4.-(1) Με τον παρόντα Νόμο και για τους σκοπούς αυτού, ιδρύεται Συμβούλιο που θα καλείται Συμβούλιο Εξαγωγής Κυπριακών Επιτραπέζιων Σταφυλιών.
(2) Το Συμβούλιο είναι νομικό πρόσωπο με διηνεκή διαδοχή και κοινή σφραγίδα, έχει δε εξουσία απόκτησης, κατοχής και διάθεσης κινητής και ακίνητης περιουσίας, ικανότητα να συμβάλλεται, καθώς και ικανότητα να παρίσταται στο δικαστήριο ως ενάγων ή εναγόμενος με τη δική του επωνυμία:
Νοείται ότι μέχρι να εφοδιαστεί με δική του σφραγίδα, το Συμβούλιο μπορεί να χρησιμοποιεί ως κοινή σφραγίδα άλλη που να φέρει την επιγραφή “Συμβούλιο Εξαγωγής Κυπριακών Επιτραπέζιων Σταφυλιών”.
5.-(1) Το Συμβούλιο αποτελείται από τον Πρόεδρο που διορίζεται από τον Υπουργό και από έντεκα άλλα μέλη που επίσης διορίζονται από τον Υπουργό ως ακολούθως:
(α) Πέντε πρόσωπα, τα οποία εκπροσωπούν τα συμφέροντα των παραγωγών και τα οποία διορίζει ο Υπουργός, αφού προηγουμένως συμβουλευτεί τις αγροτικές οργανώσεις ΠΕΚ, ΕΚΑ, Αγροτική και Παναγροτικός~
(β) τρία πρόσωπα, τα οποία εκπροσωπούν τα συφέροντα των εξαγωγέων και τα οποία διορίζει ο Υπουργός, αφού προηγουμένως συμβουλευτεί τις επαγγελματικές οργανώσεις ή τους συνδέσμους που ουσιαστικά εκπροσωπούν, κατά τη γνώμη του, τα συμφέροντα των εξαγωγέων:
Νοείται ότι τα πιο πάνω πρόσωπα, τα οποία θα εκπροσωπούν τα συμφέροντα των εξαγωγέων, θα έχουν κατά τα τρία τελευταία χρόνια πριν από το διορισμό τους εξαγάγει τουλάχιστον τριακόσιους τόνους επιτραπέζιων σταφυλιών ο καθένας~
(γ) ένας δημόσιος υπάλληλος που διορίζεται ονομαστικά από τον Υπουργό και εκπροσωπεί το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού~
(δ) ένας δημόσιος υπάλληλος που διορίζεται ονομαστικά από τον Υπουργό και εκπροσωπεί το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και ο οποίος υποδεικνύεται από τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος~ και
(ε) ένα πρόσωπο το οποίο υποδεικνύεται από τη Συνεργατική Εταιρεία Διαθέσεως Γεωργικών Προϊόντων.
(2) Το Συμβούλιο καταβάλλει στον Πρόεδρο και στα μέλη του την εκάστοτε εγκρινόμενη από τον Υπουργό αντιμισθία ή επίδομα ή και τα δύο.
- 61/1991
- 30(I)/1994
- 49(I)/1996
6.-(1) Η θητεία του Συμβουλίου είναι τριετής και η πρώτη θητεία αυτού αρχίζει από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Η δεύτερη θητεία του Συμβουλίου αρχίζει στις 26 Απριλίου 1994 και λήγει στις 31 Ιανουαρίου 1996.
(3) Οι θέσεις του Προέδρου και των υπόλοιπων μελών του Συμβουλίου κατέχονται και κενούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων άρθρων.
- 61/1991
- 30(I)/1994
7. Ο Πρόεδρος και οποιοδήποτε μέλος του Συμβουλίου μπορεί οποτεδήποτε πριν από τη λήξη της θητείας αυτού να παραιτηθεί από τη θέση του στο Συμβούλιο με επιστολή του που απευθύνεται στον Υπουργό, παύει δε να κατέχει τη θέση του μόλις γνωστοποιηθεί σ’ αυτόν η αποδοχή της παραίτησης του.
8. Οποιοδήποτε μέλος του οποίου η θητεία έληξε ή το οποίο παραιτείται από τη θέση του δύναται να επαναδιοριστεί.
9.-(1) Θέση στο Συμβούλιο κενώνεται με το θάνατο οποιουδήποτε μέλους ή στην περίπτωση μέλους δημόσιου υπάλληλου, με την απώλεια της δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας αυτού.
