Επειδή η υπό της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως άσκησις των αρμοδιοτήτων αυτής και η εν γένει λειτουργία ταύτης κατέστη εκ των πραγμάτων αδύνατος,
Και επειδή η άσκησις των αρμοδιοτήτων ταύτης καθίσταται επιβεβλημένη διά την απρόσκοπτον λειτουργίαν της πολιτείας και ουσιωδών αυτής υπηρεσιών,
Και επειδή η Ελληνική Κοινοτική Συνέλευσις εκάλεσε την Βουλήν των Αντιπροσώπων όπως μεριμνήσει το ταχύτερον όπως αι αρμοδιότητες ταύτης περιέλθωσιν εις την εξουσίαν της Δημοκρατίας,
Και επειδή κατέστη επάναγκες όπως ληφθώσιν επί τούτω νομοθετικά μέτρα μέχρις ου ο Κυπριακός λαός εκφέρη την άποψιν αυτού επί των ζητημάτων τούτων.
1. Οι περί Μεταβιβάσεως της Ασκήσεως των Αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και περί Υπουργείου Παιδείας Νόμοι του 1965 μέχρι 1969 θα αναφέρονται ως οι περί Μεταβιβάσεως της Ασκήσεως των Αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και περί Υπουργείου Παιδείας Νόμοι του 1965 μέχρι 1969.
3.-(1) Από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου η Συνέλευσις και πάσαι αι υπηρεσίαι αυτής θεωρούνται ως παύσασαι λειτουργούσαι και από της ημερομηνίας ταύτης πάσαι αι έδραι των μελών αυτής θεωρούνται ως κενωθείσαι.
(2) Η άσκησις των κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου νομοθετικών αρμοδιοτήτων της Συνελεύσεως μεταβιβάζεται από της ημερομηνίας ταύτης εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων και η άσκησις των διοικητικών αρμοδιοτήτων της Συνελεύσεως μεταβιβάζεται από της αυτής ημερομηνίας, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), εις το Υπουργείον.
(3) Η άσκησις των κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου διοικητικών αρμοδιοτήτων της Συνελεύσεως-
(α) επί πάντων των εκπαιδευτικών, μορφωτικών και διδακτικών θεμάτων, μεταβιβάζεται από της ημερομηνίας ταύτης εις το διά του παρόντος Νόμου συνιστώμενον Υπουργείον Παιδείας και ασκείται υπό τούτου
(β) επί υιοθεσίας και νομιμοποιήσεως διά δικαστικής αποφάσεως μεταβιβάζεται από της ημερομηνίας ταύτης εις το Τμήμα Ευημερίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ασκείται υπό τούτου
(γ) επί θεμάτων αναφερομένων εις την άσκησιν ελέγχου των συνεργατικών παραγωγών και καταναλωτών και των πιστωτικών ιδρυμάτων μεταβιβάζεται από της ημερομηνίας ταύτης εις το Υπουργείον Εμπορίου και Βιομηχανίας και ασκείται υπό τούτου
(δ) εν σχέσει προς τους δήμους μεταβιβάζεται από της ημερομηνίας ταύτης εις το Υπουργείον Εσωτερικών και ασκείται υπό τούτου
(ε) επί πάντων των υπολειπομένων θεμάτων μεταβιβάζεται από της ημερομηνίας ταύτης εις το Υπουργικόν Συμβούλιον και ασκείται υπό τοιούτου οργάνου, αρχής ή προσώπου και κατά τοιούτον τρόπον ως ήθελε, δι’ αποφάσεως αυτού, καθορίσει το Υπουργικόν Συμβούλιον.
4. Όπου εις τους κειμένους νόμους αναφέρεται η Ελληνική Κοινοτική Συνέλευσις ή οιαδήποτε επιτροπή ή όργανον ταύτης νοείται εφεξής εν σχέσει προς την άσκησιν νομοθετικήν εξουσίας η Βουλή των Αντιπροσώπων και εν σχέσει προς την άσκησιν διοικητικής αρμοδιότητος το Υπουργείον ή η οικεία αυτού υπηρεσία ή άλλο όργανον ή αρχή ή πρόσωπον εις ο θα ανήκη η άσκησις της αρμοδιότητος ταύτης συμφώνως προς το άρθρον 3.
