150.-(1) Οιοσδήποτε λειτουργός δύναται κατά πάντα χρόνον (εν καιρώ όμως νυκτός μόνον τη συνοδεία αστυνομικού, εξαιρέσει της περιπτώσεως των μνημονευομένων εν τω επομένω εδαφίω εμπόρων) να εισέλθη εις οίκημα δηλωθέν ή χρήζον δηλώσεως δυνάμει των περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, ή εις οιονδήποτε έτερον οίκημα, ανήκον κατά κυριότητα ή χρησιμοποιούμενον υπό εμπόρου υποκειμένου εις τας διατάξεις των περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμων διά τους σκοπούς της εμπορίας αυτού, και να επιθεωρήση τούτο, διεξαγάγη ερεύνας, εξετάση και καταμετρήση τα μηχανήματα, αγγεία, σκεύη, εμπορεύματα ή υλικά, τα ανήκοντα ή καθ' οιονδήποτε έτερον τρόπον σχετιζόμενα μετά της εν λόγω εμπορίας.
(2) Ο λειτουργός όστις, απαιτήσας όπως τω επιτραπή είσοδος εις οίκημα, ανήκον εις οινοπνευματοποιόν Α' ή Β' κατηγορίας, ποτοποιόν ή ζυθοποιόν και δηλώσας το όνομα και την ιδιότητα αυτού εν τη εισόδω, δεν γενή πάραυτα δεκτός, ως και πας έτερος προστρέχων εις βοήθειαν αυτού δύναται (εν καιρώ νυκτός όμως, μόνον τη συνοδεία αστυνομικού) να παραβιάση οιανδήποτε θύραν ή παράθυρον οικήματος ή να ανοίξη ρήγμα εις οιονδήποτε τοίχον αυτού και να επιτύχη είσοδον εις αυτό.
151.-(1) Πας λειτουργός όστις ευλόγως υποψιάζεται ότι έμπορος υποκείμενος εις τας διατάξεις των περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, εφ' ου τυγχάνει εφαρμογής το παρόν άρθρον, διατηρεί ή ποιείται χρήσιν μυστικού σωλήνος ή ετέρου αγωγού, κρουνού, αγγείου ή σκεύους, ο λειτουργός ούτος δύναται κατά πάντα χρόνον, εν καιρώ νυκτός όμως μόνον τη συνοδεία αστυνομικού, να παραβιάση οιονδήποτε μέρος του οικήματος του εν λόγω εμπόρου, να εισέλθη εν αυτώ βιαίως, και εφ' όσον δεδικαιολογημένως ήθελε παραστή ανάγκη να ανασκάψη το έδαφος του τοιούτου οικήματος ή παρακείμενον τοιούτο ή οιονδήποτε τοίχον αυτού, και να διεξαγάγη ερεύνας προς ανεύρεσιν του εν λόγω σωλήνος, αγωγού, κρουνού, αγγείου ή σκεύους.
(2) Εάν ο λειτουργός εξεύρη τοιούτον σωλήνα ή έτερον αγωγόν, άγοντα εις το οίκημα του εμπόρου ή εξ αυτού, ούτος δύναται να εισέλθη εις παν έτερον οίκημα εξ ου άρχεται ή εις ο αγάγει σωλήν ή έτερος αγωγός και, καθ' ην έκτασιν ήθελε παραστή δεδικαιολογημένως ανάγκη, να κατεδαφίση ή ανασκάψη οιονδήποτε μέρος του ετέρου τούτου οικήματος, ίνα καθορίση την πορείαν αυτού, αποκόψη τούτον και να κλείση οιονδήποτε επ' αυτού κρουνόν και εξετάση εάν τούτο μεταφέρη ή αποκρύπτη εμπορεύματα, υποκείμενα εις τίνα φόρον καταναλώσεως ή υλικά χρησιμοποιούμενα εις την κατασκευήν τοιούτων εμπορευμάτων κατά τρόπον παρακωλύοντα την επακριβή εξέλεγξιν τούτων.
(3) Πας ως εν τοις ανωτέρω σωλήν ή έτερος αγωγός, κρουνός, αγγείον ή σκεύος ως και άπαντα τα εμπορεύματα, τα υποκείμενα εις τινα φόρον καταναλώσεως ή τα χρησιμοποιούμενα διά την κατασκευήν αυτών υλικά, άτινα ήθελον εξευρεθή εν αυτώ, υπόκεινται εις δήμευσιν, ο δε έμπορος είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £500.
(4) Ο Διευθυντής δέον όπως αποκαθιστά πάσαν ζημίαν επαχθείσαν κατά την διάρκειαν ερεύνης, ήτις ήθελεν αποδειχθή ανεπιτυχής.
(5) Το παρόν άρθρον τυγχάνει εφαρμογής επί των οινοπνευματοποιών Α' και Β' κατηγορίας, ποτοποιών και ζυθοποιών.
152.-(1) Εφ' όσον ήθελε καταδειχθή τω Υπουργώ, ότι οιαδήποτε ουσία ή υγρόν χρησιμοποιείται ή δυνατόν να χρησιμοποιηθή εν τη κατασκευή ή παρασκευή προς πώλησιν οιωνδήποτε εμπορευμάτων υποκειμένων εις τινα φόρον καταναλώσεως, και ότι η ουσία αύτη ή υγρόν είναι μολυσματικής ή επιβλαβούς φύσεως ή, εφ' όσον πρόκειται περί χημικού ή τεχνητού αποστάγματος ή προϊόντος, δύναται να επηρεάση δυσμενώς τας δημοσίας προσόδους, ο Υπουργός δύναται διά κανονισμών να απαγορεύση την χρήσιν της τοιαύτης ουσίας ή υγρού εν τη κατασκευή ή παρασκευή προς πώλησιν οιωνδήποτε εμπορευμάτων, άτινα θέλουσι καθορισθή εν τοις Κανονισμοίς.
