Εμπιστευματοδόχοι
Δυνατότητα διορισμού εμπιστευματοδόχου

45. Στον παρόντα Νόμο οι ακόλουθοι δύνανται να ενεργούν ως εμπιστευματοδόχοι:

(α) Οποιαδήποτε Τράπεζα έχει άδεια να διεξάγει τραπεζικές εργασίες εντός ή από τη Δημοκρατία ή σε χώρα η οποία κατά τη γνώμη της Τράπεζας ασκεί επαρκή εποπτεία επί των Τραπεζών στη δικαιοδοσία της και η οποία έχει τέτοιο ελάχιστο πληρωθέν μετοχικό κεφάλαιο, όπως η Τράπεζα δυνατό κατά καιρούς να καθορίζει· ή

(β) οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από τράπεζα σύμφωνα με την παράγραφο (α) πιο πάνω, το οποίο προσφέρει υπηρεσίες εμπιστευματοδόχου στο ευρύ κοινό εντός ή από τη Δημοκρατία και εποπτεύεται επαρκώς ή σε χώρα που κατά τη γνώμη της Τράπεζας ασκεί επαρκή ρύθμιση σε σχέση με την παροχή χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και το οποίο έχει τέτοιο ελάχιστο πληρωθέν μετοχικό κεφάλαιο, όπως η Τράπεζα δυνατό κατά καιρούς να καθορίζει· ή

(γ) εταιρεία που συστάθηκε στη Δημοκρατία και η οποία είναι θυγατρική προσώπου που αναφέρεται στις παραγράφους (α) ή (β) πιο πάνω, νοουμένου ότι όλες οι υποχρεώσεις της είναι πλήρως εγγυημένες από το εν λόγω πρόσωπο.

Απαιτούμενα κριτήρια για εμπιστευματοδόχους σχεδίων

46. Ο εμπιστευματοδόχος έχει υποχρέωση σε συνεχή βάση να ικανοποιεί την Τράπεζα ότι, έχοντας υπόψη την επενδυτική πολιτική και τους συγκεκριμένους επενδυτικούς στόχους του σχεδίου για το οποίο ενεργεί ως εμπιστευματοδόχος-

(α) Διαθέτει επαρκείς οικονομικούς πόρους και λειτουργική επάρκεια, για να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του και να διεκπεραιώνει τις εργασίες του αποτελεσματικά·

(β) ικανοποιεί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 45·

(γ) το διοικητικό του συμβούλιο δεν έχει κοινούς συμβούλους με εκείνο του σχεδίου για το οποίο ενεργεί ή με εκείνο του διευθυντή του αλλά, με την προηγούμενη έγκριση της Τράπεζας, το σχέδιο, ο διευθυντής και εμπιστευματοδόχος μπορεί να είναι συνδεδεμένοι οργανισμοί·

(δ) οι αξιωματούχοι του είναι πρόσωπα ακέραιου χαρακτήρα και έχουν το κατάλληλο επίπεδο γνώσης και πείρας και οι κύριοι μέτοχοι θεωρούνται από την Τράπεζα πρόσωπα ικανά και κατάλληλα·

(ε) οργανώνει και ελέγχει τη λειτουργία του κατά τρόπο αποδεκτό από την Τράπεζα, με κατάλληλα αρχεία και επαρκείς διευθετήσεις που να διασφαλίζουν ότι οι υπάλληλοι του είναι κατάλληλοι, επαρκώς εκπαιδευμένοι και υπόκεινται στην πρέπουσα επίβλεψη· και

(στ) ακολουθεί καλά προσδιορισμένες διαδικασίες που διασφαλίζουν συμμόρφωση με το Νόμο, με διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού και με τα ιδρυτικά έγγραφα του σχεδίου του οποίου είναι εμπιστευματοδόχος.

Υποχρεώσεις εμπιστευματοδόχων σχεδίων

47. Ο εμπιστευματοδόχος έχει υποχρέωση-—

(α) Να διασφαλίζει ότι ο διευθυντής λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα και ασκεί τη δέουσα επιμέλεια, ώστε η περιουσία του σχεδίου να επενδύεται σύμφωνα με το Νόμο ή με διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού και με τα ιδρυτικά του έγγραφα·

(β) να διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται κατάλληλα λογιστικά συστήματα και συστήματα εσωτερικού ελέγχου, ώστε να τηρούνται κατάλληλα αρχεία που να δείχνουν καθαρά τις συνεισφορές από τους μεριδιούχους και την περιουσία στην οποία έχουν επενδυθεί·

(γ) να διασφαλίζει ότι η πώληση, η εξαγορά ή επαναγορά των μεριδίων που πραγματοποιούνται από ή εκ μέρους του σχεδίου εκτελούνται σύμφωνα με το Νόμο, με διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού και με τα ιδρυτικά έγγραφα του σχεδίου·

(δ) να διασφαλίζει ότι η καθαρή αξία των μεριδίων του σχεδίου υπολογίζεται σύμφωνα με το Νόμο, με διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού και με τα ιδρυτικά έγγραφα του σχεδίου·

(ε) να εκτελεί τις οδηγίες του διευθυντή του σχεδίου, εκτός αν αυτές συγκρούονται με το Νόμο ή με διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού ή με τα ιδρυτικά έγγραφα του σχεδίου ή με οποιαδήποτε συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ του εμπιστευματοδόχου και του σχεδίου:

Νοείται ότι ο εμπιστευματοδόχος δεν εκδίδει ή ακυρώνει μερίδια εκ μέρους του σχεδίου σε οποιαδήποτε περίοδο κατά την οποία αναστέλλεται η εξαγορά ή επαναγορά μεριδίων του σχεδίου·

(στ) να διασφαλίζει ότι, σε συναλλαγή που αφορά στοιχεία του ενεργητικού του σχεδίου, οποιαδήποτε υποχρέωση προς το σχέδιο ικανοποιείται εντός χρονικού ορίου που είναι γενικά αποδεχτό για το είδος της συγκεκριμένης αυτής συναλλαγής-

(ζ) να διασφαλίζει ότι το εισόδημα του σχεδίου διατίθεται σύμφωνα με το Νόμο ή με διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού και με τα ιδρυτικά του έγγραφα·

(η) να διερευνά σε κάθε ετήσια λογιστική περίοδο τους χειρισμούς του διευθυντή ως προς τη διαχείριση του σχεδίου και να ετοιμάζει αναφορά σχετικά με αυτό για τους μεριδιούχους·

(θ) να διασφαλίζει ότι η αναφορά που γίνεται βάσει του όρου (η) κοινοποιείται στο διευθυντή έγκαιρα, για να είναι σε θέση να περιλάβει αντίγραφο της στην ετήσια έκθεση του σχεδίου·

(ι) να διασφαλίζει ότι οποιεσδήποτε πληροφορίες ή εκθέσεις τις οποίες απαιτεί η Τράπεζα έχουν διαβιβαστεί σ' αυτή από το διευθυντή·

(ια) να ειδοποιεί την Τράπεζα, αμέσως μόλις λάβει γνώση οποιασδήποτε παράβασης του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού, η οποία σχετίζεται με σχέδιο του οποίου είναι εμπιστευματοδόχος· και

(ιβ) να ειδοποιεί την Τράπεζα, αμέσως μόλις λάβει γνώση οποιασδήποτε έρευνας που γίνεται αναφορικά με τον τρόπο διεξαγωγής της εργασίας οποιουδήποτε σχεδίου του οποίου είναι εμπιστευματοδόχος ή της δικής του εργασίας ή εκείνης του διευθυντή του σχεδίου ή οποιουδήποτε συνδεδεμένου οργανισμού οποιουδήποτε των προαναφερομένων από οποιοδήποτε ρυθμιστικό, εποπτικό σώμα ή αρχή επιβολής του νόμου σε οποιαδήποτε δικαιοδοσία.

Ευθύνη εμπιστευματοδόχων σχεδίων

48. Ο εμπιστευματοδόχος ευθύνεται έναντι του διευθυντή και των μεριδιούχων σχεδίου για οποιεσδήποτε απώλειες υποστούν ως αποτέλεσμα της πλημμελούς εκτέλεσης των υποχρεώσεών του δυνάμει του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού και η ευθύνη του εμπιστευματοδόχου δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι εμπιστεύτηκε σε τρίτο πρόσωπο όλο ή μέρος του ενεργητικού του σχεδίου που τελούσε υπό τη φύλαξή του και οποιεσδήποτε διατάξεις σε εμπιστευματικό έγγραφο διεθνούς σχεδίου μονάδων εμπιστεύματος ή σε συμφωνία εμπιστεύματος ή σε οποιαδήποτε άλλη συμφωνία που αποσκοπούν στον περιορισμό της ευθύνης του εμπιστευματοδόχου δυνάμει του Νόμου είναι άκυρες.

Αλλαγή ιδιοκτησίας εμπιστευματοδόχων σχεδίων

49.—(1) Απαγορεύεται, χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Τράπεζας, οποιαδήποτε αλλαγή σε κύριο μέτοχο εταιρείας που ενεργεί ως εμπιστευματοδόχος.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 46(δ) "κύριος μέτοχος" σημαίνει μέτοχο που κατέχει το δέκα τοις εκατόν ή περισσότερο του εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας:

Νοείται ότι η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται, όταν οι μετοχές της εταιρείας που ενεργεί ως εμπιστευματοδόχος είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο.

Σύμβουλοι εμπιστευματοδόχου σχεδίων

50. Απαγορεύεται, χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Τράπεζας, οποιοσδήποτε διορισμός στη θέση συμβούλου εταιρείας που ενεργεί ως εμπιστευματοδόχος και οποιεσδήποτε άλλες αλλαγές στη θέση συμβούλου τέτοιας εταιρείας πρέπει να κοινοποιούνται αμέσως και γραπτώς στην Τράπεζα.

Τόπος εργασίας εμπιστευματοδόχων σχεδίων

51. Ο εμπιστευματοδόχος έχει υποχρέωση να διατηρεί τόπο διεξαγωγής εργασιών στη Δημοκρατία, από τον οποίο να διεξάγει τις εργασίες του, εκτός αν η υποχρέωση αυτή αρθεί από την Τράπεζα.