5.-(1) Συνιστάται Υπουργείον Παιδείας εις ο υπάγεται εφεξής η άσκησις πασών των μέχρι ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου ασκουμένων διοικητικών αρμοδιοτήτων της Συνελεύσεως επί πάντων των εκπαιδευτικών, μορφωτικών και διδακτικών θεμάτων των μεταβιβαζομένων δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 3.
(2) Δι’ αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου δύνανται να ανατεθώσιν εις το Υπουργείον και άλλαι αρμοδιότητες ως ήθελον καθορισθή εν τη αποφάσει.
(3) Πάσα εν ισχύϊ νομοθετικής φύσεως διάταξις επί θεμάτων εφ’ ων δεν γίνεται ειδική πρόνοια εν τω παρόντι Νόμω, εφαρμόζεται επί του Υπουργού και του Υπουργείου.
6.-(1) Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει τον Υπουργόν Παιδείας.
(2) Ο Υπουργός-
(α) προϊσταται του Υπουργείου, έχει την ανωτάτην διεύθυνσιν των υπηρεσιών τούτου, ασκεί εποπτείαν και έλεγχον επ’ αυτών και επαγρυπνεί διά την υπό των υπηρεσιών διαχείρισιν των υποθέσεων συμφώνως προς τους κειμένους νόμους
(β) καθορίζει τας γενικάς κατευθυντηρίους γραμμάς της εκπαιδευτικής πολιτικής εντός των ορίων των κειμένων νόμων προς υποβολήν εις το Υπουργικόν Συμβούλιον
(γ) μεριμνά διά την σύνταξιν διαταγμάτων ή κανονισμών αφορώντων εις το Υπουργείον προς υποβολήν εις το Υπουργικόν Συμβούλιον
(δ) εκτελεί τους εις την αρμοδιότητα του Υπουργείου αναφερομένους νόμους, προβαίνει εις την έκδοσιν διαταγών και γενικών οδηγιών προς εκτέλεσιν τούτων και οιουδήποτε διατάγματος ή κανονισμού ερειδομένου επί τοιούτου νόμου
(ε) προπαρασκευάζει προς υποβολήν εις το Υπουργικόν Συμβούλιον το τμήμα του προϋπολογισμού της Δημοκρατίας το αναφερόμενον εις το Υπουργείον και προς τον σκοπόν τούτον αποστέλλει εις τον Υπουργόν Οικονομικών τας προβλέψεις του Υπουργείου εν σχέσει προς το οικονομικόν έτος όστις, διά τους σκοπούς συντάξεως του πλήρους προϋπολογισμού της Δημοκρατίας, χρησιμοποιεί ταύτας κατά τον αυτόν τρόπον ως τας υποβληθείσας προβλέψεις των άλλων υπουργείων και ανεξαρτήτων υπηρεσιών της Δημοκρατίας.
7.-(1) Προς άσκησιν των διά του άρθρου 3 μεταβιβαζομένων διοικητικών αρμοδιοτήτων ιδρύονται αι ανάλογοι υπηρεσίαι, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου όπερ καθορίζει και την διάρθρωσιν τούτων:
Νοείται ότι η κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου υφισταμένη διάρθρωσις θα εξακολουθή να εφαρμόζηται μέχρι της εφαρμογής της δι’ αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου επί τη βάσει του παρόντος εδαφίου γενομένης διαρθρώσεως.
(2) Ανεξαρτήτως της γενικότητος του εδαφίου (1) συνιστάται παρά τω Υπουργείω πενταμελής επιτροπή εκπαιδευτικής υπηρεσίας (εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένη ως “επιτροπή”) προς άσκησιν των εν τω εδαφίω (3) αναφερομένων αρμοδιοτήτων, αποτελουμένη εκ-
(α) τριών καταλλήλων προσώπων, ων το εν απαραιτήτως δέον να έχη νομικάς γνώσεις, διοριζομένων επί συμβατικής βάσεως υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας
(β) του διευθυντού του τμήματος προσωπικού της Δημοκρατίας και
(γ) αναλόγως της περιπτώσεως-
(i) του ανωτάτου λειτουργού του Υπουργείου του έχοντος την διεύθυνσιν της ανωτέρας και μέσης εκπαιδεύσεως εάν η άσκησις αρμοδιότητος αφορά εις επιθεωρητήν μέσης εκπαιδεύσεως ή καθηγητήν, ή
(ii) του ανωτάτου λειτουργού του Υπουργείου του έχοντος την διεύθυνσιν της στοιχειώδους εκπαιδεύσεως εάν η άσκησις αρμοδιότητος αφορά εις επιθεωρητήν στοιχειώδους εκπαιδεύσεως ή διδάσκαλον ή
(iii) του ανωτάτου λειτουργού του Υπουργείου του έχοντος την διεύθυνσιν της τεχνικής, γεωργικής και εν γένει επαγγελματικής εκπαιδεύσεως εάν η άσκησις αρμοδιότητος αφορά εις επιθεωρητήν τεχνικής, γεωργικής ή επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, ή εις καθηγητήν ή εκπαιδευτήν τεχνικών ή γεωργικών ή επαγγελματικών σχολών.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει εκ των μελών της επιτροπής τον Πρόεδρον αυτής.
(3) Έργον της επιτροπής είναι οι διορισμοί, κατατάξεις, μονιμοποιήσεις, προαγωγαί, μεταθέσεις, αποσπάσεις, τοποθετήσεις και αποχωρήσεις επιθεωρητών εκπαιδεύσεως, καθηγητών και διδασκάλων και η επ’ αυτών άσκησις πειθαρχικής εξουσίας περιλαμβανομένης εξουσίας απολύσεως ή απαλλαγής των καθηκόντων αυτών.
(4) Ο Πρόεδρος της επιτροπής συγκαλεί τας συνεδριάσεις αυτής και προεδρεύει αυτών.
(5) Τρία μέλη της επιτροπής, εξ ων ο εις δέον να είναι ο συμφώνως προς το εδάφιον (2) αρμόδιος ανώτατος λειτουργός, ή εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος αυτού ο αναπληρών αυτόν, αποτελούν απαρτίαν.
(6) Η επιτροπή διά κανονισμών γενομένων υπ’ αυτής καθορίζει την υπ’ αυτής ακολουθησομένην διαδικασίαν εν γένει και ειδικώτερον παν θέμα αφορών εις την σύγκλησιν των συνεδριάσεων αυτής, την διαδικασίαν των συνεδριάσεων ως και τον τρόπον της λήψεως αποφάσεων και την τήρησιν των πρακτικών.
(7) Χηρεία θέσεως μέλους της επιτροπής δεν επηρεάζει την νόμιμον αυτής συγκρότησιν και λειτουργίαν.
8.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 9 πάντες οι κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου ισχύοντες νόμοι της Συνελεύσεως θέλουσιν εξακολουθήσει ισχύοντες κατά την ρηθείσαν ημερομηνίαν και μετ’ αυτήν, μέχρις ου τροποποιηθώσιν ή καταργηθώσι δι’ οιουδήποτε νόμου ψηφιζομένου υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων από της ημερομηνίας δε ταύτης θα ερμηνεύωνται και εφαρμόζωνται με τας αναγκαίας προς την διά του παρόντος Νόμου δημιουργουμένην νέαν διάρθρωσιν προσαρμογάς.
