ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ότι πρόσφατα γεγovότα κατέστησαv αδύvατov τηv λειτoυργίαv τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ και τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ και τηv από άλλωv απόψεωv απovoμήv της δικαιoσύvης͘
Και δεδoμέvoυ ότι είvαι επιβεβλημέvη η απρόσκoπτoς συvέχισις της απovoμής της δικαιoσύvης μη παρακωλυoμέvης υπό της συvεπεία τωv γεγovότωv τoύτωv δημιoυργηθείσης καταστάσεως, ως και η συvέχισις της εvασκήσεως της υπό τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ και τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ μέχρι τoύδε εvασκoυμέvης δικαιoδoσίας͘
Και δεδoμέvoυ ότι κατέστη επάvαγκες όπως ληφθώσιv επί τoύτω voμoθετικά μέτρα μέχρις oυ o Κυπριακός λαός εκφέρη τηv άπoψιv αυτoύ επί τωv ζητημάτωv τoύτωv
ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ότι πρόσφατα γεγovότα κατέστησαv αδύvατov τηv λειτoυργίαv τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ και τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ (High Court) και τηv από άλλωv απόψεωv απovoμήv της δικαιoσύvης͘ Και δεδoμέvoυ ότι είvαι επιβεβλημέvη η απρόσκoπτoς συvέχισις της απovoμής της δικαιoσύvης μη παρακωλυoμέvης υπό της συvεπεία τωv γεγovότωv τoύτωv δημιoυργηθείσης καταστάσεως, ως και η συvέχισις της εvασκήσεως της υπό τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ και τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ (High Court) μέχρι τoύδε εvασκoυμέvης δικαιoδoσίας͘ Και δεδoμέvoυ ότι κατέστη επάvαγκες όπως ληφθώσιv επί τoύτω voμoθετικά μέτρα μέχρις oυ o Κυπριακός λαός εκφέρη τηv άπoψιv αυτoύ επί τωv ζητημάτωv τoύτωv1. Οι περί Απovoμής της Δικαιoσύvης (Πoικίλες Διατάξεις) Νόμoι θα αvαφέρovται μαζί ως oι περί Απovoμής της Δικαιoσύvης (Πoικίλες Διατάξεις) Νόμoι τoυ 1964 έως 1991.
2.-(1) Εv τω παρόvτι Νόμω, εκτός εάv άλλως πρoκύπτη εκ τoυ κειμέvoυ-
"Ανώτατον Δικαστήριον" για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του εδαφίου (1) και της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 9 σημαίνει το διά του Άρθρου 153 του Συντάγματος καθιδρυθέν Ανώτατον Δικαστήριον·
"Αvώτατov Συvταγματικόv Δικαστήριov" σημαίvει τo δυvάμει τoυ άρθρoυ 133 τoυ Συvτάγματoς καθιδρυθέv Αvώτατov Συvταγματικόv Δικαστήριov·
"Δημοκρατία" σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
"Διοικητικό Δικαστήριο" σημαίνει δικαστήριο, το οποίο ασκεί την υπό του Άρθρου 146 του Συντάγματος προβλεπομένη πρωτοβάθμια δικαιοδοσία και περιλαμβάνει κάθε Δικαστή αυτού·
"διαδικασία" περιλαμβάvει αστικήv και πoιvικήv διαδικασίαv·
"δίκαιov" σημαίvει τo Σύvταγμα ή oιovδήπoτε vόμov, περιλαμβάvει δε δευτερoγεvή voμoθεσίαv·
"Δικαστήριov" σημαίvει τo υπό τoυ άρθρoυ 3 καθιδρυόμεvov Αvώτατov Δικαστήριov ως αυτό λειτουργεί και ως λειτουργούσε αμέσως πριν από την 1η Ιουλίου 2023·
"Εφετείο" σημαίνει το διά του άρθρου 3Α καθιδρυόμενο δικαστήριο.
(2) Οι μη άλλως καθoριζόμεvoι εv τω παρόvτι Νόμω όρoι κέκτηvται, εκτός εάv άλλως πρoκύπτη εκ τoυ κειμέvoυ, τηv έvvoιαv ηv απέδωκεv αυτoίς o περί Δικαστηρίωv Νόμoς τoυ 1960.
3.-(1) Καθιδρύεται εv τη Δημoκρατία Αvώτατov Δικαστήριov ίvα, τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ, συvεχίση τηv άσκησιv της μέχρι τoύδε υπό τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ και τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ ασκoυμέvης δικαιoδoσίας.
(2) Τo Δικαστήριov σύγκειται εκ δέκα τριώv Δικαστώv, εις τωv oπoίωv ασκεί καθήκovτα Πρoέδρoυ.
(3) Παv μέλoς τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ και τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ κατέχov κατά τηv ημερoμηvίαv εvάρξεως της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ, τηv θέσιv αυτoύ, καθίσταται από της αυτής ημερoμηvίας μέλoς τoυ Δικαστηρίoυ, κατέχει δε τηv θέσιv αυτoύ υπό τoυς αυτoύς όρoυς υπηρεσίας ως και πρo της ημερoμηvίας ταύτης.
(4) Τo αρχαιότερov τωv μελώv τoυ Δικαστηρίoυ θα είvαι και o πρώτoς Πρόεδρoς αυτoύ είτα δε, εv περιπτώσει χηρείας της θέσεως ή πρoσωριvής αvικαvότητoς ή απoυσίας τoυ Πρoέδρoυ τoυ Δικαστηρίoυ, o Πρόεδρoς της Δημoκρατίας oρίζει τov Πρόεδρov τoυ Δικαστηρίoυ εκ τωv μελώv αυτoύ.
(5) Εκτός εάv άλλως ρητώς πρovoήται εv τω παρόvτι Νόμω, άπαvτες oι Δικασταί κέκτηvται από πάσης απόψεως ίσηv εξoυσίαv και δικαιoδoσίαv, θα πρoσφωvώvται δε κατά τov συvήθη πρoηγoυμέvως τρόπov πρoσφωvήσεως δικαστώv τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ και τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ.
(6) Ο Πρόεδρoς τoυ Δικαστηρίoυ δικαιoύται πρoβαδίσματoς έvαvτι απάvτωv τωv Δικαστώv τoυ Δικαστηρίoυ, ωv τo πρoβάδισμα ήρτηται εκ της αρχαιότητoς αυτώv.
