ΜΕΡΟΣ XI ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Έκδοση Κανονισμών

56.—(1) Η Επιτροπή έχει εξουσία να καταρτίζει και υποβάλλει μέσω του Υπουργού Κανονισμούς στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.

(2) Ανεξάρτητα από τις επί μέρους διατάξεις του παρόντος Νόμου που προβλέπουν την έκδοση Κανονισμών προς ρύθμιση ορισμένων θεμάτων, η Επιτροπή έχει γενική εξουσία προς κατάρτιση Κανονισμών για τη ρύθμιση οποιουδήποτε άλλου θέματος που κατά τον παρόντα Νόμο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.

(3) Οι κατά τον παρόντα Νόμο εκδιδόμενοι Κανονισμοί δύνανται να προβλέπουν την επιβολή δικαιωμάτων και ετήσιων εισφορών επί των υποκείμενων στον έλεγχο της Επιτροπής, φυσικών προσώπων και οργανισμών.

(4) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν εντός εξήντα ημερών από την κατάθεσή τους η Βουλή των Αντιπροσώπων με απόφασή της δεν τροποποιήσει ή ακυρώσει τους Κανονισμούς αυτούς εν όλω ή εν μέρει, αυτοί αμέσως μετά την πάροδο της πιο πάνω προθεσμίας δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσης αυτής. Σε περίπτωση τροποποίησής τους εν όλω ή εν μέρει από τη Βουλή των Αντιπροσώπων αυτοί δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας όπως ήθελαν τροποποιηθεί και τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσης αυτής.

Μεταβατική διάταξη

57. Μέχρις ότου εκδοθούν οι Κανονισμοί οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 26, για τη λήψη αποφάσεων από το Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου επί των θεμάτων που εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων 10 (2)(ε), 22(3), 27(1 )(γ), 28, 29, 30,34, 64 και 66(2) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής:

Νοείται ότι η αρμοδιότητα αυτής της Επιτροπής δε δύναται να εκχωρηθεί.

Περιουσία της Επιτροπής

58. Τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκαν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία είχε συσταθεί κατά το άρθρο 8 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου περιέρχονται στο σύνολο τους στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου που συνιστάται κατά το άρθρο 5.

Επιφυλάξεις

59.—(1) Πρόσωπα που διατελούν στην υπηρεσία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που συστάθηκε με βάση τις διατάξεις του άρθρου 8 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου, εξακολουθούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου που θα συσταθεί με βάση το άρθρο 5 του παρόντος Νόμου υπό τους υφιστάμενους όρους υπηρεσίας τους, και για σκοπούς υπολογισμού της υπηρεσίας τους θεωρούνται ότι προσλήφθηκαν στην υπηρεσία της Επιτροπής από την ημερομηνία πρόσληψής τους στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με σύμβαση απασχόλησης.

(2) Πράξεις και Αποφάσεις της υπό κατάργηση Επιτροπής, οι οποίες νομίμως εκδόθηκαν πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου διατηρούν την ισχύ τους μέχρις ότου τροποποιηθούν ή ανακληθούν από την κατά τον παρόντα Νόμο συσταθείσα Επιτροπή.

(3) Οι διοικητικές ποινές του προστίμου και οποιεσδήποτε άλλες διοικητικές κυρώσεις που τυχόν επέβαλε η υπό κατάργηση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι οποίες δεν εκτελέστηκαν εξακολουθούν να ισχύουν, ως να είχαν επιβληθεί από την Επιτροπή που θα συσταθεί με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

60.—(1) Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ δύο μήνες μετά τη δημοσίευση του στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Αφ' ης ούτος τεθεί σε ισχύ, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να ορίζει με Απόφασή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, διαφορετικές ημερομηνίες έναρξης ισχύος διάφορων διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Μεταβατική διάταξη

61. Οποιεσδήποτε διατάξεις στην κειμένη νομοθεσία, οι οποίες άπτονται ή αφορούν με οποιοδήποτε τρόπο τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της υπό κατάργηση Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καταργούνται μέσα στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου ή σε μεταγενέστερο χρόνο εφόσον τούτο κριθεί σκόπιμο, με ειδικές τροποποιήσεις των ισχυόντων Νόμων στους οποίους οι διατάξεις αυτές προβλέπονται.

Βεβαίωση πίστης και τήρησης εμπιστευτικότητας

62. Πρόσωπο, το οποίο αναλαμβάνει καθήκοντα του Προέδρου, Αντιπροέδρου, μέλους της Επιτροπής, υπαλλήλου, συμβούλου ή ερευνώντα λειτουργού, οφείλει προτού  αναλάβει τα καθήκοντά του, να υπογράψει και να δώσει προς την Επιτροπή βεβαίωση πίστης και τήρησης εμπιστευτικότητας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.