1. Ο περί της Εταιρείας Ταμιευτήριο “Η Αιγιαλούσα” Λτδ., (Ειδικό Δάνειο) Νόμος του 1989 και ο περί της Εταιρείας Ταμιευτήριο “Η Αιγιαλούσα” Λτδ., (Ειδικό Δάνειο) (Τροποποιητικός) Νόμος του 1995 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί της Εταιρείας Ταμιευτήριο “Η Αιγιαλούσα” Λτδ., (Ειδικό Δάνειο) Νόμοι του 1989 και 1995.
2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“Αντιπρόσωπος” σημαίνει τον κατά το άρθρο 8 οριζόμενο κυβερνητικό αντιπρόσωπο και περιλαμβάνει και τον κατά το ίδιο άρθρο οριζόμενο αναπληρωτή του·
“Ειδικό δάνειο” σημαίνει το δάνειο που χορηγείται από την Κυβέρνηση στην εταιρεία Ταμιευτήριο “Η Αιγιαλούσα” Λτδ υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση εκδόσεως διατάγματος εκκαθαρίσεως της εταιρείας κατά τα οριζόμενα στον περί Εταιρειών Νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο εκάστοτε σε ισχύ νόμο, η απορρέουσα από τη χορήγηση του ειδικού δανείου απαίτηση της Κυβέρνησης έπεται κατά τάξη των απαιτήσεων των καταθετών και άλλων, εμπραγμάτως εξασφαλισμένων ή μη δανειστών της εταιρείας, προηγείται όμως κατά τάξη των απαιτήσεων των μετόχων της εταιρείας για αποπληρωμή του κεφαλαίου·
“Εταιρεία” σημαίνει το Ταμιευτήριο “Η Αιγιαλούσα” Λτδ·
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.
3.-(1) Επιτρέπεται η χορήγηση ειδικού δανείου στην εταιρεία ύψους μέχρι 750,000 λιρών, κατά τα οριζόμενα στον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού (Αρ. 1) Νόμο του 1989.
(2) Η χρήση του δανείου που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου και οι όροι αποπληρωμής του, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, διέπονται κατά πάντα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
4. Το ειδικό δάνειο είναι έντοκο, ο δε οφειλόμενος ετήσιος τόκος ορίζεται σε ποσοστό πέντε και ήμισυ επί τοις εκατόν (5.5%) υπολογιζομένου επί του εκάστοτε υπόλοιπου του οφειλόμενου κεφαλαίου. Ο τόκος καθίσταται πληρωτέος και απαιτητός την 31η Δεκεμβρίου, κάθε έτος.
5.-(1) Η αποπληρωμή του ειδικού δανείου θα γίνει σε 10 ίσες εξαμηνιαίες δόσεις, η πρώτη των οποίων είναι πληρωτέα και απαιτητή την επόμενη ημέρα μετά τη συμπλήρωση οκτώ χρόνων από την ημερομηνία κατά την οποία θα υπογραφεί επί τη βάσει των προνοιών του παρόντα Νόμου η συμφωνία δανείου μεταξύ Κυβερνήσεως και Εταιρείας.
(2) Καθυστερήσεις στην καταβολή πληρωτέων υποχρεώσεων επιφέρουν πληρωμή τόκων υπερημερίας που υπολογίζονται με επιτόκιο ίσο προς το εκάστοτε καθοριζόμενο από την Κεντρική Τράπεζα ανώτατο επιτόκιο δανείων.
(3) Ο Υπουργός έχει την ευχέρεια μετά την πάροδο πέντε χρόνων να απαιτήσει ολική ή μερική εξόφληση του ειδικού δανείου οποτεδήποτε διαπιστώσει ότι τούτο δικαιολογείται από την κεφαλαιουχική επάρκεια της Εταιρείας.
- 16/1989
- 2(I)/1995
6. Σε περίπτωση που εκδίδεται διάταγμα εκκαθαρίσεως της Εταιρείας κατά τα οριζόμενα στον περί Εταιρείων Νόμο το ειδικό δάνειο καθίσταται άμεσα ληξιπρόθεσμο και απαιτητό.
7.-(1) Μέχρι την τελική αποπληρωμή του ειδικού δανείου, η λειτουργία και διαχείριση των υποθέσεων της Εταιρείας τελούν υπό κρατική εποπτεία και έλεγχο.