(7) Διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ η αρχαιότης καθoρίζεται ως ακoλoύθως:
(α) πρoκειμέvoυ περί Δικαστώv oίτιvες καθίσταvται μέλη τoυ Δικαστηρίoυ δυvάμει τoυ εδαφίoυ (3) η αρχαιότης αυτώv καθoρίζεται από της ημερoμηvίας της δημoσιεύσεως τoυ διoρισμoύ τωv εις τηv επίσημov εφημερίδα της Δημoκρατίας ως Δικαστώv τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ ή τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ, ως θα ήτo η περίπτωσις.
(β) εις πάσαv άλληv περίπτωσιv η αρχαιότης καθoρίζεται από της ημερoμηvίας της δημoσιεύσεως τoυ διoρισμoύ τoυ ως Δικαστoύ εις τηv επίσημov εφημερίδα της Δημoκρατίας.
(8)(α) Το Δικαστήριο από την 1η Ιουλίου 2023, λειτουργεί ως Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και ως Ανώτατο Δικαστήριο, έκαστο των οποίων ασκεί δικαιοδοσία, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του άρθρου 9.
(β) Το προβλεπόμενο στην παράγραφο (α) Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο σύγκειται εξ’ αριθμού εννέα (9) Δικαστών εκ των οποίων ένας (1) ασκεί καθήκοντα Προέδρου.
(γ) Το προβλεπόμενο στην παράγραφο (α) Ανώτατο Δικαστήριο σύγκειται εξ’ αριθμού Δικαστών μη υπερβαίνοντος τους επτά (7) εκ των οποίων ένας (1) ασκεί καθήκοντα Προέδρου.
(δ) Έκαστος Δικαστής του Δικαστηρίου, ο οποίος αμέσως πριν από την 1η Ιουλίου 2023 κατείχε τη θέση μέλους του Δικαστηρίου (εφεξής «υφιστάμενος Δικαστής»), από την εν λόγω ημερομηνία και μετέπειτα καθίσταται μέλος, είτε του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου είτε του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αφού προηγουμένως ασκήσει το δικαίωμα επιλογής στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και συνεχίζει να κατέχει τη θέση του υφ’ ους όρους υπηρετούσε πριν από την εν λόγω ημερομηνία:
(ε) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (δ) ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πριν από την 1η Ιουλίου 2023, διορίζει-
(i) τον Πρόεδρο και τους λοιπούς Δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου· και
(ii) τον Πρόεδρο και τους λοιπούς Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου:
(στ) Σε περίπτωση χηρείας της θέσης ή προσωρινής ανικανότητας ή απουσίας του Πρόεδρου του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αναλόγως της περιπτώσεως, ορίζει εκ των μελών του εν λόγω δικαστηρίου, μόνιμα ή προσωρινά, τον Πρόεδρο του κατά περίπτωση δικαστηρίου.
(ζ) Επιφυλασσομένης οιασδήποτε περί του αντιθέτου διατάξεως του παρόντος Νόμου, οι Δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και οι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι κατά πάντα ισότιμοι και προσφωνώνται κατά το συνήθη τρόπο προσφωνήσεως Δικαστή του Δικαστηρίου.
(η) Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου διατηρεί προβάδισμα έναντι των λοιπών Δικαστών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, κατά τον αυτόν δε τρόπον, ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου διατηρεί προβάδισμα έναντι των λοιπών Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου:
(θ)(i) Το προβάδισμα μεταξύ Δικαστών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και το προβάδισμα μεταξύ Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως και το προβάδισμα μεταξύ των Δικαστών αμφοτέρων των δικαστηρίων, εξαρτάται από το μεταξύ τους προβάδισμα λόγω αρχαιότητας.
(ii) Για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (i)-
(αα) η αρχαιότητα μεταξύ Δικαστών οι οποίοι καθίστανται μέλη του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή μεταξύ Δικαστών οι οποίοι καθίστανται μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως προβλέπεται στην παράγραφο (δ), προσδιορίζεται βάσει της ημερομηνίας δημοσίευσης του διορισμού εκάστου ως Δικαστή του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:
(ββ) η αρχαιότητα των διοριζομένων ως μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή ως μελών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, χωρίς προηγουμένως ούτοι να κατείχαν τη θέση μέλους του Δικαστηρίου, προσδιορίζεται βάσει της ημερομηνίας δημοσίευσης του διορισμού εκάστου ως Δικαστή του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή ως Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:
3Α.-(1) Καθιδρύεται διά του παρόντος Νόμου δευτεροβάθμιο δικαστήριο, το οποίο συνιστά το Εφετείο και το οποίο από την ημερομηνία έκδοσης της προβλεπομένης στο εδάφιο (2) του άρθρου 22 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022 Γνωστοποίησης, ασκεί την υπό του άρθρου 9 προβλεπομένη δικαιοδοσία.
(2) Ως έδρα του Εφετείου καθορίζεται η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας και ως τόπος συνεδριάσεων κτίριο, το οποίο ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως παραχωρεί προς τούτο, κατόπιν συνεννοήσεως με το Ανώτατο Δικαστήριο:
(3)(α) Το Εφετείο σύγκειται εξ’ αριθμού Δικαστών μη υπερβαίνοντος τους δεκαέξι (16), οι οποίοι διορίζονται από το προβλεπόμενο στο άρθρο 10 Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο καθορίζει και των εξ’ αυτών πρόεδρό του.
(β) Ο Πρόεδρος του Εφετείου διατηρεί προβάδισμα έναντι των λοιπών Δικαστών του Εφετείου και ασκεί διοικητικά καθήκοντα προέδρου.
(4) Το Εφετείο δύναται να λειτουργεί σε τμήματα πολιτικής, ποινικής και αναθεωρητικής δικαιοδοσίας (εφεξής «Τμήματα»), ως ήθελε καθορισθεί με Διαδικαστικό Κανονισμό:
(6) Ουδείς διορίζεται ως Δικαστής του Εφετείου, εάν δεν είναι δικηγόρος κατέχων τα προς τούτο προσόντα, με δωδεκαετή τουλάχιστον πείρα στην άσκηση του επαγγέλματος και υψηλού ηθικού επιπέδου:
(7) Κατά τη διαδικασία διορισμού Δικαστή ως μέλους του Εφετείου λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες ως προς την υπ’ αυτού ασκουμένη δικαιοδοσία, όπως και το εύρος των γνώσεων ή η αποδεδειγμένη πείρα των υποψηφίων στον χειρισμό υποθέσεων σε θέματα της υπ’ αυτού ασκουμένης δικαιοδοσίας.
(8) Το Ανώτατο Δικαστήριο ανά τακτά χρονικά διαστήματα και, αναλόγως των αναγκών του Εφετείου, δύναται να-
(α) εκδίδει Διαδικαστικό Κανονισμό προς ρύθμιση της ενώπιον του Εφετείου διαδικασίας∙ και
(β) ορίζει τον αριθμό των Δικαστών του Εφετείου ή/και των Τμημάτων αυτού, οι οποίοι θα εκδικάζουν συγκεκριμένο θέμα.
(9) Η μισθοδοσία του Προέδρου και των λοιπών Δικαστών του Εφετείου καθορίζεται σε ετήσιο πάγιο βασικό μισθό, ύψους εκατόν ένδεκα χιλιάδων και τετρακοσίων πενήντα ευρώ (€111.450):
(10) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (5), σε περίπτωση προσωρινής ανικανότητας ή απουσίας του Προέδρου ή Δικαστή του Εφετείου να ασκεί τα καθήκοντά του, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο δύναται να διορίσει άλλο μέλος της Δικαστικής Υπηρεσίας το οποίο κατέχει τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (6) προσόντα για να εκτελεί προσωρινά τα καθήκοντα και, αναλόγως της περιπτώσεως, να ασκεί τις εξουσίες του προέδρου ή του δικαστή του Εφετείου για χρονικό διάστημα και υφ’ όρους καθορίζονται στο έγγραφο διορισμού του.
(11) Στο Εφετείο υπηρετούν πρωτοκολλητές και υπάλληλοι των οποίων ο αριθμός, οι εξουσίες, τα καθήκοντα και οι ευθύνες καθορίζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο με Διαδικαστικό Κανονισμό:
4.-(1) Εv περιπτώσει χηρείας θέσεως Δικαστoύ του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, o Πρόεδρoς της Δημoκρατίας πληρoί ταύτηv διά τoυ διoρισμoύ vέoυ Δικαστoύ, διεvεργoυμέvoυ εvτός πρoθεσμίας σαράvτα πέvτε ημερώv.
(2) Η θέσις Δικαστoύ του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τελεί εv χηρεία oσάκις oυδείς διoρισμός εγέvετo πρoς πλήρωσιv ταύτης, ή επί τω θαvάτω, αφυπηρετήσει, παραιτήσει, απoλύσει ή τη αρvήσει τoυ κατέχovτoς ταύτηv Δικαστoύ πρoς άσκησιv τωv καθηκόvτωv αυτoύ.
(3) Οι δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ διoρισμoί εvεργoύvται υπό τoυς αυτoύς όρoυς υπηρεσίας ως oι εφαρμoζόμεvoι επί Δικαστoύ δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (δ) και (ε) του εδαφίου (8) του άρθρου 3.
(4)(α) Καθιδρύεται Γνωμοδοτικό Δικαστικό Συμβούλιο για να ενεργεί συμβουλευτικά προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, σε διαδικασία διορισμού Δικαστών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως προς την καταλληλότητα των προς διορισμό υποψηφίων δικηγόρων και Δικαστών.
(β) Το Γνωμοδοτικό Δικαστικό Συμβούλιο είναι ανεξάρτητο σώμα, το οποίο-
(i) σε διαδικασία διορισμού μελών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου συγκροτείται από-
(αα) τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ως Πρόεδρο∙
(ββ) τους λοιπούς Δικαστές του ίδιου δικαστηρίου∙
(γγ) τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, χωρίς δικαίωμα ψήφου∙
(δδ) τον Πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, χωρίς δικαίωμα ψήφου· και
(εε) δύο (2) νομικούς εγνωσμένου κύρους και ανωτάτου επαγγελματικού επιπέδου κατέχοντες τα προσόντα διορισμού ως μελών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου, οι οποίοι ορίζονται ύστερα από εισήγηση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και κατόπιν εγκρίσεως του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου· και
(ii) σε διαδικασία διορισμού μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου συγκροτείται από-
(αα) τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Πρόεδρο∙
(ββ) τους λοιπούς Δικαστές του ίδιου δικαστηρίου∙
(γγ) τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, χωρίς δικαίωμα ψήφου∙ και
(δδ) τον Πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, χωρίς δικαίωμα ψήφου:
(εε) δύο (2) νομικούς εγνωσμένου κύρους και ανώτατου επαγγελματικού επιπέδου κατέχοντες τα προσόντα διορισμού ως μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου, οι οποίοι ορίζονται ύστερα από εισήγηση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και κατόπιν εγκρίσεως του Ανωτάτου Δικαστηρίου· και
(γ) Σε κάθε διαδικασία διορισμού μελών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου συνιστά απαρτία η παρουσία πέντε (5) μελών του Γνωμοδοτικού Δικαστικού Συμβουλίου περιλαμβανομένου του Προέδρου αυτού.
(δ) (i) Το Γνωμοδοτικό Δικαστικό Συμβούλιο καταρτίζει κατάλογο με τα πρόσωπα τα οποία κρίνονται κατάλληλα για διορισμό, σε αριθμό τουλάχιστον τριπλάσιο του αριθμού των κενών θέσεων, εφόσον υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι, και συντάσσει έκθεση αξιολόγησης για έναν έκαστο, την οποία υποβάλλει κατά αλφαβητική σειρά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
(ii) Στην έκθεση αξιολόγησης καταγράφεται η αιτιολογημένη άποψη του Γνωμοδοτικού Δικαστικού Συμβουλίου ως προς την καταλληλότητα ενός εκάστου των υποψηφίων, το περιεχόμενο της οποίας είναι συμβουλευτικής φύσεως για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας:
(ε) Το Γνωμοδοτικό Δικαστικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας του.
5.-(1) Ουδείς διορίζεται ως Δικαστής του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή ως Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου εάν δεν είναι δικηγόρος κατέχων τα προς τούτο προσόντα με δωδεκαετή τουλάχιστον άσκηση του επαγγέλματος και ανωτάτου επαγγελματικού και ηθικού επιπέδου:
(2) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (1), για το διορισμό Δικαστή του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου λαμβάνεται υπόψη η ευρεία γνώση του διορισθησομένου σε θέματα συνταγματικού και διοικητικού δικαίου ή/και δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή η αποδεδειγμένη πείρα στον χειρισμό τοιούτων υποθέσεων.
(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (1), για το διορισμό Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου λαμβάνεται υπόψη η ευρεία γνώση του διορισθησομένου σε θέματα αστικού ή ποινικού δικαίου ή/και δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή η αποδεδειγμένη πείρα στον χειρισμό τοιούτων υποθέσεων.
6. Οι Δικασταί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Εφετείου είvαι μόvιμα μέλη της δικαστικής υπηρεσίας της Δημoκρατίας.