(2) Θέση στο Συμβούλιο μπορεί να κηρυχθεί από τον Υπουργό κενή, αν αυτός πεισθεί ότι οποιοδήποτε μέλος εκτός από τους δημόσιους υπαλλήλους-
(α) Απουσίασε από τέσσερις συνεχείς συνεδρίες του Συμβουλίου χωρίς προηγούμενη άδεια αυτού~ ή
(β) κηρύχθηκε σε πτώχευση ή συνήψε συμβιβασμό με τους πιστωτές του~ ή
(γ) είναι ανίκανος λόγω φυσικής ή πνευματικής ασθένειας~ ή
(δ) καταδικάστηκε για αδικήματα δυνάμει του παρόντος Νόμου ή για οποιοδήποτε αδίκημα που περιέχει το στοιχείο της απάτης~ ή
(ε) παρέλειψε χωρίς εύλογη αιτία να γνωστοποιήσει πληροφορία που σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 υποχρεούται να γνωστοποιήσει~ ή
(στ) είναι για οποιοδήποτε άλλο λόγο ανίκανο να εκπληρώσει τις αρμοδιότητες του ως μέλος~ ή
(ζ) έπαυσε να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του Οργανισμού που τον πρότεινε ως μέλος.
10. Η πλήρωση των για οποιοδήποτε λόγο κενούμενων θέσεων στο Συμβούλιο γίνεται για την μη εκπνεύσασα περίοδο της θητείας του προκατόχου της θέσης και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5.
11. Δεν προσβάλλεται καμιά πράξη ή διαδικασία του Συμβουλίου λόγω της ύπαρξης ή της κήρυξης οποιασδήποτε κενής θέσης στο Συμβούλιο.
12.-(1) Κατά τη διάρκεια προσωρινής απουσίας στο εξωτερικό του Προέδρου ή προσωρινής ανικανότητας του προς εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων του, καθήκοντα Προέδρου εκτελεί άλλο πρόσωπο, μέλος ή μη, που διορίζεται από τον Υπουργό.
(2) Με την κατά το εδάφιο (1) διενέργεια προσωρινού διορισμού όλες οι αρμοδιότητες του Προέδρου δυνάμει του παρόντος Νόμου περιέρχονται στο πρόσωπο που διορίζεται προσωρινά Πρόεδρος.
13. Όταν μέλος του Συμβουλίου, εκτός από τον Πρόεδρο, είναι προσωρινά ανίκανο για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του ως μέλος, είτε λόγω προσωρινής απουσίας στο εξωτερικό είτε λόγω άλλης εύλογης αιτίας, κατά τη διάρκεια της ανικανότητας αυτής ο Υπουργός μπορεί να διορίσει προσωρινά άλλο μέλος, στο οποίο και περιέρχονται όλες οι αρμοδιότητες του προσωρινά ανίκανου μέλους:
Νοείται ότι, αν το προσωρινά ανίκανο μέλος έτυχε διορισμού σύμφωνα με τα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 5, ο αναπληρωτής του διορίζεται με την ίδια διαδικασία.
14. Αν σε οποιαδήποτε ειδική περίπτωση το συμβούλιο επιθυμεί να συμβουλευτεί κάποιο πρόσωπο για οποιοδήποτε ειδικό θέμα, μπορεί να εκλέξει το πρόσωπο αυτό ως μέλος για οποιαδήποτε συνεδρία στην οποία απαιτείται η παρουσία του. Το πρόσωπο αυτό, για όσο χρόνο διαρκεί η εκλογή του, έχει όλα τα δικαιώματα και τα προνόμια μέλους, όχι όμως και το δικαίωμα ψήφου σε οποιοδήποτε θέμα.
15.-(1) Το Συμβούλιο μπορεί να συνιστά από τα ίδια τα μέλη του Επιτροπές για γενικούς ή ειδικούς σκοπούς οι οποίοι κατά τη γνώμη του θα τύγχαναν καλύτερης ρύθμισης ή διαχείρισης από Επιτροπή. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου το Συμβούλιο μπορεί να παραχωρεί σε οποιαδήποτε τέτοια Επιτροπή οποιαδήποτε αρμοδιότητα που ασκείται από το Συμβούλιο.
(2) Πρόεδρος κάθε τέτοιας Επιτροπής είναι ex officio ο Πρόεδρος του Συμβουλίου.
(3) Οι Επιτροπές υποβάλλουν τα πρακτικά τους στο Συμβούλιο.
