Προοίμιο

Επειδή δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 10 των περί Μεταβιβάσεως της Ασκήσεως των Αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και περί Υπουργείου Παιδείας Νόμων του 1965 έως 1969 προεβλέφθη ότι ο μελλοντικός τρόπος εκπροσωπήσεως των Θρησκευτικών ομάδων των Αρμενίων, Λατίνων και Μαρωνιτών θα ρυθμισθή δι’ ειδικής νομοθεσίας.

Συνοπτικός τίτλος

1. Οι περί Θρησκευτικών Ομάδων (Εκπροσώπηση) Νόμοι του 1970 έως 1996 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Θρησκευτικών Ομάδων (Εκπροσώπηση) Νόμοι του 1970 έως 1996.

Ερμηνεία

2. Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“αντιπρόσωπος” σημαίνει πρόσωπον εκλεγέν δυνάμει του παρόντος Νόμου όπως εκπροσωπήση την οικείαν θρησκευτικήν ομάδα·

“εκλογεύς” σημαίνει πρόσωπον το οποίον είναι πολίτης της Δημοκρατίας και μέλος της οικείας θρησκευτικής ομάδος και το οποίον έχει την συνήθη αυτού διαμονήν εν Κύπρω διά περίοδον εξ μηνών προ του καταρτισμού του καταλόγου του προνοουμένου εις το εδάφιον (1) του άρθρου 5·

“εκλογή” σημαίνει εκλογήν αντιπροσώπων·

“εκλογικός κατάλογος” σημαίνει τον δυνάμει του παρόντος Νόμου καταρτιζόμενον κατάλογον εκλογέων·

“εκλογικός νόμος” σημαίνει τους περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων Νόμους του 1979 έως 1981 και περιλαμβάνει τους περί Εγγραφής Εκλογέων και Εκλογικού Καταλόγου Νόμους του 1980 έως 1981 ως και οιονδήποτε Νόμον τροποποιούντα και αντικαθιστώντα τούτους·

“Θρησκευτική ομάς” σημαίνει την θρησκευτικήν ομάδα των Αρμενίων, Λατίνων και Μαρωνιτών·

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Εσωτερικών.

(2) Όροι μη ειδικώς οριζόμενοι εν τω παρόντι Νόμω κέκτηνται την εις αυτούς αποδιδομένην έννοιαν υπό του εκλογικού νόμου.

Εκπροσώπησις θρησκευτικής ομάδος

3.-(1) Εκάστη θρησκευτική ομάς εκπροσωπείται δι’ ενός αντιπροσώπου, εκλεγομένου υπό των εκλογέων της ομάδος συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Ο αντιπρόσωπος αναλαμβάνει τα καθήκοντα του κατά την πρώτην μετά την εκλογήν του συνεδρίασιν της Βουλής των Αντιπροσώπων, η δε θητεία αυτού λήγει διά της λήξεως της πενταετούς βουλευτικής περιόδου ή της διαλύσεως της Βουλής των Αντιπροσώπων, οιονδήποτε ήθελε συμβή ενωρίτερον:

Νοείται ότι εν περιπτώσει λήξεως της θητείας του αντιπροσώπου λόγω διαλύσεως της Βουλής των Αντιπροσώπων εντός του τελευταίου έτους της πενταετούς βουλευτικής περιόδου, η θητεία του νεο-εκλεγομένου αντιπροσώπου περιλαμβάνει ωσαύτως την μη διανυθείσαν περίοδον θητείας του προκατόχου του:

Νοείται περαιτέρω ότι ο αντιπρόσωπος εξακολουθεί να εκπροσωπή την ομάδα αυτού μέχρι της αναλήψεως υπό του νεο-εκλεγέντος αντιπροσώπου των καθηκόντων αυτού.