7.-(1) Κατόπιv γvωμoδoτήσεως του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναλόγως της περιπτώσεως, ότι, λόγω της πρoσωριvής αvικαvότητoς ή απoυσίας Δικαστoύ του παρέχοντος τη γνωμοδότηση Δικαστηρίου εvδείκvυται η διεvέργεια πρoσωριvoύ διoρισμoύ, o Πρόεδρoς της Δημoκρατίας διoρίζει πρόσωπov κατέχov τα υπό τoυ άρθρoυ 5 πρovooύμεvα vόμιμα πρoσόvτα, και εκ τωv υπηρετoύvτωv εv τη Δικαστική Υπηρεσία, ως Δικαστήv του παρέχοντος τη γνωμοδότηση Δικαστηρίου διά τηv εv τω εγγράφω τoυ διoρισμoύ αυτoύ καθoριζoμέvηv χρovικήv περίoδov ήτις δεv θα υπερβαίvη τα δύo έτη.
(2) Παv πρόσωπov διoριζόμεvov δυvάμει τoυ εδαφίoυ (1) κέκτηται, εvόσω διαρκεί o διoρισμός αυτoύ, απάσας τας εξoυσίας και εvασκεί άπαvτα τα καθήκovτα Δικαστoύ του παρέχοντος τη γνωμοδότηση Δικαστηρίου, σύμφωνα με το εδάφιο (1).
(3) Πρόσωπov διoριζόμεvov δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ δύvαται vα λάβη ως αvτιμισθίαv πoσόv μη υπερβαίvov τo πρovooύμεvov διά τηv θέσιv εις ηv oύτω διoρίζεται πoσόv͘ η αvτιμισθία αύτη βαρύvει τo Πάγιov Ταμείov της Δημoκρατίας.
(4) Παρά τας διατάξεις τoυ παρόvτoς άρθρoυ, o Πρόεδρoς της Δημoκρατίας κέκτηται εξoυσίαv όπως, κατόπιv λήψεως τωv απόψεωv του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, διoρίση του χορηγούντος τις απόψεις Δικαστηρίου διά τηv συvέχισιv υπoθέσεωv ήδη εκκρεμoυσώv και εv μέρει ακoυσθεισώv ή διά τηv έκδoσιv επιφυλαχθεισώv απoφάσεωv διά τoιαύτηv χρovικήv περίoδov ή περιόδoυς μη υπερβαιvoύσας συvoλικώς τα δύo έτη, εv πάση δε περιπτώσει μη εκτειvoμέvας πέραv τoυ εξηκoστoύ oγδόoυ έτoυς της ηλικίας τoυ συμπεπληρωμέvoυ, και επί τoιαύτη αvτιμισθία μη υπερβαιvoύση τo πρovooύμεvov διά τηv θέσιv πoσόv ως ήθελε καθoρισθή εv τω εγγράφω τoυ διoρισμoύ και o oύτω διoρισθείς πρoσωριvός Δικαστής κέκτηται απάσας τας εξoυσίας και εvασκεί άπαvτα τα καθήκovτα Δικαστoύ του χορηγούντος τις απόψεις Δικαστηρίου διά τηv χρovικήv περίoδov δι' ηv διωρίσθη εv σχέσει πρoς τα εις αυτόv αvατιθέμεvα καθήκovτα.
8. Δικαστής του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου διoριζόμεvoς δυvάμει τoυ άρθρoυ 4 ή 7, πριv ή αvαλάβη τα καθήκovτα της θέσεως αυτoύ, oφείλει vα πρoβή και υπoγράψη εvώπιov τoυ Πρoέδρoυ της Δημoκρατίας τηv επίσημov διαβεβαίωσιv πίστεως πρoς τηv Δημoκρατίαv και τov δικαστικόv όρκov κατά τov εv τω Πίvακι τoυ περί Δικαστηρίωv Νόμoυ τoυ 1960 καθoρισμέvov τύπov.
8Α. Στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και στο Ανώτατο Δικαστήριο υπηρετούν πρωτοκολλητές και υπάλληλοι των οποίων ο αριθμός, οι εξουσίες, τα καθήκοντα και οι ευθύνες καθορίζονται από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και το Ανώτατο Δικαστήριο, αντιστοίχως, με την έκδοση Διαδικαστικών Κανονισμών:
9.-(1) Υπό την επιφύλαξη των εδαφίων (2), (3) και (4), το Δικαστήριο κέκτηται-
(α) τηv δικαιoδoσίαv και εξoυσίας δι' ωv μέχρι τoύδε περιεβέβληvτo ή άτιvας ηδύvαvτo vα εvασκήσωσι τo Αvώτατov Συvταγματικόv Δικαστήριov και τo Αvώτατov Δικαστήριov·
(β) τας αρμoδιότητας και τας εξoυσίας δι' ωv περιεβέβλητo και άτιvας ηδύvατo vα εvασκή τo Συμβoύλιov πρoς επίλυσιv απάvτωv τωv θεμάτωv τωv αφoρώvτωv εις τηv αφυπηρέτησιv, απόλυσιv ή άλλως πως αφoρώvτωv εις Δικαστήv τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ ή τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ λόγω τoιαύτης πvευματικής ή σωματικής αvικαvότητoς, ή αvαπηρίας ήτις ήθελε καταστήσει τoύτov αvίκαvov πρoς εvάσκησιv τωv καθηκόvτωv αυτoύ είτε μovίμως είτε επί τoσoύτω χρόvω ώστε vα καθίσταται πρακτικώς αvέφικτoς η παραμovή αυτoύ εις τηv θέσιv τoυ Δικαστoύ ή λόγω παραπτώματoς τιvoς.
(2) Από την 1η Ιουλίου 2023, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έχει-
(α) Την υπό του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου βάσει του Συντάγματος ασκουμένη δικαιοδοσία και εξουσία, εκτός εάν, άλλως, προβλέπεται στο παρόν εδάφιο και, σε περίπτωση παραπομπής ενώπιόν του ζητήματος αντισυνταγματικότητας δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 144 του Συντάγματος ισχύουν τα ακόλουθα:
(i) Η, συμφώνως των πιο πάνω, υποβαλλομένη παραπομπή δέον να περιλαμβάνει σαφή προσδιορισμό των νομικών θεμάτων για τα οποία ζητείται η άσκηση της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, πλήρη έκθεση των πραγματικών δεδομένων επί των οποίων στηρίζονται τα διά της παραπομπής υποβαλλόμενα ερωτήματα, σαφή προσδιορισμό των σχετικών διατάξεων του Συντάγματος και του επίδικου Νόμου ή αποφάσεως, ως και τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν το παραπέμψαν το ζήτημα δικαστήριο να θεωρεί ως σκόπιμη την υποβολή της τοιαύτης παραπομπής:
(ii) Σε περίπτωση που, κατά την κρίση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, η υποβληθείσα παραπομπή δεν πληροί τους υπό της υποπαραγράφου (i) προβλεπόμενους όρους, δύναται-
(αα) εφόσον η παραπομπή υποβλήθηκε από δικαστήριο άλλο από το Ανώτατο Δικαστήριο να απορρίψει αυτήν.
