6.-(1) Υπό του Εφόρου τηρείται, διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, μητρώον συντεχνιών εν τω εκάστοτε καθοριζομένω τύπω.
(2) Αντίγραφον καταχωρήσεως εν τω μητρώω, κεκυρωμένον υπό του Εφόρου και φέρον την σφραγίδα αυτού, συνιστά αναμφισβήτητον απόδειξιν των εν αυτώ καθοριζομένων γεγονότων, γίνεται δε δεκτόν ως αποδεικτικόν στοιχείον εις πάσαν δικαστικήν διαδικασίαν.
7.-(1) Άμα τη καθιδρύσει συντεχνίας, η διοικούσα επιτροπή ή η διευθύνουσα αρχή της τοιαύτης συντεχνίας, υφ’ οιονδήποτε όνομα και εάν εμφανίζηται αύτη, υπέχει καθήκον όπως εντός τριάκοντα ημερών από της καθιδρύσεως της συντεχνίας υποβάλη αίτησιν εγγραφής της συντεχνίας ή διαλύση ταύτην.
Πας όστις δεν συμμορφούται προς τας διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125, και εις πρόσθετον τοιαύτην του αυτού ποσού δι’ εκάστην εβδομάδα καθ’ ην εξακολουθεί η τοιαύτη παράλειψις.
(2) Οσάκις δυνάμει του παρόντος άρθρου επιβάλληται εις αριθμόν προσώπων χρηματική τις ποινή ατομικώς και αλληλεγγύως, έκαστον τοιούτον πρόσωπον ενέχεται εις την πληρωμήν ολοκλήρου του ποσού εκτός εάν άλλως διατάξη το δικαστήριον.
(3) Εάν ο Έφορος κρίνη ότι ενδείκνυται υπό τας περιστάσεις τοιούτον τι, δύναται εκάστοτε να παρατείνη την εν εδαφίω (1) καθοριζομένην προθεσμίαν, νοουμένου ότι η τοιαύτη προθεσμία εν ουδεμιά περιπτώσει θα υπερβαίνει εν τω συνόλω αυτής τους τρεις μήνας.
8.-(1) Δεν γίνεται δεκτή αίτησις εγγραφής συντεχνίας αναφορικώς προς οιονδήποτε επάγγελμα ή επιτήδευμα εις ο απασχολούνται πλείονα των είκοσι προσώπων, εάν ο αριθμός των μελών αυτής είναι κατώτερος των είκοσι.
(2) Η αίτησις εγγραφής συντεχνίας υποβάλλεται τω Εφόρω εν τω νενομισμένω τύπω, φέρει δε τας υπογραφάς επτά τουλάχιστον των μελών της συντεχνίας, άτινα δυνατόν να είναι και αξιωματούχοι αυτής:
Νοείται ότι εν η περιπτώσει ο ολικός αριθμός των απασχολουμένων εν τω ειδικώ επαγγέλματι ή επιτηδεύματι εις ο αφορά η γενομένη αίτησις είναι κατώτερος των επτά, η αίτησις δέον όπως φέρη τας υπογραφάς τριών τουλάχιστον των μελών της συντεχνίας.
(3) Εκάστη αίτησις εγγραφής συνοδεύεται υπό των νενομισμένων τελών.
(4) Εκάστη αίτησις εγγραφής συνοδεύεται υπό δύο αντιγράφων του Καταστατικού της συντεχνίας υπογεγραμμένων υπό των αιτητών και υπό δηλώσεως περιεχούσης τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) το όνομα, επάγγελμα και την διεύθυνσιν των υποβαλόντων την αίτησιν μελών~
(β) την επωνυμίαν της συντεχνίας και την διεύθυνσιν της έδρας ως και των λοιπών αυτής γραφείων και των γραφείων οιουδήποτε παραρτήματος αυτής~
(γ) τον τίτλον, το όνομα, το επάγγελμα, την ηλικίαν και την διεύθυνσιν παντός αξιωματούχου της συντεχνίας~ και
(δ) το όνομα, το επάγγελμα, την ηλικίαν και την διεύθυνσιν απάντων των μελών.
9. Εάν ο Έφορος πεισθή ότι οι αιτηταί είναι δεόντως εξουσιοδοτημένοι όπως υποβάλωσιν αίτησιν εγγραφής και ότι η συντεχνία εις ην αφορά η αίτησις εγγραφής είναι υπό τας κρατούσας περιπτώσεις επαρκώς ωργανωμένη και ότι συνάδει προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών, και ότι οι σκοποί, η σύστασις και το καταστατικόν αυτής δεν αντίκεινται προς οιανδήποτε των τοιούτων διατάξεων, ούτε είναι παράνομοι, τότε, τηρουμένων των εν άρθρω 13 διατάξεων, προβαίνει εις την εν τω νενομισμένω τύπω εγγραφήν της συντεχνίας και του Καταστατικού αυτής, ομού μετά παντός παραρτήματος της τοιαύτης συντεχνίας:
Νοείται ότι είναι άκυρος η εγγραφή της συντεχνίας εάν οιοσδήποτε των σκοπών αυτής είναι παράνομος.
