ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΚΑΤΑΤΑΞΙΣ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Έγκρισις μελετών και σχεδίων προτεινομένων κέντρων

3.-(1) Αι μελέται και τα σχέδια των νεοανεγειρομένων ή διαρρυθμιζομένων υφισταμένων οικοδομών προς τον σκοπόν χρησιμοποιήσεως αυτών ως κέντρων, καθώς και πάσαι μεταγενέστεραι τροποποιήσεις, συμπληρώσεις ή επεκτάσεις τούτων δέον να καταρτίζωνται συμφώνως προς τας διατάξεις των Κανονισμών και να προσαρμόζωνται προς τους διά την επιδιωκομένην τάξιν καθοριζομένους όρους.

(2) Αι μελέται και τα σχέδια των κέντρων δέον όπως υποβάλλωνται εις τον Οργανισμόν, προς θεώρησιν και έγκρισιν προ της υποβολής των εις την αρμοδίαν Αρχήν διά την έκδοσιν της αδείας οικοδομής.

(3) Η παρά του Οργανισμού θεώρησις και έγκρισις των μελετών και σχεδίων δεν αποκλείει ούτε δεσμεύει την αρμοδίαν αρχήν από της ασκήσεως των αρμοδιοτήτων αυτής εις ό,τι αφορά την χορήγησιν ή μη αδείας οικοδομής.

(4) Ο Οργανισμός δύναται προ της εγκρίσεως των μελετών και σχεδίων να επιβάλη τας κατά την κρίσιν αυτού ενδεικνυομένας τροποποιήσεις αυτών, λαμβανομένων υπ’ όψιν των ειδικών συνθηκών, της θέσεως, των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών του γηπέδου και της περιοχής και της κατηγορίας δι’ ην προορίζεται έκαστον κέντρον:

Νοείται ότι τα κέντρα τα λειτουργούντα εντός ξενοδοχειακών επιχειρήσεων εξαιρούνται των προνοιών του παρόντος άρθρου.

Εξουσία Υπουργικού Συμβουλίου

4. Το Υπουργικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν να καθορίζη περιοχάς εντός των οποίων ρυθμίζεται το είδος, η κατηγορία, η τάξις και ο αριθμός των κέντρων λαμβανομένων υπ’ όψιν απασών των εντός της περιοχής επικρατουσών συνθηκών, ως και των τυχόν πολεοδομικών αρχών αι οποίαι διέπουν την ρύθμισιν και τον έλεγχον της αναπτύξεως εις την περιοχήν, της προαγωγής της ξενοδοχειακής, της επισιτιστικής και τουριστικής εν γένει αναπτύξεως και της εξυπηρετήσεως των τουριστικών αναγκών της περιοχής προς το δημόσιον συμφέρον.

Κατηγορίαι και τάξεις κέντρων

5.-(1) Δι’ έκαστον κέντρον, εξαιρουμένων των λειτουργούντων εντός αδειούχων ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, διενεργείται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου, κατά τον καθοριζόμενον τρόπον και διαδικασίαν, κατάταξις αναλόγως της φύσεως των υπ’ αυτού παρεχομένων υπηρεσιών και εφ’ όσον πληρούνται οι οικείοι Κανονισμοί, εις μίαν ή περισσοτέρας των ακολούθων κατηγοριών-

(α) εστιατόριον ή ταβέρνα,

(β) καφετηρία ή πιτσαρία,

(γ) μπυραρία ή μπαρ,

(δ) μουσικοχορευτικόν,

(ε) δισκοθήκη,

(στ) σνακ μπαρ,

(ζ) καμπαρέ.

(2) Τα κέντρα εκάστης κατηγορίας δύνανται να διακρίνονται εις τάξεις αναλόγως προς την αξίαν και ποιότητα της κατασκευής των, επίπλωσιν, εξοπλισμόν, τελειότητα λειτουργικής οργανώσεως ως και το επίπεδον των παρεχομένων ανέσεων και υπηρεσιών, μέχρι τριών τάξεων.

(3) Οι όροι τους οποίους δέον να πληρώσι τα κέντρα ίνα καταταγώσιν εις εκάστην ή οιανδήποτε των εν τω εδαφίω (2) προνοουμένων τάξεων, θέλουσι καθορισθή.

Άδεια λειτουργίας

6.-(1) Ουδείς λειτουργεί κέντρον άνευ αδείας λειτουργίας εκδιδομένης συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών.

(2) Προ της ενάρξεως της λειτουργίας κέντρου ο επιχειρηματίας υποβάλλει προς το Διοικητικόν Συμβούλιον αίτησιν διά κατάταξιν και έκδοσιν αδείας λειτουργίας του κέντρου:

Νοείται ότι ανεξαρτήτως συμμορφώσεως του έχοντος την εκμετάλλευσιν κέντρου προσώπου, το Διοικητικόν Συμβούλιον προβαίνει εις την κατάταξιν του κέντρου, κατόπιν ελέγχου υπό εντεταλμένων προς τούτο οργάνων του Οργανισμού, δυνάμει των υπό του Νόμου και των Κανονισμών προνοουμένων όρων και προϋποθέσεων.

(3) Άδεια λειτουργίας εκδίδεται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου εν τω καθοριζομένω τύπω και επί τη καταβολή του καθοριζομένου τέλους εφ’ όσον παρουσιασθή υγειονομικόν πιστοποιητικόν και πληρούνται οι δυνάμει του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών καθοριζόμενοι όροι και προϋποθέσεις. Επί της αδείας λειτουργίας αναφέρονται αι ώραι λειτουργίας τούτου.

(4) Η άδεια λειτουργίας εκπνέει κάθε τρία (3) έτη από την ημερομηνία έκδοσής της και δύναται να ανανεώνεται με την καταβολή του καθορισμένου τέλους.

(5) Η άδεια λειτουργίας δέον όπως αναρτάται εις περίοπτον θέσιν εντός του κέντρου.

(6) Ο Οργανισμός τηρεί μητρώον εν τω οποίω καταχωρούνται αι άδειαι λειτουργίας.

(7) Ουδεμία άδεια λειτουργίας κέντρου θα εκδίδηται αναφορικώς προς χώρον όστις βάσει του πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως της αρμοδίας αρχής δυνάμει των περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμων, δεν θεωρείται κατάλληλος διά τοιούτον σκοπόν.

Ανάκλησις αδείας λειτουργίας

7.-(1) Η άδεια λειτουργίας κέντρου δύναται να ανακληθή υπό του Διοικητικού Συμβουλίου εν περιπτώσει-

(α) οριστικής παύσεως των εργασιών αυτού·

(β) καταδίκης λόγω συστηματικής παραβάσεως των διατάξεων του Νόμου ή των Κανονισμών·

(γ) θανάτου του επιχειρηματίου ή εν περιπτώσει νομικού προσώπου, άμα τω διορισμώ εκκαθαριστού·

(δ)λήψεως αυτής διά δόλου ή ψευδών παραστάσεων ή αποκρύψεως ουσιωδών γεγονότων ή λόγω μη πλήρωσης οποιουδήποτε από τους όρους υπό τους οποίους αυτή παρεχωρήθη·

(ε)που ο επιχειρηματίας έχει καταδικαστεί για οποιοδήποτε από τα αδικήματα που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 16.

(2) Από του θανάτου του επιχειρηματίου ή, οσάκις ο επιχειρηματίας είναι νομικόν πρόσωπον, από της διαλύσεως ή του διορισμού εκκαθαριστού, η εκδοθείσα άδεια λειτουργίας παύει ισχύουσα, δύναται δε να εκδίδηται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου νέα άδεια διά την μη εκπνεύσασαν περίοδον επ’ ονόματι των εκτελεστών της διαθήκης ή διαχειριστών της περιουσίας του αποβιώσαντος επιχειρηματίου ή του εκκαθαριστού, αναλόγως της περιπτώσεως, άνευ της καταβολής οιουδήποτε δικαιώματος.

