131.-(1) Διά τους σκοπούς των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, οι ακόλουθοι όροι κέκτηνται την εν τοις εφεξής έννοιαν αντιστοίχως- "Ορυκτέλαια" σημαίνει πετρελαιοειδή, ανθρακόπισσαν και έλαια παραγόμενα εκ του άνθρακος, σχιστολίθου, τύρφης ή εξ ετέρας ασφαλτούχου ουσίας και πάντας τους υγρούς υδρογονάνθρακας, δεν περιλαμβάνει όμως τοιούτους υδρογονάνθρακας ή ασφαλτούχους ή ασφαλτώδεις ουσίας αίτινες είναι-
(α)στερεαί ή ημιστερεαί εις θερμοκρασίαν εξήκοντα βαθμών Φάρεναϊτ· ή
(β)αεριώδεις εις θερμοκρασίαν εξήκοντα βαθμών Φάρεναϊτ και υπό πίεσιν μιας ατμοσφαίρας.
"ελαφρά έλαια" σημαίνει ορυκτέλαια-
(α)των οποίων ουχί έλασσον των πεντήκοντα επί τοις εκατόν κατ' όγκον, αποστάσσεται εις θερμοκρασίαν μη υπερβαίνουσαν τους εκατόν και ογδοήκοντα πέντε βαθμούς του εκατόνταβάθμου· ή
(β) των οποίων ουχί έλασσον των ενενήκοντα πέντε επί τοις εκατόν κατ' όγκον, αποστάσσεται εις θερμοκρασίαν μη υπερβαίνουσαν τους διακοσίους τεσσαράκοντα βαθμούς του εκατονταβάθμου· ή
(γ) άτινα αναδίδουσιν εύφλεκτον ατμόν εις θερμοκρασίαν ελάσσονα των 22.8 βαθμών του εκατονταβάθμου, δοκιμαζόμενα εν τω τρόπω τω καθοριζομένω υπό των αφορώντων εις το πετρέλαιον νόμων·
"βαρέα έλαια" σημαίνει ορυκτέλαια πλην των ελαφρών τοιούτων·
"καύσιμα έλαια" σημαίνει βαρέα έλαια περιέχοντα εν διαλύματι ποσόν σκληράς ασφάλτου, ουχί έλασσον του ημίσεως επί τοις εκατόν·
"ελαφρόν πετρέλαιον" (gas oil) σημαίνει βαρέα έλαια, ων ουχί πλέον των πεντήκοντα επί τοις εκατόν κατ' όγκον αποστάσσεται εις θερμοκρασίαν μη υπερβαίνουσαν τους διακοσίους τεσσαράκοντα βαθμούς του εκατονταβάθμου και ων πλέον των πεντήκοντα επί τοις εκατόν κατ' όγκον αποστάσσεται εις θερμοκρασίαν μη υπερβαίνουσαν τους τριακοσίους τεσσαράκοντα βαθμούς του εκατονταβάθμου·
"κηροσίνη" σημαίνει βαρέα έλαια, ων ουχί πλέον των πεντήκοντα επί τοις εκατόν κατ' όγκον αποστάσσεται εις θερμοκρασίαν μη υπερβαίνουσαν τους διακοσίους τεσσαράκοντα βαθμούς του εκατονταβάθμου·
και καθ' ην έκτασιν οι ειρημένοι νόμοι αφορώσιν εις ορυκτέλαια-
"διϋλιστήριον" σημαίνει οιονδήποτε μέρος, εγκριθέν υπό του Διευθυντού διά την επεξεργασίαν ορυκτελαίων.
(2) Η μέθοδος δοκιμασίας οιωνδήποτε ελαίων επί τω τέλει κατατάξεως αυτών εις τινα κατηγορίαν συμφώνως τω προηγουμένω εδαφίω, θέλει καθορισθή υπό του Υπουργικού Συμβουλίου, τηρουμένης της εν παραγράφω (γ) προνοίας, της αφορώσης εις τον ορισμόν των "ελαφρών ελαίων".
