28.-(1) Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην η σύμβασις μετά του πληρώματος αναγκαίως περιβάλλεται καθωρισμένον τινά τύπον-
(α) η σύμβασις δύναται να διαλαμβάνη ρήτραν προνοούσαν ότι, υπό τον όρον ότι ο ναυτικός θα αναχωρήση μετά του πλοίου συμφώνως τη συναφθείση συμβάσει, θα καταβάλληται εις αυτόν, ή εις έτερον εκ μέρους αυτού, ποσόν μη υπερβαίνον τον πληρωτέον εις αυτόν δυνάμει της συμβάσεως μισθόν ενός μηνός~ και
(β) αι αφορώσαι εις την παραχώρησιν των μισθών του ναυτικού ρήτραι δύνανται να συναφθώσι συμφώνως τω παρόντι Μέρει.
(2) Εξαιρουμένης της ανωτέρω διατάξεως, πάσα συμφωνία υπό ή εκ μέρους του εργοδότου ναυτικού προνοούσα την καταβολήν χρηματικού ποσού εις τον ναυτικόν, ή εις έτερον εκ μέρους του ναυτικού, υπό τον όρον ότι ο ναυτικός θα αναχωρήση μετά του πλοίου εξ οιουδήποτε λιμένος της Δημοκρατίας, είναι άκυρος, το καταβληθέν δε δυνάμει της τοιαύτης συμφωνίας ποσόν δεν δύναται να κατακρατηθή εκ του μισθού του ναυτικού~ δεν παρέχεται δε δικαίωμα αγωγής ή συμψηφισμού εναντίον του ναυτικού ή του εκδοχέως αυτού αναφορικώς προς χρηματικόν ποσόν ούτω καταβληθέν, ή όπερ φέρεται ως ούτω καταβληθέν.
29.-(1) Η υπό τινος ναυτικού κατά την έναρξιν του πλου συνομολογηθείσα ρήτρα δυνάμει του άρθρου 28 διά την παραχώρησιν μέρους του μισθού του ναυτικού κατά την απουσίαν αυτού, παρεντίθεται εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος, καθορίζει δε το ποσόν και τον χρόνον των διενεργηθησομένων πληρωμών.
(2) Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην η σύμβασις αναγκαίως περιβάλλεται καθωρισμένον τινα τύπον, ο ναυτικός δύναται να ζητήση όπως παρεντεθή εν τη συμβάσει, υπό μορφήν εντολής παραχωρήσεως, ρήτρα περί παραχωρήσεως μέρους τινος του μισθού αυτού μη υπερβαίνοντος το ήμισυ του τοιούτου μισθού, προς όφελος στενού τινος συγγενούς αυτού ή Ταμιευτηρίου.
(3) Αι περί παραχωρήσεως εντολαί δέον όπως γίνωνται εν τω καθωρισμένω τύπω.
(4) Καθ’ όσον αφορά τους σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Νόμου εν σχέσει προς τας περί παραχωρήσεως εντολάς-
(α) “στενός συγγενής” σημαίνει τα ακόλουθα πρόσωπα, ήτοι την σύζυγον, πατέρα, μητέρα, πάππον, μάμμην, τέκνον, εγγονόν, αδελφόν ή αδελφήν του ναύτου, και
(β) “Ταμιευτήριον” σημαίνει καθωρισμένον ταμιευτήριον.
(5) Επί τω τέλει πραγματώσεως του σκοπού των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Διευθυντής του Τμήματος Λιμένων, ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας θα ερωτώσι τον ναυτικόν, αφού ούτος υπογράψη την σύμβασιν, εάν επιθυμή την συνομολόγησιν ρήτρας περί παραχωρήσεως υπό μορφήν εντολής παραχωρήσεως, εάν δε ούτος τω όντι επιθυμή την τοιαύτην συνομολόγησιν, εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος εντίθεται η οικεία ρήτρα ήτις και θεωρείται ως συνομολογηθείσα μετά του πλοιάρχου.
30.-(1) Η παραχώρησις προς όφελος Ταμιευτηρίου γίνεται μόνον προς όφελος καθωρισμένων προσώπων και διενεργείται μόνον εν τω καθωρισμένω τύπω.
(2) Το υπό Ταμιευτηρίου λαμβανόμενον ποσόν δυνάμει παραχωρήσεως τινος θα καταβάλλεται μόνον κατόπιν αιτήσεως υποβαλλομένης μέσω του Διευθυντού, ή μέσω του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, υπ’ αυτού τούτου του ναυτικού, ή εν περιπτώσει θανάτου αυτού, υπό του προσώπου εις ο δυνάμει του παρόντος Μέρους δύναται να καταβληθή η περιουσία, της οποίας η αξία δεν υπερβαίνει τας επτακοσίας πεντήκοντα λίρας, ην ούτος κατέλιπεν.