Αλλαγή εις την εκμετάλλευσιν κέντρου

8. Πάσα προτεινομένη αλλαγή εις την φύσιν των υπό κέντρου παρεχομένων υπηρεσιών ήτις θα καθίστα την παροχήν των τοιούτων υπηρεσιών ασυμβίβαστον προς την γενομένην κατάταξιν τούτου, κοινοποιείται υπό του επιχειρηματίου προς τον Οργανισμόν προς έγκρισιν.

Μεταβίβασις εξουσιών

9. Το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να μεταβιβάζη δι’ αποφάσεων του οιασδήποτε αρμοδιότητας του βάσει των προνοιών του Νόμου εις τον Γενικόν Διευθυντήν ή άλλους λειτουργούς του Οργανισμού.

Όνομα κέντρου

10. Τηρουμένων των διατάξεων οιουδήποτε ετέρου εν ισχύι Νόμου, έκαστον κέντρον δέον όπως φέρη ίδιον όνομα, όπερ είναι το υπό της αδείας λειτουργίας αυτού αναγνωριζόμενον τοιούτο:

Νοείται ότι το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να μη δεχθή οιονδήποτε όνομα το οποίον κατά την κρίσιν του δεν ανταποκρίνεται προς την κατηγορίαν του κέντρου ή θα συνέχεε τούτο προς οιονδήποτε άλλο κέντρον λειτουργούν εις την ιδίαν περιοχήν ή το οποίον κρίνεται ανεπιθύμητον. Εις περίπτωσιν συνωνύμων κέντρων το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να απαιτήση την χρήσιν διακριτικού γνωρίσματος.

Επιτροπή Κέντρων

11.-(1) Προς τον σκοπόν της εν τω άρθρω 3 αναφερομένης θεωρήσεως και εγκρίσεως των μελετών και σχεδίων υπό του Οργανισμού εγκαθιδρύεται Επιτροπή Κέντρων αποτελουμένη εκ-

(α) του Προέδρου και Γενικού Διευθυντού του Οργανισμού, ως εκ της θέσεως των·

(β) ενός υπαλλήλου του Οργανισμού οριζομένου υπό του Διοικητικού Συμβουλίου·

(γ) ενός εκπροσώπου του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας·

(δ) ενός εκπροσώπου της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας·

(ε) ενός εκπροσώπου του Υπουργείου Εσωτερικών·

(στ) τριών προσώπων διοριζομένων υπό του Υπουργού, εν συνεννοήσει μεθ’ οιωνδήποτε αντιπροσωπευτικών οργανώσεων εργοδοτών ή, μη υπαρχουσών τοιούτων οργανώσεων, εκ προσώπων εχόντων σχέσιν ή πείραν εις θέματα κέντρων·

(ζ) ενός εκπροσώπου των δήμων οριζομένου υπό των δημάρχων ή προέδρων δημοτικών επιτροπών ή της πλειοψηφίας τούτων· και

(η) ενός εκπροσώπου των Επάρχων οριζομένου υπό του Υπουργού Εσωτερικών.

(2) Τα μέλη της Επιτροπής, πλην των εν παραγράφω (α) αναφερομένων μελών, διορίζονται υπό του Υπουργού διά περίοδον δύο ετών.

(3) Ανεξαρτήτως του εδαφίου (2) ο Υπουργός δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνον να τερματίζη την θητείαν των μελών της Επιτροπής, των διοριζομένων δυνάμει της παραγράφου (στ) του εδαφίου (1), εάν διαπιστωθή ότι παραλείπουν να εκτελούν τα καθήκοντα των κατ’ ευλόγως ικανοποιητικόν τρόπον.

(4) Τα μέλη της Επιτροπής δύνανται να υποβάλουν παραίτησιν εκ του αξιώματος των καθ’ οιονδήποτε χρόνον διαρκούσης της θητείας των δι’ εγγράφου ειδοποιήσεως προς τον Υπουργόν.