Εξουσία και ασυλίαι αντιπροσώπων

4.-(1) Έκαστος αντιπρόσωπος μέχρι λήξεως της θητείας αυτού αντιπροσωπεύει την οικείαν ομάδα εν σχέσει προς θέματα άτινα υπήγοντο εις την Ελληνικήν Κοινοτικήν Συνέλευσιν και προς τον σκοπόν τούτον-

(α) θα έχη το δικαίωμα όπως θέτη τας απόψεις της ομάδος αυτού επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος όπερ αφορά εις ταύτην ή όπως προβαίνη εις αναγκαίας παραστάσεις επί των τοιούτων θεμάτων αφορώντων εις την ομάδα αυτού ενώπιον οιουδήποτε οργάνου ή επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων ή οργάνου ή αρχής της Δημοκρατίας·

(β) η Βουλή των Αντιπροσώπων δια της αρμόδιας αυτής επιτροπής προ της λήψεως οιουδήποτε νομοθετικού μέτρου επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος και οιονδήποτε όργανον ή αρχή της Δημοκρατίας πριν ή προβή εις την άσκησιν διοικητικής αρμοδιότητος επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος, ζητεί τις απόψεις του ειρημένου αντιπροσώπου της οικείας ομάδος τις οποίες και λαμβάνει σοβαρά υπόψιν˙

(γ) για τους σκοπούς των παραγράφων (α) και (β) η Βουλή των Αντιπροσώπων και οι διοικητικές αρχές, όργανα της Δημοκρατίας προβαίνουν αντιστοίχως στις ακόλουθες ενέργειες:

Προκειμένου για τη Βουλή των Αντιπροσώπων-

(i) Οι αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές προσκαλούν στις συνεδρίες τους κατά τις οποίες εξετάζονται οποιαδήποτε μέτρα ή θέματα εκ των ανωτέρω τους αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων στους οποίους και αποστέλλουν προηγουμένως την ημερήσια διάταξη της συνεδρίας καθώς και τα σχετικά έγγραφα και τυχόν υλικό που αφορά το υπό συζήτηση θέμα.

(ii) Ο πρόεδρος της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής καλεί τους αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων να εκθέσουν προφορικά ή και γραπτά τις θέσεις τους ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής.

(iii) Στις αντίστοιχες εκθέσεις των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών καταγράφεται η παρουσία του αντιπροσώπου των οικείων θρησκευτικών ομάδων στη συνεδρία της επιτροπής και γίνεται σχετική αναφορά στις θέσεις τις οποίες αυτός έχει εκθέσει προφορικά ενώπιον της επιτροπής ή και έχει καταθέσει γραπτά.

(iv) Σε περίπτωση που η αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή καταλήγει επί ενός νομοθετικού μέτρου ή θέματος εκ των προαναφερομένων και στην ομόφωνη ή κατά πλειοψηφία θέση των μελών της διαπιστώνεται διαφωνία με τη θέση των αντιπροσώπων των οικείων θρησκευτικών ομάδων όπως αυτή εκφράστηκε στην επιτροπή, η επιτροπή σημειώνει στην έκθεσή της την εν λόγω διαφωνία ή και αιτιολογεί τους λόγους για την εν λόγω διαφωνία.

Προκειμένου για τα αρμόδια όργανα ή αρχές της Δημοκρατίας-

(i) Ενημερώνουν γραπτώς τους αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων για οποιοδήποτε ζήτημα εμπίπτει στα πιο πάνω θέματα τα οποία υπήγοντο στην αρμοδιότητα της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και για το οποίο πρόκειται να ασκηθεί διοικητική αρμοδιότητα πριν να προβούν στην άσκηση της εν λόγω διοικητικής αρμοδιότητας.

(ii) Καλούν στη συνέχεια τους εν λόγω αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων για να εκφράσουν τις απόψεις τους είτε προφορικά είτε και γραπτά ενώπιον των αντίστοιχων διοικητικών υπηρεσιών.

(iii) Στην περίπτωση που οποιαδήποτε απόφαση ή μέτρο ή άσκηση διοικητικής αρμοδιότητας εκ μέρους των αρμόδιων οργάνων ή αρχών σε σχέση με τα ως άνω θέματα δε συνάδει με τη θέση που εκφράστηκε είτε προφορικώς είτε γραπτώς από τους αντιπροσώπους της οικείας θρησκευτικής ομάδας ανάλογα με την περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αιτιολογούν γραπτώς τη μη υιοθέτηση της άποψης του αντιπροσώπου της οικείας θρησκευτικής ομάδας και να του κοινοποιούν την εν λόγω αιτιολόγηση.