31.-(1) Εις τους ναυτικούς και τους εις ναυτικήν υπηρεσίαν μαθητευομένους θα παρέχωνται διευκολύνσεις διά να εμβάζωνται οι μισθοί αυτών ως και έτερα χρηματικά ποσά εις τους συγγενείς των, ή εις έτερα πρόσωπα, διά ναυτικών εντολών πληρωμής εκδιδομένων υπό Λιμενικών Λειτουργών συμφώνως τω παρόντι Νόμω.
(2) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς αφορώντας εις τας ναυτικάς εντολάς πληρωμής, ειδικώς δε εν τοις τοιούτοις Κανονισμοίς δύναται να καθορίση τον χρόνον και τον τρόπον πληρωμής, ως και τα πρόσωπα υφ’ ων, ή εις άτινα, γίνεται η πληρωμή εν όσω δε οι Κανονισμοί είναι εν ισχύϊ δεσμεύουσιν άπαντα τα πρόσωπα άτινα κέκτηνται, ή αξιούσιν ότι κέκτηνται, συμφέρον επί των εντολών, ως και άπαντας τους υπαλλήλους οίτινες ασχολούνται εις την έκδοσιν ή την πληρωμήν αυτών.
32.-(1) Εκτός εάν αποδειχθή εν τω καθωρισμένω υπό του παρόντος Νόμου τρόπω ότι ο ναυτικός απεστερήθη του μισθού του ή ότι έπαυσε να δικαιούται εις την καταβολήν του μισθού εξ ου θα διενεργείτο η πληρωμή του παραχωρηθέντος ποσού, το πρόσωπον προς όφελος του οποίου εξεδόθη δυνάμει του παρόντος Μέρους η προς παραχώρησιν εντολή, δύναται να διεκδικήση τα παραχωρηθέντα ποσά, καθ’ ον χρόνον και τρόπον είναι ταύτα πληρωτέα, ομού μετά των εξόδων, εκ του πλοιοκτήτου του πλοίου δι’ ο εγένετο η μίσθωσις, ή εκ του εξουσιοδοτήσαντος την παραχώρησιν αντιπροσώπου αυτού, εν τω αυτώ Δικαστηρίω, και καθ’ ον τρόπον δύναται να διεκδικήση δυνάμει του παρόντος Νόμου τους μισθούς αυτού:
Νοείται ότι η σύζυγος ναυτικού απόλλυσι παν δικαίωμα διά περαιτέρω πληρωμάς δυνάμει παραχωρήσεως γενομένης προς όφελος αυτής, εάν εγκαταλείπη τα τέκνα της ή επιδείξη τοιαύτην διαγωγήν ώστε να κρίνεται ανάξιος οιασδήποτε διατροφής εκ μέρους του συζύγου αυτής.
(2) Εις πάσαν δικαστικήν διαδικασίαν αφορώσαν εις την τοιαύτην διεκδίκησιν, είναι επαρκής απόδειξις το γεγονός ότι ο ενάγων είναι το εν τη εντολή αναγραφόμενον πρόσωπον, και το γεγονός ότι η εντολή εξεδόθη υπό του πλοιοκτήτου ή του πλοιάρχου ή ετέρου τινός εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου~ ο ναυτικός δε τεκμαίρεται ως προσηκόντως κερδαίνων τον μισθόν αυτού, μέχρις ου αποδειχθή το εναντίον κατά τρόπον ικανοποιούντα το Δικαστήριον-
(α) δι’ επισήμου εκθέσεως γενομένης και υπογραφομένης υπό του πλοιάρχου ως απαιτείται υπό του παρόντος Νόμου, περί της προκληθείσης ως εκ της απουσίας αυτού μεταβολής του πληρώματος~ ή
(β) διά κεκυρωμένου αντιγράφου εγγραφής γενομένης εν τω επισήμω ημερολογίω δι’ ης δεικνύεται ότι ούτος εγκατέλειψε το πλοίον~ ή
(γ) δι’ αξιοπίστου επιστολής του πλοιάρχου δηλούσης το αυτό~ ή
(δ) διά τοιούτων ετέρων αποδεικτικών στοιχείων ως το Δικαστήριον, εν τη ενασκήσει απολύτου διακριτικής εξουσίας, ήθελε θεωρήσει επαρκή διά την απόδειξιν του γεγονότος ότι ο ναυτικός έπαυσε να δικαιούται εις τον μισθόν, εξ ου θα διενεργείτο η πληρωμή του παραχωρηθέντος μισθού.
33. Αι δυνάμει της προς παραχώρησιν εντολής πληρωμαί άρχονται άμα τη παρόδω ενός μηνός από της ημερομηνίας της συμβάσεως μετά του πληρώματος, διενεργούνται δε άμα τη παρόδω ενός εκάστου επομένου μηνός μετά τον πρώτον μήνα, εν σχέσει δε μόνον προς τους δεδουλευμένους προ της ημερομηνίας πληρωμής μισθούς.