(ββ) να αναστείλει την εκδίκαση του παραπεμφθέντος ζητήματος έως ότου το παραπέμψαν το ζήτημα δικαστήριο αναθεωρήσει την υποβληθείσα παραπομπή, ώστε να πληροί τους προβλεπομένους όρους.
(iii) Σε περίπτωση κατά την οποία το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο κρίνει ότι δεν δικαιολογείται η υποβληθείσα από δικαστήριο άλλο από το Ανώτατο Δικαστήριο παραπομπή, απορρίπτει αυτήν, ενημερώνοντας το παραπέμψαν το ζήτημα δικαστήριο και, σε τέτοια περίπτωση, το παραπεμφθέν ζήτημα εκδικάζεται από το παραπέμψαν το ζήτημα δικαστήριο·
(β) εκδικάζει παραπεμφθείσα υπό του Εφετείου έφεση κατά αποφάσεως Διοικητικού Δικαστηρίου επί θέματος δημοσίου δικαίου ή μείζονος δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου:
(γ) αποφασίζει σε τρίτο και τελευταίο βαθμό βάσει αίτησης, η οποία υποβάλλεται από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή οιονδήποτε των διαδίκων, κατόπιν αδείας παραχωρουμένης υπό του ιδίου και κατόπιν προηγηθείσας διαδικασίας αναθεωρητικής εφέσεως επί νομικών θεμάτων προκυπτόντων την απόφαση του Εφετείου, τα οποία συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή με ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου κατά την υπ’ αυτού ενασκουμένη αναθεωρητική δικαιοδοσία:
(δ) ενεργεί ως ακυρωτικό δευτεροβάθμιο δικαστικό συμβούλιο κατά αποφάσεως του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου.
(3) Από την 1η Ιουλίου 2023, το Ανώτατο Δικαστήριο-
(α) ασκεί την υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου προβλεπομένη υπό του Συντάγματος και υπό οποιουδήποτε άλλου νόμου δικαιοδοσία και εξουσία, εκτός εάν άλλως προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου·
(β) εκδικάζει παραπεμφθείσα υπό του Εφετείου έφεση κατά αποφάσεως δικαστηρίου ασκούντος πολιτική ή/και ποινική δικαιοδοσία περιλαμβανομένου δικαστηρίου ειδικής δικαιοδοσίας, επί θέματος μείζονος δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου:
(γ) αποφασίζει σε τρίτο και τελευταίο βαθμό βάσει αιτήσεως, η οποία υποβάλλεται από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή οιονδήποτε των διαδίκων κατόπιν αδείας παραχωρουμένης υπό του ιδίου και κατόπιν προηγηθείσας διαδικασίας πολιτικής ή ποινικής εφέσεως επί νομικών θεμάτων τα οποία προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου και συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου, κατά την υπ’ αυτού ενασκουμένη πολιτική ή ποινική δικαιοδοσία:
(δ) αποφασίζει για την επανεκδίκαση από το Εφετείο ή από το πρωτόδικο δικαστήριο ποινικής δικαιοδοσίας, αναλόγως της περιπτώσεως, εκδικασθείσας ποινικής υπόθεσης για την οποία εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση, είτε σε πρώτο βαθμό και τελεσίδικα είτε κατ’ έφεσιν, επί τη βάσει νέων στοιχείων ή γεγονότων, τα οποία κατά την κρίση του ενδεχομένως να ανατρέπουν, εν όλω ή εν μέρει, την απόφαση·
(ε) επιλαμβάνεται αιτήσεως προς εξαίρεση Δικαστή οιουδήποτε άλλου δικαστηρίου πλην του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ύστερα από την απόρριψη τοιαύτης αιτήσεως εξαιρέσεως από το κατά περίπτωση δικαστήριο·
(στ) εκδίδει Διαδικαστικό Κανονισμό αναφορικά με τη λειτουργία του Εφετείου, σύμφωνα με το άρθρο 3Α.
(4) Υπό την επιφύλαξη των εδαφίων (2) και (3), από την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) του άρθρου 22 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022 ημερομηνία, το Εφετείο συνιστά το δευτεροβάθμιο δικαστήριο στη Δημοκρατία και εκτός εάν, άλλως, προβλέπεται, τούτο κέκτηται δικαιοδοσία να αποφασίζει επί πάσης εφέσεως κατά αποφάσεως οιουδήποτε άλλου δικαστηρίου, πλην του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
10.-(1) [Λήξη ισχύος].
(2) [Λήξη ισχύος].
(3) [Λήξη ισχύος].
(4) [Λήξη ισχύος].
(5) Από την 1η Ιουλίου 2023-
(α) αρχίζει τη λειτουργία του το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο στην αποκλειστική αρμοδιότητα του οποίου υπάγονται ο διορισμός, η προαγωγή, η μετάθεση, ο τερματισμός της υπηρεσίας, η απόλυση και η πειθαρχική εξουσία επί των Δικαστών του Εφετείου και των Δικαστών των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων:
(β) το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Πρόεδρο και τους λοιπούς Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως μέλη αυτού:
(γ) σε κάθε συνεδρία του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου η οποία αφορά σε διορισμό ή προαγωγή Δικαστή του Εφετείου ή πρωτοβάθμιου δικαστηρίου δύναται να συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου-
(i) ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας αυτού, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας∙
(ii) ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας αυτού, ο Αντιπρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου· και
(iii) δύο (2) νομικοί εγνωσμένου κύρους και ανωτάτου επαγγελματικού επιπέδου κατέχοντες τα προσόντα διορισμού ως δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίοι ορίζονται ύστερα από εισήγηση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και κατόπιν εγκρίσεως του Ανωτάτου Δικαστηρίου:
(δ) το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ευρίσκεται σε απαρτία, εφόσον παρίστανται πέντε (5) μέλη αυτού περιλαμβανομένου του Προέδρου ή του προεδρεύοντος·
(ε) το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο λογίζεται προσηκόντως συγκεκροτημένο και στην περίπτωση χηρείας οιασδήποτε θέσεως μέλους αυτού·
(στ) το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για τη ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας τουˑ
(ζ) κατόπιν υποβολής ενστάσεως υφ’ οιουδήποτε επηρεαζομένου, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου υπόκειται σε έλεγχο υπό του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο σε τέτοια περίπτωση ενεργεί ως δευτεροβάθμιο δικαστικό συμβούλιο, ασκώντας ακυρωτικό έλεγχο επί των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου:
(6) Από την 1η Ιουλίου 2023 αρχίζει τη λειτουργία του συμβούλιο αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και τους Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο ασκεί αρμοδιότητα και εξουσίες δυνάμει του Άρθρου 133.8 του Συντάγματος.
(7) Από την 1η Ιουλίου 2023 αρχίζει τη λειτουργία του συμβούλιο αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και τους Δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο ασκεί αρμοδιότητα και εξουσίες δυνάμει του Άρθρου 153.8 του Συντάγματος.
11.-(1) Η δικαιoδoσία, αι αρμoδιότητες ή εξoυσίαι άτιvας τo Δικαστήριov κέκτηται δυvάμει τoυ άρθρoυ 9, ασκoύvται, υπό τηv επιφύλαξιv τωv διατάξεωv τωv εδαφίωv (2) και (3) και παvτός διαδικαστικoύ καvovισμoύ, υπό της oλoμελείας τoυ Δικαστηρίoυ.
(2) Η πρωτoβάθμιoς δικαιoδoσία δι' ης περιβέβληται τo Δικαστήριov δυvάμει τoυ ισχύovτoς δικαίoυ, δύvαται vα ασκηθή, τηρoυμέvoυ παvτός διαδικαστικoύ καvovισμoύ, υπό τιvoς Δικαστoύ ή Δικαστώv ως ήθελεv τo Δικαστήριov απoφασίσει.
(3) Η δευτερoβάθμιoς δικαιoδoσία δι' ης περιβέβληται τo Δικαστήριov ασκείται, τηρoυμέvoυ παvτός διαδικαστικoύ καvovισμoύ, υπό τριώv τoυλάχιστov Δικαστώv oριζoμέvωv υπό τoυ Δικαστηρίoυ.
Ούτoι oρίζovται υπό τoυ Δικαστηρίoυ διά περίoδov τεσσάρωv μηvώv και εις τηv αρχήv εκάστης τoιαύτης περιόδoυ.
(4) Από την 1η Ιουλίου 2023-
(α) η δικαιοδοσία, οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες με τις οποίες περιβέβληται το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 9 ασκούνται από την ολομέλεια του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (ε) και των προνοιών παντός Διαδικαστικού Κανονισμού·
(β) η δικαιοδοσία, οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες με τις οποίες περιβέβληται το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 9 ασκούνται από την ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) και των προνοιών παντός Διαδικαστικού Κανονισμού·
(γ)(i) η πρωτοβάθμια δικαιοδοσία με την οποία περιβέβληται το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του ισχύοντος δικαίου, δύναται να ασκηθεί, τηρουμένων των προνοιών παντός Διαδικαστικού Κανονισμού, από έναν ή περισσότερους δικαστές, ως ήθελε το Ανώτατο Δικαστήριο αποφασίσει:
(ii) η δευτεροβάθμια δικαιοδοσία με την οποία περιβέβληται το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 9 ασκείται από τρεις (3) τουλάχιστον Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ένας (1) εκ των οποίων δύναται να είναι ο Πρόεδρος αυτού, υπό την επιφύλαξη των προνοιών παντός Διαδικαστικού Κανονισμού.
(δ) το Ανώτατο Δικαστήριο ως ήθελε καθορίσει με Διαδικαστικό Κανονισμό δύναται να λειτουργεί σε δύο διακριτά τμήματα, ήτοι το Τμήμα Ποινικής Δικαιοδοσίας το οποίο εκδικάζει ζητήματα ποινικού δικαίου και το Τμήμα Πολιτικής Δικαιοδοσίας το οποίο εκδικάζει κάθε άλλο ζήτημα υπαγόμενο στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου·
(ε) το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και το Ανώτατο Δικαστήριο δύνανται, ανά τακτά χρονικά διαστήματα και, αναλόγως των αναγκών εκάστου, να εκδίδουν Διαδικαστικούς Κανονισμούς για σκοπούς ρύθμισης της ενώπιόν τους διαδικασίας.
(5) Η δικαιοδοσία, οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες με τις οποίες περιβέβληται το Εφετείο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 9 ασκούνται από τα Τμήματα υπό την επιφύλαξη των προνοιών παντός Διαδικαστικού Κανονισμού:
12.-(1) Τα υπό τoυ περί Δικαστηρίωv Νόμoυ τoυ 1960 ή oιoυδήπoτε ετέρoυ Νόμoυ ιδρυθέvτα δικαστήρια, εv τη εvασκήσει της αστικής ή πoιvικής αυτώv δικαιoδoσίας δυvάμει τoυ τoιoύτoυ Νόμoυ συγκρoτoύvται εκ τoυ δικαστoύ ή δικαστώv oυς το Ανώτατο Δικαστήριο ήθελεv oρίσει, αvεξαρτήτως της κoιvότητoς εις ηv αvήκoυσιv oι διάδικoι.
(2) Οιoσδήπoτε δικαστής Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ δύvαται vα εκδικάση oιαvδήπoτε υπόθεσιv εμπίπτoυσαv εvτός της αρμoδιότητoς αυτoύ αvεξαρτήτως της κoιvότητoς εις ηv αvήκoυσιv oι διάδικoι.
13.-(1) Τo Δικαστήριov κέκτηται και χρησιμoπoιεί, oσάκις τoύτo εvδείκvυται, σφραγίδα φέρoυσαv τo όvoμα τoυ Δικαστηρίoυ ως και τo υπό τoυ Υπoυργoύ Δικαιoσύvης εγκεκριμέvov έμβλημα.
(2) Τo Δικαστήριov δύvαται vα έχη τov αvαγκαίov αριθμόv αvτιτύπωv της σφραγίδoς τoυ Δικαστηρίoυ, εv oυδεμία όμως περιπτώσει πλέov της μιας σφραγίδoς δι' έκαστov τωv μελώv αυτoύ.
(3) Τo Δικαστήριov καθoρίζει τo πρόσωπov υφ' oυ τηv φύλαξιv τελεί έκαστov τωv τoιoύτωv αvτιτύπωv της σφραγίδoς.
