2.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Οργάνωσης του Χρόνου Εργασίας Νόμου του 2002 το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, αν κρίνει αυτό αναγκαίο και αφού εξετάσει οποιεσδήποτε συστάσεις του Εργατικού Συμβουλευτικού Συμβουλίου για το σκοπό αυτό, να εκδώσει Διάταγμα που να ορίζει τις ώρες εργασίας είτε ημερησίως, εβδομαδιαίως ή μηνιαίως, προσώπων που απασχολούνται σε οποιοδήποτε επάγγελμα ή επιχείρηση, είτε γενικά είτε σε οποιαδήποτε ορισμένη περιοχή στην οποία ο Νόμος αυτός κηρύσσεται ότι εφαρμόζεται από το Διάταγμα αυτό.
(2) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων οποιουδήποτε Διατάγματος που εκδόθηκε βάσει του εδαφίου (1) ή παραλείπει να συμμορφωθεί με αυτές υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τετρακόσιες πενήντα λίρες ή και στις δύο ποινές αυτές της φυλάκισης και του προστίμου.
(3) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού "Εργατικό Συμβουλευτικό Συμβούλιο" σημαίνει το Συμβούλιο που ιδρύθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο για να συμβουλεύει επί εργατικών θεμάτων το οποίο αποτελείται από μέλη που αντιπροσωπεύουν εργοδότες και εργοδοτουμένους αντιστοίχως υπό την προεδρία του Επιτρόπου Εργασίας.
3. Διάταγμα βάσει του Νόμου αυτού δυνατό να κάνει πρόνοια για ώρες απασχόλησης που ορίζονται από το Διάταγμα αυτό, το οποίο παρατείνεται σε, τέτοιες περιπτώσεις και για τέτοιους σκοπούς και μόνο σε τέτοια έκταση όπως δυνατό να οριστεί στο Διάταγμα αυτό.
4. Ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται να ορίζει Επιθεωρητές για να βοηθούν στην εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου αυτού.
5.—(1) Κάθε Επιθεωρητής που ορίστηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4 του Νόμου αυτού και κάθε Αστυνομικός βαθμού όχι πιο κάτω του λοχία δύναται —
(α) Να εισέρχεται σε κάθε εύλογη ώρα της ημέρας ή νύκτας, σε οποιαδήποτε υποστατικά και κάθε τμήμα αυτών και να επιθεωρεί και εξετάζει αυτά όταν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο απασχολείται σε αυτά κατά παράβαση των διατάξεων του Νόμου αυτού ή οποιωνδήποτε Διαταγμάτων που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού:
Νοείται ότι αυτός δεν έχει δικαίωμα να εισέλθει σε κατοικία χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση του προσώπου που κατοικεί σε αυτή παρά μόνο δυνάμει δικαστικού εντάλματος.
(β) Να διεξάγει εξέταση και έρευνα που είναι αναγκαίες για να εξακριβωθεί αν τηρούνται οι διατάξεις του Νόμου αυτού.
(2) Κάθε ένας ο οποίος κατέχει ή έχει τον έλεγχο των υποστατικών και οι αντιπρόσωποι και υπηρέτες αυτού παρέχουν τέτοιες διευκολύνσεις οι οποίες είναι αναγκαίες για οποιαδήποτε τέτοια επιθεώρηση, έρευνα ή εξέταση.
(3) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο εκουσίως καθυστερεί ή παρεμποδίζει Επιθεωρητή ή Αστυνομικό στην άσκηση των εξουσιών του που παρέχονται από το άρθρο/αυτό το πρόσωπο αυτό είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό λίρες ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες ή και στις δύο αυτές ποινές.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 62(Ι)/2002] τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2003.