2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“Διευθυντής” σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και περιλαμβάνει τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του.
“Διευθύνον Πρόσωπο” σημαίνει το φυσικό πρόσωπο, μέλος του προσωπικού, που κατονομάζεται στην αίτηση, στο οποίο έχει δοθεί η ευθύνη για τη λειτουργία και εποπτεία του Κέντρου.
“Ιδιοκτήτης” σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο και περιλαμβάνει ένωση προσώπων, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που έχει τον έλεγχο ή ρυθμίζει τη χρήση του Κέντρου.
“Κέντρο” σημαίνει οποιοδήποτε υποστατικό στο οποίο παρέχεται φροντίδα, προστασία, απασχόληση, ψυχαγωγία, φαγητό και άλλες υπηρεσίες σε περισσότερα από πέντε άτομα ηλικίας άνω των δεκαοκτώ χρόνων, σ’ οποιοδήποτε χρόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας.
3. Κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να διατηρεί ή να λειτουργεί οποιοδήποτε Κέντρο, αν αυτό δεν είναι εγγεγραμμένο σύμφωνα με το Νόμο αυτό.
4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, κάθε αίτηση για την εγγραφή Κέντρου υποβάλλεται στο Διευθυντή, σε καθορισμένο έντυπο και συνοδεύεται με τα έγγραφα που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Στις περιπτώσεις που ο αιτητής είναι νομικό πρόσωπο ή σώμα ή ομάδα προσώπων, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, η αίτηση για εγγραφή στο έντυπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του νομικού προσώπου, σώματος ή ομάδας προσώπων και πρέπει να καθορίζεται επακριβώς στην αίτηση για εγγραφή ο ιδιοκτήτης του υποστατικού στο οποίο η αίτηση αφορά, καθώς και το πρόσωπο το οποίο θα είναι Διευθύνον Πρόσωπο του Κέντρου.
(3)(α) Σε περίπτωση που το Κέντρο για το οποίο γίνεται η αίτηση σύμφωνα με το εδάφιο (1) συμμορφώνεται με τις διατάξεις των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο, τότε ο Διευθυντής εγγράφει το Κέντρο σε μητρώο και εκδίδει πιστοποιητικό για την εγγραφή αυτή.
(β)(i) Για κάθε αίτηση που υποβάλλεται για εγγραφή Κέντρου αποστέλλεται το ταχύτερο προς τον αιτητή βεβαίωση παραλαβής στην οποία αναφέρεται η προθεσμία εξέτασης της αίτησης, όπως αυτή καθορίζεται στο εδάφιο (5), και σε περίπτωση που υπολείπονται απαραίτητα έγγραφα για την εξέταση της αίτησης, παράθεση των εγγράφων που ελλείπουν και τα οποία θα πρέπει να υποβληθούν μέσα σε καθορισμένη προθεσμία που καθορίζεται στη βεβαίωση αυτή.
(ii) Σε περίπτωση που δεν προσκομιστούν τα ελλείποντα έγγραφα εντός της καθορισμένης προθεσμίας, ο χρόνος που καθορίζεται στο εδάφιο (5) εντός του οποίου πρέπει να εξεταστεί η αίτηση αναστέλλεται μέχρι την προσκόμιση των απαιτούμενων εγγράφων.
(5) Κάθε αίτηση που υποβάλλεται εξετάζεται μέσα σε τέσσερις μήνες και η προθεσμία αρχίζει από τη χρονική στιγμή της υποβολής όλων των απαιτουμένων εγγράφων.
(6) Σε περίπτωση που ο Διευθυντής δεν απαντήσει εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο εδάφιο (5), η άδεια δεν θεωρείται ως χορηγηθείσα.
(7) Ο Διευθυντής μπορεί να αρνηθεί την εγγραφή του Κέντρου που αναφέρεται στην αίτηση, αν διαπιστώσει ότι -
(α) για λόγους που αφορούν τις υγειονομικές συνθήκες, τη θέση, την πυρασφάλεια, την κατασκευή, τη διαρρύθμιση, την αναγκαία επιδιόρθωση, τη συντήρηση, τη γενική κατάσταση, τον εξοπλισμό του υποστατικού του Κέντρου, αυτό δεν είναι κατάλληλο για χρήση ή λειτουργία, όπως περιγράφεται στην αίτηση·
(β) ο τρόπος με τον οποίο ο αιτητής ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εργοδοτείται από αυτόν διευθύνει ή προτίθεται να διευθύνει το Κέντρο είναι τέτοιος που δεν παρέχει υπηρεσίες ή διευκολύνσεις οι οποίες σύμφωνα με τους Κανονισμούς που εκδίδονται βάσει του παρόντος Νόμου πρέπει να παρέχονται στους ενοίκους του Κέντρου αυτού.
5. Κάθε πιστοποιητικό εγγραφής που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 4 αναρτάται σε περίοπτη θέση μέσα στο Κέντρο στο οποίο αυτό αναφέρεται.
6. Ο Διευθυντής μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο να ακυρώσει την εγγραφή οποιουδήποτε Κέντρου, για οποιοδήποτε λόγο ο οποίος θα δικαιολογούσε την άρνηση εγγραφής ή για το λόγο ότι το πρόσωπο που διατηρεί το Κέντρο καταδικάστηκε για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση του άρθρου 10 ή για αδίκημα που ενέχει ηθική αισχρότητα ή για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση Κανονισμών που έχουν εκδοθεί βάσει του Νόμου αυτού ή για το λόγο ότι οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που εργοδοτείται στο Κέντρο καταδικάστηκε για τέτοιο αδίκημα.
7.-(1) Δεκατέσσερις τουλάχιστον ημέρες προτού ο Διευθυντής προβεί στην απόρριψη αίτησης για εγγραφή Κέντρου ή στην ακύρωση εγγραφής Κέντρου, αποστέλλει στον ιδιοκτήτη γνωστοποίηση για την πρόθεση του να απορρίψει την αίτηση ή να ακυρώσει την εγγραφή.
(2) Κάθε τέτοια γνωστοποίηση πρέπει να αναφέρεται στους λόγους στους οποίους ο Διευθυντής προτίθεται να βασίσει την απόρριψη της αίτησης ή την ακύρωση της εγγραφής και να περιέχει την υπόδειξη ότι, αν μέσα σε δεκατέσσερις ημέρες από τη λήψη της γνωστοποίησης ο ιδιοκτήτης του Κέντρου πληροφορήσει το Διευθυντή γραπτώς ότι επιθυμεί να προβάλει λόγο, προσωπικά ή μέσω αντιπροσώπου, εναντίον της απόρριψης ή της ακύρωσης αυτής ο Διευθυντής οφείλει, προτού πάρει απόφαση για το θέμα, να δώσει σ’ αυτόν την ευκαιρία να το πράξει.
(3) Αν ο διευθυντής, αφού δώσει στον ιδιοκτήτη του Κέντρου την ευκαιρία να ακουστεί, αποφασίσει να απορρίψει την αίτηση ή να ακυρώσει την εγγραφή, εκδίδει την απόφαση του και τη γνωστοποιεί γραπτώς σ’ αυτόν.
8.-(1) Κάθε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο για το σκοπό αυτό από το Διευθυντή μπορεί να εισέρχεται σε οποιοδήποτε Κέντρο ή σε οποιοδήποτε υποστατικό το οποίο το πρόσωπο αυτό έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι χρησιμοποιείται ως Κέντρο και να επιθεωρεί το Κέντρο ή το υποστατικό, το προσωπικό, τους ενοίκους, τις διευθετήσεις που υπάρχουν για τη φροντίδα, προστασία, απασχόληση, ψυχαγωγία, παροχή φαγητού και την ευημερία των ενοίκων, καθώς και οποιαδήποτε μητρώα τηρούνται σε σχέση με το Κέντρο ή το υποστατικό.
(2) Αν σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1), πρόσωπο δεν επιτραπεί η είσοδος σε οποιοδήποτε Κέντρο ή σε οποιοδήποτε υποστατικό το οποίο το πρόσωπο αυτό έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι χρησιμοποιείται ως Κέντρο, το πρόσωπο αυτό μπορεί να αποταθεί στο Δικαστήριο, το οποίο, αν ύστερα από ένορκη μαρτυρία ικανοποιηθεί ότι δεν του έχει επιτραπεί η είσοδος στο Κέντρο ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι το υποστατικό χρησιμοποιείται ως Κέντρο, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να εκδώσει ένταλμα που να εξουσιοδοτεί τον αιτητή να εισέλθει στα υποστατικά και να διενεργήσει την επιθεώρηση όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1).
