31.-(1) Το επιβαλλόμενο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 30 πρόστιμο υπολογίζεται ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης.
(2) Κατά την επιβολή προστίμου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 30, η αρμόδια αρχή δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη της την ανάληψη δέσμευσης έναντι της από τον παραβάτη ή εκ μέρους του παραβάτη αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής.
(3) Το προβλεπόμενο στο άρθρο 30 πρόστιμο επιβάλλεται με αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας αρχής που βεβαιώνει την παράβαση, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή σε εκπρόσωπό του να ακουστεί προφορικώς ή γραπτώς.
(4) Εναντίον της απόφασης για επιβολή προστίμου δύναται να ασκηθεί ιεραρχική προσφυγή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32.
(5) Το διοικητικό πρόστιμο εισπράττεται από την αρμόδια αρχή όταν παρέλθει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών-
(α) σε περίπτωση κατά την οποία δεν ασκείται ιεραρχική προσφυγή, από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης για επιβολή προστίμου·
(β) σε περίπτωση κατά την οποία ασκείται ιεραρχική προσφυγή σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), από την ημερομηνία κοινοποίησης της επί της ιεραρχικής προσφυγής απόφασης.
(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενου από την αρμόδια αρχή διοικητικού προστίμου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και το οφειλόμενο ποσό εισπράττεται ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.