(2) Εκτός σε ότι αφορά θέματα που κατά τις διατάξεις του περί Κεντρικής Τραπέζης της Κύπρου Νόμου ανήκουν στην αρμοδιότητα της Κεντρικής Τράπεζας, η εποπτεία και ο έλεγχος της Εταιρείας ανατίθεται στον Υπουργό και ασκούνται από τον προς τούτο, κατά τις διατάξεις του επόμενου άρθρου, οριζόμενο Αντιπρόσωπο.
(3) Η Εταιρεία οφείλει να παρέχει στον Υπουργό οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με την Εταιρεία και τις δραστηριότητες της, που ο Υπουργός κρίνει αναγκαία για την άσκηση της κατά τον παρόντα Νόμο κρατικής εποπτείας επί της Εταιρείας.
8.-(1) Κυβερνητικός Αντιπρόσωπος ορίζεται με απόφαση του Υπουργού ανώτερος λειτουργός του Υπουργείου Οικονομικών ή της Κεντρικής Τράπεζας. Με απόφαση του Υπουργού ορίζεται άλλος λειτουργός του Υπουργείου Οικονομικών ή της Κεντρικής Τράπεζας ως Αναπληρωτής Κυβερνητικός Αντιπρόσωπος που ενεργεί σε περίπτωση που ο Κυβερνητικός Αντιπρόσωπος αδυνατεί να ασκήσει τις κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιότητες του.
(2) Ο Αντιπρόσωπος οφείλει να παρακολουθεί τη λειτουργία της Εταιρείας και να εφορεύει την τήρηση των διατάξεων του παρόντα Νόμου και την κατά νόμο διαχείριση των υποθέσεων της Εταιρείας.
(3) Ο Αντιπρόσωπος καλείται να παραστεί σε όλες τις συνεδρίες του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, παρίσταται δε υποχρεωτικά εφόσο πρόκειται να συζητηθούν θέματα για τα οποία έχει το δικαίωμα της διαφωνίας, κατά τα οριζόμενα στο επόμενο άρθρο.
(4) Στον Αντιπρόσωπο αποστέλλεται έγκαιρα κάθε έγγραφο σχετικό με τα υπό συζήτηση κατά τη συνεδρία θέματα.
(5) Ο Αντιπρόσωπος δικαιούται να εισάξει και ο ίδιος θέμα προς συζήτηση και να εκφράσει άποψη στα υπό συζήτηση θέματα, δε μετέχει όμως στη λήψη αποφάσεων, στερούμενος του δικαιώματος ψήφου.
9.-(1) Ο Αντιπρόσωπος έχει το δικαίωμα της διαφωνίας προς αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας σε ζητήματα που ανάγονται στα ακόλουθα θέματα:
(α) στην έγκριση του Ετήσιου ή Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού της Εταιρείας·
(β) στη διενέργεια κεφαλαιουχικών και άλλων επενδύσεων αξίας πέραν των είκοσι πέντε χιλιάδων λιρών ή στη διάθεση κινητών ή ακίνητων περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας αξίας πέρα του κατά τα ανωτέρω ποσού~ και
(γ) στη χορήγηση πιστωτικών διευκολύνσεων ή εγγυήσεων ποσού που υπερβαίνει για κάθε ένα οφειλέτη τις είκοσι πέντε χιλιάδες λίρες σωρευτικά.
(2) Αν ο Αντιπρόσωπος ασκήσει το προς διαφωνία δικαίωμα του, η γνώμη του Αντιπροσώπου είναι υποχρεωτική για την Εταιρεία, εκτός αν αυτή επιλέξει μέσα σε προθεσμία επτά ημερών, να προσβάλει γραπτώς την πράξη του Αντιπροσώπου ενώπιον του Υπουργού.
(3) Η επί της διαφοράς απόφαση του Υπουργού είναι υποχρεωτική για την Εταιρεία και αμετάκλητη. Η απόφαση του Υπουργού θα κοινοποιείται εντός ενός μηνός από την ημερομηνία υποβολής της γραπτής ένστασης της Εταιρείας.
(4) Ο Υπουργός έχει εξουσία με οδηγίες προς τον Αντιπρόσωπο, να επαυξάνει τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) ποσά, τα απαιτούμενα προκειμένου να δικαιολογηθεί το δικαίωμα του Αντιπροσώπου προς διαφωνία.
10. Ο Υπουργός έχει εξουσία, μέχρι την αποπληρωμή του ειδικού δανείου να αναθέτει τον έλεγχο των λογαριασμών της Εταιρείας επιπρόσθετα στο Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας.