36. Ανεξαρτήτως οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος Νόμου, είναι νόμιμον διά τον ιδιοκτήτην ή κάτοχον οιασδήποτε φυτείας, αμπέλου, κήπου ή άλλης καλλιεργημένης γης όπως αυτοπροσώπως ή δι’ οιουδήποτε προσώπου εξουσιοδοτημένου υπ’ αυτού εκφοβίζη θηράματα και άγρια πτηνά ευρισκόμενα εν τοιούτω προμνησθέντι τόπω, τα οποία προκαλούν ζημίαν ή είναι πιθανόν να προκαλέσωσι ζημίαν εις οιονδήποτε καλλιεργημένον φυτόν:
Νοείται ότι ο Έπαρχος δύναται, κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε ιδιοκτήτου ή κατόχου οιασδήποτε φυτείας, αμπέλου, κήπου ή άλλης καλλιεργημένης γης, να εκδώση προς αυτόν άδειαν δι’ ης ούτος να δικαιούται καθ’ οιονδήποτε χρόνον αυτοπροσώπως ή δι’ οιουδήποτε προσώπου εξουσιοδοτημένου υπ’ αυτού το οποίον να είναι κάτοχος αδείας κυνηγίου, να μεταφέρη ούτος ή το τοιούτον πρόσωπον κυνηγετικόν όπλον προς τον σκοπόν πυροβολισμού, θανατώσεως, συλλήψεως ή καταδιώξεως οιουδήποτε τοιούτου θηράματος ή αγρίου πτηνού ευρισκομένου εν τοιούτω προμνησθέντι τόπω, εάν ικανοποιηθή ότι το εντός της ως άνω περιουσίας ευρισκόμενον θήραμα ή άγριον πτηνόν προκαλεί εις αυτήν ουσιώδη ζημίαν.
37.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Έπαρχος δύναται, διά γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ή δι’ οπισθογραφήσεως της αδείας κυνηγίου υπό τοιούτους όρους οίους, τη εγκρίσει του Υπουργού, ήθελε καθορίσει εν τη γνωστοποιήσει ή τη οπισθογραφήσει, να επιτρέπη κατά την διάρκειαν κλειστής περιόδου ή εντός απηγορευμένης περιοχής ή προσωρινής απηγορευμένης περιοχής, εις κατόχους αδείας κυνηγίου την μεταφοράν πυροβόλου όπλου προς τον σκοπόν πυροβολισμού, θανατώσεως, συλλήψεως ή καταδιώξεως αλωπέκων ή τοιούτων επιβλαβών διά την θήραν ετέρων ζώων ή αγρίων πτηνών ως ήθελον εν τη γνωστοποιήσει ή οπισθογραφήσει καθορισθή.
(2) Εν τη τοιαύτη γνωστοποιήσει ή οπισθογραφήσει δύναται να καθορίζηται η περιοχή εντός της οποίας και η χρονική περίοδος κατά την οποίαν θα επιτρέπηται η μεταφορά πυροβόλου όπλου διά τους προαναφερθέντας σκοπούς.
(3) Πας όστις παραβαίνει τας διατάξεις του εδαφίου (1) ή οιονδήποτε όρον επιβληθέντα διά γνωστοποιήσεως εκδοθείσης ή οπισθογραφήσεως γενομένης βάσει τούτου είναι ένοχος αδικήματος δυνάμει του παρόντος Νόμου.
38.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον, προς τον σκοπόν παρεμποδίσεως της χρήσεως όπλων κατά την διάρκειαν κλειστής περιόδου, δύναται, διά διατάγματος δημοσιευομένου εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, να διατάξη όπως κατά την διάρκειαν κλειστής περιόδου ή οιουδήποτε μέρους ταύτης, πάντα τα όπλα προσαχθώσι κατά τοιαύτην ημερομηνίαν ή ημερομηνίας και εις τοιαύτην αρχήν ή πρόσωπον ως ήθελε καθορισθή εν τω διατάγματι, και σφραγισθώσιν ή καθ’ οιονδήποτε έτερον τρόπον τεθώσιν εις μη λειτουργήσιμον κατάστασιν κατά τοιούτον τρόπον ως ήθελε ορισθή εν τω διατάγματι, και όπως ουδέν πρόσωπον έχη εν τη κατοχή του ή υπό τον έλεγχον του οιονδήποτε όπλον το οποίον δεν είναι εσφραγισμένον ή εις μη λειτουργήσιμον κατάστασιν συμφώνως τω τοιούτω διατάγματι:
Νοείται ότι παν ούτως εκδιδόμενον διάταγμα δύναται να εξαιρή εκ της εφαρμογής αυτού κατόχους αδειών κυνηγίου δικαιουμένους όπως πυροβολώσι, φονεύωσι, συλλαμβάνωσιν ή καταδιώκωσι θήραμα ή άγρια πτηνά δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 28, υπό τοιούτους όρους οίοι ήθελον καθορισθή εν τω διατάγματι.
