάσει του ελέγχου και της αξιολόγησης που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, ότι η διαχείριση στην οποία προβαίνει η ΚΕΠΕΥ έναντι του κινδύνου επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου συναλλαγών είναι επαρκής και ότι η ΚΕΠΕΥ δεν είναι υπερβολικά εκτεθειμένη στον κίνδυνο επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου.
(9) Για σκοπούς του εδαφίου (8), «εποπτικές εξουσίες» σημαίνει εξουσίες στις οποίες αναφέρεται το εδάφιο (1) του άρθρου 61 ή την εξουσία καθορισμού παραδοχών για την ανάπτυξη υποδειγμάτων και παραμέτρων, πλην εκείνων που προσδιορίζονται από τον ΕΑΤ σύμφωνα με το στοιχείο β) της παραγράφου 5α του Άρθρου 98 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, που πρέπει να αποτυπώνονται από τις ΚΕΠΕΥ στον υπολογισμό τους όσον αφορά την οικονομική αξία των μετοχών σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 45 του παρόντος Νόμου.
(10) Η εξέταση και αξιολόγηση που πραγματοποιεί η Επιτροπή περιλαμβάνει την έκθεση ΚΕΠΕΥ στον κίνδυνο υπερβολικής μόχλευσης που καθορίζεται από τους δείκτες υπερβολικής μόχλευσης, συμπεριλαμβανομένου του δείκτη μόχλευσης σύμφωνα με το Άρθρο 429 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(11) Για τον καθορισμό της επάρκειας του δείκτη μόχλευσης της ΚΕΠΕΥ και των ρυθμίσεων, στρατηγικών, διαδικασιών και μηχανισμών που εφαρμόζει η ΚΕΠΕΥ για τη διαχείριση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το επιχειρηματικό μοντέλο της ΚΕΠΕΥ.
(12) Η εξέταση και αξιολόγηση που πραγματοποιεί η Επιτροπή περιλαμβάνει τις ρυθμίσεις διακυβέρνησης της ΚΕΠΕΥ, την εταιρική της κουλτούρα, τις εταιρικές της αξίες και την ικανότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου να εκτελούν τα καθήκοντά τους.
(13) Κατά την προβλεπόμενη στο εδάφιο (12) εξέταση και αξιολόγηση, η Επιτροπή έχει τουλάχιστον πρόσβαση στα θέματα προς συζήτηση και τα δικαιολογητικά έγγραφα των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου και των επιτροπών αυτού και τα αποτελέσματα της εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης επιδόσεων του διοικητικού συμβουλίου.