13.-(1) Δι’ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου δύνανται να περιορίζωνται αι σταθεραί τιμαί, εντός ακραίων ορίων, ανωτάτων ή κατωτάτων ή και αμφοτέρων δι’ εκάστην κατηγορίαν ή τάξιν κέντρων, λαμβανομένων υπ’ όψιν των εκάστοτε ισχυουσών αγορανομικών διατάξεων και λοιπών συνθηκών.
(2) Εντός των ακραίων τούτων ορίων ορίζονται υπό των επιχειρηματιών αι σταθεραί τιμαί των κέντρων, αι οποίαι και αναγράφονται επί ειδικού τιμοκαταλόγου, ο οποίος υποβάλλεται εις τον Οργανισμόν δι’ έγκρισιν και σφράγισιν.
(3) Αι τιμαί ορίζονται δι’ ετησίαν περίοδον αρχομένην από της 1ης Απριλίου εκάστου έτους, εκτός εάν το Διοικητικόν Συμβούλιον ήθελεν ορίσει ετέραν περίοδον, και παραμένουσιν αμετάβλητοι διαρκούσης της περιόδου ταύτης.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (3) το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να επιτρέψη εν περιπτώσει μεσολαβήσεως γεγονότων ουσιωδώς επηρεαζόντων τον καθορισμόν των τιμών, μεταβολήν των ορισθεισών τιμών διαρκούσης της ετησίας περιόδου.
(5) Αντίγραφον του εγκεκριμένου και σφραγισμένου υπό του Οργανισμού τιμοκαταλόγου δέον όπως αναρτάται επί της εξωτερικής εισόδου του κέντρου ως επίσης και εις περίοπτον θέσιν εντός αυτού προς ενημέρωσιν των πελατών.
(6) Η είσπραξις παρά του επιχειρηματίου μεγαλυτέρου ποσού των εν τω άνω αναφερομένων τιμοκαταλόγων αναγραφομένων τιμών απαγορεύεται. Ο παραβάτης των διατάξεων του εδαφίου τούτου είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πεντακοσίας λίρας ή εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.
15.-(1) Διά πάσαν παρεχομένην προς πελάτην υπηρεσίαν εις κέντρον δέον όπως εκδίδηται υπό του επιχειρηματίου ηριθμημένος λογαριασμός περιέχων ανάλυσιν των προσφερομένων υπηρεσιών μετά των σχετικών δι’ εκάστην υπηρεσίαν τιμών.
(2) Έκαστος λογαριασμός εκδίδεται τουλάχιστον εις διπλούν. Το πρωτότυπον δίδεται εις τον πελάτην και το δευτερότυπον φυλάττεται υπό του επιχειρηματίου μέχρι τέλους Δεκεμβρίου του αμέσως επομένου έτους από της ημερομηνίας εκδόσεως του, διά σκοπούς ελέγχου υπό του Οργανισμού:
(3) Εις περιπτώσεις όπου ο επιχειρηματίας χρησιμοποιεί μηχανήν ταμείου διά την έκδοσιν λογαριασμών ούτος υποχρεούται όπως:
(α) χρησιμοποιή μηχανήν η οποία να εκδίδη ηριθμημένους αναλυτικούς λογαριασμούς, μετά ημερομηνίας, να δίδη ολικόν ημερησίων εισπράξεων (Z-READING) κατ’ αύξοντα αριθμόν, και
(β) φυλάττη τα αντίγραφα των κορδελλών της μηχανής μέχρι τέλους Δεκεμβρίου του αμέσως επομένου έτους από της ημερομηνίας εκδόσεως των διά σκοπούς ελέγχου υπό του Οργανισμού:
16.-(1) Έκαστον κέντρον τελεί υπό την διεύθυνσιν διευθυντού όστις είναι υπεύθυνος διά την λειτουργίαν του κέντρου συμφώνως προς τας διατάξεις του Νόμου και των Κανονισμών.
(2) Την διεύθυνσιν δύναται να ασκή και ο επιχειρηματίας εφ’ όσον κέκτηται τα υπό του εδαφίου (3) απαιτούμενα προσόντα.
(3) Ο Διευθυντής κέντρου δέον όπως:
(α) είναι απόφοιτος ανεγνωρισμένης Ξενοδοχειακής Σχολής ή Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων και έχει γνώσεις περί τροφίμων και ποτών, ή
(β) κέκτηται απολυτήριον Σχολής Μέσης Εκπαιδεύσεως και ενός έτους πείραν εις επισιτιστικά επαγγέλματα, ή
(γ) κέκτηται τριετή τουλάχιστο πείραν εις επισιτιστικά ή συναφή επαγγέλματα ήτις κρίνεται υπό του Οργανισμού ως ικανοποιητική.
(δ) είναι καλού χαρακτήρα, δηλαδή πληρεί τα εχέγγυα που καθορίζονται στις αμέσως επόμενες επιφυλάξεις:
(i) οποτεδήποτε για το αδίκημα του φόνου εκ προμελέτης, κατά παράβαση του άρθρου 203 του Ποινικού Κώδικα, ή για οποιοδήποτε αδίκημα, κατά παράβαση των άρθρων 144 μέχρι 177 του Ποινικού Κώδικα.
(ii)κατά τα τελευταία δέκα χρόνια για οποιοδήποτε από τα ακόλουθα αδικήματα:
(αα) ληστεία, κατά παράβαση των άρθρων 282 μέχρι 286 του Ποινικού Κώδικα.
(ββ) διάρρηξη, κατά παράβαση των άρθρων 291 μέχρι 296 του Ποινικού Κώδικα.
(γγ) κλοπή, κατά παράβαση των άρθρων 255 μέχρι 272 του Ποινικού Κώδικα.
(δδ) πλαστογραφία, κατά παράβαση του άρθρου 333 του Ποινικού Κώδικα.
(εε) κυκλοφορία πλαστού εγγράφου, κατά παράβαση του άρθρου 339 του Ποινικού Κώδικα.
(στστ) εξασφάλιση αγαθών ή πιστώσεων, κατά παράβαση των άρθρων 298 και 301, αντίστοιχα, του Ποινικού Κώδικα.
(ζζ) απάτη, κατά παράβαση του άρθρου 300 του Ποινικού Κώδικα.
(ηη) συνωμοσία προς καταδολίευση, κατά παράβαση του άρθρου 302 του Ποινικού Κώδικα.
(θθ) οποιοδήποτε αδίκημα, κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου.
(ιι) οποιοδήποτε αδίκημα, κατά παράβαση του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου, καθώς και του περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμου.
(iii) κατά τα τελευταία πέντε χρόνια σε ποινή φυλάκισης πέραν των δώδεκα μηνών για οποιοδήποτε αδίκημα άλλο από αυτά που αναφέρονται στις πιο πάνω υποπαραγράφους (i) και (ii).
(4) Προκειμένου περί κέντρων Α και Β τάξεως ο διευθυντής δέον απαραιτήτως να κέκτηται τα υπό το στοιχείον (α) του εδαφίου (3) αναφερόμενα προσόντα:
(5) Ο διευθυντής του κέντρου και το προσωπικόν αυτού οφείλουσιν όπως συμπεριφέρωνται μετ’ άκρας ευγενείας έναντι οιουδήποτε πελάτου του κέντρου, επιδεικνύωσι προθυμίαν και ενεργητικότητα κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτών και προσφέρουσιν ικανοποιητικήν εξυπηρέτησιν εις τους πελάτας του κέντρου.
17.-(1) Έκαστον κέντρον, αναλόγως προς την κατηγορίαν και τάξιν του, υποχρεούται όπως απασχολή το διά την εις ικανοποιητικόν βαθμόν παροχήν υπηρεσιών εις τους πελάτας αυτού και διά την εν γένει κανονικήν λειτουργίαν αυτού απαιτούμενον προσωπικόν των διαφόρων ειδικοτήτων.
(2) Τα πρόσωπα τα οποία απασχολούνται εις κέντρον δέον όπως κατέχουν υγειονομικόν πιστοποιητικόν.