(2) Κατά την διάρκειαν ισχύος διατάγματος εκδοθέντος δυνάμει του εδαφίου (1) και επί τω σκοπώ όπως διασφαλισθή η συμμόρφωσις προς τοιούτον διάταγμα, παν πρόσωπον έχον εις την κατοχήν του ή υπό τον έλεγχον του οιονδήποτε όπλον οφείλει όπως, οσάκις ήθελε κληθή προς τούτο υπό μέλους της Αστυνομικής Δυνάμεως, παρουσιάση και παραδώση το τοιούτον όπλον εις αυτό.
(3) Κατά την διάρκειαν ισχύος διατάγματος εκδοθέντος δυνάμει του εδαφίου (1), ανεξαρτήτως οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος Νόμου, ο Έπαρχος δύναται πριν ή χορηγήση άδειαν κυνηγίου εις οιονδήποτε πρόσωπον να απαιτήση την προσαγωγήν οιουδήποτε όπλου εν σχέσει προς το οποίον εξαιτείται η άδεια.
(4) Πας όστις κατά την διάρκειαν ισχύος διατάγματος εκδοθέντος δυνάμει του εδαφίου (1)-
(α) παραλείπει να συμμορφωθή προς τας διατάξεις ή ενεργεί κατά παράβασιν των διατάξεων του τοιούτου διατάγματος
(β) παραλείπει να συμμορφωθή προς τας διατάξεις του εδαφίου (2)
(γ) άνευ γραπτής εξουσιοδοτήσεως μέλους της Αστυνομικής Δυνάμεως δεόντως εξουσιοδοτηθέντος προς τούτο υπό του Αρχηγού της Αστυνομίας, θραύει, καταστρέφει ή καθ’ οιονδήποτε τρόπον επεμβαίνει εις γενομένην σφράγισιν ή καθ’ οιονδήποτε έτερον τρόπον επεμβαίνει εις υιοθετηθείσαν μέθοδον θέσεως του όπλου εκτός λειτουργίας διά τους σκοπούς του εδαφίου (1),
είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους τρεις μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £150, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.
39. Οσάκις επί τη καταδίκη οιουδήποτε προσώπου δι’ αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου το τοιούτον πρόσωπον ήθελε καταδικασθή εις χρηματικήν ποινήν, ο Υπουργός δύναται, άμα τη εισπράξει ταύτης, να χορηγήση αμοιβήν μη υπερβαίνουσαν το ήμισυ της τοιαύτης χρηματικής ποινής εις οιονδήποτε πρόσωπον του οποίου η πληροφορία συνέτεινε, κατά την γνώμην του Υπουργού, εις την τοιαύτην καταδίκην.
40. Εάν οιαδήποτε άδεια εκδοθείσα δυνάμει του παρόντος Νόμου απωλεσθή, καταστραφή τυχαίως ή παραμορφωθή εις τοιούτον βαθμόν ώστε τα εν αυτή ουσιώδη στοιχεία να καταστώσι δυσανάγνωστα, ο Έπαρχος δύναται όπως, εάν ικανοποιηθή περί της ανάγκης να ενεργήση ούτω, εκδώση αντίγραφον της τοιαύτης αδείας εν τω τύπω ΣΤ’ του Πρώτου Πίνακος επί τη καταβολή του τέλους του καθοριζομένου εν τω Δευτέρω Πίνακι. Το τοιούτον αντίγραφον θα έχη την αυτήν ισχύν ως η αρχική άδεια.