16.-(1) Των συνεδριών του Συμβουλίου, εφόσο παρίσταται, προεδρεύει ο Πρόεδρος και σε περίπτωση απουσίας αυτού, ένα από τα παρόντα μέλη που υποδεικνύεται από το Συμβούλιο.
(2) Ο χρόνος και ο τόπος των συνεδριών του Συμβουλίου ή οποιασδήποτε Επιτροπής του καθορίζεται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου.
(3) Ο Πρόεδρος συγκαλεί το ταχύτερο δυνατό έκτακτη συνεδρία του Συμβουλίου όταν λάβει γραπτή αίτηση που υποβάλλεται σε αυτόν από τρία τουλάχιστο μέλη του Συμβουλίου. Η έκτακτη συνεδρία συγκαλείται για τους σκοπούς που αναγράφονται στην αίτηση.
(4) Το Συμβούλιο και οι Επιτροπές του βρίσκονται σε απαρτία εφόσο παρίσταται ο αριθμός μελών που καθορίζεται από το Συμβούλιο, που σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερος των έξι στην περίπτωση του Συμβουλίου και μικρότερος των τριών σε περίπτωση Επιτροπής.
(5) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου ή οποιασδήποτε Επιτροπής του, για τα θέματα που παρουσιάζονται ενώπιον τους, λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου.
(6) Ο προεδρεύων της συνεδρίας έχει δικαίωμα μιας μόνο ψήφου, σε περίπτωση όμως ισοψηφίας διαθέτει νικώσα ψήφο.
17.-(1) Τηρούνται πρακτικά των συνεδριών του Συμβουλίου, καθώς επίσης και όλων των Επιτροπών του, τα οποία, όταν φέρουν την υπογραφή του προσώπου που φέρεται ότι έχει προεδρεύσει της συνεδρίας που αφορούν τα πρακτικά αυτά ή της συνεδρίας κατά την οποία αυτά διαβάστηκαν αποτελούν αποδεικτικό στοιχείο για τα όσα έγιναν στη συνεδρία, η δε συνεδρία στην οποία αφορούν τα πρακτικά τεκμαίρεται μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο ότι συγκλήθηκε και συγκροτήθηκε νόμιμα.
(2) Αντίγραφο των πρακτικών κάθε συνεδρίας του Συμβουλίου ή των Επιτροπών που αποστέλλεται στον Υπουργό μέσα σε δεκατέσσερις ημέρες από τη συνεδρία.
18. Μετά από έγκριση του Υπουργού, το Συμβούλιο δύναται να εκδίδει εσωτερικούς κανονισμούς που αφορούν τη διεξαγωγή των συνεδριών του Συμβουλίου ή των Επιτροπών του, τις γνωστοποιήσεις των συνεδριών, τη διαδικασία που τηρείται κατά τις συνεδρίες, τη φύλαξη των πρακτικών των συνεδριών και την παρουσίαση τους για επιθεώρηση.
19. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εσωτερικών κανονισμών δυνάμει του άρθρου 18, η ενώπιον του Συμβουλίου και των Επιτροπών του διαδικασία καθορίζεται από το Συμβούλιο.
20. Η κοινή σφραγίδα του Συμβουλίου δεν τίθεται σε κανένα έγγραφο, χωρίς να υπάρχει προηγουμένως εξουσιοδότηση που παρέχεται με απόφαση του Συμβουλίου, η δε επίθεση της σφραγίδας βεβαιούται με την υπογραφή του Προέδρου ή οποιούδηποτε άλλου μέλους στο οποίο το Συμβούλιο έδωσε γενική ή ειδική εξουσιοδότηση να αντικαθιστά για το σκοπό αυτό τον Πρόεδρο και με την υπογραφή ενός άλλου ακόμη συμβούλου που έχει τη γενική ή ειδική εξουσιοδότηση του Συμβουλίου να ενεργεί για το σκοπό αυτό.
21. Κάθε έγγραφο που φέρεται που εκδόθηκε κατάλληλα ή υπογράφτηκε κάτω από τη σφραγίδα του Συμβουλίου ή για λογαριασμό του Συμβουλίου γίνεται δεκτό ως αποδεικτικό στοιχείο, μέχρι δε να αποδειχθεί το αντίθετο τεκμαίρεται ότι νόμιμα εκδόθηκε ή υπογράφτηκε χωρίς οποιαδήποτε παραπέρα απόδειξη.