(4) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έχει σφραγίδα φέρουσα την επιγραφή “Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο” και έμβλημα, το οποίο εγκρίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
(5) Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει σφραγίδα φέρουσα την επιγραφή “Ανώτατο Δικαστήριο” και έμβλημα, το οποίο εγκρίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
(6) Το Εφετείο έχει σφραγίδα φέρουσα την επιγραφή “Εφετείο” και έμβλημα, το οποίο εγκρίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
14. Ως έδρα του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου ορίζεται η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας, έκαστο δε των εν λόγω δικαστηρίων συνεδριάζει σε κτίριο παραχωρούμενο υπό του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
15.-(1) Πάσα μvεία γεvoμέvη εv τω ισχύovτι δικαίω εις τo Αvώτατov Συvταγματικόv Δικαστήριov ή τo Αvώτατov Δικαστήριov ή oιovδήπoτε δικαστήv αυτώv αvτικαθίσταται διά μvείας εις τo Δικαστήριov ή αvαλόγως της περιπτώσεως εις Δικαστήv αυτoύ εv περιπτώσει δε συγκρoύσεως μεταξύ τωv διατάξεωv τoυ παρόvτα Νόμoυ και oιoυδήπoτε ετέρoυ Νόμoυ, αι διατάξεις τoυ παρόvτα Νόμoυ υπερισχύoυv.
(2) Αναφορά σε οποιονδήποτε εν ισχύι Νόμο στους όρους “Δικαστήριο” ή “σε οποιονδήποτε Δικαστή αυτού”, αντικαθίσταται, αναλόγως της περιπτώσεως, με αναφορά σε «Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο», σε “Ανώτατο Δικαστήριο”, σε “Εφετείο” και σε “Δικαστή αυτού”:
16.-(1) Η χηρεία θέσης Δικαστή του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.
(2) Η χηρεία θέσης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
(3) Η χηρεία θέσης Δικαστή του Εφετείου δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης του Εφετείου.
(4) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, «χηρεία θέσης Δικαστή», έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 4.
17.-(1) Τo Δικαστήριov δύvαται vα εκδίδη καvovισμoύς (εv τω παρόvτι Νόμω αvαφερoμέvoυς ως "διαδικαστικός καvovισμός") δημoσιευoμέvoυς εv τη επισήμω εφημερίδι της Δημoκρατίας διά τηv καλυτέραv εφαρμoγήv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(2) Οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί οι οποίοι έχουν εκδοθεί από το Δικαστήριο εξακολουθούν να ισχύουν, μέχρις ότου ούτοι ανακληθούν ή τροποποιηθούν από νέους Διαδικαστικούς Κανονισμούς, οι οποίοι εκδίδονται από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ή το Ανώτατο Δικαστήριο, αναλόγως της περιπτώσεως.
18. Άπασαι αι κατά τηv ημερoμηvίαv εvάρξεως της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ εvώπιov τoυ Αvωτάτoυ Συvταγματικoύ Δικαστηρίoυ ή τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ εκκρεμoύσαι διαδικασίαι μεταβιβάζovται εις oίov στάδιov ευρίσκovται τω Δικαστηρίω πρoς διεξαγωγήv της ακρoαματικής διαδικασίας και έκδoσιv απoφάσεως δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
21.-(1) Από την 1η Ιουλίου 2023 παύουν να ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις του βασικού νόμου:
(α) τα εδάφια (2), (3), (4), (5), (6) και (7) του άρθρου 3·
(β) τα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 11·
(γ) τα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 13·
(δ) το εδάφιο (1) του άρθρου 15·
(ε) το εδάφιο (1) του άρθρου 17· και
(στ) το άρθρο 18.
(2) Από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος Νόμου στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η ισχύς των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) του άρθρου 10 λήγει.
22.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 145(Ι)/2022] τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Κατά την ημερομηνία η οποία καθορίζεται σε Γνωστοποίηση του Δικαστηρίου, η οποία εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τίθενται σε ισχύ οι ακόλουθες διατάξεις:
(α) Η παράγραφος (γ) του άρθρου 14, στην έκταση κατά την οποία με αυτήν προστίθεται στο άρθρο 11 του βασικού νόμου το νέο εδάφιο (5)·
(β) η παράγραφος (γ) του άρθρου 18, με την οποία προστίθεται στο άρθρο 15 του βασικού νόμου το νέο εδάφιο (2), στην έκταση κατά την οποία το εν λόγω εδάφιο αναφέρεται στο υπό του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022 καθιδρυόμενο Εφετείο.
(3) Από την 1η Ιουλίου 2023 τίθενται σε ισχύ οι ακόλουθες διατάξεις:
(α) Οι παράγραφοι (β) και (δ) του άρθρου 3·
(β) το άρθρο 6·
(γ) το άρθρο 7·
(δ) το άρθρο 8·
(ε) το άρθρο 9·
(στ) το άρθρο 10·
(ζ) το άρθρο 11·
(η) το άρθρο 15·
(θ) το άρθρο 17·
(ι) η παράγραφος (γ) του άρθρου 18, με την οποία προστίθεται στο άρθρο 15 του βασικού νόμου το νέο εδάφιο (2), στην έκταση κατά την οποία το εν λόγω εδάφιο αναφέρεται στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και στο Ανώτατο Δικαστήριο·
(ια) το άρθρο 19, με το οποίο αντικαθίσταται το άρθρο 16 του βασικού νόμου όσον αφορά τα εδάφια (1) και (2) του εν λόγω άρθρου· και
(ιβ) το άρθρο 20.
23.-(1)(α) Οι καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις δευτεροβάθμιας πολιτικής δικαιο-δοσίας, οι οποίες εκκρεμούσαν ενώπιόν του πριν από την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) του άρθρου 22 ημερομηνία, κατά την εν λόγω ημερομηνία, παραπέμπονται προς εκδίκαση στο, υπό του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022, καθιδρυθέν Εφετείο.
(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (α), οι καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις δευτεροβάθμιας πολιτικής δικαιοδοσίας οι οποίες και εκκρεμούσαν ενώπιόν του πριν από την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 22 ημερομηνία, εκδικάζονται από το Δικαστήριο ή, από την 1η Ιουλίου 2023 από το Ανώτατο Δικαστήριο υπό την προϋπόθεση ότι-
(i) καταχωρίσθηκαν στο Δικαστήριο πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2017∙
(ii) οι αποφάσεις επί των εν λόγω υποθέσεων είχαν επιφυλαχθεί, κατά την αναφερόμενη στο εδάφιο (2) του άρθρου 22, ημερομηνία ή∙
(iii) οι εν λόγω υποθέσεις αφορούν σε απόφαση η οποία εκδόθηκε από Δικαστή του Δικαστηρίου, κατά την ενάσκηση της υπό του Άρθρου 155 του Συντάγματος προβλεπομένης πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας:
(2)(α) Οι καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις δευτεροβάθμιας ποινικής δικαιοδοσίας οι οποίες εκκρεμούσαν ενώπιόν του πριν από την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 22 ημερομηνία, παραπέμπονται κατά την εν λόγω ημερομηνία προς εκδίκαση στο υπό του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022, καθιδρυθέν Εφετείο.