(3) Κάθε πρόσωπο που προτίθεται να ασκήσει οποιαδήποτε εξουσία εισόδου ή επιθεώρησης που του χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, οφείλει, αν του ζητηθεί, να παρουσιάσει έγγραφο το οποίο να πιστοποιεί την εξουσία του.
(4) Κάθε πρόσωπο το οποίο με οποιοδήποτε τρόπο εμποδίζει ή αποπειράται να εμποδίσει την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο αυτό είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 10.
9. Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου αυτού. Χωρίς βλάβη ή επηρεασμό της γενικότητας της διάταξης αυτής, μπορεί να εκδίδει Κανονισμούς για οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα:
(α) την υγειονομική κατάσταση και την εν γένει κτιριακή κατάσταση του Κέντρου,
(β) την ασφάλεια των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων,
(γ) τα απαιτούμενα προσόντα του προσωπικού του Κέντρου,
(δ) την αναλογία του αριθμού του προσωπικού του Κέντρου προς τον αριθμό των ενοίκων,
(ε) την απαιτούμενη επίπλωση και τον απαιτούμενο εξοπλισμό του Κέντρου,
(στ) την αναλογία εσωτερικού και εξωτερικού χώρου του Κέντρου για κάθε ένοικο, το επίπεδο των υπηρεσιών και διευκολύνσεων που πρέπει να παρέχονται στους ενοίκους στο Κέντρο,
(ζ) τα έντυπα για οποιοδήποτε από τους σκοπούς του Νόμου αυτού,
(η) το είδος και την έκταση των παρεχόμενων υπηρεσιών,
(θ) κάθε θέμα το οποίο μπορεί ή πρέπει να καθοριστεί,
(ι) την επιβολή ποινής φυλάκισης που δε θα υπερβαίνει τους έξι μήνες ή χρηματικής ποινής που δε θα υπερβαίνει τις £500 ή και των δύο αυτών ποινών για οποιαδήποτε παράβαση των Κανονισμών.
10.-(1) Κάθε πρόσωπο το οποίο-
(α) διατηρεί Κέντρο, χωρίς αυτό να είναι εγγεγραμμένο σύμφωνα με το Νόμο αυτό, ή
(β) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε άλλη διάταξη του Νόμου αυτού,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £750 και, σε περίπτωση δεύτερου ή οποιουδήποτε μεταγενέστερου αδικήματος, σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1.000 ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Σε περίπτωση που διαπράχθηκε από νομικό πρόσωπο αδίκημα κατά παράβαση του Νόμου αυτού ή των Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού, ποινική ευθύνη έχει και κάθε πρόσωπο το οποίο κατά το χρόνο της διάπραξης του αδικήματος ήταν πρόεδρος, διευθυντής, γραμματέας ή γενικός διαχειριστής του νομικού αυτού προσώπου ή ήταν κάτοχος οποιασδήποτε παρόμοιας θέσης σ’ αυτό, ή ενεργούσε με την ιδιότητα αυτή, εκτός αν αποδείξει ότι το αδίκημα είχε γίνει χωρίς να είναι σε γνώση του ή χωρίς τη συγκατάθεση ή την ανοχή του και ότι είχε ασκήσει κάθε επιρροή για να εμποδίσει τη διάπραξη του, λαμβανομένης υπόψη της φύσης των εξουσιών που είχε με την ιδιότητα του αυτή και όλων των άλλων περιστάσεων.
11. Ο Νόμος αυτός δεν εφαρμόζεται-
(α) σε οποιοδήποτε Κέντρο ή Ίδρυμα το οποίο συντηρείται από τη Δημοκρατία,
(β) σε οποιοδήποτε Νοσοκομείο ή σε οποιαδήποτε άλλα εγκεκριμένα υποστατικά που λειτουργούν σύμφωνα με τον περί Διανοητικά Ασθενών Νόμο,
(γ) σε οποιοδήποτε Νοσοκομείο, αναρρωτήριο, νοσηλευτικό ίδρυμα ή σε οποιαδήποτε άλλα υποστατικά που λειτουργούν σύμφωνα με τον περί Ιδιωτικών Νοσοκομείων (Έλεγχος) Νόμο.