(2) Οι εν τω εδαφίω (1) αντιπρόσωποι θα απολαύσωσι διαρκούσης της θητείας αυτών της αυτής ασυλίας ης απήλαυον τα μέλη της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος των περί Μεταβιβάσεως της Ασκήσεως των Αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και περί Υπουργείου Παιδείας Νόμων του 1965 έως 1969.

Εκλογικός κατάλογος θρησκευτικών ομάδων

5.-(1) Εντός ενός μηνός από της ενάρξεως της ισχύος του περί Θρησκευτικών Ομάδων (Εκπροσώπησις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1981 ή κατά τοιαύτην ημερομηνίαν ως ήθελεν ορίσει ο Υπουργός Εσωτερικών διά γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, ο Έπαρχος εκάστης Επαρχίας καταρτίζει, συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, χωριστόν εκλογικόν κατάλογον δι’ εκάστην θρησκευτικήν ομάδα διά τους εντός της επαρχίας του διαμένοντας εκλογείς:

Νοείται ότι εν περιπτώσει εκλογέων επαρχίας ήτις είναι, εν όλω ή εν μέρει, κατεχόμενον έδαφος συνεπεία της από της 20ής Ιουλίου 1974 Τουρκικής εισβολής οι εκλογείς ούτοι θα θεωρώνται ότι είχον την συνήθη αυτών διαμονήν διά την νενομισμένην περίοδον την απαιτουμένην διά την εγγραφήν των ως εκλογέων της επαρχίας ταύτης.

(2) Η εγγραφή εις τον εκλογικόν κατάλογον ενεργείται είτε αυτεπαγγέλτως υπό του Επάρχου ή τη αιτήσει του ενδιαφερομένου. Εις αμφοτέρας τας περιπτώσεις δέον να συλλεγώσιν ή προσαχθώσι τα αναγκαία στοιχεία τα αφορώντα εις την εγγραφήν.

(3) Επί τη συμπληρώσει του εκλογικού καταλόγου δι’ εκάστην θρησκευτικήν ομάδα διά τους εντός εκάστης επαρχίας διαμένοντας εκλογείς, ούτος υπογράφεται υπό του Επάρχου και εκτίθεται προς επιθεώρησιν διά τουλάχιστον δέκα ημέρας από της ημερομηνίας της δημοσιεύσεως της γνωστοποιήσεως υπό παντός ενδιαφερομένου εις τοιούτον μέρος και εις τοιαύτας ώρας ως θα ωρίζετο διά γνωστοποιήσεως του Επάρχου δημοσιευομένης εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας και καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον ο οποίος θα έφερε το περιεχόμενον ταύτης εις γνώσιν παντός ενδιαφερομένου.

(4) Διαρκούσης της περιόδου κατά την οποίαν ο κατάλογος είναι εκτεθειμένος προς επιθεώρησιν, πας ενδιαφερόμενος του οποίου το όνομα δεν περιελήφθη εις τον εκλογικόν κατάλογον ή του οποίου η περιγραφή εις τον εκλογικόν κατάλογον δεν είναι ακριβής ή ο οποίος ενίσταται διά το ότι πρόσωπον περιελήφθη εις τον εκλογικόν κατάλογον δύναται να υποβάλη αίτησιν προς τον Έπαρχον δι’ εγγραφήν, διαγραφήν ή διόρθωσιν, ως θα ήτο η περίπτωσις, υποστηριζομένην υπό των αναγκαίων δικαιολογητικών στοιχείων.

(5) Ο Έπαρχος προβαίνει αμελλητί εις την εξέτασιν πάσης αιτήσεως υποβληθείσης βάσει του εδαφίου (4), και αποφασίζει επί ταύτης, δίδει αναγκαίαν γνωστοποίησιν της αποφάσεως αυτού εις πάντα ενδιαφερόμενον και προβαίνει εις τας αναγκαίας διορθώσεις του εκλογικού καταλόγου. Πριν ή εκδώση απόφασιν επί οιασδήποτε αιτήσεως ο Έπαρχος κέκτηται εξουσίαν όπως προβή εις τοιαύτην έρευναν και υποβάλη σχετικάς ερωτήσεις προς παν πρόσωπον αίτινες θα υπεβοήθουν αυτόν διά την έκδοσιν της αποφάσεως του.

