10.—(1) Κανένα πρόσωπο, μετά από πάροδο δώδεκα μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, δεν μπορεί—
(α) Να ασκεί το επάγγελμα ιατρικού επισκέπτη ή να προβάλλει τον εαυτό του ως ιατρικό επισκέπτη,
(β) να εισπράττει ή να διεκδικεί οποιαδήποτε αμοιβή για υπηρεσίες που προσφέρθηκαν με την ιδιότητά του ως ιατρικός επισκέπτης,
εκτός αν αυτό είναι εγγεγραμμένο ως ιατρικός επισκέπτης και δεν του επιβλήθηκε η ποινή της αναστολής της άδειας άσκησης επαγγέλματος του ιατρικού επισκέπτη.
(2) Κάθε πρόσωπο που παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν ξεπερνά τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο ποινές μαζί.
11.—(1) Κανένας εγγεγραμμένος ιατρικός επισκέπτης δεν μπορεί να ασκεί το επάγγελμα του ιατρικού επισκέπτη εκτός εάν έχει εξασφαλίσει από το συμβούλιο ετήσια άδεια ασκήσεως επαγγέλματος στον καθορισμένο τύπο και με την καταβολή του καθορισμένου δικαιώματος.
(2) Κανένας ιατρικός επισκέπτης δεν μπορεί να αποκτήσει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, εκτός αν έχει καταβάλει τη συνδρομή του στο Σωματείο Ιατρικών Επισκεπτών Κύπρου, για το έτος που εκδίδεται η σχετική άδεια.
(3) [Καταργήθηκε].
(4) Η ετήσια άδεια λήγει την 31η ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου κάθε έτους:
(5) Κάθε εγγεγραμμένος ιατρικός επισκέπτης που ασκεί το επάγγελμα του ιατρικού επισκέπτη χωρίς να είναι κάτοχος ετήσιας άδειας που να ισχύει κατά το χρόνο της άσκησης του επαγγέλματος του ιατρικού επισκέπτη είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
12. Κάθε εγγεγραμμένος ιατρικός επισκέπτης αναγράφει στα έγγραφα που χρησιμοποιεί τη φράση «εγγεγραμμένος ιατρικός επισκέπτης» καθώς και τον αριθμό εγγραφής του στο μητρώο.
13. Κάθε εγγεγραμμένος ιατρικός επισκέπτης διαφημίζει και προωθεί μόνο φαρμακευτικά προϊόντα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας από το Συμβούλιο Φαρμάκων και σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει εγκρίνει το Συμβούλιο Φαρμάκων για τα συγκεκριμένα φαρμακευτικά προϊόντα.