(2) Εν όσω τοιούτοι Κανονισμοί ήθελον τελή εν ισχύϊ, πας όστις εν γνώσει αυτού ποιείται χρήσιν οιασδήποτε διά των τοιούτων Κανονισμών απαγορευμένης ουσίας ή υγρού εν τη κατασκευή ή παρασκευή προς πώλησιν εμπορευμάτων, οριζομένων ωσαύτως εν τοις Κανονισμοίς, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £250.
(3)Ουσίαι ή υγρά, εκάστοτε απηγορευμένα υπό τοιούτων Κανονισμών, άτινα ήθελον εξευρεθή εν τη κατοχή προσώπου κατέχοντος άδειαν κατασκευής ή πωλήσεως οιωνδήποτε εμπορευμάτων, καθωρισμένων εν τοις Κανονισμοίς, ως και άπαντα τα εμπορεύματα, εν τη κατασκευή ή παρασκευή των οποίων εχρησιμοποιήθη τοιαύτη ουσία ή υγρόν κατά παράβασιν οιουδήποτε τοιούτου Κανονισμού, υπόκεινται εις δήμευσιν.
153.-(1) Έκαστος έμπορος, υποκείμενος εις τας διατάξεις των περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, δέον όπως καταβάλλη πάντα φόρον καταναλώσεως σχετικώς προς την εμπορίαν αυτού, εν ω χρόνω ή εντός τοιαύτης προθεσμίας και εις τοιούτον τόπον και πρόσωπον, ως ο Διευθυντής ήθελεν εκάστοτε ορίσει, ανεξαρτήτως εάν η πληρωμή του εν λόγω φόρου εξησφαλίσθη διά προσωπικής εγγυήσεως ή άλλως πως.
(2) Εάν οιοσδήποτε ούτω οφειλόμενος φόρος δεν καταβληθή ως εν τοις ανωτέρω, ούτος καταβάλλεται τη προσκλήσει του Διευθυντού είτε προσωπικώς είτε εγγράφως γενομένη και καταλειπομένη εις την κατοικίαν ή επαγγελματικήν αυτού εγκατάστασιν· εάν δεν καταβληθή δε κατόπιν της τοιαύτης προσκλήσεως, ο έμπορος υπόκειται επιπροσθέτως εις χρηματικήν ποινήν ίσην προς το διπλάσιον του οφειλομένου ποσού.
154.-(1) Οσάκις έμπορος υποκείμενος εις τας διατάξεις των περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμων οφείλει ποσόν τι αναφορικώς προς οιονδήποτε φόρον καταναλώσεως ή διά ποινήν επιβληθείσαν αυτώ δυνάμει των ως είρηται Νόμων, άπαντα τα υποκείμενα εις φόρον καταναλώσεως εμπορεύματα, ανεξαρτήτως εάν ο αναλογών αυτοίς φόρος κατεβλήθη ή όχι και άπαντα τα υλικά κατασκευής ή παραγωγής τοιούτων εμπορευμάτων ως και άπασαι αι συσκευαί, εξοπλισμός, μηχανήματα, εργαλεία, σκεύη και αγγεία, τα χρησιμοποιούμενα εις την τοιαύτην κατασκευήν ή παραγωγήν ή εις την παρασκευήν των τοιούτων υλικών ή δι' ων ενασκείται η εμπορία, αναφορικώς προς ην οφείλεται ο τοιούτος φόρος, άτινα εξευρίσκονται εν τη κατοχή ή υπό την φύλαξιν του εν λόγω εμπόρου ή του αντιπροσώπου του ή οιουδήποτε ετέρου προσώπου ενεργούντος διά λογαριασμόν του ή άτινα διετέλεσαν εν τη κατοχή ή υπό την φύλαξιν τοιούτου προσώπου-
(α)καθ' ον χρόνον επεβλήθη ο φόρος ή ηδύνατο κατά νόμον να επιβληθή ή εν όσω ο τοιούτος φόρος ήτο πληρωτέος και απαιτητός· ή
(β) καθ' ον χρόνον διεπράχθη το αδίκημα δι' ο επεβλήθη η τοιαύτη ποινή, υπόκεινται εις κατάσχεσιν εν περιπτώσει μη πληρωμής του εν λόγω ποσού.
(2) Παν εν εδαφίω (1) μνημονευόμενον ποσόν εισπράττεται δυνάμει των διατάξεων του περί Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1962 ή της Ποινικής Δικονομίας, αναλόγως της περιπτώσεως.
155. Πας όστις εμφανίζεται ως ιδιοκτήτης ή όστις είναι ο κύριος διευθυντής επιχειρήσεως εμπόρου υποκειμένου εις τας διατάξεις των περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμων σχετικώς προς ην εδηλώθη οιονδήποτε οίκημα ή αντικείμενον ή όστις κατέχει ή ποιείται χρήσιν οιουδήποτε δηλωθέντος οικήματος ή αντικειμένου, υπέχει την αυτήν ευθύνην, και εάν έτι δεν συνεπλήρωσε την ηλικίαν των δεκαοκτώ ετών, ως και ο πραγματικός και αληθής ιδιοκτήτης της επιχειρήσεως, δι' άπαντας τους φόρους τους βαρύνοντας την εν λόγω επιχείρησιν και πάσας τας χρηματικός ποινάς, αίτινες ήθελον επιβληθή αναφορικώς, προς την επιχείρησιν ταύτην.