10. Επί τη εγγραφή συντεχνίας δυνάμει του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου, ο Έφορος εκδίδει τη συντεχνία πιστοποιητικόν εγγραφής εν τω νενομισμένω τύπω~ πλην δε των περιπτώσεων καθ’ ας τοιούτον πιστοποιητικόν ήθελεν αποδειχθή ακυρωθέν ή ανακληθέν, τούτο συνιστά δι’ άπαντας τους σκοπούς αναμφισβήτητον απόδειξιν του γεγονότος ότι η συντεχνία είναι προσηκόντως εγγεγραμμένη δυνάμει του παρόντος Νόμου.
11. Ο Έφορος δύναται να διεξαγάγη ερεύνας ή ζητήση περαιτέρω στοιχεία ίνα ικανοποιήση εαυτόν ότι αιτησίς τις συνάδει προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή ότι συντεχνίας τις δικαιούται δυνάμει του παρόντος Νόμου, εγγραφής.
12. Εάν η επωνυμία υφ’ ην σκοπείται η εγγραφή συντεχνίας είναι η αυτή ή παρομοία προς την επωνυμίαν υφ’ ην υφισταμένη συντεχνία είναι ήδη εγγεγραμμένη, ή εάν κατά την κρίσιν του Εφόρου είναι τοιαύτη ώστε ενδέχεται να εξαπατήση ή να αγάγη εις πλάνην το κοινόν ή τα μέλη οιασδήποτε συντεχνίας, ο Έφορος οφείλει να απαιτήση παρά των αιτούντων την εγγραφήν προσώπων όπως προβώσιν εις την αλλαγήν της καθοριζομένης εν τη αιτήσει επωνυμίας της συντεχνίας και αρνηθή εγγραφήν ταύτης μέχρις ου επιτελεσθή η τοιαύτη αλλαγή.
13. Ο Έφορος δύναται να αρνηθή να εγγράψη ως συντεχνίαν συνασπισμόν μη συνάδοντα προς τους κεκηρυγμένους πρωταρχικούς σκοπούς των συντεχνιών ως ούτοι εκτίθενται εν τω παρόντι Νόμω, ή συνασπισμόν όστις είναι πρωταρχικώς οργανισμός περιβάλλων πλείονας της μιας επαγγελματικάς τάξεις εργατών, χωρίς να λαμβάνηται επαρκής πρόνοια εν τω καταστατικώ αυτού προς προστασίαν και προαγωγήν των επί μέρους επαγγελματικών συμφερόντων των τοιούτων τάξεων.
14.-(1) Οσάκις ο Έφορος απορρίπτη αίτησιν εγγραφής συντεχνίας, ούτος οφείλει όπως παραχρήμα πληροφορή περί τούτου εγγράφως τους αιτητάς, αιτιολογών συγχρόνως την τοιαύτην ενέργειαν.
(2) Η απόφασις του Εφόρου προς απόρριψιν αιτήσεως εγγραφής συντεχνίας υπόκειται εντός δεκαπέντε ημερών από της ημερομηνίας της κατά το εδάφιον (1) γνωστοποιήσεως ταύτης εις διοικητικήν αναθεώρησιν υπό του Υπουργικού Συμβουλίου το οποίον οφείλει όπως προβή αμελλητί εις την αναθεώρησιν και την επί της υποθέσεως έκδοσιν αποφάσεως.
15.-(1) Η κατά την αναθεώρησιν δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 14 απόφασις του Υπουργικού Συμβουλίου προς απόρριψιν αιτήσεως εγγραφής συντεχνίας, εφεσιβάλλεται ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου οπότε το Ανώτατον Δικαστήριον εκδίδει το κατά το δοκούν διάταγμα, περιλαμβανομένων και οδηγιών αφορωσών εις τα έξοδα της εφέσεως.
(2) Το Ανώτατον Δικαστήριον δύναται να εκδώση Κανονισμούς διέποντας την άσκησιν τοιούτων εφέσεων, την μέθοδον αποδείξεως, τον καθορισμόν προθεσμίας ασκήσεως εφέσεως, τα πληρωτέα τέλη, την ακολουθητέαν διαδικασίαν και τον τρόπον καθ’ ον ήθελε γνωστοποιηθή τω Εφόρω η ασκηθείσα έφεσις.
(3) Ο Έφορος δικαιούται όπως τύχη ακροάσεως κατά την εκδίκασιν της εφέσεως.