(2) Δι’ οιονδήποτε τοιούτον νόμον διατηρούμενον εν ισχύϊ συμφώνως τω εδαφίω (1) ισχύουσι τα ακόλουθα εκτός εάν εκ της χρήσεως όρου εν δεδομένη τινί αλληλουχία προκύπτη διάφορον τι:
(α) οιαδήποτε μνεία της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως ερμηνεύεται εν σχέσει προς την άσκησιν νομοθετικής εξουσίας ως σημαίνουσα την Βουλήν των Αντιπροσώπων και εν σχέσει προς την άσκησιν διοικητικής αρμοδιότητος ως σημαίνουσα το οικείον Υπουργείον, όργανον, αρχήν ή πρόσωπον όπερ δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιασδήποτε άλλης εν ισχύι νομοθετικής φύσεως διατάξεως, ως θα ήτο η περίπτωσις, ασκεί την αρμοδιότητα ταύτην
(β) οιαδήποτε μνεία του Προέδρου της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως ή της Επιτροπής Επιλογής και Διοικήσεως ταύτης ερμηνεύεται ως σημαίνουσα τον αρμόδιον Υπουργόν ή όργανον όπερ δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιασδήποτε άλλης εν ισχύϊ νομοθετικής φύσεως διατάξεως, ως θα ήτο η περίπτωσις, ασκεί την περί ης πρόκειται αρμοδιότητα
(γ) οιαδήποτε μνεία οιασδήποτε επιτροπής, αρχής ή οργανισμού ή οιουδήποτε άλλου προσώπου κατέχοντος θέσιν εν τη Συνελεύσει ερμηνεύεται ως σημαινούσα την υπηρεσίαν, αρχήν, οργανισμόν ή δημόσιον υπάλληλον, οίτινες ασκούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιασδήποτε άλλης εν ισχύϊ νομοθετικής φύσεως διατάξεως, ως θα ήτο η περίπτωσις, την αντίστοιχον λειτουργίαν ή υπηρεσίαν
(δ) οιαδήποτε μνεία οιουδήποτε ετέρου προσώπου ερμηνεύεται ως σημαίνουσα το πρόσωπον όπερ δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιασδήποτε άλλης εν ισχύϊ νομοθετικής φύσεως διατάξεως, ως θα ήτο η περίπτωσις, ασκεί την αντίστοιχον λειτουργίαν ή υπηρεσίαν.
(3) Οιονδήποτε Δικαστήριον εφαρμόζον τας διατάξεις οιουδήποτε νόμου διατηρουμένου εν ισχύϊ συμφώνως προς το εδάφιον (1) εξακολουθεί να εφαρμόζη αυτάς με την αναγκαίαν προσαρμογήν προς συμμόρφωσιν αυτών προς την διά του παρόντος Νόμου δημιουργουμένην διάρθρωσιν.
(4) Εν τω παρόντι άρθρω ο όρος “προσαρμογή” περιλαμβάνει τροποποίησιν, ευθυγράμμισιν και κατάργησιν.
9.-(1) Οι εις το Πρώτον Μέρος του Πίνακος αναφερόμενοι νόμοι της Συνελεύσεως καταργούνται.
(2) Οι εις την πρώτην στήλην του Δευτέρου Μέρους του Πίνακος αναφερόμενοι νόμοι της Συνελεύσεως θα εφαρμόζωνται με τας εις την δευτέραν στήλην του Πίνακος έναντι, εκάστου τοιούτου νόμου αναφερομένας τροποποιήσεις.
10.-(1) Ανεξαρτήτως της κενώσεως των εδρών των μελών της Συνελεύσεως οι παρά ταύτη αντιπρόσωποι των θρησκευτικών ομάδων των Αρμενίων, Λατίνων και Μαρωνιτών θα εξακολουθήσωσι μέχρι της λήξεως της παραταθείσης θητείας των Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων συμφώνως των διατάξεων του περί Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Παράτασις της Θητείας) Νόμου του 1969 όπως αντιπροσωπεύσωσι την οικείαν ομάδα εν σχέσει προς θέματα υπαγόμενα εις την αρμοδιότητα της Συνελεύσεως και προς τον σκοπόν τούτον-
(α) θα έχωσι το δικαίωμα όπως θέτωσι τας απόψεις της ομάδος αυτών εφ’ οιουδήποτε μέτρου λαμβανομένου επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος όπερ αφορά εις ταύτην ή όπως προβαίνωσιν εις αναγκαίας παραστάσεις επί των τοιούτων θεμάτων αφορώντων εις την ομάδα των ενώπιον οιουδήποτε αρμοδίου οργάνου ή επιτροπής της Βουλής ή οργάνου ή αρχής της Δημοκρατίας
(β) η Βουλή των Αντιπροσώπων διά της αρμοδίας αυτής επιτροπής προ της λήψεως οιουδήποτε νομοθετικού μέτρου επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος και οιονδήποτε όργανον ή αρχή της Δημοκρατίας πριν ή προβή εις την άσκησιν διοικητικής αρμοδιότητος επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος θα ζητή τας απόψεις των ειρημένων αντιπροσώπων της οικείας ομάδος.
