2.-(1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (3), ο Υπουργός Οικονομικών κέκτηται εξουσίαν, προς το δημόσιον συμφέρον, να εξουσιοδοτή την έκδοσιν προκαταβολών υπό τοιούτους όρους και τοιαύτας προϋποθέσεις ως ήθελον καθορισθή διά Κανονισμών εγκρινομένων υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, εις οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ετέρους οργανισμούς και ειδικά ταμεία, τα ποσά των οποίων ανακτώνται κατά την συνήθη διαδικασίαν της δημοσίας οικονομικής διαχειρίσεως. Προ της εκδόσεως οιασδήποτε προκαταβολής ο Υπουργός δύναται να ζητήση τοιαύτα στοιχεία οία ήθελε κρίνει σκόπιμον αφορώντα εις τα οικονομικά του οργανισμού ή ειδικού ταμείου προς τον οποίον πρόκειται να εκδοθή η προκαταβολή και ειδικώτερον την χρήσιν διά την οποίαν η προκαταβολή προορίζεται:
Νοείται ότι οιαδήποτε προκαταβολή, το ύψος της οποίας υπερβαίνει το ποσόν των εκατόν χιλιάδων λιρών, θα τυγχάνη της εγκρίσεως του Υπουργικού Συμβουλίου.
(2) Η υπό του εδαφίου (1) προβλεπομένη εξουσιοδότησις χορηγείται διά της εκδόσεως υπό του Υπουργού Οικονομικών εντάλματος προκαταβολής επ’ ονόματι του Γενικού Λογιστού της Δημοκρατίας.
(3) Προκαταβολαί εις υπαλλήλους δι’ αγοράν μηχανοκινήτων οχημάτων, δι’ αντιμετώπισιν εξόδων διανυκτερεύσεως εις το εξωτερικόν και προσωριναί χρεώσεις προς διευκόλυνσιν των λογιστικών διαδικασιών του κράτους καθώς επίσης αμφισβητήσιμοι χρεώσεις εξόδων μέχρι εκκαθαρίσεως αυτών και τα παρόμοια εξουσιοδοτούνται υπό του Γενικού Λογιστού συμφώνως των εκάστοτε εν ισχύι δημοσιονομικών οδηγιών και διατάξεων.
(4) Ο Γενικός Λογιστής μεριμνά διά την συμμόρφωσιν προς τους όρους εκδόσεως των προκαταβολών συμπεριλαμβανομένης και της εισπράξεως αυτών.
(5) Αι προκαταβολαί δεν θα είναι αντίθετοι προς τας διατάξεις οιουδήποτε ετέρου Νόμου ή προς αποφάσεις ή διαταγάς του Υπουργικού Συμβουλίου.
ο περί Ενταλμάτων Προκαταβολής Νόμος του 1985 καταργείται.