ΜΕΡΟΣ VII ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Ποινικές κυρώσεις

28.-(1) Οποιοσδήποτε διαπράττει αδίκημα κατά τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4, σε περίπτωση καταδίκης, τιμωρείται με φυλάκιση, που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή με χρηματική ποινή, που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες λίρες (ΛΚ 100.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές και, σε περίπτωση υποτροπής του αδικήματος, με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα έτη ή με χρηματική ποινή, που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες λίρες (ΛΚ 200.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

(2) Οποιοσδήποτε διαπράττει αδίκημα κατά τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 26 σε περίπτωση καταδίκης, τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες (ΛΚ 5.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

Αρμόδια αρχή για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων

29.-(1) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι το αρμόδιο όργανο για την άσκηση διοικητικής εποπτικής εξουσίας και την επιβολή διοικητικών κυρώσεων δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιλαμβάνεται διοικητικών παραβάσεων, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε έπειτα από καταγγελία που υποβάλλεται σ' αυτή: Νοείται ότι, σε περιπτώσεις ελέγχου του ενημερωτικού δελτίου από το Συμβούλιο του Χ.Α.Κ., το τελευταίο γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διοικητικές παραβάσεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας ή του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας που περιέρχονται σε γνώση του, προς επιβολή κυρώσεων.

Διοικητικές κυρώσεις

30.-(1) Ανεξάρτητα από τυχόν ποινική ευθύνη και τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3)-

(α) Οποιοσδήποτε διαπράττει διοικητική παράβαση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 4, του εδαφίου (9) του άρθρου 5, του εδαφίου (3) του άρθρου 8, του εδαφίου (5) του άρθρου 14 και του εδαφίου (5) του άρθρου 20, υπόκειται σε διοικητική κύρωση από την αρμόδια αρχή, το περιεχόμενο της οποίας συνίσταται στην καταβολή διοικητικού προστίμου, που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες λίρες (ΛΚ 100.000) και σε περίπτωση υποτροπής, τις διακόσιες χιλιάδες λίρες (ΛΚ 200.000):

Νοείται ότι, εφόσον το ύψος της άνευ αδείας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, διενεργηθείσας κατά παράβαση του εδαφίου (1), του άρθρου 4 πρόσκλησης προς το κοινό υπερβαίνει το τριπλάσιο του προστίμου που δύναται να επιβληθεί εκάστοτε σύμφωνα με την παράγραφο (α), η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλει πρόστιμο ίσο με το ένα τρίτο του ύψους της παρανόμως διενεργηθείσας πρόσκλησης και, σε περίπτωση υποτροπής, με το ήμισυ του ποσού αυτού·

(β) οποιοσδήποτε παραβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, άλλη από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο (α), διαπράττει διοικητική παράβαση και υπόκειται σε διοικητική κύρωση από την αρμόδια αρχή, το περιεχόμενο της οποίας συνίσταται στη καταβολή διοικητικού προστίμου, που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες (ΛΚ 50.000) και σε περίπτωση υποτροπής, τις εκατόν χιλιάδες λίρες (ΛΚ 100.000).

(2) Εφόσον μετά την επιβολή από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διοικητικού προστίμου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου συνεχίζεται η παράβαση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, μετά την πάροδο εύλογου χρόνου που δεν είναι δυνατό να είναι μικρότερος του ενός μηνός, δύναται να επιβάλλει εκ νέου και κατ' επανάληψη πρόστιμο, θεωρώντας τη μη συμμόρφωση ως υποτροπή.

(3) Σε όλες τις περιπτώσεις, στις οποίες επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο κατά το παρόν άρθρο, ο παραβάτης επιπρόσθετα ευθύνεται και για κάθε ζημιά που προκαλεί σ' αυτούς που αποκτούν χρηματοοικονομικά μέσα ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση, περιλαμβανομένης της απώλειας κέρδους.

Είσπραξη διοικητικού προστίμου

31.-(1) Τα διοικητικά πρόστιμα, που επιβάλλονται κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, λογίζονται ως έσοδα του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας.

(2) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου, το οφειλόμενο ποσό διεκδικείται δικαστικώς και εισπράττεται ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.