(3) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται εκάστοτε να ορίζη ότι διά τους σκοπούς δασμολογήσεως και φορολογίας ειδική τις κατηγορία ελαφρών ελαίων θέλει λογίζεται ως ανήκουσα εις τα βαρέα έλαια:
Νοείται ότι το Υπουργικόν Συμβούλιον δεν θα προβαίνει εις τοιαύτην ενέργειαν, εκτός εάν πεισθή ότι η κατηγορία αύτη θα έδει, λόγω της χρήσεως αυτής, να καταταχθή εν τη κατηγορία των βαρέων ελαίων.
(4) Διά τους σκοπούς των περί τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, η παραγωγή ορυκτελαίων περιλαμβάνει-
(α)την λήψιν μιας κατηγορίας ορυκτελαίων εξ ετέρας τοιαύτης· και
(β) την υπαγωγήν ορυκτελαίων εις οιανδήποτε επεξεργασίαν καθαρισμού ή αναμίξεως,
ωσαύτως δε την λήψιν ορυκτελαίων εξ ετέρων ουσιών ή εξ οιασδήποτε φυσικής πηγής.
132. Οσάκις εισαγόμενα ορυκτέλαια μεταφέρονται εις διϋλιστήριον, οι αναλογούντες αυτοίς τελωνειακοί δασμοί δεν επιβάλλονται επί τη εισαγωγή των, αλλά επί τη παραδόσει τούτων εκ του διυλιστηρίου προς εσωτερικήν ανάλωσιν, θα είναι δε οι αυτοί μετά των καταβλητέων επί τη εισαγωγή παρομοίων εμπορευμάτων.
133.-(1) Επί τω τέλει διασφαλίσεως των δημοσίων προσόδων το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς-
(α) απαγορεύοντας την παραγωγήν ορυκτελαίων ή οιασδήποτε κατηγορίας τούτων, ειμή μόνον υπό προσώπου κατέχοντος επί τούτω άδειαν·
(β) καθορίζοντας την ημερομηνίαν λήξεως της ισχύος οιασδήποτε τοιαύτης αδείας·
(γ) διέποντας την παραγωγήν, αποθήκευσιν και αποταμίευσιν ορυκτελαίων ή οιασδήποτε κατηγορίας τούτων και την μεταφοράν αυτών εις τον χρησιμοποιούμενον διά την παραγωγήν των ορυκτελαίων τούτων τόπον·
(δ) απαγορεύοντας την διϋλισιν ορυκτελαίων αλλαχού ή εις διϋλιστήριον·
(ε) απαγορεύοντας την ανάμιξιν αερίου εν ορυκτελαίοις αλλαχού ή εις διϋλιστήριον·
(στ) διέποντας την χρήσιν και αποθήκευσιν ορυκτελαίων εν τινι διϋλιστηρίω·
(ζ) διέποντας ή απαγορεύοντας την μεταφοράν εις διϋλιστήριον ορυκτελαίων, αναφορικώς προς α επεστράφη ο καταβληθείς δασμός ή φόρος·
(η) διέποντας την μεταφοράν εισαγομένων ορυκτελαίων εις διϋλιστήριον άνευ πληρωμής του αναλογούντος αυτοίς τελωνειακού δασμού·
(θ)προνοούντας την παροχήν εγγυήσεως διά την καταβολήν του τελωνειακού δασμού του αναλογούντος εις οιαδήποτε εισαγόμενα ορυκτέλαια, άτινα ήχθησαν εις τι διϋλιστήριον·
(ι) γενικώτερον διά την διασφάλισιν και είσπραξιν του ειρημένου φόρου καταναλώσεως,
δυνατόν δε να εκδοθώσιν διαφορετικοί Κανονισμοί διά διαφορετικός κατηγορίας ορυκτελαίων.
