12.-(1) Το Συμβούλιο κατά την άσκηση των βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου εξουσιών του, αναθέτει στον Έφορο Φορολογίας τη διενέργεια ελέγχου του περιεχομένου των υποβληθεισών καταστάσεων που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 5.
(2) Η άσκηση των εξουσιών του Εφόρου Φορολογίας σύμφωνα με το εδάφιο (1), δεν παρεμποδίζει την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει των διατάξεων του περί Τμήματος Φορολογίας Νόμου, εφόσον οι εξουσίες αυτές ασκούνται στο πλαίσιο συγκεκριμένης έρευνας διενεργουμένης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η οποία τεκμηριώνεται σε σχετική κατάσταση που τηρεί ο Έφορος Φορολογίας.
(3) Το Συμβούλιο εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή σε αυτό των προβλεπόμενων στις διατάξεις του άρθρου 5 καταστάσεων, διαβιβάζει αυτές σε ηλεκτρονική μορφή στον Έφορο Φορολογίας για τη διενέργεια ελέγχου, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).
(4) Ο Έφορος Φορολογίας, δυνάμει του εδαφίου (1)-
(α) έχει πρόσβαση στο ειδικό αρχείο για διενέργεια ελέγχου επί του περιεχομένου των υποβληθέντων, σύμφωνα με το άρθρο 5, καταστάσεων.
(β) προβαίνει σε έλεγχο επί των εν λόγω καταστάσεων προς διαπίστωση της ορθότητας και της αλήθειας των περιληφθέντων σε αυτές στοιχείων.
(γ) ζητά διευκρινίσεις από το υπόχρεο πρόσωπο και παρέχει σε αυτό, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, τη δυνατότητα να ακουστεί και να υποβάλει τις θέσεις του στο πλαίσιο του διενεργούμενου ελέγχου, προτού προβεί σε οποιεσδήποτε παρατηρήσεις και συμπεράσματα ενώπιον του Συμβουλίου.
(δ) έχει πρόσβαση, στο πλαίσιο του διενεργούμενου ελέγχου, σε κρατικά αρχεία και υπηρεσίες οποιουδήποτε υπουργείου, γραφείου ή τμήματος της δημόσιας υπηρεσίας για εξασφάλιση των αναγκαίων εγγράφων και στοιχείων.
(ε) ζητά από το υπόχρεο πρόσωπο την προσκόμιση οποιωνδήποτε άλλων αναγκαίων στοιχείων ή/και εγγράφων.
(5) Ο Έφορος Φορολογίας, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης του διενεργούμενου, με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3) ελέγχου, υποβάλλει γραπτώς τις τυχόν παρατηρήσεις και συμπεράσματά του ενώπιον του Συμβουλίου.