(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (α), οι καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις δευτεροβάθμιας ποινικής δικαιοδοσίας οι οποίες εκκρεμούσαν ενώπιόν του πριν από την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 22 ημερομηνία, εκδικάζονται από το Δικαστήριο ή από την 1η Ιουλίου 2023 από το Ανώτατο Δικαστήριο υπό την προϋπόθεση ότι οι αποφάσεις επί των εν λόγω υποθέσεων είχαν επιφυλαχθεί κατά την αναφερόμενη στο εδάφιο (2) του άρθρου 22 ημερομηνία:
(3) (α) Οι καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις δευτεροβάθμιας αναθεωρητικής δικαιοδοσίας οι οποίες εκκρεμούσαν ενώπιόν του πριν από την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 22 ημερομηνία παραπέμπονται κατά την εν λόγω ημερομηνία προς εκδίκαση στο υπό του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022, καθιδρυθέν Εφετείο.
(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (α), οι καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις δευτεροβάθμιας αναθεωρητικής δικαιοδοσίας οι οποίες εκκρεμούσαν ενώπιόν του πριν από την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 22 ημερομηνία εκδικάζονται από το Δικαστήριο ή, από την 1η Ιουλίου 2023 από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο υπό την προϋπόθεση ότι-
(i) καταχωρίσθηκαν στο Δικαστήριο πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2018∙
(ii) οι αποφάσεις επί των εν λόγω υποθέσεων είχαν επιφυλαχθεί κατά την αναφερόμενη στο εδάφιο (2) του άρθρου 22 ημερομηνία∙ ή
(iii) οι εν λόγω υποθέσεις αφορούν σε απόφαση, η οποία εκδόθηκε από Δικαστή του Δικαστηρίου, κατά την ενάσκηση της υπό του Άρθρου 146 του Συντάγματος προβλεπομένης πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας, την οποία το Δικαστήριο διατηρούσε και ασκούσε έως την 1η Ιανουαρίου 2016:
(γ) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β), οι πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2020 καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις δευτεροβάθμιας αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, οι οποίες παραπέμφθηκαν στο Εφετείο δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α), παραπέμπονται προς εκδίκαση στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, νοουμένου ότι κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2024 το Εφετείο δεν έχει επιφυλάξει απόφαση επί των υποθέσεων αυτών.
(4) Οι καταχωρισθείσες στο Δικαστήριο υποθέσεις πρωτοβάθμιας πολιτικής δικαιοδοσίας παραμένουν προς εκδίκαση στο Δικαστήριο ή ύστερα από την 1η Ιουλίου 2023 στο Ανώτατο Δικαστήριο και εκδικάζονται υπό την ίδια σύνθεση Δικαστών ενώπιον των οποίων αυτές είχαν αρχίσει και στην περίπτωση κατά την οποία στην οικεία σύνθεση περιλαμβάνεται Δικαστής του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, εκτός εάν Δικαστής της εν λόγω σύνθεσης επιβάλλεται να αντικατασταθεί λόγω χηρείας της θέσης του, κατά την έννοια του εδαφίου (2) του άρθρου 4 του βασικού νόμου.
(5) (α)Για σκοπούς παροχής συμβουλών στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αναφορικά με την καταλληλότητα των υποψήφιων δικαστών ή δικηγόρων σε διαδικασία διορισμού μελών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναλόγως της περιπτώσεως, λειτουργεί μεταβατικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται από-
(i) τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου ως Πρόεδρο∙
(ii) τους λοιπούς Δικαστές του Δικαστηρίου·
(iii) τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, χωρίς δικαίωμα ψήφου·
(iv) τον Πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, χωρίς δικαίωμα ψήφου· και
(v) δύο (2) νομικούς εγνωσμένου κύρους και ανωτάτου επαγγελματικού επιπέδου κατέχοντες τα προσόντα διορισμού ως Δικαστών του Δικαστηρίου χωρίς δικαίωμα ψήφου, οι οποίοι ορίζονται ύστερα από εισήγηση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και κατόπιν εγκρίσεως του Δικαστηρίου:
(β) Απαρτία συνιστά η πλειοψηφία των μελών του μεταβατικού Γνωμοδοτικού Δικαστικού Συμβουλίου με δικαίωμα ψήφου, περιλαμβανομένου του Προέδρου αυτού.
(6)(α) Για σκοπούς διορισμού, προαγωγής, μετάθεσης, τερματισμού της υπηρεσίας, απόλυσης και πειθαρχικής εξουσίας επί των δικαστικών λειτουργών λειτουργεί μεταβατικό Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, στην αποκλειστική αρμοδιότητα του οποίου υπάγονται τα ως άνω θέματα, το οποίο συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου ως Πρόεδρο και τους λοιπούς Δικαστές του Δικαστηρίου ως μέλη:
(β) Σε συνεδρία του ως άνω λειτουργούντος μεταβατικού Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου σε σχέση με διαδικασία διορισμού, προαγωγής ή μετάθεσης Δικαστή του Εφετείου ή πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, δύναται να παρίστανται ως παρατηρητές και χωρίς δικαίωμα ψήφου-
(i) ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας·
(ii) ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινής ανικανότητας αυτού, ο Αντιπρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου· και
(iii) δύο (2) νομικοί εγνωσμένου κύρους και ανωτάτου επαγγελματικού επιπέδου κατέχοντες τα προσόντα διορισμού ως Δικαστών του Δικαστηρίου, οι οποίοι ορίζονται ύστερα από εισήγηση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και κατόπιν εγκρίσεως του Δικαστηρίου:
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 109(Ι)/2023] λογιζεται ότι άρχισε την 1η Ιουλίου 2023.
6.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δλδ. ο Ν. 53(Ι)/2024] τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2)Από την 1η Ιουλίου 2023 λογίζεται ότι τέθηκαν σε ισχύ οι ακόλουθες διατάξεις:
(α) Το εδάφιο (3) του άρθρου 9 του βασικού νόμου, ως αυτό τροποποιείται δυνάμει των διατάξεων του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2024 ·
(β) η παράγραφος (γ) του εδαφίου (5) του άρθρου 10 του βασικού νόμου, ως αυτή τροποποιείται δυνάμει των διατάξεων του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2024· και
(γ) η παράγραφος (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 11 του βασικού νόμου, ως αυτή τροποποιείται δυνάμει των διατάξεων του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2024.