(6) Ο Έπαρχος κέκτηται εξουσίαν όπως και αυτεπαγγέλτως προβή εις την διόρθωσιν γραφικού ή ετέρου λάθους του εκλογικού καταλόγου αφού δώση ειδοποίησιν προς τούτο εις το ενδιαφερόμενον πρόσωπον.

(7) Επί τη συμπληρώσει του εκλογικού καταλόγου διά των αναγκαίων εγγραφών και διαγραφών ως προνοείται εν τοις εδαφίοις (4), (5) και (6), ο Έπαρχος υπογράφει τον εκλογικόν κατάλογον διά την εκλογικήν περιφέρειαν και επί τούτω ο εκλογικός κατάλογος καθίσταται ο εκλογικός κατάλογος της εκλογικής περιφερείας και η εν αυτώ καταχώρισις του ονόματος προσώπου ως εκλογέως αποτελεί πλήρη απόδειξιν της ιδιότητος του ταύτης και χορηγεί εις αυτόν το δικαίωμα να ψηφίση καθ’ οιανδήποτε εκλογήν διαρκούσης της περιόδου ο εκλογικός κατάλογος τελεί εν ισχύϊ.

(8) Επί τη υπογραφή του εκλογικού καταλόγου συμφώνως προς το εδάφιον (7) ο Έπαρχος δημοσιεύει εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας γνωστοποίησιν πέρι τούτου και ο κατάλογος δύναται να επιθεωρηθή παρ’ οιουδήποτε ενδιαφερομένου.

Προκήρυξις εκλογών

6. Άμα τη λήξει της θητείας αντιπροσώπου ή άμα ως κενωθή έδρα αντιπροσώπου, ο Υπουργός διά προκηρύξεως αυτού, δημοσιευομένης εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, ορίζει ημερομηνίαν εκλογής αντιπροσώπων των θρησκευτικών ομάδων ή αντιπροσώπου της θρησκευτικής ομάδος, αναλόγως της περιπτώσεως:

Νοείται ότι, εν περιπτώσει λήξεως της θητείας των αντιπροσώπων, ως ημερομηνία εκλογής θα ορίζηται η ημερομηνία διεξαγωγής των γενικών βουλευτικών εκλογών.

Έφορος εκλογής, κ.λ.π.

7. Ο Υπουργός διορίζει, διά δημοσιεύσεως γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, Έφορον εκλογής και προβαίνει, τηρουμένων των αναλογιών, εις απάσας τας αναγκαίας διοικητικάς διευθετήσεις και διά τον σκοπόν εκλογών προνοουμένας υπό του εκλογικού Νόμου.

Εκλογή

8.-(1) Πάσα εκλογή είναι μυστική διεξαγομένη συμφώνως προς τας διατάξεις του εκλογικού νόμου.

(2) Άνευ βλάβης ή επηρεασμού της γενικότητος του εδαφίου (1) άπασαι αι διατάξεις του προρρηθέντος εκλογικού νόμου, πλην των διατάξεων αίτινες αφορούν εις τας γνωστοποιήσεις τας προνοουμένας διά του εδαφίου (4) του άρθρου 18 και του εδαφίου (3) του άρθρου 27 του εκλογικού νόμου, των γνωστοποιήσεων τούτων δημοσιευομένων εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας και τοιχοκολλουμένων εις τοιαύτα περίοπτα μέρη ως ο Έφορος Εκλογής ήθελε κρίνει εύλογον, αι αφορώσαι εις τας διοικητικάς διευθετήσεις, την υποβολήν υποψηφιοτήτων και ανακήρυξιν υποψηφίων, εκλογικήν διαδικασίαν και διεξαγωγήν εκλογής, ανακήρυξιν εκλεγέντων, αιτήσεις προς ακύρωσιν εκλογής και σχετικήν διαδικασίαν και εκλογικά αδικήματα εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και εις την εκλογήν αντιπροσώπων των θρησκευτικών ομάδων:

Νοείται ότι ανεξαρτήτως των διατάξεων του εκλογικού νόμου θα θεωρώνται ως εκλεγέντες αντιπρόσωποι των θρησκευτικών ομάδων οι σχετικώς πλειοψηφίσαντες εις την εκλογήν.

Μη εκλογιμότης και αμφισβήτησις

9. Ουδείς δύναται να εκλεγή ή διατελή ως αντιπρόσωπος εάν-

(α) δεν είναι εκλογεύς ανήκων εις την δι’ ην η εκλογή θρησκευτικήν ομάδα͘

(α1) δεν έχει συμπληρώσει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του͘

(β) έχη καταδικασθή δι’ αδίκημα ατιμωτικόν ή ηθικής αισχρότητος ή έχη στερηθή της εκλογιμότητος κατόπιν αποφάσεως αρμοδίου δικαστηρίου͘

(γ) πάσχη εκ διανοητικής νόσου καθιστώσης αυτόν ανίκανον να ασκήση τα καθήκοντα του ως αντιπροσώπου͘

(δ) είναι υπουργός, δικαστής, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, δήμαρχος ή δημοτικός σύμβουλος, μέλος των ενόπλων δυνάμεων ή δυνάμεων ασφαλείας της Δημοκρατίας ή μέλος της δημοσίας υπηρεσίας της Δημοκρατίας ως αύτη ορίζεται εις το άρθρον 2 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1967.

Αποζημίωση των αντιπροσώπων

10. Η αποζημίωση των αντιπροσώπων συνίσταται από-

(α) (i) Eτήσιες αποδοχές δώδεκα χιλιάδων λιρών (£12.000) αναπροσαρμοζόμενες ως αποτέλεσμα της εκάστοτε διακύμανσης του τιμαριθμικού δείκτη και του ετήσιου ποσοστού αύξησης μισθών και ημερομισθίων των εργαζομένων, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Τμήματος Στατιστικής και Ερευνών·

(ii) ποσό ίσο προς το ένα δωδέκατο (1/12) των εκάστοτε ετήσιων αποδοχών που καταβάλλονται με βάση την υποπαράγραφο (i), το οποίο θα καταβάλλεται στο τέλος κάθε έτους·

(β) ετήσιο επίδομα παραστάσεως δώδεκα χιλιάδων λιρών (£12.000) αναπροσαρμοζόμενο ως αποτέλεσμα της εκάστοτε διακύμανσης του τιμαριθμικού δείκτη· και

(γ) ετήσιο κατ’ αποκοπή επίδομα επτά χιλιάδων διακόσιων λιρών (£7.200) για γραμματειακές υπηρεσίες.

Κανονισμοί

11. Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδίδη Κανονισμούς, δημοσιευομένους εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, διά την καλυτέραν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Σημείωση
5 του Ν70/86Μεταβατικαί διατάξεις

Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 6 ο Υπουργός θα ορίση, το βραδύτερον εντός δεκαπέντε ημερών από της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, ημερομηνίαν εκλογής αντιπροσώπων των θρησκευτικών ομάδων, η οποία ημερομηνία δεν δύναται να ορισθή πέραν της 15ης Ιουλίου 1986.

(2) Οι εκλεγησόμενοι δυνάμει του εδαφίου (1) αντιπρόσωποι θα αναλάβωσι τα καθήκοντα των κατά την πρώτην μετά την 1ην Σεπτεμβρίου, 1986, τακτικήν συνεδρίασιν της Βουλής των Αντιπροσώπων, άμα δε τη τοιαύτη αναλήψει καθηκόντων, ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 3, λήγει η θητεία των νυν αντιπροσώπων.

Σημείωση
3 του Ν111(Ι)/96Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από την 6η Ιουνίου 1996, ημερομηνία έναρξης της περιόδου της παρούσας Βουλής των Αντιπροσώπων.

Σημείωση
3 του Ν.88(I)/2006Έναρξη της ισχύος του Ν.88(I)/2006

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.88(I)/2006] τίθεται σε ισχύ από την έναρξη της περιόδου της Βουλής των Αντιπροσώπων η οποία αρχίζει μετά τη λήξη της περιόδου της παρούσας Βουλής των Αντιπροσώπων.