1. Ο Νόμος αυτός θα αναφέρεται ως ο περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξηση Μισθών και Συντάξεων) Νόμος του 1994.
2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“βασικός μισθός” σημαίνει το μισθό τον οποίο ο κρατικός υπάλληλος δικαιούται να λάβει με βάση την καθορισμένη για τη θέση του με τον Προϋπολογισμό ή με ειδικό Νόμο μισθοδοτική κλίμακα ή πάγιο μισθό και περιλαμβάνει τις αυξήσεις των μισθών που παραχωρήθηκαν με τους περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξησις των Μισθών) Νόμους του 1981 έως 1984, τον περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξησις Μισθών και Συντάξεων) Νόμον του 1987 και τον περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξηση Μισθών και Συντάξεων) Νόμο του 1990˙
“δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 1993.
“δημόσια υπηρεσία” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 1991 και περιλαμβάνει τη δικαστική υπηρεσία καθώς και υπηρεσία στις θέσεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, του Γενικού Ελεγκτή, του Γενικού Λογιστή και των Βοηθών τους˙
“Δύναμη” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Αστυνομίας Νόμου (όπως αυτός εκτίθεται στον Πίνακα του Νόμου 21 του 1964)˙
“κρατικός υπάλληλος” σημαίνει αύτον που κατέχει θέση στη δημόσια υπηρεσία, τη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία ή στη Δύναμη ή στο Στρατό είτε μόνιμα είτε προσωρινά είτε με αναπλήρωση˙
“Στρατός” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί του Στρατού της Δημοκρατίας Νόμων του 1990 έως 1992.
“συνταξιούχος” σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατά την ημερομηνία της δημοσίευσης του Νόμου αυτού είναι πολίτης της Δημοκρατίας και στο οποίο χορηγήθηκε σύνταξη δυνάμει οποιουδήποτε από τους Νόμους που βρίσκονται εκάστοτε σε ισχύ και αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων˙
“σύνταξη εξαρτωμένων” σημαίνει σύνταξη που καταβάλλεται δυνάμει οποιουδήποτε από τους Νόμους που βρίσκονται εκάστοτε σε ισχύ και αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων στο χήρο, στη χήρα ή και τα τέκνα κρατικού υπαλλήλου ή συνταξιούχου που απεβίωσε˙
“σύνταξη” σημαίνει οποιαδήποτε ετήσια σύνταξη που πληρώνεται περιοδικά δυνάμει των Νόμων που βρίσκονται εκάστοτε σε ισχύ και αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων και περιλαμβάνει σύνταξη εξαρτωμένων.
3.-(1) Οι ακόλουθες γενικές αυξήσεις προστίθενται στο βασικό μισθό των κρατικών υπαλλήλων-
(α) Από την 1η Ιανουρίου 1992 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1992, περιλαμβανομένων και των δυο ημερομηνιών, ένα και είκοσι πέντε τοις εκατόν (1,25%) με κατώτατο ποσό αύξησης £25 το χρόνο˙
(β) από την 1η Ιανουαρίου 1993 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1993, περιλαμβανομένων και των δύο ημερομηνιών, τρία και είκοσι πέντε τοις εκατόν (3,25%) συνολικά, δηλαδή περιλαμβανομένης και της αύξησης του ένα και είκοσι πέντε τοις εκατόν (1,25%) που αναφέρεται στην παράγραφο (α), με κατώτατο ποσό αύξησης £65 το χρόνο συνολικά, δηλαδή περιλαμβανομένου και του κατώτατου ποσού αύξησης των .25 το χρόνο που αναφέρεται στην παράγραφο (α)˙ και
(γ) από την 1η Ιανουαρίου 1994 πέντε και είκοσι πέντε τοις εκατόν (5,25%) συνολικά, δηλαδή περιλαμβανομένης και της αύξησης του τρία και είκοσι πέντε τοις εκατόν (3,25%), που αναφέρεται στην παράγραφο (β), με κατώτατο ποσό αύξησης .105 το χρόνο συνολικά, δηλαδή περιλαμβανομένου και του κατώτατου ποσού αύξησης των £65 που αναφέρεται στην παράγραφο (β).
(2) Οι γενικές αυξήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του τιμαριθμικού επιδόματος και λογίζονται ως συντάξιμες απολαβές για σκοπούς των Νόμων που αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων.
4. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των περί Συντάξεων Νόμων ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου, συντάξεις που χορηγήθηκαν σε συνταξιούχους κρατικούς υπαλλήλους κατά ή πριν την 1η Ιανουαρίου 1992, αυξάνονται από την 1η Ιανουαρίου 1992 με ποσό ίσο προς το ένα και είκοσι πέντε τοις εκατόν (1,25%) αυτών, από την 1η Ιανουαρίου 1993 με ποσό ίσο προς το τρία και είκοσι πέντε τοις εκατόν (3,25%) αυτών συνολικά, δηλάδή περιλαμβανομένης και της αύξησης του ένα και είκοσι πέντε τοις εκατόν (1,25%) την 1η Ιανουαρίου 1992 και από την 1η Ιανουαρίου 1994 με ποσό ίσο προς το πέντε και είκοσι πέντε τοις εκατόν (5,25%) αυτών συνολικά, δηλαδή περιλαμβανομένης και της αύξησης του τρία και είκοσι πέντε τοις εκατόν (3,25%) την 1η Ιανουαρίου 1993.
5. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των περί Συντάξεων Νόμων ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου-
(i) Σε περίπτωση που οποιοσδήποτε κρατικός υπάλληλος αφυπηρέτησε ή απεβίωσε μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 1992 και της 31ης Δεκεμβρίου 1992, τα ωφελήματα του που απορρέουν από την αφυπηρέτηση ή το θάνατο του υπολογίζονται επί των συντάξιμων απολαβών του κατά το χρόνο της αφυπηρέτησης ή του θανάτου του και αναθεωρούνται από την 1η Ιανουαρίου 1993 με βάση συντάξιμες απολαβές υπολογιζόμενες επί μισθού αυξημένου κατά 1,98% και από την 1η Ιανουαρίου 1994 με βάση συντάξιμες απολαβές υπολογιζόμενες επί μισθού αυξημένου κατά 3,95% συνολικά,
(ii) σε περίπτωση που οποιοσδήποτε κρατικός υπάλληλος αφυπηρέτησε ή απεβίωσε ή θα αφυπηρετήσει ή αποβιώσει μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 1993 και της 31ης Δεκεμβρίου 1993, τα ωφελήματα του που απορρέουν από την αφυπηρέτηση ή το θάνατο του υπολογίζονται επί των συντάξιμων απολαβών του κατά το χρόνο της αφυπηρέτησης ή του θανάτου του και αναθεωρούνται από την 1η Ιανουαρίου 1994 με βάση συντάξιμες απολαβές υπολογιζόμενες επί μισθού αυξημένου κατά 1,94%.