(5) Της Επιτροπής προεδρεύει ο Πρόεδρος του Οργανισμού και απόντος τούτου ο Γενικός Διευθυντής.

(6) Η Επιτροπή ευρίσκεται εν απαρτία εφ’ όσον παρίστανται εξ μέλη αυτής, αι αποφάσεις δε αυτής λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας, ο προεδρεύων της συνεδριάσεως έχει δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.

(7) Κενή θέσις εν τη Επιτροπή δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των αποφάσεων αυτής.

(8) Τηρουμένων των προηγουμένων διατάξεων του άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει εσωτερικούς κανονισμούς διέποντας τα των συνεδριάσεων αυτής, την κατά τας συνεδριάσεις τηρουμένην διαδικασίαν, την τήρησιν πρακτικών, και εν γένει τα της λειτουργίας αυτής.

(9) Η Επιτροπή υποβάλλει ωσαύτως εισηγήσεις προς το Διοικητικόν Συμβούλιον επί των ακολούθων θεμάτων-

(α) την κατάταξιν και έκδοσιν αδειών λειτουργίας κέντρων·

(β) τας τιμάς κέντρων·

(γ) τα θέματα προσωπικού κέντρων·

(δ) τα θέματα τα έχοντα σχέσιν προς την λειτουργίαν των κέντρων.

(10) Η Επιτροπή μπορεί, με αποφάσεις της και με όρους τους οποίους κρίνει σκόπιμο να καθορίζει σ’ αυτές, να εκχωρεί στο Γενικό Διευθυντή οποιαδήποτε αρμοδιότητα που της χορηγεί ο παρών Νόμος.

Ιεραρχική προσφυγή

12.-(1) Πας, όστις δεν ικανοποιείται εξ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου εκδοθείσης δυνάμει των διατάξεων του Νόμου, δύναται εντός είκοσι ημερών από της εις αυτόν κοινοποιήσεως της σχετικής αποφάσεως, δι’ εγγράφου προσφυγής εις τον Υπουργόν, εν η εκτίθενται οι προς υποστήριξιν ταύτης λόγοι, να προσβάλη την τοιαύτην απόφασιν.

(2) Ο Υπουργός εξετάζει την εις αυτόν γενομένην προσφυγήν άνευ υπαιτίου βραδύτητος, αποφασίζει επί ταύτης και κοινοποιεί την απόφασιν αυτού εις τον προσφεύγοντα:

Νοείται ότι ο Υπουργός, πριν ή εκδώση την απόφασιν αυτού, δύναται κατά την κρίσιν του να ακούση ή δώση την ευκαιρίαν εις τον προσφεύγοντα όπως υποστηρίξη τους λόγους εφ’ ων στηρίζεται η προσφυγή:

Νοείται περαιτέρω ότι ο Υπουργός δύναται να αναθέση εις λειτουργόν ή επιτροπήν λειτουργών του Υπουργείου του όπως εξετάση ωρισμένα θέματα αναφυόμενα εν τη προσφυγή και υποβάλη εις αυτόν τα πορίσματα της τοιαύτης εξετάσεως προ της υπό του Υπουργού εκδόσεως της αποφάσεως αυτού επί της προσφυγής.

(3) Ο μη ικανοποιηθείς εκ της αποφάσεως του Υπουργού δύναται να προσφύγη εις το Δικαστήριον, αλλά μέχρι της υπό του Υπουργού εκδόσεως της αποφάσεως αυτού, εν περιπτώσει προσφυγής εις αυτόν, ή, εν περιπτώσει μη προσφυγής εις αυτόν, μέχρι της παρελεύσεως της εις το εδάφιον (1) προβλεπομένης προθεσμίας διά την καταχώρησιν προσφυγής, η απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου ή της Επιτροπής δεν καθίσταται εκτελεστή.