1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρηται ως ο περί Οφειλετών (Αναβολή Πωλήσεων Ακινήτου Ιδιοκτησίας) Νόμος του 1973.
2. Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη αντίθετος έννοια-
“ακίνητος ιδιοκτησία” κέκτηται την υπό του άρθρου 2 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου αποδιδομένην εις τον όρον τούτον έννοιαν·
“γεωργία” περιλαμβάνει ωσαύτως ενυπόθηκον δανειστήν·
“δανειστής” περιλαμβάνει ωσαύτως ενυπόθηκον δανειστήν·
“Διευθυντής” σημαίνει τον Διευθυντήν του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος του Υπουργείου Εσωτερικών και περιλαμβάνει πάντα λειτουργόν του ρηθέντος Τμήματος εξουσιοδοτηθέντα υπό του Διευθυντού διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
“δικαστήριον” σημαίνει το Επαρχιακόν Δικαστήριον της Επαρχίας ένθα κείται η τοιαύτη περιουσία·
“ένταλμα πωλήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας” σημαίνει ένταλμα πωλήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας εκδοθέν επί του βάσει του Μέρους V του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου·
“κύριος”, εν σχέσει προς ακίνητον ιδιοκτησίαν, κέκτηνται την υπό του άρθρου 2 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου αποδιδομένην εις τον όρον τούτον έννοιαν·
“οφειλέτης” σημαίνει οφειλέτην όστις κατά την ημερομηνίαν της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου-
(α) επάγεται κυρίως τα προς το ζην αναγκαία εκ της γεωργίας·
(β) καταγίνεται εις την γεωργίαν προσωπικώς ή διά μελών της οικογενείας του ή διά μισθωτών τακτικών ή εκτάκτων εργατών· και
(γ) είναι κύριος ακινήτου ιδιοκτησίας ήτις τελεί υπό πώλησιν ή σκοπείται όπως εκτεθή εις πώλησιν προς ικανοποίησιν χρέους αρχικώς προερχομένου εκ συμβατικής ή οιονεί συμβατικής υποχρεώσεως·
“πώλησις” σημαίενι πώλησιν ακινήτου ιδιοκτησίας διεξαχθησομένην δυνάμει αποφάσεως ή εντάλματος πωλήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας ή δυνάμει του Μέρους ΧΙ του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου ή δυνάμει του Μέρους VI του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965.
3.-(1) Πας οφειλέτης εναντίον της ακινήτου ιδιοκτησίας του οποίου έχουν ήδη κατατεθή παρά τω οικείω Κτηματολογικώ Γραφείω έγγραφα διά πώλησιν ή εάν τοιαύτα έγγραφα ήθελον κατατεθή εντός ενός έτους από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, δύναται εντός ενός μηνός από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ή εντός ενός μηνός από της καταθέσεως τοιούτων εγγράφων, αναλόγως της περιπτώσεως, να υποβάλη εγγράφως αίτησιν προς τον Διευθυντήν δι’ αναστολήν οιασδήποτε σχετικής προς την πώλησιν διαδικασίας ή ενεργείας:
(2) Η λήψις της υπό οφειλέτου τινός αιτήσεως, δυνάμει του εδαφίου (1), εις το οικείον Κτηματολογικόν Γραφείον αναστέλλει οιανδήποτε σχετικήν προς την πώλησιν διαδικασίαν ή ενέργειαν μέχρι της γνωστοποιήσεως της αποφάσεως του Διευθυντού ως εν τω άρθρω 4, και, εν περιπτώσει εφέσεως κατά της τοιαύτης αποφάσεως, μέχρι της τελικής αποφάσεως του Δικαστηρίου ως εν τω άρθρω 7.
4. Ο Διευθυντής εξετάζει πάσαν υποβληθείσαν αυτώ δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 3 αίτησιν και αποφασίζει εάν θα αναστείλη ή όχι οιανδήποτε σχετικήν προς την πώλησιν διαδικασίαν ή ενέργειαν και γνωστοποιεί την τοιαύτην απόφασιν του εις τον δανειστήν και τον οφειλέτην.
5. Ο Διευθυντής, κατά την ενάσκησιν των εξουσιών των παρεχομένων αυτώ δυνάμει του παρόντος Νόμου οφείλει να λαμβάνη υπ’ όψιν εάν ο κύριος της υπό πώλησιν ακινήτου ιδιοκτησίας είναι οφειλέτης συμφώνως προς την έννοιαν την αποδιδομένην εις τον όρον τούτον υπό του άρθρου 2.
6. Οιονδήποτε πρόσωπον το οποίον διαφωνεί προς οιανδήποτε απόφασιν ληφθείσαν υπό του Διευθυντού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται, εντός τριάκοντα ημερών από της εις αυτόν επιδόσεως της τοιαύτης αποφάσεως, να υποβάλη έφεσιν το Δικαστήριον κατά της τοιαύτης αποφάσεως, και το Δικαστήριον δύναται να εκδώση, τοιαύτην διαταγήν ως ήθελε κρίνει δίκαιον:
7.-(1) Η υποβολή εφέσεως εις το Δικαστήριον δυνάμει του άρθρου 6 και η παράδοσις κεκυρωμένου αντιγράφου ταύτης εις το οικείον Κτηματολογικόν Γραφείον αναστέλλει πάσαν περαιτέρω διαδικασίαν ή ενέργειαν εν σχέσει προς την πώλησιν μέχρι της εκδόσεως τελικής επ’ αυτής αποφάσεως υπό του Δικαστηρίου.
(2) Επί τη εις το οικείον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον παραδόσει διατάγματος του Δικαστηρίου συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 6, ο καθορισμός ημερομηνίας πωλήσεως αναστέλλεται συμφώνως προς το τοιούτον διάταγμα.
8. Η περίοδος πάσης αναβολής πωλήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας κατόπιν αποφάσεως του Διευθυντού ή, αναλόγως της περιπτώσεως, διατάγματος του Δικαστηρίου δυνάμει του παρόντος Νόμου και πάσης αναβολής δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 7 δεν λογίζεται διά τον υπολογισμόν της διαρκείας της εγγραφής οιασδήποτε αποφάσεως εν σχέσει προς την εν λόγω ακίνητον ιδιοκτησίαν δυνάμει του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου ή της διαρκείας οιουδήποτε εντάλματος πωλήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας επί τη βάσει τούτου.
9. Ουδεμία αναβολή καθορισμού ημερομηνίας πωλήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας δύναται να αποφασισθή εις περίπτωσιν καθ’ ην το χρέος συνήφθη ή προέκυψε μετά την ημερομηνίαν ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου.
10. Ουδεμία αναβολή εις τον καθορισμόν ημερομηνίας πωλήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας θα αποφασίζηται διά περίοδον πέραν του ενός έτους από της ημερομηνίας της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου.