20.-(1) Νομισματική μονάς της Δημοκρατίας είναι η Κυπριακή Λίρα.
(2) Η νομισματική μονάς διαιρείται εις πολλαπλά κλάσματα καθοριζόμενα υπό του Υπουργικού Συμβουλίου:
Νοείται ότι μέχρι της λήψεως της τοιαύτης αποφάσεως συμφώνως τω παρόντι εδαφίω, αι ήδη ισχύουσαι υποδιαιρέσεις της λίρας κατά την ημέραν της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου θα θεωρώνται ως υποδιαιρέσεις καθορισθείσαι δυνάμει του παρόντος εδαφίου.
21. Το βάρος της νομισματικής μονάδος εις χρυσόν ή η αξία της εν σχέσει προς ξένα νομίσματα, καθορίζεται ή μεταβάλλεται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου μετά προηγουμένην γνωμοδότησιν της Τραπέζης.
22.-(1) Άπασαι αι χρηματικαί συναλλαγαί αίτινες διενεργούνται εν τη Δημοκρατία τεκμαίρονται ως εκπεφρασμέναι εις Κυπριακάς λίρας εκτός εάν, τηρουμένων των διατάξεων των εκάστοτε εν ισχύϊ Νόμων, άλλως συμφωνηθή μεταξύ των συμβαλλομένων μερών.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων των εκάστοτε εν ισχύϊ Νόμων, άπασαι αι χρηματικαί συναλλαγαί αίτινες διενεργούνται εν τη Δημοκρατία διακανονίζονται εις Κυπριακάς λίρας, εκτός εάν άλλως προβλέπηται εν τινι δημοσίω εσωτερικώ ή διεθνή νομοθετικώ μέτρω ή εκτός εάν άλλως συμφωνηθή μεταξύ των συμβαλλομένων μερών.
23. Η Τράπεζα κέκτηται αποκλειστικόν δικαίωμα εκδόσεως τραπεζογραμματίων και νομισμάτων εις την Κύπρον.
24.-(1) Η αξία, αι επιγραφαί, ο τύπος, η ύλη και τα λοιπά χαρακτηριστικά γνωρίσματα των τραπεζογραμματίων και των νομισμάτων καθορίζονται, τηρουμένων των διατάξεων του Συντάγματος, υπό της Τραπέζης κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργικού Συμβουλίου.
(2) Η Τράπεζα δημοσιεύει εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας τας αξίας και τα λοιπά χαρακτηριστικά γνωρίσματα των τραπεζογραμματίων και νομισμάτων άτινα η Τράπεζα σκοπεύει να εκδώσει δυνάμει του άρθρου 23.
25.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) τραπεζογραμμάτια και νομίσματα εκδιδόμενα υπό της Τραπέζης είναι το νομίμως κυκλοφορούν χρήμα και γίνονται αποδεκτά άνευ περιορισμού ως προς το ποσόν, εν τω διακανονισμώ απάντων των χρεών, δημοσίων τε και ιδιωτικών.
(2) Χαρτονομίσματα άτινα εξεδόθησαν ή άτινα λογίζονται εκδοθέντα υπό του Εφόρου επί του Νομίσματος δυνάμει του άρθρου 11 ή του άρθρου 24 του περί Νομίσματος Νόμου, και νομίσματα νομίμως κυκλοφορούντα εν τη Δημοκρατία δυνάμει των άρθρων 2 και 9 του ως άνω Νόμου, θα παραμείνωσι νομίμως κυκλοφορούν χρήμα, μέχρις ου αποσυρθώσι της κυκλοφορίας συμφώνως τω εδαφίω (3).
(3) Η Τράπεζα δύναται διά γνωστοποιήσεως αυτής δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας να κηρύξει ότι ωρισμέναι εκδόσεις ή αξίαι τραπεζογραμματίων ή νομισμάτων έπαυσαν να είναι νομίμως κυκλοφορούν χρήμα αφ’ ωρισμένης ημερομηνίας. Διά της άνω γνωστοποιήσεως δέον όπως καθορίζηται εύλογος τις προθεσμία εν η τα τοιαύτα τραπεζογραμμάτια ή νομίσματα θα ανταλλάσσωνται εις την Τράπεζαν δι’ ετέρων άτινα κατά τον τρέχοντα χρόνον είναι έγκυρον νομίμως κυκλοφορούν χρήμα.
26. Η Τράπεζα εκδίδει Κανονισμούς δημοσιευομένους εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, εν οις προβλέπονται οι όροι υφ’ ους κατεστραμμένα, παραποιημένα ή άλλως πως ελαττωματικά τραπεζογραμμάτια ή νομίσματα δύνανται να αλλαγώσιν εν τη Τραπέζη.
27.-(1) Η Τράπεζα διατηρεί εν τω ενεργητικώ αυτής απόθεμα χρυσού, αλλοδαπού ενεργητικού συγκειμένου εξ εξωτερικού συναλλάγματος, ή εκ των προβλεπομένων εν εδαφίω (2) εξωτερικών χρεωγράφων.
(2) Το Συμβούλιον δύναται εκάστοτε-
(α) να καθορίζη το εξωτερικόν συνάλλαγμα όπερ δύναται να αποτελέση μέρος των εν εδαφίω (1) μνημονευομένων αποθεμάτων˙
(β) να καθορίζη τας ποικίλας κατηγορίας εξωτερικών χρεωγράφων και πιστωτικών τίτλων ους η Τράπεζα δύναται να κατέχη δυνάμει του εδαφίου (1).
28.-(1) Το απόθεμα, ως τούτο καθορίζεται εν άρθρω 27, δέον να είναι εν παντί χρόνω ίσον προς τριάκοντα τουλάχιστον επί τοις εκατόν της αξίας του ολικού ποσού των εν κυκλοφορία τραπεζογραμματίων και νομισμάτων και των υποχρεώσεων όψεως της Τραπέζης.
Νοείται ότι εις περίπτωσιν καθ’ ην οιονδήποτε των εν κυκλοφορία νομισμάτων περιέχει χρυσόν ή άργυρον, η αξία της εις χρυσόν ή άργυρον περιεκτικότητος αυτού, δύναται να αφαιρήται εκ της αντιστοίχου ονομαστικής αυτού αξίας.
(2) Εάν το καθοριζόμενον εν άρθρω 27 απόθεμα ενδέχεται να υποστή μείωσιν κατά τοιούτον τρόπον ώστε να θέση εν κινδύνω την κατάστασιν των αποθεμάτων της Τραπέζης, η Τράπεζα οφείλει να υποβάλη προς το Υπουργικόν Συμβούλιον διά του Υπουργού έκθεσιν περί των αιτίων άτινα δυνατόν να οδηγήσωσιν εις την τοιαύτην μείωσιν των αποθεμάτων και να προτείνη μέτρα άτινα κατά την κρίσιν αυτής πιθανόν να θεραπεύσωσι την κατάστασιν.
- 48/1963
- 10/1979