22. Συμβάσεις και έγγραφα των οποίων η σύναψη ή η έκδοση από μη νομικό πρόσωπο δε θα απαιτούσε την επίθεση σφραγίδας μπορούν να συναφθούν ή εκδοθούν για λογαριασμό του Συμβουλίου από οποιοδήποτε πρόσωπο που είχε για το σκοπό αυτό γενική ή ειδική εξουσιοδότηση του Συμβουλίου.
23.-(1) Αν οποιοδήποτε μέλος του Συμβουλίου έχει οποιοδήποτε συμφέρον, άμεσο ή έμμεσο, σε οποιαδήποτε σύμβαση ή σκοπούμενη σύμβαση ή άλλο ζήτημα και παρίσταται σε συνεδρίαση του Συμβουλίου στην οποία η σύμβαση αυτή ή το άλλο αυτό ζήτημα αποτελεί θέμα για εξέταση, το μέλος αυτό οφείλει να αποκαλύψει τη φύση του συμφέροντος του κατά την έναρξη της συνεδρίασης ή το συντομότερο δυνατό μετά από την έναρξη της.
(2) Κάθε αποκάλυψη συμφέροντος που γίνεται δυνάμει του εδαφίου (1) αναγράφεται στα πρακτικά του Συμβουλίου, μετά δε από την αποκάλυψη αυτή το ενδιαφερόμενο μέλος δε λαμβάνει μέρος σε οποιαδήποτε συζήτηση ή απόφαση του Συμβουλίου αναφορικά με τη σύμβαση ή το άλλο ζήτημα, δύναται όμως να υπολογιστεί για σκοπούς συγκρότησης απαρτίας του Συμβουλίου.
Νοείται ότι κανένα μέλος δε στερείται του δικαιώματος ψήφου πάνω σε θέμα γενικής πολιτικής του Συμβουλίου, με μοναδικό λόγο ότι η απόφαση για το θέμα αυτό επηρεάζει ή δύναται να επηρεάσει συμβάσεις ή άλλα ζητήματα για τα οποία μπορεί να ενδιαφέρεται άμεσα ή έμμεσα το μέλος αυτό.
24. Το κύρος των πράξεων που διενεργούνται κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου ή των Επιτροπών αυτού δεν επηρεάζεται, έστω και αν μεταγενέστερα αποκαλυφθεί ότι ενυπάρχει κάποιο ελάττωμα στο διορισμό ή τα προσόντα προσώπου που φέρεται ως μέλος του Συμβουλίου ή των Επιτροπών αυτού ή ότι το μέλος αυτό έχει ψηφίσει πάνω σε θέμα για το οποίο δεν είχε δικαίωμα να ψηφίσει.
25.-(1) Το κύριο εκτελεστικό όργανο του Συμβουλίου είναι ο Γενικός Διευθυντής του ο οποίος είναι υπεύθυνος για την υλοποίηση της πολιτικής του Συμβουλίου και τη διαχείριση των καθημερινών του υποθέσεων.
(2) Το Συμβούλιο παραχωρεί στο Γενικό Διευθυντή εκείνες από τις αρμοδιότητες που παραχωρούνται σ’ αυτό με βάση τον παρόντα Νόμο, οι οποίες είναι αναγκαίες για αποτελεσματική διεξαγωγή οποιωνδήποτε από τις καθημερινές υποθέσεις του.
(3) Ο Γενικός Διευθυντής διορίζεται από το Συμβούλιο με την έγκριση του Υπουργού.
(4) Ο Γενικός Διευθυντής παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου και των Επιτροπών του, χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου.
26. Το Συμβούλιο έχει αρμοδιότητα-
(α) Να ζητά από τον Υπουργό τους εκάστοτε αναγκαίους υπαλλήλους για την κατάλληλη και αποτελεσματική διεξαγωγή των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου μέσα στη Δημοκρατία ή στην αλλοδαπή. Οι υπάλληλοι του Συμβουλίου είναι δημόσιοι υπάλληλοι που αποσπούνται ή που διορίζονται για το σκοπό αυτό και που έχουν πείρα και άλλα προσόντα, όπως θα καθοριστεί στα σχετικά σχέδια υπηρεσίας~
(β) με την έγκριση του Υπουργού να ιδρύσει εκτός της Δημοκρατίας τα αναγκαία γραφεία~
(γ) να εκμισθώνει τις υπηρεσίες άλλων συμβουλίων ή οργανισμών ή ατόμων ή οίκων, για καλύτερη, οικονομικότερη και ομαλότερη διεξαγωγή των αρμοδιοτήτων του.