1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμος του 1999.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“ανταγωνιστική αγορά” σημαίνει συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού στις επηρεαζόμενες αγορές·
“δεσπόζουσα θέση” αναφορικά με επιχείρηση, σημαίνει τη θέση οικονομικής δύναμης που απολαμβάνει μια επιχείρηση και που την καθιστά ικανή να παρακωλύει ουσιαστικά τον ανταγωνισμό στην αγορά συγκεκριμένου προϊόντος ή υπηρεσίας και να ενεργεί σε αισθητό βαθμό ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές και τους πελάτες της και σε τελική ανάλυση ανεξάρτητα από τους καταναλωτές·
“Δημοκρατία” σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
“Δικαστήριο” σημαίνει αρμόδιο επαρχιακό δικαστήριο·
“έλεγχος” αναφορικά με επιχείρηση, έχει την έννοια που καθορίζεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου·
“εξουσιοδοτημένος λειτουργός” σημαίνει οποιοδήποτε λειτουργό της Υπηρεσίας ο οποίος εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου·
“επηρεαζόμενες αγορές” σημαίνει τις αγορές που προσδιορίζονται στο Παράρτημα Ι του παρόντος Νόμου·
“Επιτροπή” σημαίνει την Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού, που υφίσταται και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου·
“επιχείρηση” περιλαμβάνει σύμπλεγμα επιχειρήσεων ή τμήμα επιχείρησης·
“εταιρεία χαρτοφυλακίου” σημαίνει εταιρεία που έχει ως αποκλειστικό αντικείμενο την απόκτηση συμμετοχών σε άλλες επιχειρήσεις και τη διαχείριση και αξιοποίηση των συμμετοχών αυτών, χωρίς άμεση ή έμμεση ανάμιξη στη διαχείριση των επιχειρήσεων αυτών, αλλά υπό την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που έχει ως μέτοχος ή εταίρος και υπό τον περιορισμό ότι τα δικαιώματα ψήφου που απορρέουν από τις κατεχόμενες συμμετοχές ασκούνται μόνο για το διορισμό των μελών του διευθυντικού και του εποπτικού οργάνου των επιχειρήσεων τις συμμετοχές των οποίων κατέχουν, για τη διασφάλιση της ακέραιης αξίας των επενδύσεων αυτών και όχι για τον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων αυτών σε θέματα ανταγωνισμού·
“θυγατρική επιχείρηση” σημαίνει την επιχείρηση της οποίας η εμπορική δραστηριότητα τελεί υπό τον έλεγχο άλλης επιχείρησης·
“Νόμος του 1989” σημαίνει τον περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμο του 1989, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται από οποιοδήποτε άλλο νόμο·
“πρόσωπο” σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο·
“σύμπλεγμα επιχειρήσεων” σημαίνει δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις των οποίων οι εμπορικές δραστηριότητες τελούν υπό κοινό έλεγχο·
“τμήμα”, αναφορικά με επιχείρηση, σημαίνει οποιοδήποτε τμήμα επιχείρησης του οποίου η εμπορική δραστηριότητα δύναται να διεξάγεται ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα τμήματα της·
“Υπηρεσία” σημαίνει την Υπηρεσία της Επιτροπής Προστα σίας του Ανταγωνισμού η οποία συστήνεται δυνάμει των περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμων του 1989 μέχρι (Αρ. 2) 2000.
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.
3.-(1) Ο παρών Νόμος ισχύει για όλες τις συγκεντρώσεις μείζονος σημασίας, όπως αυτές καθορίζονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.
(2) Για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, μία πράξη συγκέντρωσης επιχειρήσεων είναι μείζονος σημασίας, όταν-
(α)(i) O συνολικός κύκλος εργασιών που πραγματοποιούν δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις υπερβαίνει αναφορικά με καθεμιά από αυτές τα δύο εκατομμύρια κυπριακές λίρες· και
(ii) τουλάχιστο μία από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις ασχολείται με εμπορικές δραστηριότητες εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας· και
(iii) τουλάχιστο δύο εκατομμύρια κυπριακές λίρες από το σύνολο του ποσού του κύκλου εργασιών όλων μαζί των συμμετεχουσών επιχειρήσεων αφορούν τη διάθεση αγαθών ή την προσφορά υπηρεσιών εντός της Δημοκρατίας· ή
(β) κηρυχθεί ως τοιαύτη με Διάταγμα του Υπουργού δυνάμει του άρθρου 8.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο κύκλος εργασιών υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος ΙΙ.
4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των λοιπών εδαφίων του παρόντος άρθρου, συγκέντρωση επιχειρήσεων πραγματοποιείται-
(α) Εφόσον συγχωνεύονται δύο ή περισσότερες προηγουμένως ανεξάρτητες επιχειρήσεις· ή
(β) εφόσον-
(i) ένα ή περισσότερα πρόσωπα, που ελέγχουν ήδη μία τουλάχιστον επιχείρηση· ή
(ii) μία ή περισσότερες επιχειρήσεις,
απoκτούν άμεσα ή έμμεσα, με αγορά συμμετοχών στο κεφάλαιο ή στοιχείων του ενεργητικού, με σύμβαση ή με άλλο τρόπο, τον έλεγχο του συνόλου ή τμημάτων μιας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων· ή
(γ) εφόσον δημιουργείται κοινή επιχείρηση η οποία μόνιμα εκπληρώνει όλες τις λειτουργίες μιας αυτόνομης οικονομικής ενότητας.
(2) Στο βαθμό που η ίδρυση μιας τρίτης ανεξάρτητης επιχείρησης, η οποία αποτελεί συγκέντρωση σύμφωνα με το εδάφιο (1)(γ), έχει ως σκοπό ή αποτέλεσμα το συντονισμό της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς των επιχειρήσεων οι οποίες παραμένουν ανεξάρτητες, ο συντονισμός αυτός διερευνάται σύμφωνα με τα κριτήρια των άρθρων 4 και 5 του Νόμου του 1989.
(3) “Έλεγχος” κατά την έννοια του παρόντος Νόμου σημαίνει τον έλεγχο που απορρέει από δικαιώματα, συμβάσεις ή άλλα μέσα, τα οποία, είτε μεμονωμένα είτε από κοινού με άλλα, λαμβανομένων υπόψη και των σχετικών πραγματικών ή νομικών περιστάσεων, παρέχουν τη δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού της δραστηριότητας μιας επιχείρησης, ιδίως από-
(α) Δικαιώματα κυριότητας ή επικαρπίας επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης· ή
(β) δικαιώματα ή συμβάσεις που παρέχουν δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού της σύνθεσης, των συσκέψεων ή των αποφάσεων των οργάνων μιας επιχείρησης.
(4) Ο έλεγχος αποκτάται από το ή τα πρόσωπα ή επιχειρήσεις που-
(α) Είναι υποκείμενα αυτών των δικαιωμάτων ή δικαιούχοι εκ των συμβάσεων αυτών· ή
(β) χωρίς να είναι υποκείμενα των δικαιωμάτων αυτών ή δικαιούχοι εκ των συμβάσεων αυτών, δικαιούνται να ασκούν τα εξ αυτών απορρέοντα δικαιώματα.
(5) Δεν πραγματοποιείται συγκέντρωση επιχειρήσεων, στις περιπτώσεις όπου-
(α) Πιστωτικοί οργανισμοί ή άλλοι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί ή ασφαλιστικές εταιρείες των οποίων οι συνήθεις δραστηριότητες περιλαμβάνουν την εμπορία και τη διαπραγμάτευση τίτλων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων, κατέχουν προσωρινά συμμετοχές τις οποίες απέκτησαν σε μια επιχείρηση με σκοπό την περαιτέρω διάθεση τους, εφόσον δεν ασκούν τα δικαιώματα ψήφου που παρέχουν αυτές οι συμμετοχές με σκοπό να καθορίσουν τη συμπεριφορά της επιχείρησης αυτής σε θέματα ανταγωνισμού ή εφόσον ασκούν τα εν λόγω δικαιώματα ψήφου με μοναδικό σκοπό την προετοιμασία της διάθεσης του συνόλου ή μέρους της επιχείρησης αυτής ή των περιουσιακών στοιχείων της ή τη διάθεση των συμμετοχών αυτών, η δε διάθεση αυτή πραγματοποιείται εντός ενός έτους από την ημερομηνία απόκτησης· ή
(β) τον έλεγχο ασκεί πρόσωπο εντεταλμένο δυνάμει της νομοθεσίας σχετικά με εκκαθάριση εταιρείας, πτώχευση ή άλλη ανάλογη διαδικασία· ή
(γ) οι πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου πραγματοποιούνται από εταιρείες χαρτοφυλακίου· ή
(δ) περιουσία μεταβιβάζεται αιτία θανάτου διά διαθήκης ή εξ αδιαθέτου.
5. Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε συγκέντρωση δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων, εκάστη των οποίων είναι θυγατρική επιχείρηση της ίδιας επιχείρησης.
6. Συγκέντρωση επιχειρήσεων που πραγματοποιήθηκε κατά στάδια, μέσα σε χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, και είχε ως τελικό αποτέλεσμα την απόκτηση του ελέγχου μιας επιχείρησης από άλλη, θεωρείται ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου και λογίζεται ότι επήλθε μόλις συνέβη το τελευταίο γεγονός, συνεπεία του οποίου αποκτήθηκε ο εν λόγω έλεγχος.
7. Τα κατώτατα όρια κύκλου εργασιών που καθορίζονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 3 δύνανται να διαφοροποιούνται από καιρού εις καιρόν με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Σε τέτοια περίπτωση το εδάφιο (2) του άρθρου 3 εκλαμβάνεται ότι περιέχει τα ποσά που αναγράφονται στο εκάστοτε ισχύον Διάταγμα.
8. Ο Υπουργός δύναται, έστω και αν σχετικά με συγκεκριμένη συγκέντρωση επιχειρήσεων δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (2) του άρθρου 3, να κηρύξει με Διάταγμα, με βάση τους λόγους για τους οποίους δύναται να εκδώσει Διάταγμα δυνάμει του άρθρου 36, ότι η συγκεκριμένη συγκέντρωση είναι μείζονος σημασίας και σε τέτοια περίπτωση οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται, σε σχέση με τη συγκέντρωση αυτή, ως εάν τα ποσά του κύκλου εργασιών είχαν φτάσει στα ελάχιστα προαπαιτούμενα επίπεδα.
9. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 33, συγκέντρωση για την οποία ο παρών Νόμος εφαρμόζεται, δεν τίθεται σε εφαρμογή, μέχρις ότου-
(α) Ο υπόχρεος δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 13 να προβεί σε κοινοποίηση της συγκέντρωσης λάβει σχετική ειδοποίηση έγκρισης από την Υπηρεσία-
(i) δυνάμει της παραγράφου (α) του άρθρου 19· ή
(ii) ως αποτέλεσμα απόφασης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου (α) του άρθρου 26· ή
(iii) ως αποτέλεσμα Διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 39· είτε
(β) συντρέξει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 22 ή του άρθρου 32.
10. Συγκέντρωση η οποία δημιουργεί ή ενισχύει δεσπόζουσα θέση στις επηρεαζόμενες αγορές εντός της Δημοκρατίας κηρύσσεται ασυμβίβαστη με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς.
11. Συγκέντρωση η οποία δε δημιουργεί ή δεν ενισχύει δεσπόζουσα θέση στις επηρεαζόμενες αγορές εντός της Δημοκρατίας κηρύσσεται συμβατή με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς.
12. Η Επιτροπή κηρύσσει συγκέντρωση ως συμβατή ή μη με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς, αφού λάβει υπόψη-
(α) Τη δομή των επηρεαζόμενων αγορών·
(β) τη θέση στην αγορά των συμμετεχουσών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων που συνδέονται με αυτές με έναν από τους τρόπους που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (β) έως και (ε) της παραγράφου 4 του Παραρτήματος ΙΙ·
(γ) την οικονομική δύναμη όλων των επιχειρήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) πιο πάνω·
(δ) τις εναλλακτικές πηγές προμήθειας των προϊόντων και των υπηρεσιών που είναι αντικείμενο εμπορίου στις επηρεαζόμενες αγορές και των υποκατάστατων τους·
(ε) τις τάσεις της προσφοράς και της ζήτησης για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) πιο πάνω·
(στ) οποιουσδήποτε φραγμούς εισόδου στις επηρεαζόμενες αγορές·
(ζ) τα συμφέροντα των ενδιάμεσων και τελικών καταναλωτών των προϊόντων και των υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) πιο πάνω.
13.-(1) Οι κατά τον παρόντα Νόμο πράξεις συγκέντρωσης μείζονος σημασίας πρέπει να κοινοποιούνται γραπτώς στην Υπηρεσία το αργότερο μέσα σε μια εβδομάδα-
(α) Προκειμένου περί των συγκεντρώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3(2)(α), από την ημερομηνία σύναψης της σχετικής συμφωνίας ή της δημοσίευσης της σχετικής προσφοράς αγοράς ή ανταλλαγής ή της απόκτησης συμμετοχής που εξασφαλίζει τον έλεγχο επιχείρησης, οποιοδήποτε από τα εν λόγω συμβάντα συμβεί πρώτο·
(β) προκειμένου περί πράξεων συγκέντρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 3(2)(β), από την ημερομηνία γνωστοποίησης του σχετικού Διατάγματος προς τον υπόχρεο ή τους υπόχρεους για κοινοποίηση κατά το εδάφιο (2) πιο κάτω.
(2) Οι κατά το εδάφιο (1) υποκείμενες σε κοινοποίηση πράξεις συγκέντρωσης, που συνίστανται σε συγχώνευση κατά την έννοια της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4 ή σε απόκτηση από κοινού του ελέγχου κατά την έννοια της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, οφείλουν να κοινοποιούνται από κοινού ή κεχωρισμένα από τους συμμετέχοντες στις πράξεις αυτές. Στις λοιπές περιπτώσεις την υποχρέωση κοινοποίησης κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου υπέχει ο αποκτών τον έλεγχο.
(3) Όταν η Υπηρεσία διαπιστώνει ότι μια κοινοποιηθείσα πράξη συγκέντρωσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το γεγονός της κοινοποίησης, μνημονεύοντας τα ονόματα των συμμετεχόντων, τη φύση της πράξης συγκέντρωσης και τους σχετικούς οικονομικούς τομείς. Η Υπηρεσία, προβαίνοντας στην πράξη αυτή, λαμβάνει κατά το δυνατόν υπόψη το έννομο συμφέρον των επηρεαζόμενων επιχειρήσεων για προστασία του επιχειρηματικού τους απορρήτου.
14. Όταν συγκέντρωση η οποία επιβάλλεται να κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 δεν κοινοποιηθεί, αλλά περιέλθει με άλλο τρόπο σε γνώση της Υπηρεσίας, η Υπηρεσία οφείλει-
(α) Να ειδοποιήσει αμέσως τους υπόχρεους, σύμφωνα με το άρθρο 13, για την υποχρέωση τους για κοινοποίηση, που επιβάλλει ο παρών Νόμος· και
(β) με την παραλαβή της κοινοποίησης να προχωρήσει ως εάν οι απαιτήσεις του άρθρου 13 είχαν εξ αρχής ικανοποιηθεί, νοουμένου ότι για σκοπούς υπολογισμού περαιτέρω προθεσμιών θα λαμβάνεται υπόψη η πραγματική ημερομηνία λήψης της κοινοποίησης.
15. Οι κοινοποιήσεις συγκεντρώσεων περιέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ.
16. Οι κοινοποιήσεις συγκεντρώσεων εξετάζονται από την Υπηρεσία, για να διαπιστωθεί αν συνάδουν πλήρως με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙΙΙ και, αν διαπιστωθεί ότι κοινοποίηση δε συνάδει πλήρως με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙΙΙ, η Υπηρεσία ζητεί αμέσως τις πρόσθετες πληροφορίες που απαιτούνται για την επίτευξη συμμόρφωσης.
17. Όταν διαπιστωθεί ότι η κοινοποίηση συνάδει πλήρως με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙΙΙ, η Υπηρεσία διεξάγει προκαταρκτική αξιολόγηση της συγκεκριμένης συγκέντρωσης και ετοιμάζει γραπτή έκθεση προς την Επιτροπή, στην οποία καταγράφει την αιτιολογημένη γνώμη της αναφορικά με το αν η συγκέντρωση αυτή δύναται να κηρυχθεί ή όχι συμβατή με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς και ακολούθως διαβιβάζει την εν λόγω έκθεση μαζί με την κοινοποίηση στην Επιτροπή.
18.-(1) Έχοντας υπόψη την έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 17, η Επιτροπή εξετάζει την κοινοποίηση, μόλις τη λάβει, και-
(α) Εάν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κοινοποιηθείσα συγκέντρωση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, εκδίδει σχετική απόφαση·
(β) εάν διαπιστώσει ότι η κοινοποιηθείσα συγκέντρωση, αν και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, δεν προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό της με την ανταγωνιστική αγορά, αποφασίζει να μην αντιταχθεί και την κηρύσσει συμβατή προς την ανταγωνιστική αγορά·
(γ) εάν διαπιστώσει ότι η κοινοποιηθείσα συγκέντρωση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου και προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό της με την ανταγωνιστική αγορά, αποφασίζει να κινήσει διαδικασία πλήρους διερεύνησης.
(2) Η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις και τον Υπουργό σχετικά με την απόφαση της.
19. Η Υπηρεσία ειδοποιεί γραπτώς τον αποστολέα της κοινοποίησης-
(α) Στις περιπτώσεις της παραγράφου (α) ή της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 18, ότι η συγκέντρωση μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή· ή
(β) στις περιπτώσεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 18, ότι η συγκέντρωση τυγχάνει πλήρους διερεύνησης· ή
(γ) στις περιπτώσεις που ο Υπουργός έχει εκδώσει Διάταγμα δυνάμει του άρθρου 8 ή του άρθρου 36, ότι η συγκέντρωση υποβλήθηκε για μελέτη στον Υπουργό.
20. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 21 η Υπηρεσία διαβιβάζει στον αποστολέα της κοινοποίησης την ειδοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 19 εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από την Υπηρεσία ή ανάλογα με την περίπτωση, από την ημερομηνία κατά την οποία η Υπηρεσία παρέλαβε τις πρόσθετες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για επίτευξη συμμόρφωσης της κοινοποίησης με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙΙΙ.
21. Όταν η Υπηρεσία λόγω του εξαιρετικού όγκου ή των περίπλοκων πληροφοριών που διαβιβάζονται με τη σχετική κοινοποίηση, διαπιστώσει ότι η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 20 δεν μπορεί να τηρηθεί, έχει υποχρέωση χωρίς καθυστέρηση και εν πάση περιπτώσει, το αργότερο εντός επτά ημερών πριν από τη λήξη της προθεσμίας που τάσσει το εν λόγω άρθρο, ύστερα από συνεννόηση με τον Πρόεδρο της Επιτροπής, να πληροφορήσει σχετικά τον αποστολέα της κοινοποίησης ότι η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δεκατέσσερις ημέρες.
22. Όταν η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 20 ή, ανάλογα με την περίπτωση, η παραταθείσα σύμφωνα με το άρθρο 21 προθεσμία λήξει, χωρίς η ειδοποίηση να διαβιβασθεί από την Υπηρεσία στον αποστολέα της κοινοποίησης, η συγκεκριμένη συγκέντρωση θεωρείται ότι κηρύχθηκε συμβατή με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς.
23. Όταν η Επιτροπή εκδώσει απόφαση δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 18 γνωστοποιεί αμελλητί γραπτώς στην Υπηρεσία την ανάγκη διεξαγωγής πλήρους έρευνας για τη συγκέντρωση και σε τέτοια περίπτωση η Υπηρεσία πρέπει το συντομότερο-
(α) Να εξασφαλίσει από τον αποστολέα της κοινοποίησης ή από άλλους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση ή από άλλα πρόσωπα όσες πρόσθετες πληροφορίες κρίνει αναγκαίες για συμπλήρωση της έρευνας·
(β) υπό το φως των πρόσθετων πληροφοριών που πιθανόν να έχει εξασφαλίσει σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) να εξετάσει-
(i) εάν και σε ποιο βαθμό οι αμφιβολίες που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 18 έχουν αρθεί· και
(ii) εάν οι αμφιβολίες αυτές δεν έχουν αρθεί, ποιες τυχόν διαφοροποιήσεις στις περιστάσεις που δημιουργούν τη συγκέντρωση μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την άρση τους·
(γ) εάν οι διαφοροποιήσεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (β)(ii) φαίνεται στην Υπηρεσία ότι πιθανόν να έχουν το αναφερθέν αποτέλεσμα, να προτείνει τις διαφοροποιήσεις αυτές στον αποστολέα της κοινοποίησης·
(δ) να αναλάβει τις πρέπουσες διαπραγματεύσεις ως αποτέλεσμα της πρότασης που αναφέρεται στην παράγραφο (γ) με τον αποστολέα της κοινοποίησης και με οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα που διορίζονται από τους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση για το σκοπό αυτό.
24. Σε περίπτωση συγκέντρωσης για την οποία διεξάγεται πλήρης έρευνα δυνάμει του άρθρου 23, η Υπηρεσία παρέχει έπειτα από αίτηση προσώπων που έχουν έννομο συμφέρον αλλά δε συμμετέχουν στη συγκέντρωση, κατάλληλη ευκαιρία να υποβάλουν απόψεις σχετικά με τη συγκέντρωση κατά τρόπο και σε χρόνο ώστε να μην παραβιάζεται η προθεσμία του άρθρου 28.
25. Με την ολοκλήρωση των ενεργειών της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 και 24, η Υπηρεσία ετοιμάζει έκθεση προς την Επιτροπή, στην οποία αναφέρει τα ευρήματα της αναφορικά με το αν οι αμφιβολίες που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του άρθρου 18 έχουν αρθεί ή δύνανται να αρθούν, ως αποτέλεσμα οποιωνδήποτε διαπραγματεύσεων που αναλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του άρθρου 23 και οποιωνδήποτε δεσμεύσεων που δόθηκαν κατά τη διάρκεια των εν λόγω διαπραγματεύσεων εκ μέρους των συμμετεχόντων στη συγκέντρωση.
26. Η Επιτροπή εξετάζει την κατά το άρθρο 25 έκθεση της Υπηρεσίας και ακολούθως-
(α) Κηρύσσει τη συγκεκριμένη συγκέντρωση συμβατή με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς υπό την επιφύλαξη τυχόν συγκεκριμένων όρων και σχετικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται από τους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση για την τήρηση των όρων αυτών είτε·
(β) κηρύσσει τη συγκεκριμένη συγκέντρωση ασυμβίβαστη με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς.
27. Πριν από την έκδοση οποιασδήποτε απόφασης δυνάμει του άρθρου 26 και τηρουμένης της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 29 η Επιτροπή δύναται εάν κρίνει σκόπιμο να προβεί σε διαπραγματεύσεις, ακροάσεις ή συζητήσεις με οποιοδήποτε από τους ενδιαφερόμενους ή άλλα πρόσωπα.
28. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 30, η Υπηρεσία υποβάλλει στην Επιτροπή την έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 25 το αργότερο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από την Υπηρεσία ή ανάλογα με την περίπτωση, από την ημερομηνία κατά την οποία η Υπηρεσία παρέλαβε τις πρόσθετες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για επίτευξη συμμόρφωσης της κοινοποίησης με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙΙΙ.
29. Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 30 και 31, η απόφαση της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 26 διαβιβάζεται στον αποστολέα της κοινοποίησης το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από την Υπηρεσία ή ανάλογα με την περίπτωση από την ημερομηνία κατά την οποία η Υπηρεσία παρέλαβε τις πρόσθετες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για επίτευξη συμμόρφωσης της κοινοποίησης με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙΙΙ.
30. Εάν οποιαδήποτε καθυστέρηση στην εκπλήρωση από την Υπηρεσία ή την Επιτροπή οποιωνδήποτε υποχρεώσεων που αναφέρονται στα άρθρα 23, 24, 25, 26 και 27 οφείλεται σε παράλειψη οποιουδήποτε από τους συμμετέχοντες στη συγκεκριμένη συγκέντρωση ή οποιουδήποτε εκπροσώπου τους, οι προθεσμίες που ορίζονται στα άρθρα 28 και 29 υπόκεινται σε τέτοια παράταση που κατά την άποψη της Επιτροπής εύλογα απαιτείται για την εκπλήρωση των πιο πάνω υποχρεώσεων.
31. Όταν η Επιτροπή υποβάλει την απόφαση της στον Υπουργό για εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 37, η Υπηρεσία πληροφορεί σχετικά τον αποστολέα της κοινοποίησης και οι διατάξεις του άρθρου 32 δεν εφαρμόζονται στη συγκεκριμένη συγκέντρωση.
32. Εάν οι προθεσμίες του άρθρου 29 δεν τηρηθούν σε σχέση με συγκεκριμένη συγκέντρωση, η συγκέντρωση αυτή θεωρείται συμβατή με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής αγοράς.
33. Όταν στις περιπτώσεις της παραγράφου (β) του άρθρου 19 γίνουν αιτιολογημένες παραστάσεις προς την Επιτροπή από έναν ή περισσότερους από τους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση ή από άλλα πρόσωπα ότι οι υποβάλλοντες τις παραστάσεις ενδέχεται να υποστούν σοβαρές ζημιές από περαιτέρω καθυστέρηση στην υλοποίηση της συγκέντρωσης, η Επιτροπή εάν ικανοποιηθεί από τις παραστάσεις αυτές, πληροφορεί γραπτώς τους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση και όσους υπέβαλαν τις παραστάσεις ότι το σύνολο ή μέρος της συγκέντρωσης εγκρίνεται προσωρινά άνευ όρων ή με όρους που θέτει η Επιτροπή.
34.-(1) Η έγκριση συγκέντρωσης δυνάμει του άρθρου 33 δεν επηρεάζει την απόφαση που λαμβάνεται μεταγενέστερα δυνάμει του άρθρου 26.
(2) Η εγκυρότητα οποιωνδήποτε πράξεων των συμμετεχόντων στη συγκέντρωση ως επακόλουθο της έγκρισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) εξαρτάται από την παραλαβή ειδοποίησης έγκρισης της συγκέντρωσης σε εύθετο χρόνο ή από παράλειψη ειδοποίησης, όπως καθορίζεται στις παραγράφους (α) και (β) του άρθρου 9, αντίστοιχα.
35. Η Υπηρεσία ενημερώνει τον Υπουργό σχετικά με τη συγκεκριμένη συγκέντρωση μόλις παραληφθεί η σχετική κοινοποίηση.
36. Ο Υπουργός δύναται, πριν από την απόφαση της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 18, να κηρύξει με αιτιολογημένο Διάταγμα του ότι κοινοποιηθείσα συγκέντρωση θεωρείται μείζονος δημόσιου συμφέροντος σχετικά με τα αποτελέσματα που δυνατό να έχει στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, την τεχνική πρόοδο ή την απασχόληση ή την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών αναγκαίων για τη δημόσια ασφάλεια της Δημοκρατίας ως συνόλου ή περιοχών αυτής.
37. Όταν ο Υπουργός εκδώσει Διάταγμα δυνάμει του άρθρου 8 ή του άρθρου 36, η Επιτροπή υποβάλλει πάραυτα στον Υπουργό για εξέταση τους όρους τους οποίους αποφάσισε να επιβάλει δυνάμει του άρθρου 18 ή του άρθρου 26.
38. Όταν υποβληθούν για εξέταση οι όροι της απόφασης δυνάμει του άρθρου 37, ο Υπουργός-
(α) Δηλώνει ότι δεν ενίσταται στη σχετική απόφαση· είτε
(β) παραπέμπει τους όρους της απόφασης αυτής στο Υπουργικό Συμβούλιο, το συντομότερο δυνατό, για εξέταση υπό το φως των λόγων που αναφέρονται στο Διάταγμα δυνάμει του άρθρου 36.
39. Όταν η απόφαση παραπέμπεται από τον Υπουργό για εξέταση στο Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 38, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφασίζει χωρίς καθυστέρηση αν θα εγκρίνει τη συγκέντρωση και υπό ποιους όρους και ακολούθως εκδίδει σχετικό Διάταγμα.
40. Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 39 διαβιβάζεται από την Υπηρεσία στον αποστολέα της κοινοποίησης το συντομότερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει το αργότερο εντός επτά ημερών μετά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
41. Η Επιτροπή δύναται να ανακαλέσει οποτεδήποτε απόφαση της που λήφθηκε αναφορικά με τη συμβατότητα οποιασδήποτε συγκέντρωσης με την ανταγωνιστική αγορά ή δύναται να τροποποιήσει τους όρους της απόφασης αν διαπιστώσει-
(α) Ότι δόθηκαν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή ότι αναγκαίες πληροφορίες αναφορικά με τη συγκέντρωση αυτή απεκρύφθησαν από τον αποστολέα της κοινοποίησης ή οποιοδήποτε άλλο συμμετέχοντα της συγκέντρωσης ή από οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο· ή
(β) ότι οποιοσδήποτε όρος που επιβλήθηκε στους συμμετέχοντες της συγκέντρωσης από την εν λόγω απόφαση δεν έχει τηρηθεί ή έπαυσε να τηρείται.
42.-(1) Όταν η Επιτροπή ασκήσει τις εξουσίες που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 41 και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 47, δύναται έπειτα από μελέτη σχετικών εκθέσεων της Υπηρεσίας, να διατάξει τη διάλυση ή μερική διάλυση συγκέντρωσης, προκειμένου να εξασφαλίσει την αποκατάσταση της ανταγωνιστικής αγοράς.
(2) Η διάλυση ή μερική διάλυση συγκέντρωσης επιτυγχάνεται-
(α) Με την αποστέρηση οποιωνδήποτε συμμετοχών, μετοχών ή στοιχείων του ενεργητικού ή δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν από οποιοδήποτε μετείχε στη συγκέντρωση· ή
(β) με την ακύρωση οποιωνδήποτε συμβολαίων τα οποία δημιούργησαν τις συνθήκες της συγκέντρωσης ή προέκυψαν από αυτή· ή
(γ) με συνδυασμό των τρόπων που περιγράφονται στις παραγράφους (α) και (β) ή των εν λόγω τρόπων ή οποιουδήποτε από αυτούς με άλλους τρόπους που φαίνονται αναγκαίοι στην Επιτροπή.
(3) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του άρθρου 54 δύνανται να ρυθμίζουν ειδικότερα τους τρόπους και τις προϋποθέσεις διάλυσης ή μερικής διάλυσης συγκέντρωσης επιχειρήσεων.
43. Οποιαδήποτε μέτρα επιβάλλονται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 42 δεν πρέπει να είναι πέραν των ευλόγως αναγκαίων για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικής αγοράς.
44. Όταν επιβάλλονται οποιαδήποτε μέτρα δυνάμει του άρθρου 42, η Επιτροπή ορίζει λογική χρονική περίοδο εντός της οποίας τα μέτρα αυτά πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή από τα ενδιαφερόμενα μέρη, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και την έκταση των σχετικών μέτρων.
45. Όταν η Επιτροπή διατάσσει τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 42, η Υπηρεσία πάραυτα ειδοποιεί γραπτώς τους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση και οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο και λαμβάνει όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για διασφάλιση συμμόρφωσης προς αυτά.
46. Σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης εντός της καθορισθείσας προθεσμίας με τους όρους ειδοποίησης που επιδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 42, η Υπηρεσία οφείλει το συντομότερο δυνατό, να πληροφορήσει την Επιτροπή, η οποία αμέσως προχωρεί και επιβάλλει στον υποπέσαντα στην παράλειψη τέτοιες ποινές, όπως προνοείται στο άρθρο 52 του παρόντος Νόμου.
47.-(1) Όταν-
(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδώσει Διάταγμα σύμφωνα με το άρθρο 39· και
(β) η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 42· και
(γ) η σκοπούμενη να εκδοθεί από την Επιτροπή απόφαση βρίσκεται σε ουσιαστική αντίθεση με τους όρους του Διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου·
η Επιτροπή υποβάλλει τη σκοπούμενη να εκδοθεί από αυτή απόφαση στον Υπουργό για εξέταση.
(2) Στις περιπτώσεις του εδαφίου (1) πιο πάνω ο Υπουργός παραπέμπει την εν λόγω σκοπούμενη απόφαση της Επιτροπής μαζί με τις εισηγήσεις του στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει αν και με ποιους όρους θα εγκρίνει την έκδοση οποιασδήποτε απόφασης από την Επιτροπή.
48. Για την εκτέλεση των δυνάμει του παρόντος Νόμου καθηκόντων των εξουσιοδοτημένων λειτουργών, κάθε συμμετέχουσα στη συγκέντρωση επιχείρηση και κάθε άλλο υπόχρεο πρόσωπο οφείλει να επιτρέψει σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο λειτουργό τέτοια πρόσβαση σε οποιαδήποτε ακίνητα, μεταφορικά μέσα, βιβλία ή έγγραφα τα οποία είναι στην κατοχή του ή είναι ευλόγως προσιτά σε αυτό, όπως ο λειτουργός εύλογα θεωρεί αναγκαία για τη δέουσα εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα που εγείρεται προς εξέταση κατά τη διάρκεια εκτίμησης ή διερεύνησης συγκέντρωσης που αναλαμβάνεται από την Υπηρεσία.
49. Εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να ζητήσει προφορικώς ή γραπτώς πρόσθετες πληροφορίες υπό μορφή διευκρινίσεων ή εκθέσεων, από τον υπόχρεο προς κοινοποίηση ή συμμετέχοντα στη συγκέντρωση ή οποιοδήποτε εκπρόσωπο τους ή από οποιοδήποτε πρόσωπο, αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα που εγείρεται προς εξέταση κατά τη διάρκεια εκτίμησης ή διερεύνησης που αναλαμβάνεται από την Υπηρεσία.
50.-(1) Όταν η δυνάμει του άρθρου 48 πρόσβαση ή οι δυνάμει του άρθρου 49 πρόσθετες πληροφορίες δεν παρέχονται ή δεν παρέχονται δεόντως σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό, η Υπηρεσία δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος, με το οποίο να διατάσσεται η παροχή τέτοιας πρόσβασης ή τέτοιων πρόσθετων πληροφοριών.
(2) Το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα για πρόσβαση ή για αποκάλυψη των απαιτούμενων πρόσθετων πληροφοριών, όταν ικανοποιείται ότι αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) δικαιολογείται από τα γεγονότα.
(3) Η διαδικασία υποβολής και εκδικάσεως της αίτησης διέπεται από διαδικαστικό κανονισμό, που εκδίδει το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά μέχρις ότου εκδοθεί τέτοιος Κανονισμός, η αίτηση, που πρέπει να υποστηρίζεται από ένορκο δήλωση εξουσιοδοτημένου λειτουργού, υποβάλλεται και εκδικάζεται κατ’ ανάλογη εφαρμογή της Διαταγής 48 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, χωρίς ανάγκη καταχωρήσεως κλητηρίου εντάλματος. Η αίτηση εκδικάζεται κατά προτεραιότητα και, σε περίπτωση κατά την οποία ο καθ’ ου η αίτηση παρέλειψε να καταχωρήσει εμπρόθεσμα ένσταση, το Δικαστήριο προχωρεί και κρίνει την αίτηση με βάση την ένορκο δήλωση που την υποστηρίζει και τις αγορεύσεις των συνηγόρων των διαδίκων. Το Δικαστήριο δεν αναβάλλει την ακρόαση, εκτός αν ικανοποιηθεί ότι υπάρχουν εξαιρετικά σοβαρές περιστάσεις που δικαιολογούν την αναβολή.
51.-(1) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός ή άλλος δημόσιος υπάλληλος ο οποίος λαμβάνει, άμεσα ή έμμεσα γνώση οποιουδήποτε θέματος αναφορικά με συγκέντρωση, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου, δεν επιτρέπεται να την αποκαλύπτει σε οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός όταν και σε όποιον είναι αναγκαίο για εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων του.
(2) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τη δυνάμει του εδαφίου (1) υποχρέωση εχεμύθειας διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών ή με χρηματική ποινή μέχρι χίλιων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές.
52.-(1) Η Επιτροπή δύναται να επιβάλει τις πιο κάτω διοικητικές ποινές στους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση ή σε πρόσωπα τα οποία παραβιάζουν ή παραλείπουν να συμμορφωθούν προς τις πιο κάτω αναφερόμενες διατάξεις του παρόντος Νόμου:
(α) Χρηματική ποινή μέχρι £50.000 για παράλειψη κοινοποίησης συγκέντρωσης όπως απαιτείται από το άρθρο 13 και επιπρόσθετα χρηματική ποινή μέχρι £5.000 για κάθε μέρα που συνεχίζεται η παράβαση.
(β) Χρηματική ποινή μέχρι £50.000 για παροχή αναληθών ή παραπλανητικών πληροφοριών κατά τη συμμόρφωση προς υποχρέωση η οποία επιβάλλεται από οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου.
(γ) Χρηματική ποινή μέχρι £30.000 για παράλειψη παροχής πληροφοριών σύμφωνα με υποχρέωση η οποία επιβάλλεται από οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου.
(δ) Χρηματική ποινή μέχρι δέκα τοις εκατόν του συνολικού κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων κατά το αμέσως προηγούμενο της συγκέντρωσης οικονομικό έτος, σε περίπτωση που συγκέντρωση τίθεται μερικώς ή ολικώς σε εφαρμογή κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 9 και επιπρόσθετα χρηματική ποινή μέχρι £5.000 για κάθε μέρα που συνεχίζεται η παράβαση.
(ε) Χρηματική ποινή μέχρι δέκα τοις εκατόν του συνολικού κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων κατά το αμέσως προηγούμενο της συγκέντρωσης οικονομικό έτος, σε περίπτωση που συγκέντρωση τίθεται σε εφαρμογή χωρίς την εκπλήρωση όρου που επιβάλλεται από την Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο (α) του άρθρου 26 και επιπρόσθετα χρηματική ποινή μέχρι £5.000 για κάθε μέρα που συνεχίζεται η παράβαση.
(στ) Χρηματική ποινή μέχρι δέκα τοις εκατόν του συνολικού κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων κατά το αμέσως προηγούμενο της συγκέντρωσης οικονομικό έτος για παράλειψη συμμόρφωσης, εντός της χρονικής περιόδου που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 44, προς το μέτρο που διατάσσεται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 42, και επιπρόσθετα χρηματική ποινή μέχρι £5.000 για κάθε μέρα που συνεχίζεται η παράβαση.
(2) Οι χρηματικές ποινές που προβλέπονται από το εδάφιο (1) επιβάλλονται με δεόντως αιτιολογημένη απόφαση και κατόπιν διεξαγωγής δέουσας έρευνας και αφού ληφθεί υπόψη η φύση και η βαρύτητα της παράβασης σε κάθε περίπτωση και δοθεί στο επηρεαζόμενο μέρος η ευκαιρία να ακουστεί.
53. Οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 52 εισπράττονται ως χρηματικές ποινές επιβαλλόμενες από Δικαστήριο κατά την άσκηση ποινικής δικαιοδοσίας.
54. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, αν το κρίνει σκόπιμο, να εκδώσει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
55. Μετά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος Νόμου, η Επιτροπή δημοσιεύει εκθέσεις δραστηριοτήτων κατά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα τρία χρόνια σε κάθε περίπτωση, όπως η Επιτροπή κρίνει σκόπιμο, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό και τη συχνότητα των συγκεντρώσεων για τις οποίες ο παρών Νόμος εφαρμόζεται και την έκταση των συνολικών τους επιπτώσεων στη δομή της ανταγωνιστικής αγοράς.
56. Εάν στα πλαίσια της ακυρωτικής του δικαιοδοσίας δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει απόφαση της Επιτροπής που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου ή Διάταγμα του Υπουργού ή του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, οι προθεσμίες που ορίζονται στον παρόντα Νόμο ισχύουν εκ νέου από την ημέρα απαγγελίας της αποφάσεως, αλλά διακόπτονται αν ασκηθεί αναθεωρητική έφεση πριν από τη λήξη τους και σε περίπτωση απορρίψεως της εφέσεως ή της κατ’ έφεσιν αποφάσεως που δε συνεπάγεται ολοσχερή άρση της ακυρώσεως, ισχύουν εκ νέου από την ημέρα απαγγελίας της αποφάσεως επί της αναθεωρητικής εφέσεως.
(άρθρο 2)
ΕΠΗΡΕΑΖΟΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ
1. Οι επηρεαζόμενες αγορές αποτελούνται από τις αγορές των σχετικών προϊόντων ή μεμονωμένες ομάδες προϊόντων ή υπηρεσιών ως κατωτέρω μέσα στη Δημοκρατία ή οποιαδήποτε γεωγραφική περιοχή αυτής, όπου-
(α) Δύο ή περισσότερες από τις συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις ασχολούνται με επιχειρηματικές δραστηριότητες στην ίδια αγορά ή μεμονωμένη ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών (οριζόντια σχέση), η δε συγκέντρωση των δραστηριοτήτων τους οδηγεί σε συνδυασμένο μερίδιο αγοράς 15% και άνω ή
(β) οποιαδήποτε από τις συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις ασχολείται με επιχειρηματικές δραστηριότητες σε μια αγορά προϊόντων σε προηγούμενο ή επόμενο στάδιο της διαδικασίας παραγωγής προϊόντων ή μεμονωμένων ομάδων προϊόντων στις αγορές των οποίων ασκεί δραστηριότητες οποιασδήποτε από τις άλλες συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις (κάθετη σχέση) και εφόσον οποιοδήποτε από τα μερίδια αγοράς των επιχειρήσεων αυτών ανέρχεται σε 25% ή περισσότερο, ανεξάρτητα από το εάν υφίσταται ή όχι σχέση προμηθευτή/πελάτη μεταξύ των ενδιαφερόμενων συμμετεχουσών στη συγκέντρωση επιχειρήσεων.
ΑΓΟΡΕΣ ΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
2.-(α) Η αγορά των σχετικών προϊόντων περιλαμβάνει το σύνολο των προϊόντων εκείνων ή και υπηρεσιών που θεωρούνται εναλλάξιμα (ή υποκατάστατα) από τον καταναλωτή, λόγω των χαρακτηριστικών τους, των τιμών τους και της σκοπούμενης χρήσης τους.
(β) Η αγορά σχετικών προϊόντων μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να αποτελείται από μεμονωμένες ομάδες προϊόντων. Μια μεμονωμένη ομάδα προϊόντων μπορεί να είναι προϊόν ή μικρή ομάδα προϊόντων που παρουσιάζει πανομοιότυπα σε μεγάλο βαθμό φυσικά ή τεχνικά χαρακτηριστικά και είναι πλήρως εναλλάξιμα. Οι διαφορές μεταξύ των προϊόντων μιας ομάδας είναι μικρές και συνήθως αφορούν το εμπορικό σήμα ή και την παρουσίαση. Η αγορά των προϊόντων αντιστοιχεί συνήθως στην ταξινόμηση που χρησιμοποιεί η αντίστοιχη επιχείρηση κατά την εμπορία των προϊόντων αυτών.
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
3. Η γεωγραφική αγορά αναφοράς περιλαμβάνει την περιοχή στην οποία οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες υπό επαρκώς ομοιογενείς συνθήκες ανταγωνισμού και η οποία μπορεί να διακριθεί από άλλες γειτονικές περιοχές, επειδή ιδίως οι διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού που επικρατούν σ’ αυτές είναι διαφορετικές από εκείνες που επικρατούν στις άλλες περιοχές.
Οι παράγοντες που επιτρέπουν τον προσδιορισμό της γεωγραφικής αγοράς αναφοράς περιλαμβάνουν τη φύση και τα χαρακτηριστικά των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών, την ύπαρξη εμποδίων κατά την είσοδο στην αγορά τις προτιμήσεις των καταναλωτών, τις ουσιαστικές διαφορές των μεριδίων της αγοράς των επιχειρήσεων μεταξύ γειτονικών περιοχών ή τις σημαντικές διαφορές τιμών.
(άρθρο 3)
ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΥΚΛΟΥ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
1.-(α) Ο συνολικός κύκλος εργασιών που αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 3 περιλαμβάνει τα ποσά που απορρέουν από την πώληση προϊόντων και την παροχή υπηρεσιών από τις εν λόγω επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του τελευταίου οικονομικού έτους και αντιστοιχούν στις συνήθεις δραστηριότητες τους, αφού αφαιρεθούν οι εκπτώσεις επί των πωλήσεων, ο φόρος προστιθέμενης αξίας και άλλοι φόροι που συνδέονται άμεσα με τον κύκλο εργασιών.
(β) Στο συνολικό κύκλο εργασιών μιας ενδιαφερόμενης επιχείρησης δεν περιλαμβάνονται εσωτερικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ επιχειρήσεων οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος Παραρτήματος.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος Παραρτήματος, όταν η συγκέντρωση πραγματοποιείται με την απόκτηση τμημάτων μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων ασχέτως αν αυτά τα τμήματα έχουν ή όχι νομική προσωπικότητα, υπολογίζεται για τον ή τους εκχωρούντες μόνο ο κύκλος εργασιών που αφορά τα εκχωρούμενα τμήματα.
3. Αντί του πραγματικού κύκλου εργασιών:
(α) Αναφορικά με τράπεζα ή άλλο πιστωτικό οργανισμό, θεωρείται το ένα δέκατο του ισολογισμού του τελευταίου οικονομικού έτους
(β) αναφορικά με ασφαλιστική εταιρεία η αξία των κατά το τελευταίο οικονομικό έτος ανεκκαθάριστων ασφαλίστρων, που περιλαμβάνουν όλα τα εισπραχθέντα και προς είσπραξη ποσά δυνάμει των ασφαλιστηρίων συμβολαίων που έχουν συναφθεί από αυτή ή για λογαριασμό της, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίστρων που έχουν εκχωρηθεί σε αντασφαλιστές και μετά την έκπτωση των φόρων που αναφέρονται στο εδάφιο (α) της παραγράφου 1 του παρόντος Παραρτήματος.
4. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του παρόντος Παραρτήματος, ο κύκλος εργασιών μιας συμμετέχουσας επιχειρήσεως, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου, προκύπτει από το άθροισμα του κύκλου εργασιών των ακόλουθων επιχειρήσεων:
(α) Των συμμετεχουσών στη συγκέντρωση επιχειρήσεων
(β) επιχειρήσεων στις οποίες οι συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις διαθέτουν άμεσα ή έμμεσα-
(i) περισσότερο από το ήμισυ του κεφαλαίου ή του κεφαλαίου εκμετάλλευσης ή
(ii) περισσότερο από το ήμισυ των δικαιωμάτων ψήφου ή
(iii) την εξουσία να διορίζουν περισσότερο από το ήμισυ των μελών του εποπτικού ή διοικητικού συμβουλίου ή των οργάνων που εκπροσωπούν κατά νόμο τη συγκεκριμένη επιχείρηση ή
(iv) το δικαίωμα να διαχειρίζονται τις υποθέσεις της επιχείρησης
(γ) των επιχειρήσεων που διαθέτουν σε μια συμμετέχουσα επιχείρηση τα δικαιώματα ή τις εξουσίες που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (β) της παρούσας παραγράφου
(δ) των επιχειρήσεων στις οποίες μια επιχείρηση αναφερόμενη στην υποπαράγραφο (γ) της παρούσας παραγράφου διαθέτει τα δικαιώματα ή τις εξουσίες που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (β) της παρούσας παραγράφου
(ε) των επιχειρήσεων στις οποίες περισσότερες επιχειρήσεις που αναφέρουν οι υποπαράγραφοι (α) έως και (δ) της παρούσας παραγράφου διαθέτουν από κοινού τα δικαιώματα ή τις εξουσίες που αναφέρει η υποπαράγραφος (β) της παρούσας παραγράφου.
5. Όταν επιχειρήσεις που συμμετέχουν στη συγκέντρωση διαθέτουν από κοινού δικαιώματα ή εξουσίες που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου 4, κατά τον υπολογισμό του κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων κατά την έννοια του εδαφίου (2) του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου πρέπει-
(α) Να μη λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών μεταξύ της κοινής επιχείρησης και καθεμιάς από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις ή κάθε άλλης επιχείρησης συνδεδεμένης με μια από αυτές κατά την έννοια των υποπαραγράφων (β) έως και (ε) της παραγράφου 4 του παρόντος Παραρτήματος
(β) να λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών μεταξύ της κοινής επιχείρησης και κάθε τρίτης επιχείρησης. Ο εν λόγω κύκλος εργασιών καταλογίζεται εξίσου στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις.
(άρθρο 15)
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ
ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
1. Υπόχρεος προς κοινοποίηση
(α) Ο υπόχρεος προς κοινοποίηση αναφέρει για κάθε συμμετέχουσα στη συγκέντρωση επιχείρηση-
(i) την επωνυμία και διεύθυνση της επιχείρησης
(ii) τη φύση της εμπορικής δραστηριότητας με την οποία ασχολείται η επιχείρηση
(iii) το όνομα, τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και τον αριθμό τηλεομοιοτύπου (τέλεφαξ) του προσώπου με το οποίο οποιοσδήποτε μπορεί να επικοινωνήσει με την επιχείρηση αυτή και τη θέση που κατέχει το εν λόγω πρόσωπο σε αυτή.
(β) Όταν ένας ή περισσότεροι εκπρόσωποι (είτε είναι εκείνοι που αναφέρονται στο (α)(iii) ή άλλοι) έχουν εξουσιοδοτηθεί να υπογράψουν την κοινοποίηση εκ μέρους μίας ή περισσοτέρων από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις, η κοινοποίηση πρέπει να συνοδεύεται από σχετική περί τούτου απόδειξη και καθένας από τους εκπροσώπους θα προσδιορίζεται με το όνομα, τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και τον αριθμό τηλεομοιοτύπου (τέλεφαξ).
2. Δικαιολογητικά Έγγραφα
(α) Η συμπληρωμένη κοινοποίηση πρέπει να συνοδεύεται από τα ακόλουθα:
(i) Αντίγραφα όλων των τελικών ή πιο πρόσφατων εγγράφων που προκάλεσαν τη συγκέντρωση, είτε κατόπιν συμφωνίας είτε κατόπιν δημόσιας προσφοράς
(ii) στην περίπτωση δημόσιας προσφοράς, αντίγραφο του εγγράφου προσφοράς εάν αυτό δεν υπάρχει κατά το χρόνο της κοινοποίησης, το έγγραφο προσφοράς πρέπει να υποβληθεί το συντομότερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει όχι αργότερα από το χρόνο ταχυδρόμησης του προς εκείνους προς τους οποίους πρέπει να αποσταλεί
(iii) αντίγραφα των πιο πρόσφατων ετήσιων εκθέσεων και εξελεγμένων οικονομικών καταστάσεων όλων των συμμετεχουσών στη συγκέντρωση
(iv) αντίγραφα εκθέσεων ή αναλύσεων που έχουν ετοιμαστεί για τους σκοπούς της συγκέντρωσης και από τις οποίες έχουν ληφθεί πληροφορίες για να εκπληρωθούν οι απαιτήσεις των παραγράφων 3 μέχρι 6 πιο κάτω
(v) κατάλογο και σύντομη περιγραφή του περιεχομένου όλων των άλλων αναλύσεων, εκθέσεων, μελετών και επισκοπήσεων οι οποίες ετοιμάστηκαν από ή για οποιοδήποτε από τους υπόχρεους προς κοινοποίηση για το σκοπό εκτίμησης ή ανάλυσης της προτεινόμενης συγκέντρωσης αναφορικά με τις συνθήκες ανταγωνισμού, τους ανταγωνιστές (πραγματικούς και δυνητικούς) και τις συνθήκες αγοράς. Κάθε στοιχείο στον κατάλογο πρέπει να περιλαμβάνει το όνομα και τη θέση που κατέχει ο δημιουργός του.
(β) Τα έγγραφα υποβάλλονται σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας ή στην αγγλική γλώσσα. Εάν έχουν γραφεί σε πρωτότυπη γλώσσα άλλη από τις γλώσσες αυτές, το έγγραφο υποβάλλεται τόσο στην πρωτότυπη γλώσσα όσο και σε μετάφραση σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας.
3. Λεπτομέρειες της συγκέντρωσης
(α) Η φύση και έκταση της συγκέντρωσης πρέπει να περιγράφεται συνοπτικά, περιλαμβανομένων λεπτομερειών για τα ακόλουθα:
(i) Ποιες από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 του Νόμου δημιούργησαν τις συνθήκες για τη συγκέντρωση.
(ii) Κατά πόσο ολόκληρες ή μόνο τμήματα των επιχειρήσεων υπάγονται στη συγκέντρωση.
(iii) Στην περίπτωση δημόσιας προσφοράς, εάν η προσφορά για τις μετοχές ενός μέρους από άλλο έχει την υποστήριξη του διοικητικού συμβουλίου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του πρώτου μέρους.
(β) Οι οικονομικές και διαρθρωτικές λεπτομέρειες της συγκέντρωσης πρέπει να περιγράφονται περιλαμβανομένων-
(i) Οποιασδήποτε οικονομικής ή άλλης υποστήριξης που λαμβάνεται από οποιαδήποτε πηγή (περιλαμβανομένων δημόσιων αρχών) από οποιοδήποτε των συμμετεχόντων στη συγκέντρωση
(ii) της προτεινόμενης δομής ιδιοκτησίας και ελέγχου μετά την ολοκλήρωση της συγκέντρωσης
(iii) της προτεινόμενης ή αναμενόμενης ημερομηνίας εμφάνισης των ιδιαίτερων συνθηκών που δημιουργούν τις συνθήκες συγκέντρωσης.
(γ) Ο υπόχρεος προς κοινοποίηση
(i) Παρέχει λεπτομέρειες για κάθε επιχείρηση αναφορικά με τον κύκλο εργασιών στη Δημοκρατία και παγκόσμια, σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος ΙΙ
(ii) παρέχει λεπτομέρειες για κάθε συμμετέχοντα στη συγκέντρωση αναφορικά με τα κέρδη πριν από την αφαίρεση φόρων και τον αριθμό των ατόμων που απασχολούνται στη Δημοκρατία και εκτός αυτής.
4. Σχέσεις ιδιοκτησίας και ελέγχου
Για κάθε συμμετέχοντα στη συγκέντρωση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 πιο πάνω, πρέπει να δίδονται λεπτομέρειες για όλες τις επιχειρήσεις που σχετίζονται με αυτόν με οποιοδήποτε από τους τρόπους που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (β) έως και (ε) της παραγράφου 4 του Παραρτήματος ΙΙ, αναφέροντας σε κάθε περίπτωση τη φύση της ελέγχουσας σχέσης και τους τρόπους με τους οποίους έχει αποκτηθεί. Εν τοιαύτη περιπτώσει οι σχετικές επιχειρήσεις θα πρέπει να περιγράφονται ομαδικά από τώρα και στο εξής ως “συμπλέγματα επιχειρήσεων”.
5. Προσωπικοί και οικονομικοί δεσμοί
Για κάθε σύμπλεγμα επιχειρήσεων πρέπει να δίνονται λεπτομέρειες για οποιεσδήποτε άλλες επιχειρήσεις που λειτουργούν στις επηρεαζόμενες αγορές (όπως ορίζονται στο Παράρτημα Ι)-
(α) στις οποίες το σύμπλεγμα κατέχει, είτε από μόνο του είτε μαζί με άλλα τέτοια συμπλέγματα, τουλάχιστο 10% των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου
(β) οι οποίες έχουν ως μέλη των διοικητικών συμβουλίων τους τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων του συμπλέγματος αυτού, αναφέροντας σε κάθε περίπτωση τα ονόματα των ενδιαφερόμενων μελών.
6. Περιγραφή και ανάλυση των επηρεαζόμενων αγορών
Για κάθε επηρεαζόμενη αγορά ο υπόχρεος προς κοινοποίηση πρέπει να προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες:
(1) Να καταγράφει τις μεμονωμένες ομάδες προϊόντων (ή/και υπηρεσιών), όπως ορίζονται από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που καλύπτονται από την αγορά.
(2) Να δίδει εξηγήσεις γιατί αυτές οι ομάδες προϊόντων περιλαμβάνονται και γιατί άλλες ομάδες δεν περιλαμβάνονται λόγω των χαρακτηριστικών, των τιμών και των χρήσεων για τις οποίες προορίζονται.
(3) Να αναφέρει ή να υπολογίζει όπου πρέπει-
(α) Την αξία του κύκλου εργασιών στην αγορά και, όταν κρίνεται σκόπιμο, τον όγκο σε μονάδες παραγωγής (εξαιρουμένων των εξαγωγών αλλά περιλαμβανομένων των εισαγωγών)
(β) την αναμενόμενη εξέλιξη της ζήτησης
(γ) τον κύκλο εργασιών κάθε συμπλέγματος επιχειρήσεων
(δ) το μερίδιο αγοράς καθενός από τους ανταγωνιστές της και το όνομα, τη διεύθυνση, τους αριθμούς τηλεφώνου και τέλεφαξ του καθενός από αυτούς τους ανταγωνιστές (όπου είναι γνωστά)
(ε) την αξία των εισαγωγών στην αγορά αυτή και την προέλευση τους, περιλαμβανομένης της αναλογίας των εισαγωγών αυτών η οποία πραγματοποιείται από τα συμπλέγματα που αναφέρονται στο (γ)
(στ) τους δασμολογικούς και μη δασμολογικούς φραγμούς στις εισαγωγές.
(4)(α) Να αναφέρει κατά πόσο υπήρξε οποιαδήποτε σημαντική είσοδος επιχείρησης στην αγορά τα τελευταία πέντε χρόνια και κατά πόσο οποιαδήποτε τέτοια είσοδος είναι πιθανή τα επόμενα πέντε χρόνια.
(β) Να περιγράφει τους παράγοντες που επηρεάζουν την είσοδο στην αγορά, λαμβάνοντας υπόψη-
(i) Το κόστος εισόδου πάνω σε βιώσιμη κλίμακα παραγωγής,
(ii) την ανάγκη κυβερνητικής εξουσιοδότησης ή συμμόρφωσης προς καθορισμένα νομικά ή θεσμικά πρότυπα ή ελέγχους,
(iii) την πρόσβαση σε πρώτες ύλες, και
(iv) την ύπαρξη και σπουδαιότητα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή συμφωνιών τεχνογνωσίας στην αγορά.
(5) Να περιγράφει τη σπουδαιότητα της έρευνας και ανάπτυξης στο βαθμό που επηρεάζουν την ικανότητα της επιχείρησης που λειτουργεί στην αγορά να ανταγωνίζεται μακροπρόθεσμα και να εξηγεί τη φύση της έρευνας και ανάπτυξης της αγοράς που διεξάγονται από συμπλέγματα επιχειρήσεων, και-
(α) Να υπολογίζει τη δαπάνη της έρευνας και ανάπτυξης ως ποσοστό του κύκλου εργασιών,
(β) να περιγράφει τις κύριες καινοτομίες που προέκυψαν από την έρευνα και ανάπτυξη κατά τα τελευταία πέντε χρόνια και να αναφέρει τις επιχειρήσεις που επέφεραν τις καινοτομίες αυτές στην αγορά, και
(γ) να περιγράφει την έκταση κατά την οποία τα συμπλέγματα επιχειρήσεων ή οι επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται σε αυτά, είναι δικαιοπάροχοι ή κάτοχοι αδειών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή μετέχουν σε συμφωνίες τεχνογνωσίας που επηρεάζουν την αγορά.
(6) Να εξηγεί τα κυκλώματα διανομής και τα δίκτυα υπηρεσιών που υπάρχουν στην αγορά, αναφέροντας ιδιαίτερα οποιεσδήποτε επιχειρήσεις που αποτελούν μέρος των συμπλεγμάτων επιχειρήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 πιο πάνω και οι οποίες προσφέρουν υπηρεσίες διανομής ή συντήρησης σε σημαντικό βαθμό.
(7)(α) Να περιγράφει τη δομή της προσφοράς και της ζήτησης αναφέροντας ιδιαίτερα-
(i) Οποιεσδήποτε χαρακτηριστικά ευπροσδιόριστες κατηγορίες προμηθευτή ή πελάτη, και
(ii) το βαθμό στον οποίο δημόσιες αρχές, κυβερνητικές υπηρεσίες ή κρατικές επιχειρήσεις είναι προμηθευτές ή πελάτες.
(β) Να παρέχει λεπτομέρειες των πέντε μεγαλύτερων προμηθευτών των μερών της συγκέντρωσης και των ατομικών μεριδίων τους, όσον αφορά τις προμήθειες που αγοράζονται από τα μέρη αυτά.
(γ) Να παρέχει λεπτομέρειες των πέντε μεγαλύτερων πελατών των μερών της συγκέντρωσης και των ατομικών μεριδίων τους όσον αφορά τις πωλήσεις των μερών της συγκέντρωσης προς τους πελάτες αυτούς.
(8) Να καταγράφει τα ονόματα, τις διευθύνσεις και τον αριθμό τηλεφώνου και τηλεομοιοτύπου (τέλεφαξ) των κύριων εμπορικών συνδέσμων στην αγορά.
7. Εμπιστευτικότητα
Όταν οποιαδήποτε από τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην κοινοποίηση θεωρείται εμπιστευτική από τα μέρη της συγκέντρωσης, αυτή πρέπει να επισημαίνεται ως εμπιστευτική και να αναφέρονται οι λόγοι που δικαιολογούν τέτοια εμπιστευτικότητα. Τέτοια πληροφορία δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να δίδεται σε ξεχωριστό φάκελο και να γίνεται η πρέπουσα αναφορά σε αυτή μέσα στο κείμενο της κοινοποίησης.
8. Τελική δήλωση
Όλα τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1(β) του παρόντος Παραρτήματος πρέπει να συνοδεύουν την κοινοποίηση με ενυπόγραφη δήλωση τους, στην οποία να βεβαιώνουν ότι όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αυτή είναι σωστές εξ όσων κάλλιον γνωρίζουν και πιστεύουν, ότι όλες οι εκτιμήσεις είναι οι καλύτερες που μπορούν να δοθούν και να εξακριβωθούν, ότι όλες οι απόψεις που εκφράζονται είναι ειλικρινείς και ότι είναι ενήμερα για τις ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 52 του παρόντος Νόμου.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.154(Ι)/2000 ] τίθεται σε ισχύ με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβου λίου.
57. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 83(Ι)/2014)] καταργούνται οι περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμοι του 1999 έως 2000.
58.-(1) Τα Διατάγματα και οι Κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει των περί του Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμων του 1999 έως 2000 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 22(Ι)/1999)], εκτός εάν δεν συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, συνεχίζουν να ισχύουν ως εάν να είχαν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 83(Ι)/2014)], μέχρις ότου τροποποιηθούν ή καταργηθούν.
(2) Σε περίπτωση που νόμος άλλος από τον παρόντα ή κανονιστική διοικητική πράξη ή ατομική διοικητική πράξη αναφέρεται στους περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμους του 1999 έως 2000 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 22(Ι)/1999)], η εν λόγω αναφορά θεωρείται ως αναφορά στον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή το Ν. 83(Ι)/2014)], τηρουμένων των αναλογιών.
(3) Η διαδικασία διεκπεραίωσης υποθέσεων και εξέτασης κοινοποιήσεων οι οποίες κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 83(Ι)/2014)], εκκρεμούν ενώπιον της Επιτροπής στη βάση των περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμων του 1999 έως 2000 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 22(Ι)/1999)], θεωρείται εκκρεμούσα ενώπιον της Επιτροπής με βάση τις διατάξεις των περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμων του 1999 έως 2000 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 22(Ι)/1999)].
59. Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 83(Ι)/2014)] τίθεται σε ισχύ με τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.