16.-(1) Το πιστοποιητικό εγγραφής συντεχνίας ανακαλείται ή ακυρώνεται από το Επαρχιακό Δικαστήριο όπου εδρεύει η συντεχνία ύστερα από αίτηση του Εφόρου Συντεχνιών για τους ακόλουθους λόγους:
(α) Αν αποδειχθεί ότι το πιστοποιητικό εγγραφής λήφθηκε με δόλο ή έπειτα από λάθος, ή ότι η εγγραφή της συντεχνίας κατέστη άκυρη δυνάμει του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου, ή ότι η συντεχνία εσκεμμένα και παρά τη σχετική προειδοποίηση του Εφόρου παρέβη οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή ότι τα μέλη της συντεχνίας μειώθηκαν κάτω από είκοσι (ή στην περίπτωση που η συντεχνία εμπίπτει στην επιφύλαξη του άρθρου 8(2), αν μειώθηκαν τα μέλη της κάτω από τρία) ή ότι έπαυσε να υφίσταται.
(β) Αν η συντεχνία χρησιμοποιείται για επίτευξη παράνομου σκοπού ή σκοπού που αντίκειται στους σκοπούς και το Καταστατικό της ή αν αποδειχθεί ότι τα κεφάλαια της συντεχνίας δαπανώνται παράνομα ή για παράνομο σκοπό ή για σκοπό μη επιτρεπόμενο από το Καταστατικό της συντεχνίας.
(2) Πριν υποβληθεί από τον Έφορο αίτηση για ανάκληση ή ακύρωση του πιστοποιητικού εγγραφής συντεχνίας από το Επαρχιακό Δικαστήριο, ο Έφορος παρέχει στη συντεχνία γραπτή προειδοποίηση ενός τουλάχιστο μηνός με συστημένη επιστολή που καθορίζει σε συντομία τους λόγους της σκοπούμενης ανάκλησης ή της ακύρωσης.
(3) Το πιστοποιητικό εγγραφής συντεχνίας επιστρέφεται στον έφορο αμέσως μόλις ανακληθεί ή ακυρωθεί.
- 71/1965
- 97(I)/1996
17.-(1) Εάν συντεχνία τις παραλείψη να υποβάλη αίτησιν εγγραφής εντός της υπό του παρόντος Νόμου τεταγμένης προθεσμίας, ή εάν η αίτησις εγγραφής συντεχνίας απορριφθή ή η εγγραφή ανακληθή, ακυρωθή ή καταστή άκυρος, δυνάμει του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου-
(α) η συντεχνία δεν απολαύει των δικαιωμάτων, ασυλιών ή προνομίων εγγεγραμμένης συντεχνίας~ τούτο ουδόλως επηρεάζει οιανδήποτε υποχρέωσιν ην η συντεχνία ανέλαβεν ή ήθελεν εν τω μέλλοντι αναλάβει και η οποία δύναται να είναι εκτελεστή εναντίον της συντεχνίας και των περιουσιακών αυτής στοιχείων~
(β) η συντεχνία διαλύεται και τα κεφάλαια αυτής διατίθενται συμφώνως προς το Καταστατικόν της συντεχνίας~
(γ) ουδείς δύναται να συμμετέχη εις την διοίκησιν ή την οργάνωσιν της συντεχνίας, ενεργή ή εμφανίζηται ως ενεργών εκ μέρους της συντεχνίας ή ως αξιωματούχος αυτής, εκτός καθ’ ην έκτασιν τούτο γίνεται επί τω τέλει υπερασπίσεως της συντεχνίας εις δικαστικά μέτρα ληφθέντα εναντίον αυτής ή επί τω τέλει διαλύσεως της συντεχνίας και διαθέσεως των κεφαλαίων αυτής συμφώνως προς το Καταστατικόν αυτής.
(2) Συντεχνία λειτουργούσα χωρίς προηγουμένως να υποβάλη αίτησιν εγγραφής εντός της υπό του παρόντος Νόμου τεταγμένης προθεσμίας, ή λειτουργούσα καίτοι η αίτησις εγγραφής απερρίφθη ή η εγγραφή ανεκλήθη, ηκυρώθη ή κατέστη άκυρος δυνάμει του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου, και παν πρόσωπον συμμετέχον καθ’ οιονδήποτε τρόπον εις την διοίκησιν ή οργάνωσιν, ή ενεργούν ή εμφανιζόμενον ως ενεργούν εκ μέρους τοιαύτης συντεχνίας ή ως αξιωματούχος αυτής, είναι ένοχοι αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκεινται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125, και εις πρόσθετον τοιαύτην διά το αυτό ποσόν δι’ εκάστην εβδομάδα καθ’ ην εξακολουθεί το αδίκημα.
(3) Εκκρεμούσης εφέσεως ασκηθείσης συμφώνως ταις διατάξεσι του εδαφίου (3) του άρθρου 16, αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν τυγχάνουσιν εφαρμογής.