41. Παν πρόσωπον το οποίον προβαίνει εις οιανδήποτε πράξιν ή ενέργειαν εν σχέσει προς την οποίαν απαιτείται η κατοχή αδείας κυνηγίου, ή διά το οποίον υπάρχει εύλογος υπόνοια ότι πρόκειται να προβή εις οιανδήποτε τοιαύτην πράξιν ή ενέργειαν, δύναται να κληθή υπό οιουδήποτε αστυνομικού, δασικού υπαλλήλου, αγροφύλακος, θηροφύλακος, ή κατόχου αδείας κυνηγίου ή οιουδήποτε προσώπου δεόντως εξουσιοδοτημένου προς τούτο υπό του Υπουργού, όπως παρουσιάση δι’ επιθεώρησιν την άδειαν κυνηγίου του, και εάν το τοιούτον πρόσωπον αρνηθή ή παραλείψη να παρουσιάση ταύτην, ή επί τη τοιαύτη παραλείψει, αρνηθή οσάκις ήθελε ζητηθή τούτο, να δώση το αληθές όνομα ή την διεύθυνσιν του, ή δίδει ψευδές όνομα ή διεύθυνσιν είναι ένοχον αδικήματος δυνάμει του παρόντος Νόμου.
42. Ο Υπουργός δύναται όπως διά γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, τροποποιή ή αντικαθιστά οιονδήποτε των τύπων των εκτιθεμένων εν τω Πρώτω Πίνακι.
43.-(1) Πάσα περιοχή κηρυχθείσα ως απηγορευμένη περιοχή διά κυνήγιον, ή θεωρηθείσα ως απηγορευμένη περιοχή διά κυνήγιον, δυνάμει του άρθρου 19 του διά του παρόντος Νόμου καταργουμένου περί Προστασίας Θηραμάτων και Αγρίων Πτηνών Νόμου, θεωρείται διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ως περιοχή κηρυχθείσα ως απηγορευμένη περιοχή διά κυνήγιον δυνάμει του άρθρου 30.
(2) Πάσα περιοχή κηρυχθείσα ως προσωρινή απηγορευμένη περιοχή διά κυνήγιον, ή θεωρηθείσα ως προσωρινή απηγορευμένη περιοχή διά κυνήγιον, δυνάμει του άρθρου 20 του διά του παρόντος Νόμου καταργουμένου περί Προστασίας Θηραμάτων και Αγρίων Πτηνών Νόμου, θεωρείται διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ως περιοχή κηρυχθείσα ως προσωρινή απηγορευμένη περιοχή διά κυνήγιον δυνάμει του άρθρου 31.
44.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον εκδίδει Κανονισμούς, δημοσιευομένους εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, διά την καλλιτέραν εφαρμογήν των διατάξεων και την επίτευξιν των σκοπών του παρόντος Νόμου.
(2) Άνευ επηρεασμού της γενικότητος των υπό του εδαφίου (1) παρεχομένων εξουσιών, οι Κανονισμοί δύνανται να περιέχωσι προνοίας-
(α) περί του καθορισμού παντός όπερ δυνάμει του παρόντος Νόμου χρήζει ή είναι δεκτικόν καθορισμού
(β) περί παντός θέματος διέποντος την λειτουργίαν και χρησιμοποίησιν δημοσίων κυνηγετικών περιοχών, την ρύθμισιν και τον έλεγχον της εντός δημοσίων κυνηγετικών περιοχών θήρας, και γενικώς περί παντός συναφούς προς δημοσίας κυνηγετικάς περιοχάς θέματος
(γ) για τη ρύθμιση των ειδικών όρων υπηρεσίας, των καθηκόντων και εξουσιών, εκτός από αυτά που αναφέρονται στα σχέδια υπηρεσίας, των θηροφυλάκων που διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 24.
(3) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να προβλέψωσι περί αδικημάτων διά παράβασιν τούτων και περί ποινών διά τοιαύτα αδικήματα μη υπερβαινουσών φυλάκισιν εξ μηνών ή χρηματικήν ποινήν (450 ή αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας, ως και περί κατασχέσεως οιουδήποτε πυροβόλου όπλου ή άλλου αντικειμένου αναφορικώς προς το οποίον η τοιαύτη παράβασις διεπράχθη.
(4) Κανονισμοί γενόμενοι επί τη βάσει του παρόντος άρθρου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν μετά πάροδον είκοσι και μιας ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων εν όλω ή εν μέρει υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.
- 39/1974
- 27/1991