ΜΕΡΟΣ VIII ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
Η Τράπεζα ως τραπεζίτης, κ.λ.π., της Κυβερνήσεως

46.-(1) Εκτός οσάκις ο Υπουργός άλλως ήθελεν ορίσει προς το δημόσιον συμφέρον αναφορικώς προς ωρισμένας οικονομικάς συναλλαγάς, η Τράπεζα ενεργεί ως οικονομικός πράκτωρ και τραπεζίτης της Κυβερνήσεως.

(2) Η Τράπεζα δύναται ωσαύτως να ασκή αρμοδιότητας οικονομικού πράκτορος και τραπεζίτου δι’ οιανδήποτε Κοινοτικήν Συνέλευσιν, δι’ οιονδήποτε δήμον ή νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου εν τη Δημοκρατία, συμφώνως προς ειδικάς διευθετήσεις γενομένας μεταξύ της Τραπέζης και της οικείας Κοινοτικής Συνελεύσεως, ή του οικείου δήμου, ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, και εντός των καθορισθέντων διά των τοιούτων διευθετήσεων πλαισίων.

Καθήκοντα Τραπέζης ως τραπεζίτου, κ.λ.π., δυνάμει του άρθρου 46

47. Η Τράπεζα εν τη ιδιότητι αυτής ως οικονομικού πράκτορος και τραπεζίτου της Κυβερνήσεως-

(α) είναι, τηρουμένων των εν άρθρω 63 διατάξεων, ο επίσημος θεματοφύλαξ της Κυβερνήσεως, και δέχεται καταθέσεις, και ενεργεί πληρωμάς διά λογαριασμόν της Κυβερνήσεως:

Νοείται ότι η Τράπεζα δύναται, μετά προηγουμένην γνωμοδότησιν του Υπουργού, να επιλέξη τραπέζας ή εξουσιοδοτημένα οικονομικά ιδρύματα, ίνα ενεργώσιν εν ονόματι και διά λογαριασμόν αυτής, ως επίσημοι θεματοφύλακες της Κυβερνήσεως εις τόπους ένθα η Τράπεζα δεν έχει υποκαταστήματα˙

(β) είναι ο διαχειριστής των διαφόρων ταμείων του δημοσίου, συμφώνως προς διευθετήσεις αίτινες ήθελον γενή μεταξύ της Τραπέζης και του Υπουργού˙

(γ) τηρουμένων των διευθετήσεων των γενομένων μεταξύ της Τραπέζης και της Κυβερνήσεως, ή των υπηρεσιών αυτής, ή της οικείας Κοινοτικής Συνελεύσεως, του οικείου δήμου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, είναι ο διαχειριστής του δημοσίου χρέους, περιλαμβανομένης της εκδόσεως και της εξυπηρετήσεως ομολογιών και ετέρων χρεωγράφων της Κυβερνήσεως και ιδρυμάτων αυτής, Κοινοτικής τινος Συνελεύσεως, δήμου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου εν τη Δημοκρατία˙

(δ) πληρώνει, διαβιβάζει, εισπράττει ή θέτει υπό την νόμιμον αυτής φύλαξιν χρήματα εν τη Δημοκρατία ή εν τη αλλοδαπή˙

(ε) αγοράζει, πωλεί, μεταβιβάζει, ή θέτει υπό την νόμιμον αυτής φύλαξιν επιταγάς, συναλλαγματικάς και χρεώγραφα˙

(στ) εισπράττει παν ποσόν, συγκείμενον εκ κεφαλαίου, ή τόκων, όπερ ήθελε προκύψει εκ της διά λογαριασμόν της Κυβερνήσεως γενομένης πωλήσεως χρεωγράφων ή ετέρων περιουσιακών στοιχείων, ή παν τοιούτον ποσόν όπερ ήθελε περιέλθει εις την Κυβέρνησιν ως εκ της κατοχής χρεωγράφων ή ετέρων περιουσιακών στοιχείων˙

(ζ) αγοράζει, πωλεί, μεταβιβάζει, ή λαμβάνει υπό την φύλαξιν αυτής χρυσόν, άργυρον και εξωτερικόν συνάλλαγμα.

Ουδείς τόκος καταβάλλεται υπό της Τραπέζης και ουδεμία πληρωμή καταβάλλεται αυτή

48.-(1) Η Τράπεζα ουδένα τόκον καταβάλλει επί καταθέσεων άτινας κρατεί συμφώνως τη παραγράφω (α) του άρθρου 47.

(2) Εκτός εάν άλλως συμφωνηθή, η Τράπεζα ουδεμίαν αμοιβήν λαμβάνει διά τας παρεχομένας τη Κυβερνήσει υπηρεσίας.

Χορηγήσεις προς την Κυβέρνησιν

49.-(1) H Tράπεζα διά να αντισταθμίση τας μεταξύ εισπράξεων και πληρωμών της Κυβερνήσεως υφισταμένας διακυμάνσεις, δύναται να παρέχη εις την Κυβέρνησιν απ’ ευθείας χορηγήσεις.

(2) Το ποσόν των τοιούτων εν εκκρεμότητι χορηγήσεων εν ουδενί χρόνω δύναται να υπερβαίνη τα είκοσι πέντε επί τοις εκατόν των προϋπολογισμένων τακτικών εσόδων της Κυβερνήσεως, διά το οικονομικόν έτος καθ’ ο πρόκειται να διενεργηθή η χορήγησις.

Νοείται ότι από την ημέρα έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 1993 το πιο πάνω ποσοστό του είκοσι πέντε επί τοις εκατόν αυξάνεται σε σαράντα επί τοις εκατόν και από την 1η Μαρτίου 1993 μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 1994 το πιο πάνω ποσοστό αυξάνεται σε σαράντα δύο και μισό επί τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1995 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1995 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε σαράντα επί τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1996 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1996 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε τριάντα οκτώ τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1997 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1997 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται στο τριάντα έξι τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1998 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2002 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε τριάντα τέσσερα τοις εκατόν.

(3) Αι τοιαύται απ’ ευθείας χορηγήσεις είναι αποπληρωτέαι ουχί βραδύτερον των εξ μηνών των επομένων του τέλους του οικονομικού έτους της Δημοκρατίας.

Γραμμάτια του Δημοσίου και έτερα Κρατικά Χρεώγραφα

50.-(1) Η Τράπεζα δύναται να αγοράζη διαπραγματεύσιμα γραμμάτια του Δημοσίου έχοντα χρόνον λήξεως ουχί πέραν των δώδεκα μηνών από της ημερομηνίας κτήσεως αυτών παρά της Τραπέζης.

(2) Εν ουδενί χρόνω το ποσόν των τοιούτων γραμματίων του Δημοσίου περιλαμβανομένων των κρατουμένων υπό της Τραπέζης ως επιβοηθητική ασφάλεια συμφώνως τη παραγράφω (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 42, δύναται να υπερβαίνει τα τριάκοντα επί τοις εκατόν των προϋπολογισμένων τακτικών εσόδων της Κυβερνήσεως.

Νοείται ότι από την ημέρα έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 1993 το πιο πάνω ποσοστό του τριάντα επί τοις εκατόν αυξάνεται σε σαράντα πέντε επί τοις εκατόν και από την 1η Μαρτίου 1993 μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 1994 το πιο πάνω ποσοστό αυξάνεται σε σαράντα επτά και μισό επί τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1995 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1995 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε σαράντα πέντε επί τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1996 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1996 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε σαράντα τρία τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1997 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1997 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται στο σαράντα ένα τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1998 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2002 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε τριάντα εννέα τοις εκατόν.

(3) Η Τράπεζα δύναται να πωλή και επαναγοράζη κρατικά χρεώγραφα άτινα, δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 64, η Τράπεζα θα αναλάβη εκ του Ταμείου Καλύμματος Χαρτονομίσματος, δύναται δε να πωλή και αγοράζη κρατικά χρεώγραφα, και κρατικά ηγγυημένα χρεώγραφα, άτινα προσεφέρθησαν δημοσίως προς πώλησιν:

Νοείται ότι το ολικόν ποσόν των τοιούτων χρεωγράφων άτινα κατά κυριότητα ανήκουσι τη Τραπέζη, εν ουδενί χρόνω δύναται να υπερβαίνη το ποσόν των κρατικών χρεωγράφων άτινα ανέλαβεν εκ του Ταμείου Καλύμματος Χαρτονομίσματος δυνάμει του άρθρου 64 κατά ποσοστόν μείζον των είκοσι επί τοις εκατόν του συνόλου των υποχρεώσεων όψεως της Τραπέζης.

Νοείται ότι από την ημέρα έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 1993 το πιο πάνω ποσοστό του είκοσι επί τοις εκατόν αυξάνεται σε τριάντα πέντε επί τοις εκατόν και από την 1η Μαρτίου του 1993 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1994 το πιο πάνω ποσοστό αυξάνεται σε τριάντα επτά και μισό επί τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1995 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1995 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε τριάντα επί τοις εκατόν από δε την 1η Ιανουαρίου 1996 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1996 το εν λόγω ποσοστό περιορίζεται σε είκοσι πέντε τοις εκατόν.

Συμβουλαί προς την Κυβέρνησιν

51.-(1) Η Τράπεζα δύναται να παρέχη συμβουλάς προς την Κυβέρνησιν και τον Υπουργόν επί παντός ζητήματος όπερ κατα την γνώμην αυτής ενδέχεται να επηρεάση την επίτευξιν των σκοπών της Τραπέζης, ως ούτοι καθορίζονται εν άρθρω 4.

(2) Η Κυβέρνησις και ο Υπουργός δύνανται να ζητήσωσι παρά της Τραπέζης όπως παράσχη αυτοίς στοιχεία και συμβουλάς επί ειδικών μέτρων, συνθηκών ή συναλλαγών, ή επί της εν γένει καταστάσεως του χρήματος και του τραπεζικού συστήματος.