(2) Πας όστις διά πράξεως ή παραλείψεως αυτού παραβαίνει Κανονισμόν δυνάμει του παρόντος άρθρου γενόμενον, υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων, αναφορικώς προς άτινα διαπράττεται το αδίκημα ή τας £500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών, τα δε τοιαύτα εμπορεύματα υπόκεινται εις δήμευσιν.
134.-(1) Ουδείς δύναται να προβαίνη εις την ανάμιξιν οιουδήποτε υποκειμένου εις δασμόν ή φόρον ορυκτελαίου μεθ' ετέρου τινός ορυκτελαίου, ειμή δυνάμει αδείας και συμφώνως τοις όροις αδείας υπό του Διευθυντού χορηγουμένης και επί τη καταβολή δασμού ή φόρου επί του ετέρου τούτου ορυκτελαίου κατά τον συντελεστήν, τον εκάστοτε κρατούντα αναφορικώς προς το υποκείμενον εις δασμόν ή φόρον ορυκτέλαιον: Νοείται ότι το παρόν εδάφιον δεν τυγχάνει εφαρμογής επί βαρέων ελαίων, πλην των καυσίμων ελαίων, του ελαφρού πετρελαίου (gas oil) και της κηροσίνης.
(2) Πας όστις προβαίνει εις την ανάμιξιν ορυκτελαίων κατά παράβασιν των διατάξεων του προηγουμένου εδαφίου, υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των μιγνυομένων ορυκτελαίων ή τας £500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών, το δε μίγμα υπόκειται εις δήμευσιν.
135.-(1) Επί τω τέλει διασφαλίσεως των δημοσίων προσόδων, το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς·
(α) απαγορεύοντας την παραγωγήν υποκαταστάτων βενζίνης και την εμπορίαν υποκαταστάτων βενζίνης, εφ' ων δεν κατεβλήθη ο αναλογών τούτοις φόρος υποκαταστάτων βενζίνης, ειμή υπό προσώπων κατεχόντων επί τούτω άδειαν·
(β) καθορίζοντας την ημερομηνίαν λήξεως οιασδήποτε τοιαύτης αδείας·
(γ) διέποντας την παραγωγήν, εμπορίαν, αποθήκευσιν και αποταμίευσιν υποκαταστάτων βενζίνης και την μεταφοράν αυτών εις το επί τούτω οίκημα και εξ αυτού·
(δ) διά την απαλλαγήν εκ του ειρημένου φόρου υποκαταστάτων βενζίνης προοριζομένων προς εξαγωγήν ή φόρτωσιν ως εφοδίων·
(ε) γενικώς διά την διασφάλισιν και είσπραξιν των ειρημένων φόρων.
(2) Πας όστις-
(α)χρησιμοποιεί ως καύσιμον δι' εσωτερικής καύσεως μηχανικόν έμβολον οιονδήποτε υγρόν, όπερ δεν είναι ορυκτέλαιον και εφ' ου ούτος γνωρίζει ή έχει επαρκείς λόγους να πιστεύη ότι δεν κατεβλήθη ο αναλογών αυτώ φόρος· ή
(β) διά πράξεως ή παραλείψεως αυτού παραβαίνει Κανονισμόν δυνάμει του παρόντος άρθρου γενόμενον,
είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων, αναφορικώς προς άτινα διαπράττεται το αδίκημα ή τας £500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών, τα δε εμπορεύματα υπόκεινται εις δήμευσιν.
(3) Διά τους σκοπούς των περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, ο όρος "υποκατάστατα βενζίνης" σημαίνει παν υγρόν, αποσκοπούν να υποκαταστήση την βενζίνην ως καύσιμον ύλην δι' εσωτερικής καύσεως μηχανικά έμβολα και όπερ δεν είναι ορυκτέλαιον.
(4) Εν τω παρόντι άρθρω ο όρος "υγρόν" δεν περιλαμβάνει οιανδήποτε ουσίαν, ήτις είναι αεριώδης εις θερμοκρασίαν εξήκοντα βαθμών Φάρεναϊτ και υπό πίεσιν μιας ατμοσφαίρας.