(2) Οι εν τω εδαφίω (1) αναφερόμενοι αντιπρόσωποι θα εξακολουθήσωσι μέχρι της λήξεως της παραταθείσης θητείας των Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων συμφώνως των διατάξεων του περί Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Παράτασις της Θητείας) Νόμου του 1969 να απολαύωσι της αυτής ασυλίας ης απήλαυον κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου.
(3) Ο μελλοντικός τρόπος εκπροσωπήσεως των εν λόγω θρησκευτικών ομάδων θα ρυθμισθή δι’ ειδικής νομοθεσίας.
- 12/1965
- 45/1965
- 49/1966
- 50/1967
- 87/1968
- 58/1969
11.-(1) Πάσα αρμοδιότης ασκουμένη, κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου, υπό των πρωτοβαθμίων Ελληνικών κοινοτικών δικαστηρίων μεταβιβάζεται και ασκείται από της ημερομηνίας ταύτης υπό των κατά τόπον αρμοδίων επαρχιακών δικαστηρίων συμφώνως προς τας διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου και του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, και πάσα αρμοδιότης ασκουμένη κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου υπό του δευτεροβαθμίου κοινοτικού δικαστηρίου μεταβιβάζεται και ασκείται από της ημερομηνίας ταύτης υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συμφώνως προς τας διατάξεις των προειρημένων νόμων.
(2) Πάσα υπόθεσις εκκρεμούσα, κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου, ενώπιον Ελληνικού κοινοτικού δικαστηρίου, πρωτοβαθμίου ή δευτεροβαθμίου ως θα ήτο η περίπτωσις, μεταβιβάζεται από της ημερομηνίας ταύτης ενώπιον του κατά τόπον αρμοδίου επαρχιακού δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως θα ήτο η περίπτωσις, εις ο στάδιον έχει φθάσει, και από της ημερομηνίας ταύτης συνεχίζεται η εκδίκασις της υποθέσεως ταύτης υπό του επαρχιακού τούτου δικαστηρίου ή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, θα ήτο η περίπτωσις, συμφώνως προς τας διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου και του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964.
13. Πάσα κινητή και ακίνητος περιουσία οιασδήποτε φύσεως, ήτις αμέσως προ της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου ανήκεν εις την Συνέλευσιν ή ετέλει υπό την διαχείρισιν ταύτης ή οιουδήποτε ετέρου προσώπου εξ ονόματος της Συνελεύσεως, από της ημερομηνίας ταύτης ανήκει εις την Δημοκρατίαν ή διαχειρίζεται υπό ή εκ μέρους αυτής.
14.-(1) Αι αμέσως προ της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου υποχρεώσεις, ευθύναι και δικαιώματα, άτινα αμέσως προ της ημερομηνίας ταύτης αφεώρων εις θέματα εμπίπτοντα εις την αρμοδιότητα της Συνελεύσεως, από της ημερομηνίας ταύτης θεωρούνται ως υποχρεώσεις, ευθύναι και δικαιώματα της Δημοκρατίας.
(2) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, υποχρεώσεις, ευθύναι και δικαιώματα περιλαμβάνουν υποχρεώσεις, ευθύνας και δικαιώματα εκ συμβάσεως ή οιασδήποτε άλλης αιτίας.
15.-(1) Οιαδήποτε υπόθεσις εκκρεμούσα ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου εις την οποίαν η Συνέλευσις ή οιαδήποτε επιτροπή ταύτης είναι διάδικος θα συνεχίζεται κατά την ημερομηνίαν ταύτην και εφεξής υποκαθισταμένου ως διαδίκου του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας.
(2) Αγωγαί εκ μέρους οιουδήποτε προσώπου κατά της Συνελεύσεως, του Υπουργείου ή του Υπουργού θα εγείρωνται εναντίον του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας και θα εκδικάζωνται κατά τον αυτόν τρόπον, ως προς τας άλλας απόψεις, ως και δίκαι μεταξύ ιδιωτών διαδίκων.
16.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5), παν πρόσωπον όπερ, αμέσως προ της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου ετέλει εν τη υπηρεσία της Συνελεύσεως ως μέλος του προσωπικού των γραφείων αυτής μεταφέρεται, από της ημερομηνίας ταύτης, εις την υπηρεσίαν της Δημοκρατίας και είτα τοποθετείται υπό της αρμοδίας αρχής της Δημοκρατίας εν αυτή, εφ’ όσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν, εις θέσιν αι λειτουργίαι της οποίας είναι ανάλογοι προς τας λειτουργίας της κατεχομένης θέσεως εν τη υπηρεσία της Συνελεύσεως:
Νοείται ότι παν τοιούτο πρόσωπον μέχρι της κατά το παρόν εδάφιον τοποθετήσεως αυτού εξακολουθεί να κατέχη την θέσιν ην κατείχε ευθύς αμέσως προ της ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Η παρά τη Δημακρατία υπηρεσία παντός τοιούτου προσώπου τελεί υπό τους αυτούς όρους υπηρεσίας οίτινες ίσχυον δι’ αυτό προ της ημερομηνίας ταύτης:
Νοείται ότι η αντιμισθία της θέσεως ην το πρόσωπον τούτο κατείχε ως εμφαίνεται εν τω τελευταίω προϋπολογισμώ της Συνελεύσεως θεωρείται ως προσωπική αντιμισθία του προσώπου τούτου.
(3) Η παρά τη Δημοκρατία υπηρεσία παντός τοιούτου προσώπου θεωρείται ως άνευ διακοπής συνέχισις της παρά τη Συνελεύσει υπηρεσίας αυτού:
Νοείται ότι πας δημόσιος υπάλληλος επιλέξας υπηρεσίαν παρά τη Συνελεύσει λαβών επί τούτω οιονδήποτε επίδομα λόγω αποχωρήσεως, σύνταξιν, πρόσθετον χορήγημα ή άλλο παρόμοιον ωφέλημα (εν τοις εφεξής καλουμένων ως “ωφέλημα επί τη αποχωρήσει”) αναφορικώς προς περίοδον χρόνου υπηρεσίας προ της τοιαύτης επιλογής δύναται εντός ενός μηνός από της ημερομηνίας της κατά το εδάφιον (1) τοποθετήσεως αυτού, όπως επιλέξη ή την επιστροφήν του ληφθέντος ωφελήματος επί αποχωρήσει, οπότε διά σκοπούς ωφελημάτων επί τη αποχωρήσει η περίοδος υπηρεσίας αυτού θα λογίζεται ολόκληρος η υπηρεσία αυτού εξ υπαρχής ή να μη επιστρέψη το τοιούτο ωφέλημα επί αποχωρήσει, οπότε διά τοιούτους σκοπούς η περίοδος υπηρεσίας αυτού θα λογίζεται ως αρχομένη από της ημερομηνίας αναλήψεως υπηρεσίας παρά τη Συνελεύσει.
(4) Πας εκπαιδευτικός (ήτοι επιθεωρητής εκπαιδεύσεως, καθηγητής, διδάσκαλος ή άλλο πρόσωπον ασκούν εκπαιδευτικά καθήκοντα), ή πρόσωπον τελούν εν τη υπηρεσία της Συνελεύσεως και υπηρετούν παρά τινι σχολή ουχί ως καθηγητής ή διδάσκαλος, όστις αμέσως προ της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου ετέλει εν ενεργώ υπηρεσία και ελάμβανεν αντιμισθίαν καταβαλλομένην υπό της Συνελεύσεως, μετά την ημερομηνίαν ταύτην θα εξακολουθήση να υπηρετή υπό τους αυτούς όρους υπηρεσίας οίτινες ίσχυον δι’ αυτόν προ της ημερομηνίας ταύτης αλλά θα λαμβάνη την αντιμισθίαν αυτού παρά της Δημοκρατίας. Η μετά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου υπηρεσία θα θεωρήται ως άνευ διακοπής συνέχισις της προηγουμένης αυτού υπηρεσίας.
(5) Πας καθηγητής ή διδάσκαλος όστις αμέσως προ της ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου ετέλει εν τη υπηρεσία της Συνελεύσεως ως μέλος του προσωπικού των γραφείων αυτής δύναται εντός ενός μηνός από της κατά το εδάφιον (1) τοποθετήσεως αυτού όπως επιλέξη όπως μη ούτω τοποθετηθή εν τη υπηρεσία της Δημοκρατίας αλλά όπως υπηρετήση ως καθηγητής ή διδάσκαλος οπόταν αι διατάξεις του εδαφίου (4) εφαρμόζωνται mutatis mutandis επ’ αυτού.
(6) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου “όροι υπηρεσίας” περιλαμβάνουσιν, επιφερομένων των αναγκαίων προσαρμογών συμφώνως προς την διά του παρόντος Νόμου δημιουργουμένην διάρθρωσιν, τα αφορώντα εις την αντιμισθίαν, άδειαν, παύσιν ή αποχώρησιν, και τα επί τη αποχωρήσει χορηγούμενα ωφελήματα.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ
(Άρθρον 9(1).)
Καταργούμενοι νόμοι της Συνελεύσεως.
1. Ο περί Συνεργατικών Παραγωγών και Καταναλωτών και Πιστωτικών Ιδρυμάτων (Άσκησις Ελέγχου) Κοινοτικός Νόμος του 1960 (1 του 1960).
2. Ο περί Επιτροπής Επιλογής και Διοικήσεως Νόμος του 1960 (2 του 1960).
3. Ο περί των Αρμοδιοτήτων της Επιτροπής της Συνελεύσεως και της Ασκήσεως τούτων Νόμος του 1960 (3 του 1960).
4. Ο περί Οργανώσεως της Διοικητικής Υπηρεσίας των Γραφείων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Νόμος του 1960 (4 του 1960).
5. Ο περί Οργανώσεως του Γραφείου Παιδείας Νόμος του 1960 (7 του 1960).
6. Ο περί Συνθέσεως της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Νόμος του 1960 (8 του 1960).
7. Ο περί Αποζημιώσεως του Προέδρου, Αντιπροέδρου και Μελών της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Νόμος του 1960 (9 του 1960).
8. Ο περί Κοινοτικού Οικονομικού Έτους και Κοινοτικού Προϋπολογισμού Νόμος του 1960 (10 του 1960).
9. Ο περί Δημοσιονομικών της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Νόμος του 1961 (2 του 1961).
10. Ο περί Γραφείου Ελέγχου της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Νόμος του 1961 (3 του 1961).
11. Ο περί Οργανώσεως Φοροθετικού Γραφείου της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Νόμος του 1961 (5 του 1961).
12. Ο περί Οργανώσεως του Γραφείου Συνεργατικής Αναπτύξεως Νόμος του 1961 (7 του 1961).
13. Ο περί Υποτροφιών Νόμος του 1961 (13 του 1961).
14. Ο περί Καθορισμού του αριθμού των Μελών, της Συνθέσεως και της Θητείας της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως (Τροποποιητικός) Νόμος του 1961 (14 του 1961).
15. Ο περί Οργανώσεως του Γραφείου Παιδείας (Τροποποιητικός) Νόμος του 1962 (6 του 1962).
16. Ο περί Ελληνικών Κοινοτικών Δικαστηρίων Νόμος του 1962 (9 του 1962).
17. Ο περί Οργανώσεως της Διοικητικής Υπηρεσίας των Γραφείων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως (Τροποποιητικός) Νόμος του 1962 (10 του 1962).
18. Ο περί Εκλογικών Νόμων (Παράτασις της Ισχύος) Κοινοτικός Νόμος του 1962 (11 του 1962).
19. Ο περί Ασκήσεως των Διοικητικών Εξουσιών της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Νόμος του 1962 (15 του 1962).
20. Ο περί Συνθέσεως της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως (Τροποποιητικός) Νόμος του 1963 (2 του 1963).
21. Ο περί Οργανώσεως του Γραφείου Παιδείας Νόμος (Τροποποιητικός) Νόμος του 1963 (3 του 1964).
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ
(Άρθρον 9(2)).
Τροποποιούμενοι Νόμοι της Συνελεύσεως.
1. O περί Μέσης Εκπαιδεύσεως (Τροποποιητικός) Νόμος του 1960 (5 του 1960).
2. Ο περί Ταμείου Συντάξεων και Εκτάκτων Επιδομάτων των εκ των πεσόντων και των θυμάτων του αγώνος εξαρτωμένων και των αναπήρων αυτού Νόμος του 1962 (4 του 1962).
3. Ο Προϋπολογισμός της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως του 1965.
Το εδάφιον (2) του άρθρου 23 του βασικού Νόμου ως τούτο εκτίθεται εις το άρθρον 3 καταργείται και αντικαθίσταται διά του κάτωθι:
“(2) Οι διορισμοί των Σχολικών Εφορειών γίνονται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου”.
1. Όπου εις τον νόμον αναφέρεται η Επιτροπή Ανακουφίσεως Παθόντων αύτη υποκαθίσταται διά της υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διοριζομένης προς τούτο επιτροπής συνισταμένης εκ τριών μελών οριζομένων υπό του Υπουργικού Συμβουλίου υφ’ ους όρους τούτο ήθελε καθορίσει.
2. Το άρθρον 3 τροποποιείται ως εξής:
(α) διά της διαγραφής εκ του τέλους του εδαφίου (2) των λέξεων “και παν ό,τι διά κοινοτικού νόμου δέον να κατατίθεται εις τούτο”.
(β) διά της υποκαταστάσεως των εδαφίων (3) και (4) διά των κάτωθι:
“(3) Το Ταμείον αποτελεί χωριστόν ταμείον και η κατάστασις αυτού δείκνυται διά δημοσιεύσεως του προϋπολογισμού και απολογισμού αυτού εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(4) Διαχειριστής του Ταμείου είναι η Επιτροπή Ανακουφίσεως Παθόντων, χρησιμοποιούσα διά τας ανάγκας της διαχειρίσεως τας υπηρεσίας του προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών. Πάσα πράξις διαχειρίσεως υπόκειται εις την έγκρισιν του Υπουργού Οικονομικών”.
(γ) Τα άρθρα 4 και 5 του νόμου υποκαθίστανται διά των κάτωθι:
“Επένδυσις 4. Ο τρόπος επενδύσεως των Κεφαλαίων κεφαλαίων του Ταμείου αποφασίζεται υπό του Υπουργού Οικονομικών.
Έλεγχος Ταμείου 5. Το Ταμείον ελέγχεται υπό του Γενικού Ελεγκτού”.
1. Ο Προϋπολογισμός θεωρείται ως ενσωματούμενος εις τον Προϋπολογισμόν της Δημοκρατίας με τας αναγκαίας προσαρμογάς ως εκ της διά του παρόντος Νόμου δημιουργουμένης νέας διαρθρώσεως.
2. Ο Υπουργός Οικονομικών προβαίνει εις τας αναγκαίας μεταθέσεις, συγχωνεύσεις και εν γένει αναπροσαρμογάς των διαφόρων κονδυλίων.